Πατάτες κρασάτες με σαφράν
Τι χρειαζόμαστε:
1 κιλό μικρές στρογγυλές πατάτες καλά καθαρισμένες
1 φλιτζ τσαγιού ελαιόλαδο
1 νεροπότηρο λευκό κρασί
1 πρέζα σαφράν (0,25 του γραμμαρίου)
2 κουτ σούπας ζάχαρη
αλάτι, πιπέρι
Διαβάστε περισότερο: Πατάτες κρασάτες με σαφράν
Γειά σας ! ο τίτλος κατ ευφημισμόν ... παντού τα πάντα ... αλλά προσπαθούμε για το καλλίτερο ... ελπίζω να βρείτε ενδιαφέρον εδώ ... Σας ευχαριστώ!
Σελίδες
Σάββατο, Απριλίου 03, 2021
Πατάτες κρασάτες με σαφράν
Αρίωνας ίππος
http://art-hellas.blogspot.gr/2013/03/blog-post_2463.html
Αρίωνας ίππος
Αρίωνας ίππος ή Αρείωνας. Μυθικός ίππος με μαύρη ή ξανθή χαίτη που φημίζοταν ως ταχύτερος του ανέμου. Ο ίππος αυτός είχε το ένα από τα πόδια του ανθρώπινο και ενίοτε φωνή ανθρώπου. Κατά τις μυθολογικές παραδόσεις φέρεται ως γιος του Ποσειδώνα, και της Δήμητρας ή Ερινύας. Η θεά Δήμητρα, λυπημένη από την απώλεια της Περσεφόνης και προσπαθώντας να ξεφύγει από την ερωτική προσέγγιση του Ποσειδώνα, μεταμορφώθηκε σε φοράδα. Ο Ποσειδώνας, καταλαβαίνοντας την μεταμόρφωσή της, πήρε τη μορφή επιβήτορα και κατόρθωσε να ξευγαρώσει μαζί της. Εκτός από τον Αρίωνα, από τούτη την ένωση γεννήθηκε και μία κόρη, πιθανώς η νύμφη Δέσποινα, που αποκαλυπτόταν μόνον στους μυημένους των Ελευσινίων.
Κατ΄ άλλη εκδοχή ο Αρίων ήταν γιος του Ζέφυρου και μίας από τις Άρπυιες και ανατράφηκε από τις Νηρηΐδες Νύμφες. Ως τόπος γέννησής του θεωρούνταν η Θέλπουσα της Αρκαδίας που απεικονίζεται σε νομίσματα και αγγεία της πόλης αυτής. Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση γεννήθηκε στην Αττική, τη στιγμή που ο Ποσειδώνας κτυπούσε το βράχο με την τρίαινά του.
Τον Αρίωνα ίππο χρησιμοποίησε πρώτος ο Ποσειδώνας τον οποίο αργότερα δώρησε στον μυθικό ήρωα της Αλιάρτου τον Κοπρέα. Ο Κοπρέας με τη σειρά του τον δώρησε στον Ηρακλή που τον χρησιμοποίησε σε ιπποδρομίες στις Παγασσές όπου εκεί νίκησε τον Κύκνο. Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο Αρίωνας ίππος ανήκε στον Αρκάδα Όγκο απ' όπου τον παρέλαβε ο Ηρακλής, όταν πολεμούσε εναντίον των Ηλείων. Τέλος από τον Ηρακλή τον παρέλαβε ο Άδραστος που χάρις στη ταχύτητά του σώθηκε κατά την εκστρατεία των Επτά κατά των Θηβών φέρνοντάς τον πίσω στην Αθήνα.
Ο μυθικός Αρίωνας ίππος στην Ελληνική μυθολογία αποτέλεσε την ιδεατή ανθρώπινη ανάγκη αλλά και την αξία της γρήγορης λήθης επί παντός οδυνηρού συμβάντος, προκειμένου ο άνθρωπος να συνεχίζει να είναι δημιουργικός.
Μάρλον Μπράντο
Ο Μάρλον Μπράντο (Marlon Brando, Jr., 3 Απριλίου 1924 - 1 Ιουλίου 2004) ήταν Αμερικανός ηθοποιός, από τους πλέον σημαντικούς ηθοποιούς του 20ού αιώνα. Οι εξαιρετικές του υποκριτικές ικανότητες φάνηκαν σε ταινίες που σκηνοθέτησε ο Ελία Καζάν την δεκαετία του 1950, όπως το Λεωφορείον ο Πόθος και Το λιμάνι της αγωνίας. Το δραματικό ύφος τού ωραίου, ασυμβίβαστου και καταστρεπτικού ή αυτοκαταστροφικού νέου, που εισήγαγε ο Μπράντο, επηρέασε πολλούς μεταγενέστερους Αμερικανούς ηθοποιούς, όπως ο Τζέιμς Ντην, ο Πωλ Νιούμαν και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον έχει κατατάξει τέταρτο στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους άνδρες σταρ όλων των εποχών.
Βιογραφία
Ο Μπράντο γεννήθηκε στην Ομάχα της πολιτείας Νεμπράσκα των ΗΠΑ στις 3 Απριλίου του 1924. Το 1935, οι γονείς του χώρισαν και ο μικρός Μπράντο μαζί με τα δύο του αδέλφια ακολούθησε τη μητέρα του στη Σάντα Άνα της Καλιφόρνια. Το 1937, οι γονείς του συμφιλιώθηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Λίμπερτυβιλ κοντά στο Σικάγο.
Προικισμένος με έμφυτο υποκριτικό ταλέντο, αλλά και ατίθασος ως μαθητής, ο Μπράντο πήγε στην Νέα Υόρκη για να σπουδάσει ηθοποιία στο New School και κατόπιν στο Actors' Studio, που διηύθυναν ο Λι Στράσμπεργκ και η Στέλλα Άντλερ.
Το 1944 ανέλαβε τον πρώτο του μεγάλο ρόλο στη δραματική θεατρική κωμωδία Θυμάμαι τη Μαμά, που παίχτηκε στο Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης. Η παράσταση απέτυχε οικονομικά, αλλά οι κριτικές για τον Μπράντο ήταν ιδιαιτέρως καλές. Το 1947, ανέλαβε τον ρόλο του Στάνλεϋ Κοβάλσκι στο θεατρικό δράμα του Τένεσι Ουίλιαμς Λεωφορείον ο Πόθος, σε σκηνοθεσία του Ελία Καζάν.
Το 1950 ο Μπράντο έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη αναλαμβάνοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν, Το Κορμί μου σου Ανήκει.
Το 1951, ο Μπράντο υποδύθηκε τον Στάνλεϋ Κοβάλσκι στην κινηματογραφική μεταφορά του Λεωφορείον ο Πόθος, πάλι σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν. Για τον ρόλο αυτό, καθώς και για τους πρωταγωνιστικούς του ρόλους στις ταινίες Βίβα Ζαπάτα! (1952) και Ιούλιος Καίσαρ (1953), ο Μπράντο προτάθηκε για το βραβείο Όσκαρ. Τελικά, ο Μπράντο τιμήθηκε με Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου το 1954 για τον ρόλο τού Τέρρυ Μαλλόυ στην ταινία του Ελία Καζάν Το λιμάνι της αγωνίας.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και καθ' όλη την δεκαετία του 1960, ο Μπράντο πρωταγωνίστησε σε μέτριες έως κακές ταινίες που δεν ανταποκρίνονταν στο υποκριτικό του ταλέντο. Η επιστροφή του Μπράντο σε σημαντικούς ρόλους έγινε με τις ταινίες του Φράνσις Φορντ Κόπολα Ο Νονός (1972) και Αποκάλυψη, Τώρα! (1979). Για τον ρόλο τού Βίτο Κορλεόνε στον Νονό, ο Μπράντο τιμήθηκε με το βραβείο Όσκαρ αλλά αρνήθηκε να παραλάβει ο ίδιος το βραβείο, διαμαρτυρόμενος έτσι για την κακομεταχείριση των αυτοχθόνων Ινδιάνων στις ΗΠΑ. Μία άλλη ταινία στην οποία πρωταγωνίστησε ο Μπράντο και η οποία προκάλεσε έντονες αντιπαραθέσεις κριτικών για τον ερωτισμό της, ήταν το Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι (1972) σε σκηνοθεσία του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Μπράντο ανέλαβε ρόλους και πάλι σε μέτριες έως κακές ταινίες, με εξαίρεση τις ταινίες Μια σκληρή λευκή εποχή (1989, υποψ. για Όσκαρ β' ανδρικού ρόλου) και Ντον Χουάν ΝτεΜάρκο (1995).
Η προσωπική ζωή του Μπράντο υπήρξε το ίδιο ταραγμένη με την επαγγελματική του ζωή. Πάλεψε για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την αποκατάσταση των αυτοχθόνων Ινδιάνων των ΗΠΑ. Παντρεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε έντεκα παιδιά, από τις συζύγους του, τις ερωμένες του καθώς και από υιοθεσία. Αγάπησε με πάθος την Ταϊτή και έζησε εκεί για ένα μεγάλο μέρος της ζωής του. Τον Μάιο του 1990, ο πρωτότοκος γιος του Μπράντο, ο Κριστιάν, δολοφόνησε τον εραστή της ετεροθαλούς αδελφής του, Τσεγιέν. Αργότερα ο Κριστιάν καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ετών, ενώ η Τσεγιέν αυτοκτόνησε σε ηλικία 25 ετών, τον Απρίλιο του 1995.
Φορτωμένος με υπέρογκα χρέη και υπέρβαρος, ο Μάρλον Μπράντο έπασχε από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και καρκίνο του ήπατος. Απεβίωσε την 1η Ιουλίου του 2004 στο Ιατρικό κέντρο Ρόναλντ Ρήγκαν του UCLA, λόγω αναπνευστικής ανεπάρκειας από πνευμονική ινωμάτωση με επισωρευτική καρδιακή ανεπάρκεια, στην ηλικία των 80 ετών.
Γρηγόρης Λαμπράκης
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης (Κερασίτσα Αρκαδίας, 3 Απριλίου 1912 – Θεσσαλονίκη, 27 Μαΐου 1963) ήταν ιατρός, αθλητής και πολιτικός που δολοφονήθηκε από παρακρατικούς. Η δολοφονία του προκάλεσε διεθνή κατακραυγή για τις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης Καραμανλή και των Σωμάτων Ασφαλείας, που αποδείχθηκε ότι όχι μόνο ανέχονταν, αλλά και εξέθρεψαν τον ανεξέλεγκτο παρακρατικό μηχανισμό. Η υπόθεση Λαμπράκη αναζωογόνησε τον Ανένδοτο Αγώνα του Γεωργίου Παπανδρέου και έπαιξε τον πιο σημαντικό ίσως ρόλο στην πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή τον ίδιο χρόνο.
Σύντομο βιογραφικό και ιστορικές συνθήκες
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1912 στην Κερασίτσα Αρκαδίας και ήταν το 14ο παιδί από τα συνολικά 18 που απέκτησαν οι γονείς του. Αδερφός του ήταν ο Θεόδωρος Λαμπράκης, ιατρός και βουλευτής με την Εθνική Προοδευτική Ένωση Κέντρου (ΕΠΕΚ). Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στη γυναικολογία. Υπήρξε αθλητής με πολλές πανελλήνιες και βαλκανικές νίκες και κατείχε για 23 χρόνια (ως το 1959) το πανελλήνιο ρεκόρ στο άλμα εις μήκος με επίδοση 7,37 μ. Στην διάρκεια της κατοχής διοργάνωνε με άλλους συναθλητές του αγώνες, διαθέτοντας τα έσοδα σε λαϊκά συσσίτια. Το 1950 κατέλαβε τη θέση του υφηγητή Μαιευτικής - Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Aπέκτησε τρεις γιους, τον Γιώργο, τον Θοδωρή και τον Γρηγόρη.
Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1961 ο Λαμπράκης εξελέγη βουλευτής Πειραιά συνεργαζόμενος με την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της «Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». Στις 21 Απριλίου 1963 αψηφώντας σχετική απαγόρευση της αστυνομίας, πραγματοποίησε την 1η Μαραθώνια πορεία Ειρήνης. Βάδισε το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής μόνος του, εν μέσω απειλών, πριν τελικά συλληφθεί και κρατηθεί για μερικές ώρες.
Αμέσως μετά μετέβη στο Λονδίνο για να συμπαρασταθεί στους Έλληνες, Κύπριους και Άγγλους διαδηλωτές που ζητούσαν την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων στην Ελλάδα, ανάμεσα στους οποίους ήταν και η Βρετανίδα σύζυγός του Αντώνη Αμπατιέλου, Μπέτυ Μπάρτλετ Αμπατιέλου. Στόχος των διαδηλωτών ήταν η βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία βρισκόταν στην αγγλική πρωτεύουσα προκειμένου να παραστεί σε βασιλικούς γάμους. Η σύζυγος του Αμπατιέλου ζήτησε ακρόαση από την Φρειδερίκη, η οποία την αρνήθηκε, παρά τις πιέσεις του Λαμπράκη. Σχεδόν ένα μήνα μετά, στις 22 Μαΐου, καθώς εξερχόταν από συγκέντρωση για την ειρήνη και τον πυρηνικό αφοπλισμό στη Θεσσαλονίκη, δέχτηκε δολοφονική επίθεση από παρακρατικούς. Τραυματίστηκε βαριά και υπέκυψε στα τραύματά του λίγες μέρες μετά.
«Εσύ ‘σουνα Λαμπράκη η αιώνια Ελλάδα….» ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡ...
«Εσύ ‘σουνα Λαμπράκη η αιώνια Ελλάδα….» ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ"
Eίναι τόσο όμορφο να ζεις για την Eιρήνη, είναι τόσο μεγάλο να πεθαίνεις για την Eιρήνη»
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε σαν σήμερα στην Κερασίτσα Αρκαδίας, το 1912.
Έγραψαν γι αυτόν...
"Στο πρόσωπο του άξιου γιου της Ελλάδας Γρηγόρη Λαμπράκη, ζήτησαν να σκοτώσουν την ειρήνη, την λεβεντιά, την ανθρωπιά. Μα σκοτώνεται ποτέ ο ήλιος; Η Ελλάδα σύσσωμη είναι στο πόδι. Όχι για ταφή, μα για ανάσταση".
ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ
«Έπεσε ο μέγας δρυς στη γης, σε μέγα αγώνα -
πουλιά και φύλλα στάθηκαν στον ουρανό
η Ελλάδα τον εκράτησε στα δυο της γόνα,
στο βαθυπόρφυρο του Μάη εσπερινό
κι ενώ από τους πόρους της η οργή της αίμα ιδρώνει,
τινάζεται όλη ανάμεσα στον άγιο λαό,
κι ολόρθη τον υψώνει, μεσιανό καδρόνι,
ψηλά, στο θόλο, στης Ειρήνης το ναό».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ Αθήνα, 27 Μάη 1963
Στον ήρωα Λαμπράκη
Σε φάγαν οι φασίστες σκύλοι, Ελλάδα,
με μάσκα ή χωρίς μάσκα, ξένοι, ντόπιοι.
Εσύ ’σουνα, Λαμπράκ’, η αιώνια Ελλάδα,
φως, αρετή, παλικαριά και πρώτος!
Χρόνια και χρόνια, Μάνα οι δουλεμπόροι
σε σούρνανε στη λάσπη και στη νύχτα.
Μα στα κόκαλα μέσα των παιδιώ σου
λαμπάδιαζεν η πάναγνη τιμή σου.
Τ’ άδικον αίμα του παλικαριού μας
κοκκίνισε πελάη, βουνά και κάμπους,
ανάστησε τ’ αρχαία σου μεγαλεία,
Μάνα – πατρίδα, Μάνα – ελευτερία.
Αθάνατε λαέ, της Ιστορίας
εσύ τα περασμένα κι αυριανά!
Δεν άφησες τον ήρωα να πεθάνει.
Απ’ τον τάφο του η νέα ζωή σου αρχίζει.
Όχι κλάμ’, αναστάσιμες καμπάνες
για τη μεγάλη της οργής σου νίκη.
Έδειξες στον οχτρό τη δύναμή σου,
ξέροντας ποιος και πούθε σε χτυπάει.
Κώστας Βάρναλης («Ελεύθερος Κόσμος»).
Στον ήρωα Λαμπράκη
Σε φάγαν οι φασίστες σκύλοι, Ελλάδα,
με μάσκα ή χωρίς μάσκα, ξένοι, ντόπιοι.
Εσύ ’σουνα, Λαμπράκ’, η αιώνια Ελλάδα,
φως, αρετή, παλικαριά και πρώτος!
Χρόνια και χρόνια, Μάνα οι δουλεμπόροι
σε σούρνανε στη λάσπη και στη νύχτα.
Μα στα κόκαλα μέσα των παιδιώ σου
λαμπάδιαζεν η πάναγνη τιμή σου.
Τ’ άδικον αίμα του παλικαριού μας
κοκκίνισε πελάη, βουνά και κάμπους,
ανάστησε τ’ αρχαία σου μεγαλεία,
Μάνα – πατρίδα, Μάνα – ελευτερία.
Αθάνατε λαέ, της Ιστορίας
εσύ τα περασμένα κι αυριανά!
Δεν άφησες τον ήρωα να πεθάνει.
Απ’ τον τάφο του η νέα ζωή σου αρχίζει.
Όχι κλάμ’, αναστάσιμες καμπάνες
για τη μεγάλη της οργής σου νίκη.
Έδειξες στον οχτρό τη δύναμή σου,
ξέροντας ποιος και πούθε σε χτυπάει.
Κώστας Βάρναλης («Ελεύθερος Κόσμος»).
«Εσύ ‘σουνα Λαμπράκη η αιώνια Ελλάδα….»
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ"
Μανώλης Καλομοίρης
Ο Μανώλης Καλομοίρης (14 Δεκεμβρίου 1883 – 3 Απριλίου 1962) ήταν Έλληνας μουσικός και συνθέτης.
Ο μουσικός γλωσσοπλάστης της νεώτερης Ελλάδας, όπως χαρακτηρίστηκε, υπήρξε η επιβλητικότερη μορφή της Εθνικής Σχολής. Η μουσική του δημιουργία, αν και πνευματικό τέκνο του βαγκνερικού μουσικού δράματος και της ρωσικής εθνικής «σχολής των Πέντε», είναι δημιουργία βαθύτατα προσωπική, θεμελιωμένη κυρίως επάνω στο δημοτικό τραγούδι. Συνέθεσε πολλά έργα, μεταξύ αυτών πέντε όπερες, τρεις συμφωνίες, ένα κοντσέρτο για πιάνο, κύκλους τραγουδιών για φωνή και ορχήστρα ή για φωνή και πιάνο, έργα για πιάνο, μουσική δωματίου, χορωδιακά, καθώς και έργα για παιδιά. Υπήρξε ακόμη συγγραφέας παιδαγωγικών βιβλίων για την θεωρία της μουσικής.
Βιογραφικό σημείωμα
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1883 και ήταν γιος του φιλόλογου και φαρμακοποιού Γιάννη Καλομοίρη από τη Σάμο. Σε νεαρή ηλικία βρέθηκε στην Αθήνα, όπου μαζί με τις γυμνασιακές του σπουδές ξεκίνησε και συστηματικές σπουδές στο πιάνο. Το 1899 τον βρίσκει στην Κωνσταντινούπολη, όπου τελειώνει το γυμνάσιο. Μετά από μια μικρή σύγκρουση με την οικογένειά του (η μητέρα του τον προόριζε για γιατρό) φεύγει για τη Βιέννη όπου σπουδάζει πιάνο και ανώτερα θεωρητικά. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του και τον γάμο του με τη Χαρίκλεια Παπαμόσχου πηγαίνει στο Χάρκοβο της Ρωσίας (1906-1910) όπου διδάσκει για ένα χρονικό διάστημα μέχρι να πάρει την απόφαση να εγκατασταθεί για πάντα στην Ελλάδα το 1910. Ερχόμενος στην Ελλάδα διορίζεται καθηγητής πιάνου και ανώτερων θεωρητικών στο Ωδείο Αθηνών. Σκοπός του ήταν η δημιουργία μιας «εθνικής σχολής» στα πρότυπα ανάλογων κινημάτων από άλλες χώρες, η οποία θα συνδύαζε τον γερμανικό ρομαντισμό με ελληνικά μοτίβα. Παράλληλα, κατηγορούσε την Επτανησιακή Σχολή για «ιταλισμό» και για μη χρήση ελληνικών θεμάτων, δημιουργώντας ρήξη μεταξύ της Εθνικής και Επτανησιακής Σχολής. Ακολούθησε μια πλούσια μουσική δημιουργία, όπου ο Καλομοίρης αντλεί τις εμπνεύσεις του από τη δημοτική νεοελληνική ποίηση κυρίως του Κωστή Παλαμά. Το 1919 ίδρυσε το «Ελληνικό Ωδείο», που διεύθυνε μέχρι το 1926, οπότε και ίδρυσε το «Εθνικό Ωδείο», το οποίο διηύθυνε ως το 1948. Επίσης το 1919 διορίσθηκε γενικός Επιθεωρητής, αρχιμουσικός, σε όλες τις στρατιωτικές μπάντες Αθηνών. Από τότε όμως παράλληλα με τη συνθετική του εργασία ανέπτυξε ένα τεράστιο παιδαγωγικό έργο, σφραγίζοντας κάθε πτυχή της μουσικής ζωής του τόπου. Το 1945 εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Εκτός των άλλων τιμήθηκε και με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών (1919) αλλά και με πολλά ελληνικά παράσημα.
Ο Μανώλης Καλομοίρης ήταν ανάμεσα στις μορφές που προσδιόρισαν την πολιτιστική φυσιογνωμία της Ελλάδας κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Πέθανε στην Αθήνα στις 3 Απριλίου του 1962, σε ηλικία 79 ετών. Την Τετάρτη 4 Απριλίου κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη και με τιμές που άρμοζαν στο μέγεθος και στην προσφορά του. Η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Μητροπολιτικό Ναό και την παρακολούθησε πλήθος κόσμου.
ΣΕΡΑΦΙΝΟ
SERAFINO - ΣΕΡΑΦΙΝΟ Σεραφίνο
Ο Σεραφίνο είναι χαρακτήρας και περιοδικό κόμικς, δημιούργημα του ιταλού σχεδιαστή Τσιαμπίνο.
Ο Σεραφίνο είναι ένας φτωχός αλλά καλόκαρδος αλητάκος με χαρακτηριστικά ανθρωπόμορφου καγκουρώ. Γνώρισε τεράστια επιτυχία τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα όπου πρωτοκυκλοφόρησε το 1969 από τον εκδοτικό οίκο Καμπανά. Η απήχησή του ήταν πολύ μεγάλη και έφτασε τη δεκαετία του '70 να πουλά δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα κάθε εβδομάδα. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '80 η κυκλοφορία του μειώνονταν ώσπου σταμάτησε να εκδίδεται στην Ελλάδα το 1992. Παρόμοια ήταν η πορεία του και στην ιταλική αγορά, όπου επίσης διακόπηκε η έκδοσή του μετά τον θάνατο του δημιουργού του.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Τζάκομο Καζανόβα
Ο Τζάκομο Καζανόβα (Giacomo Girolamo Casanova, 2 Απριλίου 1725 - 4 Ιουνίου 1798) ήταν Ιταλός τυχοδιώκτης και συγγραφέας, τα απομνημονεύματα του οποίου περιέχουν μεταξύ άλλων μια μακριά σειρά αποπλανήσεων που έκανε το όνομά του συνώνυμο του ακαταπόνητου στην αναζήτηση και -κυρίως- του ευτυχούς εραστή.
Γόνος ζεύγους ηθοποιών της Βενετίας, σπούδασε Νομικά και, κατά τα γραφόμενά του, πήρε δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Πάντοβας δεκαεξαετής. Παρά τις σπουδές του -αν αληθεύουν τα περί διπλώματος- ζούσε μέσα στην φτώχια παίζοντας βιολί στους δρόμους και στις ταβέρνες, μέχρι την στιγμή που έσωσε από βαρύ τραυματισμό τον γερουσιαστή κόμη Μπραγκαντίν. Η πράξη του αυτή του προσπόρισε χρήματα για ένα ταξίδι στην Γερμανία και στην Γαλλία, όπου, στο Παρίσι, μυήθηκε στον Τεκτονισμό.
Το 1753 επέστρεψε στην Βενετία κι αμέσως κίνησε την προσοχή των αρχών της Δημοκρατίας με τις αποκρυφιστικές του διδασκαλίες που, κατά τους ανακριτές, σκοπό είχαν την απομύζηση διαφόρων θυμάτων και ιδίως του Μπραγκαντίν. Επί πλέον έγινε ύποπτος ελευθεροφροσύνης.
Ο Μπραγκαντίν -ανακριτής (inquisitore) κι ο ίδιος κάποτε- τον συμβούλεψε να εγκαταλείψει την Βενετία αλλά ήταν αργά. Ο Καζανόβα συνελήφθη και κλείστηκε στα Piombi, στις μολυβδοσκέπαστες φυλακές του δουκικού ανακτόρου Παλάτσο Ντουκάλε (Palazzo Ducale). Αποφασίστηκε -χωρίς δίκη- η πενταετής φυλάκισή του αλλά ύστερα από μερικούς μήνες δραπέτευσε (1757).
Πήγε στο Παρίσι, πρόσθεσε στ’ όνομά του τον τίτλο «ιππότης de Seingalt» (Σαινγκάλ) και άρχισε να εκμεταλλεύεται τους αφελείς. Παρίστανε των ειδικό επί διαφόρων ελιξηρίων, έκλεβε στα χαρτιά («θυμάμαι με ντροπή την σελίδα αυτή της ζωής μου» -δώδεκα κεφάλαια του βιβλίου του αυτή η «σελίδα») ταξίδεψε στις Βρυξέλλες, όπου πέτυχε ένα δάνειο για λογαριασμό της Γαλλίας από τις Ηνωμένες Επαρχίες (Ολλανδία), επισκέφθηκε τον Ρουσσώ στο Μονμορανσύ και είχε φιλοσοφικές συζητήσεις -κατά τα λεγόμενά του πάντα- με τον Βολταίρο στο Φερνέ. Ταξίδεψε επίσης στην Αγγλία και στην Ρωσία, προσπαθώντας να πουλήσει μιαν ιδέα διοργάνωσης κρατικών λαχείων. Εννοείται ότι σε κάθε ταξίδι είχε ερωτικές περιπέτειες με κυρίες του κόσμου και του ημικόσμου και ότι σε κάθε σταθμό αποπλανούσε όποιαν του τύχαινε.
Όπου κι αν πήγαινε κατόρθωνε να εισχωρήσει σε αριστοκρατικούς κύκλους ελευθεροτεκτόνων, ροδοσταυριτών ή οπαδών του αποκρυφισμού και να επωφελείται από την ευπιστία των αφελών και από τα χαρτοπαικτικά του τεχνάσματα, μονομαχώντας συχνά –νικηφόρα βέβαια πάντοτε. Αργά ή γρήγορα όμως οδηγούνταν στην φυλακή ή στα σύνορα.
Το 1775, μετά επανειλημμένες αιτήσεις, του επετράπη να επιστρέψει στην Βενετία. Η κυβέρνηση τον χρησιμοποίησε ως κατάσκοπο αλλά οι αναφορές του περιείχαν περισσότερη φιλολογία παρά πληροφορίες. Απολύθηκε, έγραψε μια σάτιρα εναντίον ενός ευγενούς και αναγκάστηκε να φύγει στην Βιέννη και στο Παρίσι.
Στο Παρίσι γνώρισε τον κόμη φον Βαλντστάιν που τον προσέλαβε ως βιβλιοθηκάριο στον πύργο του τού Ντουξ στην Βοημία. Ο Καζανόβα έζησε εκεί το τελευταία δεκατέσσερα χρόνια της ζωής του. Αυτός που είχε συναντήσει τόσες προσωπικότητες της εποχής, τον Μεγάλο Φρειδερίκο, την Μεγάλη Αικατερίνη και τόσους άλλους, βρισκόταν τώρα σε μια θέση λίγο ανώτερη από αυτήν του υπηρέτη. Τότε έγραψε στα γαλλικά τα απομνημονεύματά του, την Ιστορία της ζωής μου, εν μέρει επαληθευόμενη και εν μέρει διαψευδόμενη από την Ιστορία. Έζησε αρκετά για να θρηνήσει την πτώση του Παλαιού Καθεστώτος, να μάθει ότι η Γαληνοτάτη Δημοκρατία δεν υπήρχε πια και να δει την κατάρρευση του κόσμου που τέκνο του ήταν.
Εργογραφία
Ο Καζανόβα έγραψε αρκετά έργα, μεταξύ των οποίων και μια έμμετρη μετάφραση της Ιλιάδας. Αλλά η Histoire de ma vie (Ιστορία της ζωής μου, 1794) είναι το έργο που διασώζει την φήμη του μέχρι της μέρες μας ως υπαρκτού Δον Ζουάν και μεγάλου αποπλανητή. Ανεξάρτητα από το πόση αλήθεια περιέχει (και όντως για τα πάσης φύσεως κατορθώματα του συγγραφέα επιβάλλονται επιφυλάξεις) είναι ένα γοητευτικό όσο και σκανδαλιστικό ανάγνωσμα που διηγείται περιπέτειες πολλές από τις οποίες οι άρρενες αναγνώστες θα ήθελαν να είχαν ζήσει.
Το έργο μετέφρασε στα ελληνικά ο Κ.Παλαιολόγος ("Εκδόσεις 70-Πλανήτης" χχ).
''ΓΕΡΑΠΕΤΡΟΣ'' Βαγγέλης Βαρδάκης - Ελλήνων Δρώμενα
http://youtu.be/rifG5PNMuTU
Ο «Γεράπετρος» Βαγγέλης Βαρδάκης - 31/03/2013
"Ο «Γεράπετρος» Βαγγέλης Βαρδάκης"
Τα «Ελλήνων Δρώμενα» εστιάζουν το φακό και την έρευνα στο μουσικοχορευτικό γίγνεσθαι της Ιεράπετρας. Μιας αρχαίας πόλης, η οποία έχει το δικό της ξεχωριστό «λυρικό» χαρακτήρα στη μουσικοχορευτική έκφραση, σε σχέση με τις γειτονικές περιοχές της Σητείας και της Μεραμπέλλου.
Οι μουσικές εκφράσεις στην Ιεράπετρα συντελούνταν με όλες τις εκφραστικές δυνατότητες της λύρας αρχικώς, όμως στην πορεία καθιερώθηκε και πρωταγωνίστησε το βιολί, όπως σε όλη την ανατολική Κρήτη.
Στην Ιεράπετρα γεννήθηκε και δημιουργεί σήμερα ένας σπουδαίος μουσικός, ο Βαγγέλης Βαρδάκης. Ένας μουσικός που η καλλιέργεια της τέχνης του βιολιού του, συναντά τους μεγάλους βιολιστές της μουσικής παράδοσης της ευρύτερης περιοχής, οι οποίοι διέπρεψαν στο παρελθόν δημιουργώντας μία από τις μεγαλύτερες μουσικές κληρονομιές. Ο ίδιος παρουσιάζει μία άλλη θεώρηση για τη μουσική, το γλέντι, το χορό και την ίδια τη ζωή.
Σκηνοθέτης: Αντώνης Τσάβαλος
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Χρυσαφάκης
Μοντάζ: Διονύσης Τσιρώνης, Γιώργος Χρυσαφάκης
Ηχοληψία: Παναγιώτης Κυριακόπουλος
Οργάνωση παραγωγής: Μαρία Τσαντέ
Ιστοσελίδα: http://el-gr.facebook.com/pages/ellinon-dromena/134216497070
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (3 Απριλίου 1770 - 4 Φεβρουαρίου 1843) ήταν Έλληνας κλέφτης, καπετάνιος, στρατηγός με πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821, πολιτικός, αρχηγός κόμματος, πληρεξούσιος, σύμβουλος της Επικράτειας. Έμεινε γνωστός και ως Γέρος του Μοριά
Προερχόταν από φημισμένη οικογένεια κλεφταρματολών. Το επώνυμο της οικογένειάς του αρχικά ήταν Τσεργίνης. Αργότερα, σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση που διηγείται ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο παππούς του, Γιάννης Μπότσικας (Τσεργίνης), υιοθέτησε το «Κολοκοτρώνης» ως οικογενειακό όνομα, σαν μετάφραση του αρβανίτικου παρωνυμίου "Μπιθεκούρας" που του αποδόθηκε από κάποιον Αρβανίτη[1]. Ο Κολοκοτρώνης γεννήθηκε στο Ραμαβούνι της Μεσσηνίας, καταγόταν από το Λιμποβίσι της Καρύταινας και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Αλωνίσταινα της Αρκαδίας που ήταν τόπος καταγωγής της μητέρας του, Ζαμπία Κωτσάκη (εκεί κατέφυγαν οι δυο τους μετά τον θάνατο του πατέρα). Ο πατέρας του Θεόδωρου, Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, πήρε μέρος στην ένοπλη εξέγερση που υποκινήθηκε από την Αικατερίνη Β' της Ρωσίας το 1770 και σκοτώθηκε μαζί με δύο αδελφούς και τον φημισμένο Παναγιώταρο στον πύργο της Καστάνιτσας από τους Τούρκους. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης εισχώρησε στα σώματα των κλεφτών της Πελοποννήσου και στα 15 του έγινε καπετάνιος. Έχοντας αποκτήσει πείρα και στη θάλασσα ως κουρσάρος, το 1805 πήρε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του ρωσικού στόλου κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Έφιππος Κολοκοτρώνης μπροστά από το κτίριο της παλιάς Βουλής
Τον Ιανουάριο του 1806 και ενώ βρισκόταν στην Πελοπόννησο βγήκε διάταγμα δίωξής του. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να ακολουθήσει πολύμηνη περιπετειώδης και δραματική καταδίωξή του από τους Τούρκους σε πολλά χωριά και πόλεις της Πελοποννήσου. Κατάφερε - μαχόμενος - να διαφύγει τελικά με πλοιάριο, φεύγοντας από περιοχή στα ανατολικά του Λακωνικού κόλπου και περνώντας στα ρωσοκρατούμενα Κύθηρα με ενδιάμεση στάση στην Ελαφόνησο λόγω κακοκαιρίας. Από το 1810 υπηρέτησε στο ελληνικό στρατιωτικό σώμα του αγγλικού στρατού στη Ζάκυνθο και τιμήθηκε με τον βαθμό του ταγματάρχη για τη δράση του εναντίον των Γάλλων.
Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και άρχισε να προετοιμάζει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Ως απεσταλμένος της στη Μάνη σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου 1821. Πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις του αγώνα, όπως στη νίκη στο Βαλτέτσι (14 Μαΐου 1821), στην άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), στην καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια (26 Ιουλίου 1822), όπου διέσωσε τον Αγώνα στην Πελοπόννησο, αφού πρυτάνευσαν η ευφυΐα και η τόλμη του στρατηγικού του νου. Οι επιτυχίες αυτές τον ανέδειξαν σε αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου πολλές φορές προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους αντιπάλους, αλλά παρόλα αυτά δεν απέφυγε τη ρήξη. Μετά από ένοπλες συγκρούσεις, ο ίδιος και ο γιος του συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στο Ναύπλιο.
Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Κολοκοτρώνη στα απομνημονεύματά του σχετικά με την κατάληψη της Τριπολιτσάς:
Όταν έμβηκα εις την Τριπολιτσά, με έδειξαν τον Πλάτανο εις το παζάρι όπου εκρέμαγαν τους Έλληνας. Αναστέναξα και είπα: «Άιντε, πόσοι από το σόγι μου και από το έθνος μου εκρεμάσθηκαν εκεί», και διέταξα και το έκοψαν.
Άγαλμα του Θ. Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια
Ο Σουλτάνος ζήτησε τη βοήθεια της Αιγύπτου για να σταματήσει την Επανάσταση, οπότε ο γιος του Μεχμέτ Αλή και διάδοχος του αιγυπτιακού θρόνου Ιμπραήμ αποβιβάστηκε το 1825 στην Πελοπόννησο. Η Σφακτηρία και το Ναυαρίνο έπεσαν στα χέρια των Αιγυπτίων και τότε ο Κολοκοτρώνης αποφυλακίστηκε για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ μαζί με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Χωρίς πολυάριθμο στρατό ξεκίνησε και πάλι τον κλεφτοπόλεμο, που διήρκεσε ως το 1828, όταν στην Ελλάδα έφτασε το στράτευμα του στρατηγού Μεζόν με εντολή του Καρόλου Ι´ της Γαλλίας για να διασώσει την Ελλάδα από τα αιγυπτιακά στρατεύματα (η Γαλλική Εκστρατεία του Μωριά).
Αξίζει να τονιστεί η στρατηγική φυσιογνωμία του Κολοκοτρώνη, καθώς διοικούσε τα στρατεύματα με ιδιοφυή τρόπο, χρησιμοποιώντας τις τακτικές του κλεφτοπολέμου, ώστε να μπορεί να αντεπεξέρχεται το στράτευμα στην αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου. Ενδεικτικό της δυσκολίας του αγώνα του 21 είναι το παρακάτω απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του.
O Ιμπραΐμης μου επαράγγειλε μια φορά διατί δεν στέκω να πολεμήσωμεν (κατά μέτωπον). Εγώ του αποκρίθηκα, ας πάρη πεντακόσιους, χίλιους, και παίρνω και εγώ άλλους τόσους, και τότε πολεμούμε, ή αν θέλη ας έλθη και να μονομαχήσωμεν οι δύο. Αυτός δεν με αποκρίθηκε εις κανένα. Και αν ήθελε το δεχθή το έκαμνα με όλην την καρδιάν, διότι έλεγα αν χανόμουν, ας πήγαινα, αν τον χαλούσα, εγλύτωνα το έθνος μου.
Επίσης μεγάλη σημασία έδινε στην καταστροφή των πόρων (τροφές - ζωοτροφές) του αντιπάλου, καθώς και στην εξασφάλιση τροφής για το στράτευμα του. Αναγνώρισε πολλές φορές το έργο και τη σημασία των Ελλήνων κτηνοτρόφων, που εξασφάλιζαν με τα χιλιάδες ζώα τους τροφή για την υποστήριξη των μαχητών και γενικά της επανάστασης.
Ως το τέλος της Επανάστασης ο Κολοκοτρώνης συνέχισε να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στα στρατιωτικά και πολιτικά πράγματα της εποχής.
Τα όπλα και η περικεφαλαία του Κολοκοτρώνη
Υπήρξε ένθερμος οπαδός της πολιτικής του Καποδίστρια και πρωτοστάτησε στα γεγονότα για την ενθρόνιση του Όθωνα. Το 1833, όμως, οι διαφωνίες του με την Αντιβασιλεία τον οδήγησαν, μαζί με άλλους αγωνιστές, πάλι στις φυλακές του Ιτς-Καλέ στο Ναύπλιο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και στις 25 Μαΐου 1834, μαζί με τον Πλαπούτα, καταδικάστηκε σε θάνατο. Έλαβε χάρη μετά την ενηλικίωση του Όθωνα το 1835, οπότε και ονομάστηκε στρατηγός και έλαβε το αξίωμα του «Συμβούλου της Επικρατείας». Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κολοκοτρώνης υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα «Απομνημονεύματά» του, που κυκλοφόρησαν το 1851 με τον τίτλο Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836 και τα οποία αποτελούν πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε μια νύχτα του 1843 από εγκεφαλικό επεισόδιο, επιστρέφοντας από γλέντι στα βασιλικά ανάκτορα.
Σημείο αναφοράς της ομιλίας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στη Πνύκα (1838) αποτελεί το παρακάτω απόσπασμα:
« Όταν αποφασήσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «Που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;», αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. »
Παιδιά του ήταν ο Γιάννης, που έγινε στρατιωτικός και μετέπειτα πρωθυπουργός, ο Κωνσταντίνος, ο Πάνος, που δολοφονήθηκε το 1824, ο μετέπειτα συνονόματος Πάνος και η Ελένη, σύζυγος του Νικήτα Δικαίου.
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%98%CE%B5%CF%8C%CE%B4%CF%89%CF%81%CE
Σήμερα...3/4
Ἐκ Μυρσιῶνος, Ἰλλυριέ, πρὸς πόλον,
οὐχ ὡς ὁ Χριστὸς ἐξ Ἐλαιῶνος φέρῃ.
Ο Όσιος Ιλλυριός ασκήτεψε στο όρος του Μυρσινώνος και απεβίωσε ειρηνικά
Ημερομηνία Εορτής: | 03/04/2021 |
Τύπος εορτής: | Σταθερή. Εορτάζει στις 3 Απριλίου εκάστου έτους. |
Άγιοι που εορτάζουν: | Οσιος Ιλλυριος |
Ο Νικηφόρος Γ' Βοτανειάτης, μετά τη φυγή του Μιχαήλ Ζ', ανακηρύσσεται και επίσημα πλέον αυτοκράτορας του Βυζαντίου, αλλά θα παραμείνει μόνον για 3 χρόνια όπου θα ανατραπεί από τον Αλέξιο Α' Κομνηνό.
✔ 1463 μ.Χ.
Μετά από σύντομη πολιορκία από τις ορδές του Μωάμεθ υπό τον Μαχμούτ, το Άργος παντελώς αδύναμο να αντισταθεί παραδίδεται.
✔ 1482 μ.Χ.
Πεθαίνει ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και λόγιος, Μάξιμος Γ' (κατά κόσμον Μανουήλ Χριστώνυμος). Υπήρξε Οικουμενικός Πατριάρχης (είκοσι σχεδόν χρόνια μετά την άλωση) από το 1476 μ.Χ. μέχρι την ημερομηνία θανάτου του. Καταγόταν από την Πελοπόννησο και ήταν μορφωμένος, γλωσσομαθής και ασκητικός.