Σελίδες

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 04, 2021

“… Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές Κ ΔΗΜΟΥΛΑ


φθινοπώριασε (φ.Μ.Κυμάκη)
φθινοπώριασε (φ.Μ.Κυμάκη)


 
Κ ΔΗΜΟΥΛΑ

Τελευταίος. 

Με το τελευταίο δρομολόγιο
του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια

ποδήλατα ψησταριές ψυγεία ονόματα

ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα

ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια.

Και πολλά δέρματα. 

Τέλεια κατεργασμένα

στον ήλιο. 

Για εξαγωγή.

Αντονέν Αρτώ Γάλλος


4 Σεπτεμβρίου 1896 (125 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Αντονέν Αρτώ Γάλλος θεατρικός συγγραφέας

Ο Αντονέν Αρτώ (Antoine Marie Joseph Paul Artaud, 4 Σεπτεμβρίου 1896 - 4 Μαρτίου 1948) ήταν Γάλλος ηθοποιός, σκηνοθέτης, ποιητής και θεωρητικός του θεάτρου. Υπήρξε από τα πρώτα μέλη του κινήματος του υπερρεαλισμού και τακτικός συνεργάτης του περιοδικού La Revolution Surrealiste (Η Σουρρεαλιστική επανάσταση).

Ο Αρτώ συνέγραψε πλήθος δοκιμίων και μελετών για το θέατρο και τη δραματολογία. Ο ίδιος επινόησε και δημιούργησε το Θέατρο της Σκληρότητας (Théâtre de la cruauté).

Για μεγάλες περιόδους της ζωής του, ο Αρτώ ήταν έγκλειστος σε ψυχιατρικές κλινικές, ενώ αντιμετώπιζε έντονα ψυχολογικά προβλήματα.

Παναγιώτης Καρατζάς (1776 – 4 Σεπτεμβρίου 1821)

Παναγιώτης Καρατζάς (1776 – 1821)



Ο Παναγιώτης Καρατζάς (1776 – 4 Σεπτεμβρίου 1821) ήταν Έλληνας οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821 και ένας από τους πρωτεργάτες της εξέγερσης της Πάτρας.


Γεννήθηκε το 1776 στην Πάτρα και το πραγματικό του όνομα ήταν Αναστασόπουλος. Από παιδί έδειξε την ανδρεία και το θάρρος του αλλά και περιφρόνηση κατά του τυραννικού Οθωμανικού καθεστώτος μην μπορώντας να δεχτεί ότι είναι στην υποτέλεια αυτού και συχνά τσακώνονταν με τους συνομήλικους Τούρκους. Το 1805 παντρεύτηκε και αργότερα απέκτησε πολυμελή οικογένεια.

Τον Σεπτέμβριο του 1809 κυνηγημένος από τους Τούρκους κατέφυγε στα Επτάνησα, που βρισκόταν υπό Αγγλική διοίκηση και συγκεκριμένα στην Ζάκυνθο, όπου άσκησε το επάγγελμα του υποδηματοποιού, λίγους μήνες αργότερα κατατάχτηκε στον Αγγλικό στρατό στο 3ο τάγμα των Ελλήνων λεγεωνάριων και απόκτησε πολλές στρατιωτικές γνώσεις και εμπειρία, επίσης χάρη στις ικανότητες του έλαβε το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Το 1812 επέστρεψε στην Πάτρα όπου για βιοπορισμό ασχολήθηκε με το επάγγελμα του τσαγκάρη αλλά φαίνεται ότι ασχολήθηκε και με τη γεωργία. Κατά τις παραμονές της Επανάστασης, μαζί με τον Παναγιώτη Ανδριτσόπουλο ήταν επικεφαλής ομάδας 50 ενόπλων που επιχορηγούνταν από τον πλούσιο έμπορο και Φιλικό της Πάτρας Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο. Σώζεται μάλιστα και τεκμήριο που αναφέρει ότι την 21-3-1821 έλαβε 900 γρόσια. Δύο μέρες αργότερα υπερασπίστηκε το σπίτι του Παπαδιαμαντόπουλου που έγινε στόχος εμπρησμού από τους Τούρκους. Στις αρχές της Επανάστασης συνέχισε την ένοπλη δράση κερδίζοντας τη στήριξη διαφόρων προκρίτων με τους οποίους διατηρούσε στενές σχέσεις και με την έγκρισή τους ηγείτο ομάδας ενόπλων.

Το δημοτικό τραγούδι για τον θάνατο του Παναγιώτη Καρατζά.


«Τρεις περδικούλες κάθονταν στης Κούκουρης τη ράχι
η μια τηράει τα πέλαγα κι άλλη κατά την Πάτρα
κι η τρίτη η καλύτερη μοιρολογάει και λέει:
Θεέ μου ο Καρατζάς τι γίνηκε, αυτός ο καπετάνιος;
Μάιδε στην Πάτρα φαίνεται μάιδε στο Σαραβάλι.
Μας είπαν πως τον σκότωσαν μεσ’ στου Ομπλού την πόρτα».

Πρωτοστάτησε, ως οπλαρχηγός Πατρών, στα προεπαναστατικά γεγονότα της Πάτρας λόγω των οποίων στις 21 Μαρτίου του 1821 κατά τον Οικονόμου ή κατ' άλλους στις 23 Μαρτίου οι Τούρκοι αποσύρθηκαν στο κάστρο. Νωρίτερα έλαβε μέρος στην πολιορκία των Καλαβρύτων, πολεμώντας υπό τις διαταγές του οπλαρχηγού Αναγνώστη Στριφτόμπολα. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες και είχε γίνει αρκετά δημοφιλής στον λαό και αυτό προκάλεσε τον φθόνο των κοτσαμπάσηδων και κάποιων οπλαρχηγών. Επιπλέον οι αδελφοί Κουμανιώτη πίστευαν ότι ο Καρατζάς σκότωσε τον αδελφό τους Σταμάτη που είχε βρεθεί χτυπημένος πισώπλατα από απροσεξία συμπολεμιστών του κατά τις συγκρούσεις με τους Τούρκους στις 23 Μαρτίου του 1821 στην Πάτρα. Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1821, ο Θάνος Κουμανιώτης περίμενε τον Καρατζά στη Μονή Ομπλού, νοτιοανατολικά της Πάτρας επί του ομωνύμου όρους. Μόλις ο Καρατζάς πέρασε την πύλη του μοναστηριού και ήρθε αντιμέτωπος με τον Κουμανιώτη και τους άνδρες του που ήθελαν να πάρουν εκδίκηση, άρχισε να χορεύει με τα οπίσθια του γυρισμένα προς αυτούς και γενικά να κινείται με τρόπο χλευαστικό για να τους πειράξει και να τους δείξει ότι περιφρονεί τις απειλές τους. Οι άνδρες του Κουμανιώτη οργίστηκαν κι ένας από αυτούς, ονόματι Τσαλαμηδάς, τον πυροβόλησε πισώπλατα και τον σκότωσε. Θάφτηκε εκεί και ο τάφος του υπάρχει ακόμα και σήμερα στον χώρο της μονής.
Σύμφωνα με τον ιστορικό και συγγραφέα Σαράντο Καργάκο, στο βιβλίο του "Η Ελληνική Επανάσταση του 1821", αναφέρονται και τα εξης: "Ωστόσο, ειδικά για την Αχαΐα, άγνωστη εν πολλοίς παραμένει η δράση των Κουμανιαταίων και των Κασαπαίων ή Χασαπαίων. Οι πρώτοι αναφέρονται συχνά μειωτικά διότι τους έχει αποδοθεί - και πολύ σωστά - ο φόνος του Π. Καρατζά. Και επειδή από την αριστερή ιστοριογραφία ο Καρατζάς έχει ανακηρυχθεί πρότυπο λαϊκού αγωνιστή, οι Κουμανιαταίοι πέρασαν ανεπαισθήτως στη συνείδηση πολλών σαν "εχθροί του λαού" και ως όργανα των προυχόντων." Τη συμβολοποίηση του Καρατζά από την αριστερή ιστοριογραφία αναφέρει και ο ιστορικός Δ. Δημητρόπουλος.

Από τις πρωτογενείς πηγές περισσότερες γραμμές στον Καρατζά αφιερώνει ο Φωτάκος, ο οποίος εξαίρει την ατομική παλληκαριά του αλλά αμφισβητεί τις ηγετικές του ικανότητες. Ο Φωτάκος αναφέρει την παρεξήγηση μεταξύ των Κουμανιαταίων και του Καρατζά που οδήγησε στο φόνο του δεύτερου.

Στέλιος Περπινιάδης (Τήνος, 14 Μαΐου 1899 - Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 1977),




4 Σεπτεμβρίου 1977 (44 χρόνια πριν) πέθανε:

Στέλιος Περπινιάδης

Ο Στέλιος Περπινιάδης (Τήνος, 14 Μαΐου 1899 - Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 1977), γνωστός και ως Στελλάκης, ήταν Έλληνας λαϊκός τραγουδιστής και οργανοπαίκτης ενώ φέρεται και ως συνθέτης, κυρίως του ρεμπέτικου τραγουδιού.
Βιογραφία

Γεννήθηκε το 1899 στην Τήνο, μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη και το 1923 μετακόμισε στον Πειραιά, όπου ήρθε σε επαφή με Μικρασιάτες ρεμπέτες. Συνεργάστηκε κατά καιρούς σχεδόν με όλους τους μεγάλους συνθέτες, όπως ο Πάνος Τούντας, ο Γιοβάν Τσαούς, ο Κώστας Σκαρβέλης, ο Κώστας Καρίπης, ο Βαγγέλης Παπάζογλου, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Στέλιος Χρυσίνης, ο Μπαγιαντέρας, ο Σπύρος Περιστέρης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου ακόμη και ο Μάρκος Βαμβακάρης και αργότερα με τον Γιώργο Μητσάκη, το Μανώλη Χιώτη και άλλους. Θεωρείται το μεγαλύτερο αστέρι του τραγουδιού από το 1930 έως το 1950 ενώ έκανε αρκετά ντουέτα με γνωστές ερμηνεύτριες και ερμηνευτές της εποχής, όπως με την Ιωάννα Γεωργακοπούλου, το Στράτο Παγιουμτζή, τη Μαρίκα Νίνου και τον Δημήτρη Περδικόπουλο αλλά και με τον Γιώργο Κάβουρα. Αξίζει να σημειωθεί για το ήθος των καλλιτεχνών του είδους και της εποχής ότι ο Στελλάκης δε δίσταζε να κάνει δεύτερη φωνή και μάλιστα πολύ διακριτικά σε καλλιτέχνες των οποίων τα ονόματα ήταν μηδαμηνά μπροστά στο δικό του. Μια μέρα του 1938 βρέθηκε περαστικός από την Odeon την ώρα που ο Μάρκος Βαμβακάρης ηχογραφούσε τη "Νόστιμη Μαυροματού" του. Ο Στελλάκης δεν δίστασε να κάτσει να κάνει δεύτερη φωνή. Το αποτέλεσμα ήταν αριστούργημα σε σχέση με εκείνο που θα έβγαινε από τον Μάρκο σόλο, αλλά ο Στελλάκης δεν πήρε ούτε δραχμή και το όνομά του δε γράφτηκε επάνω στο δίσκο διότι εκείνο τον καιρό ο ίδιος δεσμευόταν με συμβόλαιο αποκλειστικής συνεργασίας με την εταιρία Columbia.

Γιος του ήταν ο επίσης γνωστός λαϊκός τραγουδιστής Βαγγέλης Περπινιάδης.

Ο Στέλιος Περπινιάδης πέθανε στις 4 Σεπτεμβρίου 1977 στην Αθήνα.


 

Ζωρζ Σιμενόν (πλήρες όνομα Ζωρζ Ζοζέφ Κριστιάν Σιμενόν, γαλλ. Georges Joseph Christian Simenon, 13 Φεβρουαρίου 1903 – 4 Σεπτεμβρίου 1989)




Ο Ζωρζ Σιμενόν (πλήρες όνομα Ζωρζ Ζοζέφ Κριστιάν Σιμενόν, γαλλ. Georges Joseph Christian Simenon, 13 Φεβρουαρίου 1903 – 4 Σεπτεμβρίου 1989) ήταν γαλλόφωνος Βέλγος συγγραφέας. Ιδιαίτερα παραγωγικός, αφού δημοσίευσε περισσότερες από 200 νουβέλες και πλήθος μικρότερων έργων, έγινε γνωστός κυρίως από τον ήρωα των αστυνομικών του μυθιστοριών, τον επιθεωρητή Ζυλ Μαιγκρέ.
Το 1966 βραβεύτηκε για το σύνολο του έργου του και την προσφορά του στην αστυνομική λογοτεχνία, με το Βραβείο Grand Master από την «Εταιρεία Αμερικανών συγγραφέων μυστηρίου».


Ο Σιμενόν γεννήθηκε στον αριθμό 26 (σήμερα 24) της οδού Léopold της Λιέγης στις 13 Φεβρουαρίου 1903. Πατέρας του ήταν ο λογιστής ασφαλιστικής εταιρείας Ντεζιρέ Ζοζέφ Υμπέρ Σιμενόν (Désiré Joseph Hubert Simenon) και μητέρα του η Ανριέτ Μαρί Ελίζ Μπρυλλ (Henriette Marie Élise Brüll). Αν και ο Ζωρζ γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου, η θεία του έκανε λάθος στην ημερομηνία και τον καταχώρησε ως γεννηθέντα στις 12 Φεβρουαρίου. Την ιστορία γέννησής του ο Σιμενόν την κατέγραψε στην αρχή της νουβέλας του Pedigree.

Το 1905 η οικογένεια μετακόμισε στον αριθμό 3 της οδού Παστέρ (σήμερα ο δρόμος ονομάζεται «οδός Ζωρζ Σιμενόν») στη συνοικία Ουτρμέζ (Outremeuse) της πόλης και τον Σεπτέμβριο του 1906 απέκτησε το δεύτερο παιδί της, τον Κριστιάν, τον οποίο, προς μεγάλη απογοήτευση του Ζωρζ, η μητέρα τους υπεραγαπούσε. Το 1911 η οικογένεια μετακομίζει και πάλι, στον αριθμό 53 της ρυ ντε λα Λουά (rue de la Loi), σε πολύ μεγαλύτερο σπίτι. Ως συνέπεια, δέχονται οικοτρόφους, κυρίως φοιτητές διαφόρων εθνικοτήτων, οι οποίοι έδωσαν στον νεαρό Ζωρζ μια εικόνα του ευρύτερου κόσμου. Οι εικόνες από την εποχή αυτή μεταφέρονται στις νουβέλες Pedigree και Le Locataire.

Σε ηλικία τριών ετών ο Ζωρζ εγγράφηκε στο νηπιαγωγείο Σαιν Ζυλιέν, όπου έμαθε να διαβάζει, ενώ το 1908 εγγράφηκε στο Σαιν-Αντρέ ντε Φρερ (Institut Saint-André des Frères), απ' όπου αποφοίτησε το 1914. Τον Σεπτέμβριο του 1914, λίγο μετά την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγγράφηκε στο Κολλέγιο Ιησουϊτών Σαιν-Λουί (Collège Saint-Louis). Με πρόσχημα την κακή κατάσταση της υγείας του πατέρα του, ο Ζωρζ διέκοψε τη φοίτησή του στο Κολλέγιο πριν ολοκληρώσει ούτε καν την πρώτη του τάξη (αποχώρησε τον Ιούνιο του 1918, πριν τις προαγωγικές εξετάσεις. Άρχισε να εργάζεται σε περιστασιακές εργασίες, όπως αρτοποιός, πωλητής βιβλίων, αλλά το 1919 προσλήφθηκε ως συντάκτης στην τοπική εφημερίδα "Gazette de Liège", αρθρογραφώντας ως κοσμικογράφος. Εξασκώντας αυτό το επάγγελμα, άρχισε να εξοικειώνεται με τη ζωή της πόλης του, την πολιτική, την εγκληματικότητα, τις αστυνομικές έρευνες και τις τεχνικές εξιχνιάσεως εγκλημάτων που χρησιμοποιούσε η αστυνομία. Στην εφημερίδα έγραψε περίπου 150 άρθρα με το ψευδώνυμο "G. Sim", ενώ παράλληλα έγραψε και κάπου 800 χιουμοριστικά κομμάτια με το ψευδώνυμο "Monsieur Le Coq" (ο κύριος πετεινός).

Τρία χρόνια αργότερα, όταν ο πατέρας του απεβίωσε (1922), αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Παρίσι , καθώς είχε ανακαλύψει ότι αυτό που του ταίριαζε περισσότερο ήταν το γράψιμο. Κατά το διάστημα που εργαζόταν για την "Gazette", είχε έρθει σε επαφή με ένα κύκλο ζωγράφων, συγγραφέων και λάτρεων της Τέχνης, γνωστό ως "La Caque", όπου συζητούσε περί φιλοσοφίας και τέχνης, αλλά παράλληλα δοκίμασε και τον κόσμο του αλκοόλ και των ναρκωτικών.Εκεί γνώρισε αναρχικούς αλλά και ορισμένους ανθρώπους του υποκόσμου, μεταξύ των οποίων και δύο μελλοντικοί δολοφόνοι. Όπως το συνήθιζε, ορισμένα μέλη αυτού του κύκλου αναφέρονται στη νουβέλα Le Pendu de Saint-Pholien που εξέδωσε το 1931, ενώ οι επίδοξοι δολοφόνοι στη νουβέλα Les Trois crimes de mes amis. Μέσω αυτού του κύκλου γνώρισε και την Ρεζίν Ρενσόν (Règine Renchon, προσωνύμιο "Tigy"), με την οποία έφυγαν μαζί για το Παρίσι. Εκεί εγκαταστάθηκαν στο 17ο Διαμέρισμα, κοντά στη λεωφόρο Μπατινιόλ. Επέστρεψαν με την "Tigy" το 1923 στη Λιέγη για να παντρευτούν (με καθολικό γάμο) σε εκκλησία, ύστερα από επιμονή της μητέρας του, αν και ούτε αυτός ούτε η σύζυγός του ήταν θρήσκοι. Ήδη είχε εκδώσει την πρώτη του νουβέλα Au Pont des Arches, την οποία έγραψε το 1919 αλλά εκδόθηκε το 1921, πάλι με το ψευδώνυμο "G. Sim". Στο Παρίσι ο Σιμενόν άρχισε να συναναστρέφεται με πολίτες της εργατικής τάξεως και να γνωρίζει τα μπιστρό, τα φτηνά ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και τα μπαρ της πόλης,αλλά και να έχει συχνές σχέσεις με άλλες γυναίκες (διασημότερη των οποίων φημολογείται ότι ήταν η Τζόζεφιν Μπέικερ). Οπως ήταν φυσικό, ο γάμος του με την "Tigy" κατέληξε σε διαζύγιο. Η παραγωγικότητά του, ωστόσο, ήταν μεγάλη: Έγραφε περίπου 80 σελίδες την ημέρα και, στο χρονικό διάστημα 1921 - 1933 είχε εκδώσει περίπου 200 βιβλία χρησιμοποιώντας 16 διαφορετικά ψευδώνυμα

"ΕΡΩΤΙΚΟ ΖΕΥΓΑΡΙ"



Γ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ (1917-4/9/1984)

Ο Γιώργος Σικελιώτης (Giorgos Sikeliotis) είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους και χαράκτες του 20ού αιώνα.

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1917. Αποφοίτησε από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών το 1939, όπου είχε καθηγητές τον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Σπυρίδωνα Βικάτο. Η πρώτη του ατομική έκθεση έγινε το 1954 στην αίθουσα του Βήματος. Από τότε μέχρι το θάνατό του, στις 4 Σεπτεμβρίου του 1984, έλαβε μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό: στην Οτάβα, στη Ρώμη, στο Τορόντο, στο Μόντρεαλ, στην Αλεξάνδρεια, στο Ελσίνκι, αλλά και στη Νέα Υόρκη, όπου έκανε και ατομική έκθεση το 1965.
Είχε προταθεί για το βραβείο Guggenheim. Έργα του υπάρχουν ακόμη στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας, στην πινακοθήκη της Ρόδου, ενώ δεκάδες έργα του υπάρχουν στην Νέα Υόρκη, αγορασμένα μέσω της World House Gallery, και πολλά άλλα σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Σήμερα 4/9 ... Αγίας Ερμιόνης κόρης Αποστόλου Φιλίππου, Προφήτου Μωϋσέως Θεόπτου, Αγίου Ωκεανού μάρτυρος

Ηράκλειο στη δύση (φ.Μ.Κυμάκη)
Ηράκλειο στη δύση (φ.Μ.Κυμάκη)

 Αγίας Ερμιόνης κόρης Αποστόλου Φιλίππου, Προφήτου Μωϋσέως Θεόπτου, 

Αγίου Ωκεανού μάρτυρος

για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-