Σελίδες

Τρίτη, Νοεμβρίου 16, 2021

Κράνα: ένας «άγνωστος» καρπός με σημαντικά οφέλη για την υγεία

 

Κράνα: ένας «άγνωστος» καρπός με σημαντικά οφέλη για την υγεία
Εσείς ξέρετε τα κράνα; Αν όχι, θα πρέπει να κάνετε μια προσπάθεια, όχι μόνο να τα δοκιμάσετε, μιας και έχουν υπέροχη γεύση, αλλά και να τα εντάξετε στη διατροφή σας γενικότερα, αφού αυτά τα φθινοπωρινά μικρά κόκκινα φρουτάκια, μπορούν να κάνουν «θαύματα» στην υγεία σας. Δείτε γιατί…

1. Αποτελούν εκπληκτικό τονωτικό του ανθρώπινου οργανισμού από πολύ παλιά

Ο Θεόφραστος αναφέρει τον καρπό αυτού του φυτού ως «κράνιον», ενώ ο Όμηρος παρομοιάζει τα κράνα με τροφή των χοίρων. Στην Ιλιάδα, βεβαιώνεται ότι η φοβερή Κίρκη προσέφερε στον Οδυσσέα και στους συντρόφους του για τροφή, «καρπόν κρανείας και άκυλλον βάλανον», κράνα δηλαδή και πουρναρίσια βελανίδια. Οι αρχαίοι Έλληνες μεταξύ άλλων πίστευαν και όχι αδίκως όπως θα διαβάσετε παρακάτω, πως τα κράνα είχαν και μαγικές ιδιότητες.

2. Είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά και φλαβονοειδή

Διάφορες μελέτες έχουν δείξει πως τα κράνα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβονοειδή, ανθοκυάνες και φαινολικά παράγωγα, κατά την περίοδο της ανάπτυξης και της ωρίμανσης τους. Σε άλλες εργαστηριακές έρευνες βρέθηκε μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο, βιταμίνη C και ασκορβικό οξύ (περισσότερο από τις φράουλες, τα πορτοκάλια και τα ακτινίδια), καροτίνη και τανίνες. Μάλιστα, θα μπορούσαμε να πούμε πως τα κράνα είναι πολύ πιο πλούσια σε βιταμίνη C από άλλους καρπούς που έχουν εφάμιλλο σχήμα και χρώμα.

3. Συμβάλλουν στην εύρυθμη λειτουργία του εντέρου

Οι θεραπευτικές ιδιότητές τους ήταν γνωστές ήδη από τα παλιά χρόνια. Χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα ενάντια στη διάρροια και στις εντερικές παθήσεις, λόγω της στυπτικότητάς τους, που οφείλεται στις τανίνες. Ο φλοιός, οι βλαστοί και οι ρίζες τους χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν και ως αντιπυρετικά.

Στις ορεινές περιοχές της χώρας μας, τα κράνα χρησιμοποιούνται κατά των καρδιακών παθήσεων, του κοιλόπονου, κατά των πόνων της περιόδου, κατά των στομαχικών και εντερικών διαταραχών ή ακόμα και ως τονωτικό κατά τη διάρκεια της εργασίας. Εκχυλίσματα του φλοιού τους, θεωρείται ότι θεραπεύουν ακόμα και την ψώρα των σκύλων.

4. Άλλο κράνα, άλλο cranberries

Είναι γεγονός πως στο διαδίκτυο υπάρχει μεγάλη σύγχυση ανάμεσα σε αυτά τα δύο είδη φρούτων καθώς πολλοί μεταφράζουν τα cranberries ως κράνα. Αυτό όμως δεν ισχύει. Τα cranberries είναι ένα είδος μύρτιλων, τελείως διαφορετικό φρούτο από τα κράνα. Μάλιστα βοηθούν έναντι των λοιμώξεων του ουροποιητικού σε αντίθεση με τα κράνα που συμβάλλουν στην καλή λειτουργία του γαστρεντερικού και του πεπτικού συστήματος.

5. Πίνουμε κράνα;

Η κρανιά, (το φυτό δηλαδή από το οποίο προέρχονται τα κράνα), πέρα από τις «μαγικές» ιδιότητές της έχει και αισθητική αξία. Πρόκειται για ένα όμορφο καλλωπιστικό φυτό, αφού ανθίζει μέσα στο χειμώνα, ενώ και την περίοδο ωρίμανσης των καρπών είναι εξαιρετικά ελκυστική.

Επίσης για όσους τα γνωρίζουν και ξέρουν που να τα βρουν, αρκετά συνηθισμένη είναι και η παρασκευή λικέρ από κράνα που θεωρείται από τα πλέον γνωστά, γευστικά, μυρωδάτα και ευεργετικά λικέρ.

Για να το φτιάξετε θα χρειαστείτε 2 κιλά κράνα, ½ κιλό ζάχαρη και 1 κιλό κονιάκ. Βάζετε σε ένα μεγάλο σκεύος τα κράνα με τη ζάχαρη σε στρώματα εναλλάξ. Το τελευταίο στρώμα θα πρέπει να είναι η ζάχαρη. Αφήνετε το σκεύος στον ήλιο για 2 μήνες περίπου, ώσπου να λιώσει πολύ καλά η ζάχαρη. Ενδιάμεσα θα πρέπει να το ανακινείτε. Θα προσθέσετε το κονιάκ και θα το αφήσετε άλλες 15-20 μέρες στον ήλιο. Θα δοκιμάσετε να δείτε αν χρειάζεται λίγο κονιάκ ή ζάχαρη ακόμη και τέλος θα φιλτράρετε και θα βάλετε το λικέρ σε μπουκάλια.

Σημαντική συμβουλή: τα κράνα πρέπει να είναι αρκετά ώριμα προκειμένου να έχετε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Μπορεί η παρασκευή του λικέρ να είναι λιγάκι μπελαλίδικη και χρονοβόρα, το μόνο σίγουρο όμως είναι ότι αξίζει τον κόπο αφού θα γλυκάνει τον ουρανίσκο σας και θα τονώσει τον οργανισμό σας.

 https://www.clickatlife.gr/your-life/story/11677

Η μάχη της Καχαμάρκα



16 Νοεμβρίου 1532 (489 χρόνια πριν):

Ο Φρανθίσκο Πιθάρρο και οι άντρες του αιχμαλωτίζουν τον αυτοκράτορα των Ίνκας Αταουάλπα στη μάχη της Καχαμάρκα.

https://www.historical-quest.com/el/histquest/608-cajamarca.html

Τι ήταν αυτό που έκανε τον Πισάρο να αποδυθεί σ' έναν απεγνωσμένο αγώνα κατά μήκος των ακτών της Νότιας Αμερικής, ξοδεύοντας την περιουσία του και διακινδυνεύοντας τη ζωή του σε αναζήτηση μιας χίμαιρας;

Ο σκληροτράχηλος επαγγελματίας έγινε ένας προσκολλημένος στο όραμά του Δον Κιχώτης. Ο καθηγητής Χοσέ Αντόνιο δελ Μπούστο, ο κορυφαίος Περουβιανός βιογράφος του Πισάρο, μας υπενθυμίζει, ότι υπήρξε μανιώδης παίκτης τυχερών παιχνιδιών. «Όσο περνούσαν τα χρόνια του άρεσε να παίζει ζάρια και να δοκιμάζει την επιδεξιότητά του στο μπόουλινγκ, την πελότα ή τη ρίψη πετάλων. Δεν ήταν, όμως, μεγάλος παίκτης. Ωστόσο ήταν ευτυχισμένος όταν συναγωνιζόταν ναύτες και εργάτες για μικροστοιχήματα».

Ο Πισάρο ήταν ένας ήρεμος, συνετός άνδρας χωρίς ακριβά γούστα. Το μόνο που γνώριζε ήταν: να πολεμά και να εξερευνά. Αντί να αποσυρθεί, προτίμησε να ρίξει το ζάρι άλλη μια φορά, να αναζητήσει τη δόξα - αυτή τη φορά ως επικεφαλής της δικής του επιχείρησης.

Η μάχη της Καχαμάρκα - Πισάρο

Ο Πισάρο συνεταιρίστηκε με τον Ντιέγο δε Αλμάγρο κι έναν ιερέα, τον Ερνάντο δε Λούκε, για να χρηματοδοτήσει τα εξερευνητικά ταξίδια προς τα νότια, κατά μήκος των δυτικών ακτών της Νότιας Αμερικής. Οι τρεις τους αγόρασαν ένα πλοίο και ξόδεψαν όλα τους τα χρήματα σε άνδρες και προμήθειες. Στις 14 Νοεμβρίου του 1524 ο Πισάρο ξεκίνησε από τον Παναμά επικεφαλής της πρώτης από τις τρεις εξερευνητικές του αποστολές. Τρία χρόνια αργότερα σημειώθηκε η κρίσιμη καμπή, η διαχωριστική γραμμή στην άμμο της Νήσου Γκάγιο.

Με μόλις 13 άνδρες να του έχουν μείνει πιστοί, ο Πισάρο αισθάνθηκε πως η Νήσος Γκάγιο ήταν πολύ ευάλωτη σε ενδεχόμενη επίθεση. Έτσι, μεταφέρθηκε σ' ένα νησί ακόμη μακρύτερα από τις ακτές του Ειρηνικού. Οι ολιγάριθμοι αυτοί άντρες κατάφεραν να επιβιώσουν σαν ναυαγοί επί επτά μήνες στο νησί που οι ίδιοι ονόμασαν Γοργόνα.

Τελικά, στα τέλη 'Μαρτίου του 1528 η τύχη του Πισάρο άλλαξε. Ο πλοηγός Μπαρτολομέ Ρουίς έπλευσε από τον Παναμά ως τη Νήσο Γοργόνα και έσωσε την ομάδα. Ύστερα ταξίδεψαν νότια, περνώντας τον Ισημερινό και παραπλέοντας τις ακτές του Εκουαδόρ και του Περού. Σε κάποιο σημείο της πορείας τους φιλοξενήθηκαν από μια γυναίκα φύλαρχο• φεύγοντας, πήραν μαζί τους αγόρια για να εκπαιδευθούν ως διερμηνείς, καθώς και αποδείξεις του πλούτου του Περού: εξαίρετα υφάσματα, χρυσάφι, ασήμι και καμαρωτά λάμα (προβατοκάμηλους).

Στον Παναμά οι συνέταιροι αποφάσισαν ότι ένας από αυτούς έπρεπε να επιστρέψει στην Ισπανία. Κανένας κονκισταδόρ δεν τολμούσε να ενεργήσει χωρίς βασιλική άδεια. Τελικά πήγε ο Πισάρο, που έφθασε στην Αυλή του βασιλιά Καρόλου, στο Τολέδο, στα τέλη του 1528. Ο βετεράνος στρατιώτης, με την τραχιά επιδερμίδα, έκανε εντύπωση στον 28χρονο βασιλιά. Ο Ερνάν Κορτές, ο κατακτητής των Αζτέκων στο Μεξικό, έτυχε να βρίσκεται εκείνη την περίοδο στο Τολέδο θαμπώνοντας την Αυλή με τον πλούτο που είχε αποκομίσει από την κατάκτηση μιας χώρας μεγαλύτερης και από την ίδια την Ισπανία. Ξάδελφος του Πισάρο και με καταγωγή επίσης από την Εστρεμαδούρα, είναι πιθανόν να συμβούλευσε τον Πισάρο και να του δάνεισε χρήματα. Η επιτυχία του Κορτές έπεισε το βασιλιά ότι τα πάντα ήταν πιθανά στο Νέο Κόσμο. Έτσι, τα λάμα και τα χειροτεχνήματα των Ίνκα που έφερε ο Πισάρο στην ισπανική Αυλή δεν πήγαν χαμένα,• του απέφεραν τον τίτλο του Κυβερνήτη καθώς και μια άδεια με τους πιο ευνοϊκούς όρους που είχε ποτέ αποσπάσει επίδοξος κονκισταδόρ.

Πίσω στην Αμερική, ο Πισάρο και οι συνέταιροί του προετοίμαζαν την επίθεσή τους. Τα τρία πλοία τους απέπλευσαν από τον Παναμά τον Ιανουάριο του 1531 μεταφέροντας 180 άνδρες, οι μισοί από τους οποίους «ήταν εξαντλημένοι και ασθενικοί», καθώς και 37 άλογα.


Η τρίτη αποστολή του Πισάρο

Η τρίτη αποστολή του Πισάρο άρχισε καλά: τα πλοία του χρειάστηκαν μόλις δύο εβδομάδες για να φτάσουν στο βόρειο Εκουαδόρ. Ύστερα προχώρησε δια ξηράς κατεβαίνοντας την αφιλόξενη ακτή, εγχείρημα που του κόστισε 15 μήνες γεμάτους αντιξοότητες. Οι εισβολείς τελικά έπλευσαν από τον Κόλπο του Γκουαγιακίλ ως το Περού μ' ένα στολίσκο από σχεδίες - κατασκευασμένες από ξύλο βαλσαμόδεντρου (μπάλσα) - τον Απρίλιο του 1532. Απογοητεύτηκαν πικρά από το Τούμπες, μια πόλη για την οποία είχαν ακούσει υπερβολικές περιγραφές τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Το Τούμπες ήταν ερειπωμένο και ερημωμένο, χτυπημένο από την ευλογιά, την αρρώστια που πιθανώς ήταν υπεύθυνη για το θάνατο του αυτοκράτορα Ουάινα Κάπακ γύρω στα 1530.

Η χώρα σπαρασσόταν επίσης από έναν εμφύλιο πόλεμο που θα έκρινε ποιος από τους γιους του Ίνκα θα τον διαδεχόταν. Τέτοιου είδους έριδες ήταν συνηθισμένες στην ιστορία των Ίνκα. Ο ικανότερος παρά ο μεγαλύτερος γιος γινόταν ανώτατος άρχοντας. Ο Αταουάλπα, ο ένας γιος, βρισκόταν στο Βορρά μαζί με τον επαγγελματικό στρατό. Ο Ουάσκαρ, ο άλλος γιος, βρισκόταν μαζί με την παραδοσιακή αριστοκρατία στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα, το Κούσκο. Καθώς η ένοπλη ομάδα του Πισάρο έφτανε στο Περού, οι στρατηγοί του Αταουάλπα κέρδιζαν τον εμφύλιο πόλεμο, υποτάσσοντας το Κούσκο και αιχμαλωτίζοντας τον ανταγωνιστή Ουάσκαρ.

Οι δυνάμεις του Πισάρο κατέβηκαν τη βόρεια ακτή του Περού. Την ομάδα του αποτελούσαν 160 τυχοδιώκτες, κυρίως Ισπανοί αλλά και εκχριστιανισμένοι Εβραίοι και Μαυριτανοί από τη Γρανάδα, Λεβαντίνοι, Ιταλοί κι ένας Έλληνας. Στους αξιωματικούς του Πισάρο συγκαταλέγονταν τα νεότερα αδέλφια του και ο Ερνάντο δε Σότο. Υπήρχε επίσης κι ένας ιερέας. Οι περισσότεροι από τους άνδρες αυτούς ήταν αγρότες και τεχνίτες, όμως υπήρχαν και στρατιώτες, ναυτικοί, ράφτες, έμποροι μεταχειρισμένων ενδυμάτων, μεταλλοτεχνίτες και δουλέμποροι Ινδιάνων της Κεντρικής Αμερικής.

Ο Ίνκα Αταουάλπα

Ο Ίνκα Αταουάλπα ήταν ενήμερος για την προέλαση και την αναίσχυντη συμπεριφορά αυτών των ξένων. 'Ένας κατάσκοπός του τον πληροφόρησε ότι ήταν συνηθισμένοι άνθρωποι που μπορούσαν να ηττηθούν και να υποδουλωθούν.

Το Νοέμβριο του 1532 ο Φρανσίσκο Πισάρο πήρε άλλη μια μοιραία και πολύ γενναία απόφαση. Η κύρια βασιλική οδός των Ίνκα που ένωνε το Κίτο με το Κούσκο διέσχιζε τις κοιλάδες των Άνδεων και ο Πισάρο έμαθε ότι ο νικητής στη διαμάχη για τη διαδοχή στο θρόνο, ο Αταουάλπα, βάδιζε προς το Νότο κατά μήκος αυτής της οδού για να στεφθεί αυτοκράτορας στο Κούσκο.

Ο Αταουάλπα έτυχε να έχει στρατοπεδεύσει στην ορεινή κωμόπολη Καχαμάρκα, λίγο πιο βαθιά στην ενδοχώρα σε σχέση με τους Ισπανούς, που προχωρούσαν κατά μήκος της παράκτιας οδού. Ο Πισάρο αποφάσισε να οδηγήσει τη μικρή του δύναμη στους λόφους για να αντιμετωπίσει τον αυτοκράτορα των Ίνκα. Οι άνδρες του πέρασαν την έρημο μέσα από στενά φαράγγια. Ψηλότερα, η γη γινόταν πιο εύφορη, με χωράφια σπαρμένα με καλαμπόκι στις όχθες των ποταμών και με πατάτες στις πλαγιές των λόφων.

Σε μια επίπεδη καταπράσινη κοιλάδα ανάμεσα στους λόφους βρισκόταν η Καχαμάρκα. Επαρχιακή πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Ίνκα, υπήρξε περισσότερο διοικητικό κέντρο της χώρας όπου διεξάγονταν θρησκευτικές γιορτές παρά τόπος κατοικίας ανθρώπων. Η κωμόπολη περιλάμβανε μια τεράστια πλατεία και μια πέτρινη εξέδρα, που ονομαζόταν Ούσνου, πάνω στην οποία κυβερνητικοί αξιωματούχοι και ιερείς προέδρευαν σε συγκεντρώσεις αγροτών από τη γύρω ύπαιθρο. Ολόγυρα στην πλατεία υπήρχαν επιμήκη, χαμηλά κτίρια όπου το πλήθος μπορούσε να προστατευθεί από τις βροχές. Οι άνδρες του Πισάρο κυριεύτηκαν από δέος όταν αντίκρισαν την Καχαμάρκα από ψηλά, στους λόφους όπου στάθηκαν. Η κοιλάδα, πέρα από τις αχυρένιες στέγες της πόλης, ήταν γεμάτη με τα στρατεύματα του Αταουάλπα.

Ο ίδιος ο Ίνκα βρισκόταν 6,5 χιλιόμετρα μακριά, σε φυσικές θερμές πηγές που ακόμα αναβλύζουν από το έδαφος, σχηματίζοντας μια θειούχο ομίχλη. Ο Πισάρο έστειλε μερικούς από τους ικανότερους ιππείς του να επισκεφθούν τον Αταουάλπα. Εκείνοι ίππευσαν ανάμεσα στις σιωπηλές τάξεις των τοπικών στρατευμάτων και τελικά έφτασαν στον παντοδύναμο Ίνκα, που ήταν καθισμένος σ' ένα χαμηλό σκαμνί, «περιστοιχισμένος απ' όλες του τις γυναίκες και πολλούς από τους μικρότερους αρχηγούς». Στους ξένους προσφέρθηκε τσίτσα μέσα από χρυσές κανάτες. Ο Αταουάλπα είπε στους Ισπανούς να καταλύσουν στα άδεια κτίρια γύρω από την πλατεία της Καχαμάρκα και υποσχέθηκε να συναντήσει τον κυβερνήτη Πισάρο την επομένη.

Πίσω στο στρατόπεδό τους οι εισβολείς συζήτησαν τι έπρεπε να κάνουν.

«Ελάχιστοι κοιμήθηκαν. Φυλάγαμε σκοπιά στην πλατεία, απ' όπου βλέπαμε τις φωτιές στον καταυλισμό του ινδιάνικου στρατού. Το θέαμα ήταν τρομακτικό και έμοιαζε με λαμπερό ουρανό κατάσπαρτο με αστέρια». Ο Πισάρο προσπαθούσε να εμψυχώσει τους άντρες του. «Δεν υπήρχε διάκριση ανάμεσα σε επώνυμους και ανώνυμους ούτε ανάμεσα σε πεζούς και ιππείς. Εκείνη τη μέρα ήταν όλοι τους ιππότες».

Ο Πισάρο σκέφτηκε ότι η μόνη του ελπίδα στηριζόταν σε μια θρασύτατη ενέργεια: να προσπαθήσει να συλλάβει τον Ίνκα εν μέσω του στρατού του, που αριθμούσε ίσως 80.000 άνδρες. Συμφωνήθηκε ότι ο Πισάρο θα αποφάσιζε την τελευταία στιγμή αν θα πραγματοποιούσε αυτό το παρανοϊκό σχέδιο.

Ο στρατός του Αταουάλπα άρχισε να κινείται το μεσημέρι. «Σε σύντομο διάστημα ολόκληρη η πεδιάδα ήταν γεμάτη στρατιώτες. Όλοι οι Ινδιάνοι φορούσαν μεγάλους χρυσούς και ασημένιους δίσκους σαν στέμματα στο κεφάλι τους». Έψελναν εν χορώ. Οι Ισπανοί περίμεναν με αγωνία.

Καχαμάρκα

Ήταν αργά το απόγευμα όταν η εμπροσθοφυλακή αυτής της μεγαλοπρεπούς πομπής έφθασε στο χώρο της πλατείας της Καχαμάρκα. «Πάνω σε μια φορητή ασημοστόλιστη άμαξα ερχόταν ο Αταουάλπα. Ογδόντα ευγενείς τον μετέφεραν στους ώμους τους. Ο Ίνκα είχε πολύ πλούσια ενδυμασία, με ένα στέμμα στο κεφάλι του κι ένα περιδέραιο με μεγάλα σμαράγδια». Ο Αταουάλπα διέταξε να σταματήσουν καθώς οι άνδρες του εξακολουθούσαν να καταφθάνουν στον ανοιχτό χώρο.

Η πλατεία της Καχαμάρκα ήταν ιδανική για το φονικό σχέδιο των Ισπανών. Τα χαμηλά οικοδομήματα πλαισίωναν τις τρεις πλευρές της ενώ την τέταρτη πλευρά αποτελούσε ένας τοίχος, πέρα από τον οποίο απλώνονταν απέραντα χωράφια. Ο Πισάρο είχε εγκαταστήσει τους άνδρες του σε αυτά τα οικοδομήματα, με τους ιππότες έφιππους και έτοιμους για έφοδο. Ο Έλληνας Πέδρο δε Κάντια ήταν ο υπεύθυνος πυροβολικού της αποστολής, Βρισκόταν πάνω στην εξέδρα, στη μία άκρη της πλατείας, μαζί με «οκτώ ή εννέα μουσκετοφόρους και τέσσερα μικρά πυροβόλα».

Ο Αταουάλπα εξεπλάγη όταν διαπίστωσε ότι η πλατεία ήταν άδεια από τους γενειοφόρους ξένους. Τότε ο ιερέας των Ισπανών Βισέντε δε Βαλβέρδε, του τάγματος των Δομινικανών, καθώς κι ένας διερμηνέας προχώρησαν ανάμεσα στα στρατεύματα των ιθαγενών προς τη φορητή άμαξα του Αταουάλπα. Ο ιερέας απήγγειλε ένα λόγο για τα «πράγματα του θεού». Κρατούσε στα χέρια του μια Σύνοψη, που ο Αταουάλπα τη θαύμασε για το δέσιμό της. Αλλά ο Ίνκα βρήκε το περιεχόμενο του βιβλίου ακατανόητο -παρά τον προηγμένο πολιτισμό τους, οι Ίνκα δεν διέθεταν σύστημα γραφής, αν και χρησιμοποιούσαν σπάγκους με κόμπους για να κρατούν τους λογαριασμούς τους. Ο Αταουάλπα έριξε το βιβλίο στο έδαφος. Ο πατέρας Βαλβέρδε έσπευσε πίσω στους συμπατριώτες του φωνάζοντας: «Βγείτε έξω, χριστιανοί! Επιτεθείτε σε αυτά τα εχθρικά σκυλιά που απορρίπτουν τα πράγματα του Θεού!»


Πυρ! Ο Πισάρο, ήρεμος και αποφασιστικός, αλλά απερίσκεπτος σε βαθμό παράνοιας, έδωσε το σύνθημα. Ο Δε Κάντια άνοιξε πυρ με το κανόνι του. Ιππείς και πεζοί βγήκαν από τις κρυψώνες τους και έκαναν έφοδο, κραυγάζοντας και σαλπίζοντας με τις τρομπέτες τους. Τα κουδουνάκια που είχαν κρεμάσει στα άλογά τους κροτάλιζαν εντείνοντας το γενικό πανδαιμόνιο. «Οι Ινδιάνοι περιέπεσαν σε σύγχυση και πανικοβλήθηκαν. Οι Ισπανοί όρμησαν εναντίον τους και άρχισαν να τους σκοτώνουν». Οι Ίνκα ήταν άοπλοι, συνωστισμένοι στην πλατεία, εντελώς απροετοίμαστοι. Μέσα στον πανικό τους σχημάτισαν «έναν ασφυκτικό ανθρώπινο σωρό» καθώς τα κοφτερά ισπανικά ξίφη διαμέλιζαν τα κορμιά τους.

Ο Πισάρο, που δεν διακρινόταν για την ιππευτική του δεινότητα, πολεμούσε πεζός με το σπαθί και το ξιφίδιό του. Ανοίγοντας δρόμο ανάμεσα στους ιθαγενείς, έφθασε στη φορητή άμαξα του Αταουάλπα, άρπαξε τον Ίνκα από το χέρι και προσπάθησε να τον τραβήξει προς τα κάτω. «Πολλοί Ινδιάνοι έχασαν τα χέρια τους, αλλά εξακολούθησαν να στηρίζουν με τους ώμους τους την άμαξα του ηγεμόνα τους. Όμως, οι προσπάθειές τους δεν είχαν αποτέλεσμα, αφού σκοτώθηκαν όλοι».

Ο Πέδρο Πισάρο, αδελφός του Φρανσίσκο, είδε άλλους να παίρνουν τη θέση των σκοτωμένων μεταφορέων. «Συνεχίσαμε έτσι για πολλή ώρα, κατανικώντας και σκοτώνοντας τους Ινδιάνους. Τελικά, επτά ή οκτώ έφιπποι Ισπανοί σπιρούνισαν τα άλογά τους, άρπαξαν την άκρη της φορητής άμαξας, την ανασήκωσαν και τη γύρισαν στο πλάι. Έτσι αιχμαλωτίστηκε ο Αταουάλπα».

Κροκέτες τυριού µε µοσχοκάρυδο

 
φαγητο.gr

Κροκέτες τυριού µε µοσχοκάρυδο

4 φλιτζάνια τυρί ρεγκάτο τριµµένο
1 φλιτζάνι παξιµάδι τριµµένο
4 Kpόκους αυγών 1 κουταλιά µαϊντανό
1/2 κουταλάκι µουστάρδα
1/2 κουταλάκι κορν φλάουρ
Λίγο µοσχοκάρυδο τριµµένο
Ηλιέλαιο για το τηγάνισµα
Αλάτι, πιπέρι

Βάζουμε σε ένα µπολ το ρεγκάτο και το τριµµένο παξιµάδι.

Χτυπάμε στο µπλέντερ τous κρόκους, και τouς προσθέτουμε στο µπολ µαζί µε το µαϊντανό, τη µουστάρδα, το µοσχοκάρυδο, το κορν φλάουρ, αλάτι και πιπέρι.

Ζυµώνουμε καλά όλα τα υλικά και αφnνουμε το µείγµα στο ψυγείο για 1/2 ώρα.

Πλάθουμε το µειγµα σε κροκέτες. Βάζουμε το λάδι σε ένα τnγάνι και µόλις κάψει, τις τnγανίζουμε, µέχρι να ροδίσουν.

Τις Βγάζουμε µε τpυπητή κουτάλα και τις σερβιρουμε ζεστές σε µια πιατέλα.

Χρήστος Καπράλος Έλληνας γλύπτης



16 Νοεμβρίου 1909 (112 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Χρήστος Καπράλος Έλληνας γλύπτης

Ο Χρήστος Καπράλος (16 Νοεμβρίου 1909 – 20 Ιανουαρίου 1993) ήταν Έλληνας γλύπτης, ένας από τους σημαντικότερους του 20ού αιώνα, ιδίως σε ό,τι αφορά τον μοντερνισμό στην Ελλάδα.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στο Παναιτώλιο ή Μουσταφούλι Αιτωλοακαρνανίας και ήταν γιος αγροτικής οικογένειας. Με τη βοήθεια των Αγρινιωτών αδελφών Παπαστράτου, σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (1930-1934) κοντά στον Ουμβέρτο Αργυρό (1882-1963) και συνέχισε σπουδάζοντας γλυπτική στο Παρίσι κοντά στο γλύπτη Μαρσέλ Ζιμόν (Marcel Gimond). Επέστρεψε στην Ελλάδα, στο Παναιτώλιο το 1940. Το 1946 μετακινήθηκε στην Αθήνα και μετέπειτα στην Αίγινα, όπου έστησε το 1963 δικό του εργαστήριο. Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ). Πέθανε στην Αθήνα το 1993.
Σημαντικά έργα

Αποκλεισμένος στο χωριό του, το Παναιτώλιο Αιτωλοακαρνανίας, δούλεψε στο γύψο, από το 1940 έως το 1945, την έκτη ενότητα της ανάγλυφης ζωφόρου για το Μνημείο της Μάχης της Πίνδου. Η ζωφόρος, εμβατήριο και μαζί ραψωδία της ιστορίας του νεότερου Ελληνισμού, μεταφέρθηκε από τον γλύπτη σε πωρόλιθο, στην Αίγινα, τα χρόνια 1952–1956. Σήμερα το έργο βρίσκεται στο περιστύλιο της Βουλής των Ελλήνων.

Το έργο του Καπράλου είναι έντονα ανθρωποκεντρικό με εμπνεύσεις και από την αρχαία ελληνική τέχνη και μυθολογία. Οι δημιουργίες του παρουσιάστηκαν σε πολλές εκθέσεις όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. Στο Αγρίνιο, από το 1996 λειτουργεί μόνιμη έκθεση γλυπτών του στην «Αίθουσα Τέχνης Καπράλου», που βρίσκεται στο κτίριο της Παπαστρατείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Η συλλογή αυτή αποτελείται από 60 έργα μικρού και μεγάλου μεγέθους, τα οποία ο καλλιτέχνης φιλοτέχνησε από την αρχή της καριέρας του, το 1930, έως το 1956. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα έργα Φιγούρα (1951), Η αδελφή του Μελπομένη (1940&ndasτον945), Kazuo Kikuchi (ο Ιάπωνας συμμαθητής του στο Παρίσι, 1937) και Χριστόφορος (1940–1945).

Χάλκινα έργα που δημιούργησε στην Αθήνα από το 1960 έως το 1993, στο προσωπικό του χυτήριο, φυλάσσονται στο εργαστήριο του στην οδό Τρίπου 7 στο Κουκάκι. Επίσης, στην Αίγινα, όπου δούλευε τα καλοκαίρια, λειτουργεί το «Μουσείο Χρήστου Καπράλου» αποτελούμενο από έξι εργαστήρια, στα οποία εκτίθεται όλη η δουλειά του καλλιτέχνη που δημιούργησε στην Αίγινα τα καλοκαίρια από το 1963 μέχρι τον θάνατό του. Σε δημόσιους χώρους της Αθήνας υπάρχουν η μπρούτζινη προτομή του "Καρόλου Κουν" (1987, Στοά του Βιβλίου, Οδός Ι. Πεσμαζόγλου) και η "Σύνθεση", με θέμα τη μορφή της Μάνας με τα δύο παιδιά της (1989, Πλατεία Ραλλούς Μάνου, Λεωφόρος Αμαλίας)

Η ιστορία της Αλάσκας

 

ΑΛΑΣΚΑ: Πολιτεία των ΗΠΑ στο βορειοδυτικό άκρο της Αμερικανικής Ηπείρου, με πρωτεύουσα την πόλη Τζούνο (30.987 κάτοικοι). Είναι η μεγαλύτερη σε έκταση (1.717.855 τ.χ.), η έκτη σε πλούτο (54.627 δολάρια κατά κεφαλήν εισόδημα) και η πιο αραιοκατοικημένη (0,42 κάτοικοι ανά τ.χ.). «Αλάσκα» στη γλώσσα των Εσκιμώων σημαίνει η «γη που δεν είναι νησί». Μεγαλύτερη και πιο γνωστή πόλη είναι το Άνκορεϊτζ (275.043 κάτοικοι), ενώ την Αλάσκα κατοικούν συνολικά 626.932 άνθρωποι.

Οι Ρώσοι ήταν αυτοί που έβαλαν πρώτοι πόδι στην Αλάσκα, στα μέσα του 18ου αιώνα, επωφελούμενοι της γειτνίασής της με τη Σιβηρία, από την οποία χωρίζεται με τον Βερίγγειο Πορθμό. Ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά με το εμπόριο της γούνας, παραμερίζοντας τους ιθαγενείς εσκιμώους Ινουίτ.

Ο οξύς ανταγωνισμός με τους Γάλλους και Άγγλους εμπόρους μείωσε βαθμιαία το ενδιαφέρον τους για την περιοχή. Μετά την ήττα των Ρώσων στον Κριμαϊκό Πόλεμο, το 1856, ο τσάρος έψαχνε τρόπους για να την ξεφορτωθεί. Προφανώς, ο φυσικός πλούτος της περιοχής ήταν άγνωστος στον Αλέξανδρο Β' και την κυβέρνησή του.

Η αμερικανική κυβέρνηση δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη, παρότι η χώρα επούλωνε τις πληγές της από τον αιματηρό Εμφύλιο Πόλεμο. Πρόλαβε Ισπανούς και Καναδούς και μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις με τους Ρώσους αγόρασε την Αλάσκα αντί 7,2 εκατομμυρίων δολαρίων, στις 30 Μαρτίου 1867.

Η είδηση της εξαγοράς προκάλεσε την αντίδραση του αμερικανικού τύπου, αλλά και μελών του Κογκρέσου. Οι εφημερίδες επιτέθηκαν με δριμύτητα στον υπουργό Εξωτερικών, Ουίλιαμ Σιούαρντ, που πρωτοστάτησε στη συμφωνία. Θεώρησαν παρανοϊκό να ξοδευτούν τόσα πολλά χρήματα για ένα έρημο και απόμακρο μέρος, μονίμως χιονισμένο. Η συμφωνία αγοράς επικυρώθηκε τελικά από το Κογκρέσο στις 9 Απριλίου 1867 και στις 18 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου η Αυτοκρατορική Ρωσία μεταβίβασε την κυριαρχία της Αλάσκας στις ΗΠΑ.

Ο χρόνος δικαίωσε πλήρως τον Σιούαρντ. Η Αλάσκα αποδείχθηκε ευλογημένη γη, με απίστευτο φυσικό πλούτο: χρυσό, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ξυλεία και αλιεία.

Στράτος Παγιουμτζής



Στράτος Παγιουμτζής Έλληνας τραγουδιστής

Ο Στράτος Παγιουμτζής (1904 - 16 Νοεμβρίου 1971) ήταν Έλληνας ρεμπέτης τραγουδιστής.


Η Τετράς του Πειραιά στα μέσα του '30. Ο Παγιουμτζής είναι πρώτος από αριστερά.

Γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας το 1904. Ήρθε στην Ελλάδα πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Εργάστηκε από παιδική ηλικία, όμως η ενασχόληση με την μουσική και το τραγούδι ήταν το μεγάλο του πάθος. Σύντομα ήρθε σε επαφή με τους ρεμπέτες του Πειραιά. Μαζί με τους Μάρκο Βαμβακάρη, Ανέστη Δελιά και Γιώργο Μπάτη έφτιαξαν την πρώτη αμιγώς ρεμπέτικη ορχήστρα. Ήταν γνωστή ως «Τετράς του Πειραιώς», στην καθαρευουσιάνικη εκδοχή του Μπάτη.

Το 1934 η κομπανία πρωτοεμφανίζεται στη μάντρα του Σαραντόπουλου, στην Ανάσταση του Πειραιά και γνωρίζει πολύ μεγάλη επιτυχία. Στην κομπανία τραγουδούν όλοι, όμως ο Παγιουμτζής είναι ο κύριος τραγουδιστής. Την ίδια χρονιά, ο Βαμβακάρης ετοιμάζεται να ηχογραφήσει τον πρώτο του δίσκο. Πηγαίνει στην εταιρία για να παίξει τα τραγούδια του, αλλά όχι και να τα τραγουδήσει, καθώς η κομπανία είχε ως κύριο τραγουδιστή τον Παγιουμτζή, ενώ και ο ίδιος ο Βαμβακάρης δεν πίστευε στις φωνητικές του ικανότητες. Όμως, ο Σπύρος Περιστέρης, ο μαέστρος της εταιρίας, επιμένει να είναι ο Μάρκος ο ερμηνευτής των τραγουδιών του. Έτσι, λοιπόν, ενώ στο λαϊκό πάλκο τα τραγούδια του Βαμβακάρη ερμηνεύονταν από τον Παγιουμτζή, στη δισκογραφία τα τραγουδούσε ο ίδιος ο Βαμβακάρης.

Την ίδια περίοδο εμφανίζεται στη δισκογραφία και ο Γιώργος Μπάτης. Αρχικά ηχογραφεί το τραγούδι «Μπάτης ο δερβίσης», ενώ ετοιμάζεται να ηχογραφήσει και το «Ζεϊμπεκάνο σπανιόλο». Η κομπανία προβάρει το τραγούδι, ο Μπάτης όμως δεν μπορεί να τραγουδήσει κι έτσι ηχογραφείται με τη φωνή του Παγιουμτζή. Ακολουθούν τα τραγούδια «Οι σφουγγαράδες» και «Μάγκες καραβοτσακισμένοι» και το 1936 ο Στράτος ερμηνεύει τραγούδια και του τέταρτου της κομπανίας, του Ανέστη Δελιά («Μάγκες πιάστε τα βουνά», «Τον άντρα σου και μένα» κ.ά.).

Στα πρώτα χρόνια της δισκογραφικής παρουσίας των Πειραιωτών ο Παγιουμτζής συμμετέχει στις περισσότερες ηχογραφήσεις, ακόμα κι όταν δεν τραγουδάει. Σε πολλά απ' τα πρώτα τραγούδια του Βαμβακάρη παίζει μπαγλαμά ή ποτηράκια, ενώ δεκάδες είναι οι δίσκοι όπου η φωνή του χαιρετίζει τους συμμετέχοντες στην ηχογράφηση («Γεια σου Μάρκο με τις ζωντανές σου τις πενιές σου», «Γεια σου Σπύρο μου με το μπουζουκάκι σου» κ.ά.). Μάλιστα, κάποιες φορές χαιρετίζει και τον εαυτό του («Γεια σου και σένα ρε Στράτο με τον τζουρά σου!»).

Στα μέσα της δεκαετίας του '30 η φωνή του Στράτου Παγιουμτζή είναι πλέον εμβληματική. Από τότε αναφέρεται μόνο με το μικρό του όνομα, ακόμα και σε ετικέτες δίσκων. Το 1935 τον χρησιμοποιεί ως ερμηνευτή ο Βαγγέλης Παπάζογλου («Σαν εγύριζα απ' την Πύλο») και από το 1937 και άλλοι μεγάλοι Μικρασιάτες δημιουργοί: Ο Παναγιώτης Τούντας («Περσεφόνη μου γλυκιά», «Είν' ευτυχής ο άνθρωπος» κ.ά.), ο Κώστας Σκαρβέλης («Σε γελάσανε», «Ο κόσμος πλούτη λαχταρά» κ.ά.) και ο Σπύρος Περιστέρης («Θαλασσινό μεράκι», «Για σένα μαυρομάτα μου» κ.ά.).

Το 1938 ο Παγιουμτζής θα τραγουδήσει Μανώλη Χιώτη («Δε λες το ναι και συ») και μερικά απ' τα πιο γνωστά τραγούδια του Μπαγιαντέρα («Γυρνώ σαν Νυχτερίδα», «Χατζηκυριάκειο»). Με τον Τσιτσάνη είχε γνωριστεί μερικούς μήνες νωρίτερα και μαζί του θα ξεκινήσει μια πολύχρονη συνεργασία. Δεκάδες γνωστά τραγούδια του Τσιτσάνη πρωτοηχογραφήθηκαν με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή, κάτι που θεωρείται πως σχετίζεται και με την επιτυχία τους[εκκρεμεί παραπομπή].

Μετά την Γερμανική Κατοχή, ο Παγιουμτζής συνεχίζει τη συνεργασία του με τους παλιότερους λαϊκούς δημιουργούς (Βαμβακάρη, Τσιτσάνη, Χιώτη κλπ.) και με νέους, όπως ο Απόστολος Καλδάρας («Πάνω σ' ένα βράχο») και ο Γιώργος Μητσάκης («Μάγκας βγήκε για σεργιάνι»). Θα συνεχίσει στη δισκογραφία έως τα μέσα της δεκαετίας του '50, οπότε με την άνθηση του αρχοντορεμπέτικου η καριέρα του θα πάρει την κατιούσα.

Στις αρχές της δεκαετίας του '60 ο Γιώργος Ζαμπέτας τον ξαναφέρνει στο προσκήνιο, εκμεταλλευόμενος τη σημαντική του επιρροή στις εταιρίες. Ο Παγιουμτζής ηχογραφεί προπολεμικά ρεμπέτικα του Απόστολου Χατζηχρήστου, του Τσιτσάνη και άλλων δημιουργών, τον περίφημο αμανέ «Μινόρε του Στράτου» καθώς και τον ύμνο του Ολυμπιακού «Ολυμπιακέ μεγάλε, Ολυμπιακέ τρανέ». Εκτός απ' τη δισκογραφία, ο Παγιουμτζής επανέρχεται στα λαϊκά πάλκα, όπου δούλευε ασταμάτητα απ' το 1934 έως το 1955.

Τον Οκτώβρη του 1971 καταφέρνει να βγάλει διαβατήριο (το 1937 είχε συλληφθεί για χρήση χασίς και πήγε εξορία με αποτέλεσμα να μην του εκδόσουν ποτέ διαβατήριο) και να πάει στη Νέα Υόρκη. Δούλεψε στη «Σπηλιά», όπου αποθεωνόταν απ' τους ομογενείς. Στις 16 Νοεμβρίου 1971 «έσβησε» πάνω στο πάλκο, σε ηλικία 67 ετών. Για να τον γυρίσουν στην πατρίδα και να τον κηδέψουν, χρειάστηκε να γίνει έρανος από παλιούς φίλους και συνεργάτες του, ενώ τα έξοδα της κηδείας κάλυψε ο Γιώργος Ζαμπέτας.

Δισκογραφία

Είμαι ο Στράτος Παγιουμτζής
Αυθεντικές ηχογραφήσεις 1937 - 1955
Ο γάμος του Τσιτσάνη
Ο Μέγας
Τον παλιό ρεμπέτικο καιρό

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%84%CF%81%CE%AC%CF%84%CE%BF%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%85%CE%BC%CF%84%CE%B6%CE%AE%CF%82 

Αγώνας τσαγιού

 

Ταξίδι στο Φως

Αγώνας τσαγιού

Ένας δάσκαλος της τελετής του τσαγιού στην παλαιά Ιαπωνία, μία φορά τυχαία έπεσε πάνω σε έναν στρατιώτη.

Ζήτησε συγγνώμη γρήγορα, αλλά ο μάλλον βίαιος στρατιώτης απαίτησε να διευθετηθεί το θέμα με μια μονομαχία ξιφών.

Ο κύριος του τσαγιού, που δεν είχε καμία εμπειρία με τα ξίφη, ρώτησε τις συμβουλές ενός άλλου δάσκαλου Ζεν που κατείχε τέτοια ικανότητα.

Κατά την διάρκεια που τον σερβίριζε ο φίλος του τσάι, ο ξιφομάχος δάσκαλος Ζεν δεν θα μπορούσε παρά να παρατηρήσει την δεξιοτεχνία, την τέλεια συγκέντρωση και ηρεμία, με την οποία εκτελούσε την τέχνη του ο δάσκαλος.

«Αύριο» είπε ο ξιφομάχος δάσκαλος Ζεν,

«όταν θα μονομαχήσετε με τον στρατιώτη κρατήστε το ξίφος σας επάνω από το κεφάλι σας, σαν να είστε έτοιμος να χτυπήσετε, και αντιμετωπίστε τον με την ίδια συγκέντρωση και ηρεμία με την οποία εκτελείτε την τελετή τσαγιού».

Την επόμενη ημέρα, την ώρα της μονομαχίας, ο δάσκαλος της τελετής του τσαγιού ακολούθησε αυτές τις συμβουλές. Ο στρατιώτης, που περίμενε για να χτυπήσει, κοίταζε επίμονα για πολύ στο πλήρως συγκεντρωμένο αλλά ήρεμο πρόσωπο του δάσκαλου.

Τέλος, ο στρατιώτης χαμήλωσε το ξίφος του, ζήτησε συγγνώμη για την υπεροψία του, και έφυγε χωρίς ούτε ένα χτύπημα.

Κωνσταντίνος Κοντογόνης Έλληνας θεολόγος



16 Νοεμβρίου 1878 (143 χρόνια πριν) πέθανε:

Κωνσταντίνος Κοντογόνης Έλληνας θεολόγος

Ο Κωνσταντίνος Κοντογόνης (1812 - 28 Νοεμβρίου 1878) ήταν Έλληνας θεολόγος, καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή στα μέσα του 19ου αιώνα

Γεννήθηκε το 1812 στην Τεργέστη. Ο πατέρας του ήταν από την Δημητσάνα της Πελοποννήσου, και η μητέρα του από την Ήπειρο. Έμαθε Ελληνικά και Ιταλικά και ολοκλήρωσε τη βασική του εκπαίδευση στην Ελληνική σχολή της ιδιαίτερης πατρίδας του, στην οποία δίδασκε ο αντικοραϊστής λόγιος Ιγνάτιος Σκαλιώρας ο Θεσσαλός. Μετέβη στην Γερμανία για να συμπληρώσει τις θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές του. Έμαθε Λατινικά, Εβραϊκά, Γερμανικά και Γαλλικά και σπούδασε φιλοσοφία και θεολογία στα πανεπιστήμια του Μονάχου και της Λειψίας. Στη συνέχεια διέμεινε στη Βιέννη, όπου επεξεργάστηκε και αυτός μαζί με άλλους εκεί λόγιους την δεύτερη έκδοση του λεξικού του Άνθιμου Γαζή.

Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1836 και διορίστηκε στην Θεολογική Σχολή και συγχρόνως και στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παρέμεινε σε υπηρεσία μέχρι το τέλος της ζωής του στις 16 Νοεμβρίου 1878. Μετά τον θάνατο του Μισαήλ Αποστολίδη, διετέλεσε ο μοναδικός τακτικός καθηγητής της Σχολής για αρκετό χρονικό διάστημα. Δίδαξε εγκυκλοπαίδεια και μεθολογία της Θεολογίας, εβραϊκή αρχαιολογία, εισαγωγή και ερμηνέια στην Αγία Γραφή, εκκλησιαστική ιστορία και γραμματολογία. Διετέλεσε μάλιστα πρύτανης του Πανεπιστημίου το έτος 1854-1855 και κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής 8 φορές (1848-1857, 1858-1860, 1861-1863, 1864-1865, 1867-1868, 1870-1871, 1872-1873 και 1876-1877)[4] για συνολικά 18 χρόνια κατέχοντας το ρεκόρ. Δίδαξε επίσης και στην Ριζάρειο Σχολή.

Το 1862 η Εκκλησιαστική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης τον αναγόρευσε Προλύτη της Θεολογίας.

Σήμερα 16/11 ... Παρθενομάρτυρος Ιφιγενείας, Ματθαίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή

και η Μουρνιά πορτιέρης (φ.Μ.Κυμάκη)
και η Μουρνιά πορτιέρης (φ.Μ.Κυμάκη)

Παρθενομάρτυρος Ιφιγενείας, Ματθαίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή

για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-