Τρίτη, Ιουνίου 22, 2021

Ερνέστος Τσίλλερ (γερμανικά: Ernst Moritz Theodor Ziller, Ζέρκοβιτς, 22 Ιουνίου 1837 - Αθήνα, 10 Νοεμβρίου 1923)

Ερνέστος Τσίλλερ



22 Ιουνίου 1837 (184 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Ερνστ Τσίλλερ Γερμανός αρχιτέκτονας

Ο Ερνέστος Τσίλλερ (γερμανικά: Ernst Moritz Theodor Ziller, Ζέρκοβιτς, 22 Ιουνίου 1837 - Αθήνα, 10 Νοεμβρίου 1923) ήταν Γερμανός αρχιτέκτονας και πανεπιστημιακός από την Σαξονία, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του στην Ελλάδα. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και διασημότερους αρχιτέκτονες της ελληνικής επικράτειας, σχεδίασε και επέβλεψε την κατασκευή εκατοντάδων δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων και άφησε τη σφραγίδα του στην οικιστική φυσιογνωμία του ελληνικού αστικού χώρου των τελών του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα

Βιογραφικά στοιχεία

Η οικογενειακή επιχείρηση στο Ράντεμποϊλ, προάστιο της Δρέσδης
Γέννηση και οικογενειακές καταβολές

Σχέδιο του Τσίλλερ για το παλάτι του διαδόχου

Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου του 1837 στη συνοικία Ζέρκοβιτς στο σημερινό Ράντεμποϊλ-Ομπερλέσνιτς της Σαξονίας και ήταν ο πρωτότοκος γιος του οικοδόμου και μετέπειτα εργολάβου και γαιοκτήμονα, με σπουδές αρχιτεκτονικής, Κριστιάν Τσίλλερ (γερμ: Christian Gottlieb Ziller) και της Γιοχάνα Σοφί Φίχτερ (γερμ: Johanna Sophie Fichter), η οποία καταγόταν από τον σαξονικό οικισμό Brockwitz

Είχε εννέα αδέλφια (τέσσερις αδελφούς και πέντε αδελφές), ενώ χαρακτηριστικά, ο ίδιος και άλλοι τρεις από τους αδελφούς του δραστηριοποιήθηκαν επαγγελματικά με την αρχιτεκτονική. Η οικογένειά του ήταν εύπορη και διατηρούσε μια κατασκευαστική εταιρεία, την οποία αργότερα κληρονόμησαν τα αδέλφια του Ερνέστου, Μόριτς και Γκούσταφ Τσίλλερ, οι οποίοι τα επόμενα χρόνια συνέβαλαν στην οικιστική ανάπτυξη της γενέτειράς τους. Ένας ακόμη αδελφός του, ο Παύλος Φρειδερίκος (Paul Friedrich, 1846-1931), έζησε για πολλά χρόνια στην Ελλάδα όπου ασχολήθηκε με τις οικοδομικές επιχειρήσεις. 

Σπουδές και πρώτα χρόνια

Το 1855 ο Τσίλλερ εισήλθε στη Βασιλική Σχολή Οικοδομικών Κατασκευών της Δρέσδης, όπου σπούδασε αρχιτεκτονική. Ωστόσο, αναφέρεται πως η πρώτη επαφή του με τις οικοδομές έγινε μέσω του πατέρα του, ο οποίος λόγω επαγγέλματος, του μετέφερε ορισμένες πρακτικές γνώσεις

Ολοκλήρωσε τη φοίτησή του το 1858, έχοντας ενδιάμεσα τιμηθεί με δύο μετάλλια για τις επιδόσεις του Κατόπιν, εγκαταστάθηκε μαζί με τον αδελφό του Μόριτς στη Βιέννη, όπου προσελήφθη ως σχεδιαστής στο αρχιτεκτονικό γραφείο του Θεόφιλου Χάνσεν, εξέλιξη που καθόρισε την μετέπειτα επαγγελματική του πορεία

Αφού εργάστηκε για περισσότερο από ένα χρόνο πλάι στον Χάνσεν, το 1859 επέστρεψε στην πατρίδα του και συμμετείχε σε διαγωνισμό ανέγερσης κατοικιών στην Τιφλίδα (τότε πόλη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας)όπου αναδείχτηκε νικητής Ωστόσο απέρριψε τη συγκεκριμένη προοπτική, αποδεχόμενος την πρόταση του Χάνσεν να μεταβεί στην Ελλάδα και να επιβλέψει την ανέγερση του κτιρίου της Ακαδημίας Αθηνών(τότε Σιναία Ακαδημία της οποίας τη μελέτη και τον σχεδιασμό είχε αναλάβει ο Δανός αρχιτέκτονας

Τον Ιανουάριο του 1861, ο Τσίλλερ ταξίδεψε μαζί με τον Χάνσεν για πρώτη φορά στην Αθήνα. Ωστόσο μετά την Έξωση του Όθωνα, οι εργασίες σταμάτησαν και ο ίδιος αποχώρησε από τη χώρα Το 1864 επέστρεψε στη Βιέννη, όπου συνέχισε να εργάζεται στο γραφείο του Χάνσεν, σπουδάζοντας παράλληλα αρχιτεκτονική και ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών της αυστριακής πρωτεύουσας. Ολοκληρώνοντας τη φοίτησή του, τιμήθηκε με το αργυρό μετάλλιο της σχολής.

Την ίδια περίοδο διεξήγαγε μια σειρά εκπαιδευτικών ταξιδιών σε διάφορες ιταλικές πόλεις (Βερόνα, Ρώμη, Φλωρεντία, Βενετία, Πομπηία κ.ά.), όπου πραγματοποίησε επιτόπιες αρχιτεκτονικές μελέτες.
Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Το 1868 επέστρεψε στην Ελλάδα για να εργαστεί ως ανεξάρτητος αρχιτέκτονας. Η προσωπική φιλία που δημιούργησε με τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ και η δημοφιλία του στην αστική τάξη του ελληνικού κράτους που ελκυόταν από το εκλεκτικιστικό του προφίλ, ενίσχυσαν την φήμη του με αποτέλεσμα να αναλάβει εκατοντάδες παραγγελίες για την ανέγερση δημοσίων κτιρίων καθώς και ιδιωτικών κατοικιών και επαύλεων. Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του ανέλαβε την σχεδίαση και κατασκευή τουλάχιστον πεντακοσίων κτιρίων. Παράλληλα, αναφέρεται πως συνέβαλε στην δενδροφύτευση του λόφου του Λυκαβηττού

Το 1872 κατέλαβε την έδρα της αρχιτεκτονικής του Σχολείου των Τεχνών (μετέπειτα Πολυτεχνείου), απ' όπου όμως απολύθηκε το 1883, λόγω της άρνησής του να συγκαλύψει τις οικονομικές καταχρήσεις που καθυστερούσαν την ανέγερσή του Ζαππείου Το επόμενο έτος διορίστηκε διευθυντής Δημοσίων Έργων επί κυβερνήσεως Χαρίλαου Τρικούπη, σε μια προσπάθεια του Τρικούπη να αποκαταστήσει τον Τσίλλερ. Τη θέση αυτή, ο Τσίλλερ την εγκατέλειψε υποχρεωτικά το 1893, μετά τη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους που είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση της συγκεκριμένης υπηρεσίας

Στον Πειραιά κατασκεύασε, κοντά στην σημερινή πλατεία Αλεξάνδρας, την επονομαζόμενη "Συνοικία Τσίλλερ" ή "Συνοικία των Επαύλεων", με τον σκοπό την πώληση των ακινήτων. Αργότερα ίδρυσε εταιρία κατασκευής οικοδομικών υλικών.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, ήρθε αντιμέτωπος σε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, καθώς έχασε σχεδόν ολόκληρη την περιουσία του εξαιτίας μιας αποτυχημένης επένδυσης που πραγματοποίησε από κοινού με δύο ομοεθνείς του Ως αποτέλεσμα αυτών των προβλημάτων η οικία του (Μέγαρο Τσίλλερ), την οποία ανήγειρε την περίοδο 1882-1885 πωλήθηκε το 1912 σε πλειστηριασμό, καταλήγοντας στον τραπεζίτη Διονύσιο Λοβέρδο. Το συγκεκριμένο κτίριο διατηρείται ακόμα και σήμερα στην οδό Μαυρομιχάλη, μεταξύ Ακαδημίας και Σόλωνος. Παράλληλα, η οικογένεια Τσίλλερ διατηρούσε και εξοχική κατοικία στην οδό Πεσμαζόγλου 12 στην Κηφισιά μέσα σε έκταση σαράντα στρεμμάτων.

Ο Τσίλλερ απεβίωσε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου του 1923 και θάφτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών 

Αρχαιολογικές μελέτες

Ο Τσίλλερ ασχολήθηκε εντατικά με την αρχαιολογία. Την περίοδο 1864-1869 πραγματοποίησε ανασκαφές για την ανακάλυψη του Παναθηναϊκού Σταδίου, έχοντας νωρίτερα αγοράσει την έκταση για τον συγκεκριμένο σκοπό. Στις δικές του ανασκαφές, αλλά και σε έρευνες των προηγούμενων ετών στηρίχθηκε το σχέδιο ανακατασκευής του Σταδίου από τον Αναστάσιο Μεταξά Ακόμη διεξήγαγε ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο του Ραμνούντα

Το 1865 δημοσίευσε την μελέτη του σχετικά με τον Παρθενώνα με τίτλο Περί της αρχικής υπάρξεως των καμπυλώσεων του Παρθενώνος, στην οποία υποστήριξε την, σωστή, άποψή του περί ηθελημένης καμπυλότητας, προκειμένου να αναιρέσει ορισμένους ισχυρισμούς της μονογραφίας του αρχαιολόγου Karl Bötticher επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Πραγματοποίησε επίσης αρχαιολογικές έρευνες στη Μικρά Ασία για την ανεύρεση της Τροίας, καθώς και αρκετές μελέτες για τα υδατοφράγματα της Αττικής, το Θέατρο του Διονύσου στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης, την αρχιτεκτονική δομή του Παρθενώνα κ.ά. Σχεδίασε τα λείψανα των αετωμάτων και είναι από τους πρώτους που κατέγραψαν την πολυχρωμία στα αγάλματα και στα αρχιτεκτονικά μέλη του Θησείου, του Ερεχθείου, του Ναού της Αφαίας στην Αίγινα κ.ά.

Από τις μελέτες αυτές ο Τσίλλερ εμπνεύστηκε τα διακοσμητικά στοιχεία για τις κατοικίες του. Γενικά το ύφος του, εκλεκτικό στο πλαίσιο του νεοκλασικισμού, εμπνέεται από την ελληνική Αρχαιότητα, το Βυζάντιο, την Αναγέννηση, καθώς και από βορειοευρωπαϊκά στοιχεία
 

Αρχιτεκτονική

Μέγαρο Σλήμαν (Ιλίου Μέλαθρον)

Η δημιουργική σκέψη του Τσίλλερ συνδυάστηκε με την αισθητική της εποχής του βασιλιά Γεωργίου Α΄. Σε αντίθεση με τον δάσκαλό του, Θεόφιλο Χάνσεν, δημιούργησε το έργο του κυρίως στην Αττική, όπου κυριαρχούσαν διαφορετικές κλιματικές συνθήκες από τον ομιχλώδη βορρά. Το μέγεθος της Αθήνας επέβαλλε διαφορετικές κλίμακες και αναλογίες από αυτές των πρωτευουσών του βορρά, ώστε να είναι σύμφωνες με τα αισθητικά, φυσικά και ιστορικά δεδομένα του τόπου. Ο Τσίλλερ προσαρμόστηκε σε αυτά και τελικά επηρέασε την ελληνική αρχιτεκτονική, περισσότερο από κάθε άλλον αρχιτέκτονα, δίνοντας στην Αθήνα τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα.

Ο Τσίλλερ υπήρξε βασικός συντελεστής της διαμόρφωσης και της ανάπτυξης του ώριμου ελληνικού κλασικισμού, αλλά και ο πρώτος αρχιτέκτονας που ξέφυγε από τον κανόνα της κατασκευής, εντός Αθηνών, κτηρίων που ανήκαν στη συγκεκριμένη τεχνοτροπία. Αρκετές από τις κατασκευές του, είχαν επιρροές από τους αναγεννησιακούς ρυθμούς, τον ελληνικό κλασικισμό, καθώς και το νεομπαρόκ

Μερικά από τα χαρακτηριστικά έργα του στην Ελλάδα είναι το Προεδρικό Μέγαρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, το Ιλίου Μέλαθρον, η προσωπική του οικία, το Δημαρχείο Ερμουπόλεως, το Μέγαρο Μελά, κ.ά.

 
Αρχείο

Στην Εθνική Πινακοθήκη φυλάσσεται το αρχείο Τσίλλερ, το οποίο αγοράστηκε το 1961 με ενέργειες του Μαρίνου Καλλιγά και διαθέτει περί τα 400 σχέδια και διάφορα άλλα τεκμήρια (χειρόγραφα, έγγραφα, ακουαρέλες κ.ά.) από τη ζωή του Γερμανού αρχιτέκτονα. Αρχειακό υλικό σχετικό με τον Τσίλλερ διαθέτουν ακόμη η Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών, το Μουσείο Μπενάκη καθώς και τα ΓΑΚ Κυκλάδων.
Προσωπική ζωή

Ο Τσίλλερ ήταν παντρεμένος με τη σολίστ πιάνου και συνθέτρια Σοφία Δούδου, κόρη του Έλληνα επιχειρηματία Κωνσταντίνου Δούδου από την Κοζάνη και της Ελένης Κιρίλωφ από το Βουκουρέστι. Το ζεύγος γνωρίστηκε στις αρχές του 1876 στη Βιέννη, όπου είχε μεταβεί ο Τσίλλερ και τον Ιούνιο του ίδιου έτους παντρεύτηκαν. Από τον γάμο του με τη Δούδου, ο Τσίλλερ απέκτησε πέντε παιδιά (τρεις κόρες και δύο γιους): τη Βαλέρια, τη Ναταλία, τη ζωγράφο Ιωσηφίνα ή Φιφή (σύζυγο του επίσης ζωγράφου Δημητρίου Δήμα), τον Όθωνα και τον Βάλτερ

Με την πάροδο των ετών, ο Τσίλλερ δημιούργησε προσωπική φιλία με τον, άλλοτε εργοδότη του, Θεόφιλο Χάνσεν Φίλος του ήταν και ο βασιλιάς Γεώργιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες