Τετάρτη, Νοεμβρίου 17, 2021

Ωγκύστ Ροντέν Γάλλος γλύπτης



17 Νοεμβρίου 1917 (104 χρόνια πριν) πέθανε:

Ωγκύστ Ροντέν Γάλλος γλύπτης

Ο Φρανσουά Ωγκύστ Ρενέ Ροντέν (François-Auguste-René Rodin, 12 Νοεμβρίου 1840 - 17 Νοεμβρίου 1917) ήταν Γάλλος γλύπτης, που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τη γλυπτική του 20ού αιώνα με τα έργα του. Αρνήθηκε να αγνοήσει τις ανθρώπινες αδυναμίες και τις περιέγραψε όσο καλύτερα μπόρεσε στην τέχνη του, με ρεαλισμό και δύναμη. Περιέγραψε επίσης και την ερωτική αδυναμία, με πάθος κι ομορφιά.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου του 1840 στο Παρίσι, δεύτερος γιος του Ζαν Μπατίστ Ροντέν (Jean-Baptiste Rodin) και της Μαρί Σεφέρ (Marie Cheffer). Από νεαρή ηλικία επέδειξε ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και δέκα ετών παρακολούθησε τα πρώτα του μαθήματα. Στα 14 χρόνια του εισήχθη στη σχολή École Impériale de Dessin, γνωστή και ως Petite École (Μικρή Σχολή) σε αντιδιαστολή με την μεγαλύτερου κύρους Σχολή Καλών Τεχνών (École des Beaux-Arts), όπου επιχείρησε να σπουδάσει αλλά απορρίφθηκε συνολικά τρεις φορές. Την περίοδο αυτή μελετά εντατικά και επισκέπτεται μουσεία παρατηρώντας με ενδιαφέρον γλυπτά της αρχαιότητας ανακαλύπτοντας παράλληλα και την προσωπική του κλίση στη γλυπτική.

Σε ηλικία 18 ετών αρχίζει να εργάζεται στο Παρίσι προκειμένου να συντηρήσει την οικογένειά του. Η πόλη του Παρισιού του προσφέρει αυτή τη δυνατότητα, καθώς την εποχή αυτή πολλά αγάλματα και διακοσμητικά γλυπτά κατασκευάζονται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε δημόσιους χώρους. Παράλληλα, ο Ροντέν παράγει και προσωπικά έργα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο θάνατος της αδελφής του, Μαρί, τον τραυματίζει πολύ και τίθεται υπό θεραπευτική παρακολούθηση. Ο πατέρας του αναγνωρίζει το ταλέντο του και τον ενθαρρύνει να συνεχίσει.

Το 1864 συναντά την Ροζ Μπερέ (Rose Beuret), η οποία γίνεται σύντροφός του και ποζάρει σε πολλά έργα του. Την ίδια χρονιά απορρίπτεται δύο φoρές στο Σαλόν του Παρισιού το έργο του Άντρας με Σπασμένη Μύτη, που ο ίδιος ο Ροντέν θεωρεί ως το πρώτο του σημαντικό γλυπτό, αλλά αργότερα, το 1875, γίνεται δεκτό με τον διαφορετικό τίτλο Πορτρέτο Ρωμαίου και αποτελεί παράλληλα το πρώτο έργο του Ροντέν που εκτίθεται στο Σαλόν.

Το 1875 ταξιδεύει στην Ιταλία και επηρεάζεται βαθιά από το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου. Την ίδια περίοδο επεξεργάζεται ένα άγαλμα μεγάλων διαστάσεων, προκειμένου να το εκθέσει στο Σαλόν του Παρισιού. Για το έργο αυτό, που αργότερα θα ονομαστεί Εποχή του Χαλκού, χρησιμοποιεί ένα ανδρικό μοντέλο και ακολουθεί τα πρότυπα των αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών γλυπτών. Το 1877 εκτίθεται στο Σαλόν αλλά, αν και αναγνωρίζεται η υψηλή αισθητική του, οι κριτικοί αδυνατούν να πιστέψουν πως το έργο αποτελεί δημιουργία του και τον κατηγορούν πως χρησιμοποίησε ένα "καλούπι" ώστε να επιτύχει μια τόσο ρεαλιστική απόδοση.

Το 1880 του ανατίθεται να διακοσμήσει την πύλη του Μουσείου Καλών Τεχνών. Για το συγκεκριμένο έργο, που αργότερα ονομάστηκε Οι Πύλες της Κολάσεως, ο Ροντέν βασίστηκε στη Θεία Κωμωδία του Δάντη και προσπάθησε να αποδώσει το ταξίδι του Δάντη στον Κάτω Κόσμο. Στα τέλη του 1880 η κατασκευή του μουσείου εγκαταλείφθηκε, ωστόσο ο Ροντέν συνέχισε να επεξεργάζεται περιοδικά το έργο του μέχρι και το τέλος της ζωής του. Αναπαραστάσεις και στοιχεία από τις Πύλες της Κολάσεως αποτέλεσαν τη βάση για μερικά από τα δημοφιλέστερα έργα του Ροντέν, όπως ο Σκεπτόμενος ή το Φιλί.

Κατά τη διάρκεια της εργασίας του για τις Πύλες, ο Ροντέν αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ως σημαντικός δημιουργός αναλαμβάνοντας περισσότερες παραγγελίες. Την ίδια περίοδο, αναπληρώνοντας τον φίλο του και δάσκαλο γλυπτικής Αλφρέντ Μπουσέ (Boucher), γνωρίζεται με την δεκαοκτάχρονη σπουδάστρια Καμίλ Κλοντέλ, η οποία σύντομα θα αποτελέσει μαθήτρια, μοντέλο, συνεργάτιδα και ερωτική σύντροφο του Ροντέν, ο οποίος ωστόσο ουδέποτε εγκατέλειψε την Ροζέ Μπερέ. Η Κλοντέλ θα αποτελέσει σημαντική πηγή έμπνευσης για τον Ροντέν μέχρι το 1898, οπότε διακόπτεται και η σχέση τους.

Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1880 ο Ροντέν ανέλαβε μερικές σημαντικές παραγγελίες. Μεταξύ αυτών και δύο έργα προς τιμή του ζωγράφου Κλωντ Λοραίν και του λογοτέχνη Βικτόρ Ουγκό. Το 1891 ανέλαβε και την δημιουργία ενός μνημείου για τον Μπαλζάκ. Για το έργο αυτό ο Ροντέν εργάστηκε συνολικά επτά χρόνια. Παρουσιάστηκε δημόσια το 1898 αλλά η υποδοχή που επιφύλαξε το κοινό ήταν αρνητική, γεγονός που οδήγησε τον Ροντέν στην αφαίρεση της προτομής, την οποία τοποθέτησε στο εργαστήριο του απαγορεύοντας την περαιτέρω δημόσια έκθεσή της.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Ροντέν είναι αναγνωρισμένος ως ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες και στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού ένα τμήμα αφιερώνεται αποκλειστικά σε έργα του. Παράλληλα ο ίδιος συνεχίζει να εργάζεται και είτε επεξεργάζεται παλαιότερες δημιουργίες του είτε ολοκληρώνει άλλα μακρόχρονα σχέδια. Εικάζεται πως την περίοδο αυτή ο Ροντέν διαθέτει μερικές δεκάδες βοηθών προκειμένου να αντεπεξέλθει στην πληθώρα των παραγγελιών που αναλαμβάνει.

Το 1908 ο Ροντέν μετακομίζει στο ξενοδοχείο Biron, κατοικία και άλλων γνωστών καλλιτεχνών, όπως του ζωγράφου Ανρί Ματίς. Το 1912, το γαλλικό κράτος σχεδιάζει την κατεδάφιση του ξενοδοχείου αλλά ο Ροντέν πείθει τις αρχές να διατηρηθεί το κτήριο με αντάλλαγμα την παραχώρηση εκ μέρους του όλων των έργων του στη γαλλική κυβέρνηση. Αργότερα, το κτήριο μετατράπηκε στο Μουσείο Ροντέν.

Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του παντρεύτηκε τη σύντροφό του, Ροζ Μπερέ. Πέθανε στις 17 Νοεμβρίου του 1917, σε ηλικία 77 ετών και τάφηκε στο Μεντόν (Meudon). 

Γιώργος Μητσάκης Έλληνας συνθέτης

 


17 Νοεμβρίου 1993 (28 χρόνια πριν) πέθανε:

Γιώργος Μητσάκης Έλληνας συνθέτης

Ο Γιώργος Μητσάκης (Κωνσταντινούπολη, 1921 - Αθήνα, 17 Νοεμβρίου 1993) ήταν Έλληνας συνθέτης και στιχουργός πολυάριθμων ρεμπέτικων και λαϊκών τραγουδιών, γνωστός και με το προσωνύμιο «ο δάσκαλος».

Βιογραφία

Ήρθε με την οικογένεια του στην Καβάλα το 1935 και αργότερα έμειναν σε ένα χωριό κοντά στο Βόλο. Ο Μητσάκης πρωτοέρχεται σε επαφή με τη λαϊκή μουσική στη Μαγνησία αλλά σύντομα θα αναζητήσει την τύχη του στη Θεσσαλονίκη. Γνωρίζεται με τον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Απόστολο Χατζηχρήστο και καταλήγει στον Πειραιά, την πόλη που θα αγαπήσει, το 1939. «Γράφαμε για τον καημό, το γλέντι, το μεράκι του λαϊκού ανθρώπου», έλεγε. «Έδινα την ερώτηση και αμέσως την απάντηση. Τότε παίζαμε εμείς οι ίδιοι τα τραγούδια μας. Τραγουδούσα σόλο, πρίμα, έπαιζα μπουζούκι, κιθάρα ο γέρος [Κώστας] Καρίπης, μπαγλαμά ο τυφλός ο [Στέλιος] Χρυσίνης και εγώ μπροστά στο μικρόφωνο κι ο κόσμος άκουγε. Και όταν κανένας φώναζε, Μητσάκη δάσκαλε παίξε μου ένα ‘βασανισμένο’, του έκανα το χατίρι... “Απόψε άρχισε να ψιλοβρέχει κι ο νους μου πάλι σε σένα τρέχει...”. Αυτά τραγουδούσα, τα βάσανα και τις ελπίδες του λαϊκού ανθρώπου. Αυτόν τον κόσμο αντιπροσώπευα στα τραγούδια μου, πέντε χιλιάδες το σύνολο. Εκεί έπιανε το τραγούδι. Τον εφοπλιστή τι να τον συγκινήσει αυτό το είδος; Δεν θα το καταλάβει, όσο σπουδαγμένος και να είναι...».

Αθήνα - Εξέγερση του Πολυτεχνείου 17 Νοεμβρίου 1973 (48 χρόνια πριν):



17 Νοεμβρίου 1973 (48 χρόνια πριν):

Αθήνα - Εξέγερση του Πολυτεχνείου: Ξημερώνοντας Σάββατο άρμα μάχης συνθλίβει την κεντρική είσοδο του Πολυτεχνείου. Η εξέγερση υπέστη δυναμική καταστολή, ενώ επιβλήθηκε νέα δικτατορία του Δ. Ιωαννίδη με κυβέρνηση του Α. Ανδρουτσόπουλου.

Η "εξέγερση" του Πολυτεχνείου ήταν μαζική και δυναμική εκδήλωση της λαϊκής αντίθεσης στο καθεστώς της Χούντας των Συνταγματαρχών που έλαβε χώρα στην ελληνική επικράτεια τον Νοέμβριο του 1973. Η εξέγερση ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου με κατάληψη του Μετσόβιου Πολυτεχνείου Αθηνών από φοιτητές και σπουδαστές. Αυτή κλιμακώθηκε σε αντιχουντική εξέγερση, καταλήγοντας σε αιματοχυσία το πρωί της 17ης Νοεμβρίου, ύστερα από μια σειρά γεγονότων. Η αρχή έγινε με την είσοδο άρματος μάχης στον χώρο του Πολυτεχνείου και την επαναφορά σε ισχύ του σχετικού στρατιωτικού νόμου που απαγόρευε τις συγκεντρώσεις και την κυκλοφορία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Αίτια

Η Ελλάδα βρισκόταν από τις 21 Απριλίου 1967 υπό τη διακυβέρνηση του στρατού, καθεστώς που είχε καταργήσει τις ατομικές ελευθερίες, είχε διαλύσει τα πολιτικά κόμματα και είχε εξορίσει, φυλακίσει και βασανίσει πολιτικούς και πολίτες με κριτήριο τις πολιτικές τους πεποιθήσεις.

Το 1973 βρίσκει τον πραξικοπηματία πρωθυπουργό της χώρας, Γεώργιο Παπαδόπουλο, να έχει ξεκινήσει διαδικασία φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος, η οποία συμπεριλάμβανε την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και μερική άρση της λογοκρισίας. Επίσης, εκλογές στις 10 Φεβρουαρίου 1974, για επιστροφή σε πολιτική διακυβέρνηση υπό το αναθεωρημένο σύνταγμα του 1968. Το σύνταγμα αυτό, όμως, διατηρούσε τη θέση του Στρατού στο σύστημα εξουσίας και τη δυνατότητά του να επεμβαίνει στην πολιτική ζωή της χώρας, όποτε το έκρινε απαραίτητο. Ωστόσο, παρά τη ευμενή υποδοχή από την πλειοψηφία του αστικού πολιτικού κόσμου, το ΚΚΕ και το ΠΑΚ επέκριναν τα σχέδια της χούντας καθώς επρόκειτο για προσχηματική φιλελευθεροποίηση η οποία δεν θα επέφερε ουσιαστικές αλλαγές στο υπάρχον καθεστώς.

Η χούντα, στην προσπάθειά της να ελέγξει κάθε πλευρά της πολιτικής, είχε αναμιχθεί στον φοιτητικό συνδικαλισμό από το 1967, απαγορεύοντας τις φοιτητικές εκλογές στα πανεπιστήμια, στρατολογώντας υποχρεωτικά τους φοιτητές, και επιβάλλοντας μη εκλεγμένους ηγέτες των φοιτητικών συλλόγων στην Εθνική Φοιτητική Ένωση Ελλάδας (ΕΦΕΕ). Αυτές οι ενέργειες δημιούργησαν έντονα αντιδικτατορικά αισθήματα στους φοιτητές, όπως αυτόν της Γεωλογίας, Κώστα Γεωργάκη, ο οποίος αυτοπυρπολήθηκε δημόσια το 1970 στην Γένοβα της Ιταλίας σε ένδειξη διαμαρτυρίας εναντίον της χούντας. Με αυτή την εξαίρεση, η πρώτη μαζική δημόσια εκδήλωση διαμαρτυρίας κατά του καθεστώτος ήρθε από τους φοιτητές, στις 21 Φεβρουαρίου 1973.

Οι αναταραχές ξεκίνησαν λίγο νωρίτερα, στις 5 Φεβρουαρίου, όταν οι φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματά τους. Στις 13 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε διαδήλωση μέσα στο Πολυτεχνείο και η χούντα παραβίασε το πανεπιστημιακό άσυλο, δίνοντας εντολή στην αστυνομία να επέμβει. Έντεκα φοιτητές συλλήφθηκαν και παραπέμφθηκαν σε δίκη. Με αφορμή αυτά τα γεγονότα, στις 21 Φεβρουαρίου, περίπου τρεις με τέσσερις χιλιάδες φοιτητές της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέλαβαν το κτίριο της σχολής στο κέντρο της Αθήνας επί της οδού Σόλωνος, ζητώντας ανάκληση του νόμου 1347 που επέβαλε την στράτευση «αντιδραστικών νέων», καθώς 88 συμφοιτητές τους είχαν ήδη στρατολογηθεί με τη βία. Από την ταράτσα του κτιρίου απαγγέλλουν τον ακόλουθο όρκο: «Εμείς οι φοιτηταί των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ορκιζόμαστε στο όνομα της ελευθερίας να αγωνισθούμε μέχρι τέλους για την κατοχύρωση: α) των ακαδημαϊκών ελευθεριών, β)του πανεπιστημιακού ασύλου, γ) της ανακλήσεως όλων των καταπιεστικών νόμων και διαταγμάτων». Η αστυνομία έλαβε εντολή να επέμβει και πολλοί φοιτητές σε γύρω δρόμους υπέστησαν αστυνομική βία, χωρίς όμως τελικά να παραβιαστεί το πανεπιστημιακό άσυλο. Τα γεγονότα στη Νομική αναφέρονται συχνά ως προάγγελος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.[3]

Η εξέγερση των φοιτητών επηρεάστηκε επίσης σημαντικά και από τα νεανικά κινήματα της δεκαετίας του '60, και ειδικά από τα γεγονότα του Μάη του '68.
Τα γεγονότα

Οι Πύλες του Πολυτεχνείου, 17 Νοεμβρίου 2011

Η παλιά σιδερένια πύλη

Στις 14 Νοεμβρίου 1973 φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματα και ξεκίνησαν διαδηλώσεις εναντίον του βάναυσου στρατιωτικού καθεστώτος. Οι φοιτητές που αυτοαποκαλούνταν «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», οχυρώθηκαν μέσα στο κτίριο της σχολής επί της οδού Πατησίων και ξεκίνησαν τη λειτουργία του ανεξάρτητου ραδιοφωνικού σταθμού του Πολυτεχνείου. Ο πομπός κατασκευάστηκε μέσα σε λίγες ώρες στα εργαστήρια της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών από τον Γιώργο Κυρλάκη. Το, πλέον ιστορικό, μήνυμά τους ήταν: «Εδώ Πολυτεχνείο! Λαέ της Ελλάδας το Πολυτεχνείο είναι σημαιοφόρος του αγώνα μας, του αγώνα σας, του κοινού αγώνα μας ενάντια στη δικτατορία και για την Δημοκρατία». Εκφωνητές του σταθμού ήταν η Μαρία Δαμανάκη, ο Δημήτρης Παπαχρήστος και ο Μίλτος Χαραλαμπίδης. Το πρώτο βράδυ της κατάληψης του Πολυτεχνείου μια ομάδα περίπου εκατό χουντικών νεολαίων της οργάνωσης Κόμμα 4ης Αυγούστου (Κ4Α) του Κώστα Πλεύρη μαζί με ασφαλίτες και παρακρατικούς αποφάσισαν να οργανώσουν εισβολή στο Πολυτεχνείο, αλλά ελλείψει σχεδιασμού και ηγεσίας περιορίστηκαν στην παρεμπόδιση της τροφοδοσίας των φοιτητών από εξωτερικές ομάδες περιφρούρησης.

Οι διαδηλώσεις, τα συλλαλητήρια και οι εκδηλώσεις κατά του καθεστώτος της Χούντας αυξήθηκαν. Κυρίως στην Αθήνα, αλλά και σε σημεία της επαρχίας, δημιουργήθηκαν συνθήκες εξέγερσης. Από τις 14 μέχρι και τις 17 Νοεμβρίου (και πιο περιορισμένα μέχρι τις 18) στήθηκαν οδοφράγματα και διεξήχθησαν οδομαχίες μεταξύ εξεγερμένων και αστυνομίας.[εκκρεμεί παραπομπή] Τη νύχτα της 16ης Νοεμβρίου η ίδια ομάδα νεολαίων του Κ4Α που είχε συγκεντρωθεί το πρώτο βράδυ, μεταξύ των οποίων φέρεται να συμμετείχε και ο - χρόνια αργότερα - αρχηγός και ιδρυτής της Χρυσής Αυγής, δεκαεξάχρονος έφηβος τότε, Νίκος Μιχαλολιάκος - εκτός όσων είχαν αποφασίσει να συνδράμουν τις δυνάμεις καταστολής, όπως ο Ηλίας Τσιαπούρης, που μαζί με άλλους παρακρατικούς κατηγορήθηκε ότι πυροβολούσε διαδηλωτές από την ταράτσα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως - συγκεντρώθηκαν έξω από τα γραφεία της οργάνωσης, στη διασταύρωση των οδών Μπουμπουλίνας και Αλεξάνδρας. Διασκορπίστηκαν, ωστόσο, μετά την επίθεση ενός αγήματος αστυνομικών που δεν αντιλήφθηκε την ταυτότητά τους.[6]

Στις 3 π.μ. της 17ης Νοεμβρίου, και ενώ οι διαπραγματεύσεις για ασφαλή αποχώρηση των φοιτητών από το χώρο του Πολυτεχνείου βρίσκονταν σε εξέλιξη, αποφασίστηκε από τη μεταβατική κυβέρνηση η επέμβαση του στρατού και ένα από τα τρία άρματα που είχαν παραταχθεί έξω από τη σχολή, γκρέμισε την κεντρική πύλη. Κατά την είσοδο του άρματος, υποστηρίζεται, χωρίς να έχει αποδειχθεί, ότι συνεθλίβησαν 2–3 φοιτητές που βρίσκονταν πίσω από την πύλη (γεγονός «λίαν πιθανό αλλά ανεπιβεβαίωτο» σύμφωνα με το πόρισμα του εισαγγελέα Τσεβά). Επίσης, από τα συντρίμμια τραυματίστηκε σοβαρά, με συντριπτικά κατάγματα στα πόδια, η φοιτήτρια Πέπη Ρηγοπούλου. Ο σταθμός του Πολυτεχνείου έκανε εκκλήσεις στους στρατιώτες να αψηφήσουν τις εντολές των ανωτέρων τους και στη συνέχεια ο εκφωνητής απήγγειλε τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο. Η μετάδοση συνεχίστηκε ακόμα και μετά την είσοδο του άρματος στον χώρο της σχολής. Οι φοιτητές που είχαν παραμείνει στο Πολυτεχνείο, μαζεύτηκαν στο κεντρικό προαύλιο, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Η πτώση της πύλης ακολουθήθηκε από την είσοδο μιας μονάδας ενόπλων στρατιωτών των ΛΟΚ που οδήγησαν τους φοιτητές, χωρίς βία, έξω από το Πολυτεχνείο, μέσω της πύλης της οδού Στουρνάρη. Οι αστυνομικές δυνάμεις που περίμεναν στα δυο πεζοδρόμια της Στουρνάρη επιτέθηκαν στους φοιτητές, την έξοδο των οποίων αποφασίζουν (σύμφωνα και με το πόρισμα του εισαγγελέα Τσεβά) να περιφρουρήσουν κάποιοι από τους στρατιώτες, οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις επενέβησαν και εναντίον των αστυνομικών που βιαιοπραγούσαν στους φοιτητές. Πολλοί φοιτητές βρήκαν καταφύγιο σε γειτονικές πολυκατοικίες. Ελεύθεροι σκοπευτές της αστυνομίας άνοιξαν πυρ από γειτονικές ταράτσες, ενώ άνδρες της ΚΥΠ καταδίωξαν τους εξεγερθέντες. Οι εκφωνητές του σταθμού του Πολυτεχνείου παρέμειναν στο πόστο τους και συνέχισαν να εκπέμπουν για 40 λεπτά μετά την έξοδο, οπότε και συνελήφθησαν.
Οι νεκροί του Πολυτεχνείου
Κύριο λήμμα: Νεκροί του Πολυτεχνείου

Η πρώτη λίστα με τους καταγεγραμμένους νεκρούς της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, όπως δόθηκε σε συνέντευξη Τύπου που διοργάνωσε ο υφυπουργός της Χούντας Σπύρος Ζουρνατζής στις 19 Νοεμβρίου 1973, από τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών Δημήτρη Καψάσκη. Αναφέρονται τα ονόματα των νεκρών που είχαν νεκροτομηθεί ως το απόγευμα της Κυριακής 18 Νοεμβρίου 1973.

Στρατιώτες και αστυνομικοί έβαλαν με πραγματικά πυρά κατά πολιτών μέχρι και την επόμενη μέρα, με συνέπεια αρκετούς θανάτους στον χώρο γύρω από το Πολυτεχνείο, αλλά και στην υπόλοιπη Αθήνα. Η πρώτη επίσημη καταγραφή, τον Οκτώβριο του 1974, από τον εισαγγελέα Δημήτρη Τσεβά, εντόπισε 18 επίσημους ή πλήρως βεβαιωθέντες νεκρούς και 16 άγνωστους «βασίμως προκύπτοντες». Ένα χρόνο αργότερα, ο αντιεισαγγελέας εφετών Ιωάννης Ζαγκίνης έκανε λόγο για 23 νεκρούς, ενώ κατά τη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε προστέθηκε ακόμη ένας. Οι πρώτες δημοσιογραφικές προσπάθειες για την καταγραφή των γεγονότων μιλούσαν για 59 νεκρούς ή και 79 θύματα, με βάση τον κατάλογο Γεωργούλα. Σύμφωνα με έρευνα του Διευθυντή Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, το 2003, ο αριθμός των επωνύμων νεκρών ανερχόταν σε 24, ενώ αυτός των νεκρών αγνώστων στοιχείων σε 16.[1]

Ο Χρήστος Λάζος υποστήριξε ότι οι νεκροί είναι 83 και ίσως περισσότεροι. Ανάμεσά τους ο 19χρονος Μιχάλης Μυρογιάννης, ο μαθητής λυκείου Διομήδης Κομνηνός καθώς και ένα πεντάχρονο αγόρι που σκοτώθηκε από πυροβόλο όπλο στρατιώτη στην περιοχή του Ζωγράφου. Κατά τη δίκη των υπευθύνων της χούντας υπήρξαν μαρτυρίες για τον θάνατο πολλών πολιτών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Τέλος χιλιάδες, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ήταν οι τραυματίες πολίτες.
Η δίκη για τα γεγονότα
Κύριο λήμμα: Δίκη του Πολυτεχνείου

Στις 30 Δεκεμβρίου του 1975 και μετά από ακροαματική διαδικασία 2,5 μηνών και διάσκεψη 6 ημερών ενώπιον του πενταμελούς εφετείου Αθηνών, εκδόθηκε η απόφαση του δικαστηρίου το οποίο κήρυξε ένοχους τους 20 από τους 32 κατηγορούμενους, αθωώνοντας 12. Οι κύριες ποινές που επιβλήθηκαν ήταν:
Δημήτριος Ιωαννίδης (αρχηγός της ΕΣΑ την περίοδο της εξέγερσης): 7 φορές ισόβια για ηθική αυτουργία σε 7 ανθρωποκτονίες από πρόθεση και 25 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για ηθική αυτουργία σε 38 απόπειρες ανθρωποκτονιών και πρόκληση διάπραξης κακουργημάτων, καθώς και διαρκής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.
Γεώργιος Παπαδόπουλος (εν ενεργεία δικτάτορας την περίοδο της εξέγερσης): 25 χρόνια κάθειρξη για απλή συνέργεια σε ανθρωποκτονίες από πρόθεση και απόπειρες ανθρωποκτονιών, καθώς και δεκαετής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.
Σταύρος Βαρνάβας (αντιστράτηγος Ε.Α.): 3 φορές ισόβια για ηθική αυτουργία σε 3 ανθρωποκτονίες από πρόθεση και 25 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για ηθική αυτουργία σε 17 απόπειρες ανθρωποκτονιών και πρόκληση διάπραξης κακουργημάτων, καθώς και διαρκής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.
Νικόλαος Ντερτιλής (ταξίαρχος Ε.Α.): ισόβια κάθειρξη και διαρκής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για ανθρωποκτονία από πρόθεση του διερχόμενου Μιχαήλ Μυρογιάννη.
Άλλοι τέσσερις ανώτατοι αξιωματικοί σε 25 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για ηθική αυτουργία σε συνολικά 12 ανθρωποκτονίες και 56 απόπειρες ανθρωποκτονιών, καθώς και δεκαετής στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων.
Άλλοι 12 κατηγορούμενοι σε μικρότερες ποινές, από 5 μήνες έως 10 χρόνια κάθειρξη για διάφορες κατηγορίες, κυρίως για ηθική αυτουργία σε επικίνδυνες σωματικές βλάβες. Οι ποινές κάτω του ενός έτους, ήταν εξαγοράσιμες.
Συνέπειες - απόηχος

Το Μνημείο των πεσόντων Ηρώων του Πολυτεχνείου στον δημοτικό κήπο Δράμας

Η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης, που –όπως προκύπτει από την επισκόπηση του καταλόγου των καταγεγραμμένων νεκρών– χαρακτηρίσθηκε από δολοφονίες πολιτών ακόμη και δυο μέρες μετά τη στιγμή της εισόδου του τανκ στον περίβολο του Πολυτεχνείου, με κύρια αιτία την κήρυξη στρατιωτικού νόμου, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις.

Κατά τους Σ. Σακελλαρόπουλο, Π. Σωτήρη, η εξέγερση του Πολυτεχνείου σήμανε την ανατροπή της διαδικασίας «φιλελευθεροποίησης» και την αρχή του τέλους για τη χούντα, καθώς οι εξελίξεις δεν επέτρεπαν πια τη συνδιαλλαγή με την τελευταία. Στην πραγματικότητα όμως σήμανε την αρχή του τέλους για την Κύπρο, καθώς έφερε την ακόμα πιο σκληρή χούντα του Ιωαννίδη στη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 και ο Αττίλας 1 στις 20 Ιουλίου 1974. Επίσης, αποτέλεσε τομή για τη νεότερη ελληνική πολιτική ιστορία καθώς, μέσω της εξέγερσης, η κοινωνική δυσαρέσκεια κατά των οικονομικών ανισοτήτων και του περιορισμού των πολιτικών ελευθεριών, η οποία χαρακτήριζε το μετεμφυλιακό κράτος εν γένει, μετατοπίστηκε προς τα αριστερά. Ωστόσο, τα κόμματα της Αριστεράς αιφνιδιάστηκαν από τη δυναμική της εξέγερσης και δεν μπόρεσαν να τη μετουσιώσουν σε ουσιαστική ρήξη με τους αστικούς σχεδιασμούς.

Ο επίσημος εορτασμός της επετείου της εξέγερσης κάθε 17η Νοεμβρίου καθιερώθηκε το 1981, από την τότε νεοεκλεγείσα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.

Γρηγόριος Ζ΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



17 Νοεμβρίου 1924 (97 χρόνια πριν) πέθανε:

Γρηγόριος Ζ΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Γρηγόριος Ζ΄ (κατά κόσμον Ζερβουδάκης ή Παπαδοσταυρινός, 21 Σεπτεμβρίου 1850 - 17 Νοεμβρίου 1924) ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τις 6 Δεκεμβρίου 1923 ως τις 17 Νοεμβρίου 1924.
Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε γύρω στο 1850 στο Σταυρί (Απολλωνία) της Σίφνου. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1882, αφού υπέβαλε διατριβή με τίτλο «Περί της γνησιότητος των τεσσάρων Ευαγγελίων» Υπηρέτησε στη Μητρόπολη Ρόδου από διάκονος μέχρι και πρωτοσύγκελος.

Το 1887 εξελέγη επίσκοπος Μυρέων, το 1892 μητροπολίτης Σερρών, το 1909 Μητροπολίτης Κυζίκου και το 1913 Μητροπολίτης Χαλκηδόνος. Κατά την περίοδο της Μικρασιατικής εκστρατείας, όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφάσισε την ρήξη και την διακοπή σχέσεων με την Υψηλή Πύλη, ο Γρηγόριος διαφωνώντας με την απόφαση αυτή παραιτήθηκε από πρόεδρος του Εθνικού Μικτού Συμβουλίου και από την Ιερά Σύνοδο και αποσύρθηκε στην Μητρόπολή του

Μετά την παραίτηση του Πατριάρχη Μελετίου Μεταξάκη (20 Σεπτεμβρίου 1923) συνεκλήθη η Σύνοδος του Πατριαρχείου για την πρώτη εκλογή Πατριάρχη μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης. Οι τουρκικές αρχές έθεσαν τον απαράβατο όρο ο εκλεγείς να έχει την τουρκική υπηκοότητα Στις 6 Δεκεμβρίου 1923 συνήλθαν για την εκλογή νέου Πατριάρχη μόνο όσοι αρχιερείς διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη. Φαίνεται ότι η προτίμηση των Ιεραρχών της Συνόδου στράφηκε στον Γρηγόριο, καθώς αυτός δεν είχε αναμειχθεί σε πολιτικά ζητήματα (Εθνική Άμυνα, εκλογή Μελετίου Μεταξάκη, κλπ) και μάλιστα διατηρούσε καλές σχέσεις με τον τουρκικό παρά­γοντα. Έτσι, τον έκριναν ως τον πλέον κατάλληλο για να αποκαταστήσει τις σχέσεις με την Μεταλωζάννεια Τουρκία και τον εξέλεξαν Πατριάρχη. Μετά την εκλογή του, ο Γρηγόριος έστειλε επιστολή αναγνώρισης στην Τουρκική Κυβέρνηση της Άγκυρας, αλλά ακολούθησαν επεισόδια καθώς ο παπα-Ευθύμ, λεγόμενος αρχηγός της «τουρκορθόδοξης Εκκλησίας», με τους οπαδούς του προσπάθησαν να ακυρώσουν την ενθρόνισή του.

Τελικά ο Γρηγόριος ενθρονίστηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1923 και στις 19 Φεβρουαρίου 1924 Συνοδικό Δικαστήριο καθαίρεσε τον παπα-Ευθύμ για «φατρία καί στάσ]. Επίσης καθαιρέθηκε ο Μητροπολίτης Χαλδίας Βασίλειος, ο οποίος οργάνωνε «Εκκλησία» στην Αμερική, χωρίς άδεια του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Με ενέργειές του προς την Ελληνική Κυβέρνηση, προσπάθησε να αποφευχθεί η απέλαση κληρικών με βάση την συμφωνηθείσα ανταλλαγή πληθυσμών. Τέλος, αναγνωρίστηκε το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Πολωνίας, ιδρύθηκαν οι Μητροπόλεις Πριγκηποννήσων, Κεντρώας Ευρώπης και Αυστραλίας και υιοθετήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το γρηγοριανό ημερολόγιο.

Τον Σεπτέμβριο του 1924, ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ΄ παρουσίασε χολολιθίαση που εξελίχθηκε σε αποφρακτικό ίκτερο που δεν μπόρεσε να αντιμετωπιστεί, και έτσι πέθανε στις 17 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. 

Σήμερα 17/11 ... Αγίου Γενναδίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Αγ Γεώργιος - Αγ Χαράλαμπος Επισκοπή Ιεράπετρας (φ.Μ.Κυμάκη)
Αγ Γεώργιος - Αγ Χαράλαμπος Επισκοπή Ιεράπετρας (φ.Μ.Κυμάκη)
Αγίου Γενναδίου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες