Σάββατο, Νοεμβρίου 13, 2021

ΟΙ ΝΗΡΗΙΔΕΣ ΝΥΜΦΕΣ

 

http://kariopoliskontostavlifokades.blogspot.gr/2011/08/blog-post_23.html

ΟΙ ΝΗΡΗΙΔΕΣ ΝΥΜΦΕΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ - John Waterhouse «Hylas and the Nymphs»

Οι Νεράιδες (Νηρηιδες)στην Ομήρου Ιλιάδα
Είπε, κι εκείνον τον περίζωσε σα μαύρο γνέφι ο πόνος•
και διπλοπάλαμα αθαλόσκονη φουχτώνοντας τη ρίχνει
πα στο κεφάλι, και την όψη του μολεύει την πανώρια'
κι η στάχτη απά στο μοσκομύριστο του κάθουνταν χιτώνα'
κι αυτός μακρύς φαρδύς ξαπλώθηκε και κοίτουνταν στη σκόνη,
και με τα χέρια του ανασκάλευε μαδώντας τα μαλλιά του.

 Κι οι σκλάβες, που ο Αχιλλέας κι ο Πάτροκλος είχαν κουρσέψει,
έσυραν τρανή φωνή, απ' τον πόνο που 'νιωσαν, και δράμαν απ' τις πόρτες
30 στον Αχιλλέα το γαύρο ολόγυρα, και χεροπάλαμα όλες
κρούγαν τα στήθη τους, και λύθηκαν της κάθε μιας τα γόνα.
θρηνούσε κι απ' την άλλη ο Αντίλοχος, πνιγμένος μες στο κλάμα,
τον Αχιλλέα στα χέρια πιάνοντας—κι αυτός βαρια βογγούσε

 τι έτρεμε μπας και με το σίδερο θερίσει το λαιμό του.

Κι έσκουξεν άγρια" ευτύς τον άκουσεν η σεβαστή του η μάνα,
που πλάι στο γέρο κύρη εκάθουνταν, στα βάθη του πελάγου,
κι αρχίνησε το θρήνο' γύρα της μεμιάς εμαζωχτηκαν
όσες θεές νεράιδες έμεναν στου πελάγου τα βάθη•
η Κυμοθόη κι η Γλαύκη εκεί 'τανε, κι η Θάλεια κι η Νησαία  

40 κι η βοϊδομάτα Αλία κι η Φέρουσα κι η Θόη κι η Κυμοδόκη•
ήταν ακόμα κι η Λιμνώρεια κι η Αμφιθόη κι η Ακταίη
με τη Μελίτη και την Ίαιρα, την Αγαυή, τη Μαίρα,
και την Πρωτώ καί την Ιάνασσα, τη Σπειώ και την Πανόπη
και τη Δωτώ και την Καλλιάνειρα, την ξακουστή Γαλάτεια,
τη Δυναμένη, την Καλλιάνασσα καί τη Δωρίδα' κι ήταν
κι η Νημερτή μαζί και η Ιάνειρα, μαζί τους κι η Αμφινόμη•
κι η Ωρείθεια κι η Κλυμένη κι η Άψευδη μες στη σπηλιά βρεθήκαν,
κι η Αμάθια ακόμα η καλοπλέξουδη κι η Δεξαμενή, κι άλλες,
όσες θεές νεράιδες έμεναν στου πελάγου τα βάθη.

50 Και γέμισε η σπηλιά η κρουστάλλινη, κι αυτές έδερναν όλες
τα στήθη τους• και πρώτη η Θέτιδα κινάει το μοιρολόγι:
« Νεράιδες αδερφές μου, ακούστε με, καλά να ξέρετε όλες
γρικώντας, πόσους κρύβω μέσα μου βαθιά καημούς και πόνους.
Αλί κι αλί σε με την άμοιρη πικρολεβεντομάνα!

Γέννησα γιο τρανό, αψεγάδιαστο, στους αντρειωμένους πρώτο,
κι ως τρυφερό κλωνάρι ανάδωσε' κι εγώ, που ανάστησα τον
σα ροδαμό που ξεπετάχτηκε στου χωραφιού τον όχτο,
πάνω στα πλοία τα δρεπανόγυρτα στην Τροία τον έχω στείλει,
τους Τρώες να πολεμήσει. Αλίμονο, δε θα τον δω να γέρνει

60 στο πατρικό ξοπίσω σπίτι του, να τον καλωσορίσω!
Μα κι όσο ακόμα ζει και χαίρεται το φως του γήλιου, πάντα
τραβάει καημούς, κι ουδέ πηγαίνοντας μπορώ να τον συντράμω.
Κι όμως θα πάω να ιδώ το τέκνο μου, ποια συφορά ν' ακούσω
το 'χει πλακώσει, από τον πόλεμο μακριά κι ας μένει τώρα.»

Είπε, και τη σπηλιά παράτησε, κι εκείνες δακρυσμένες
ομάδι της τραβούσαν κι άνοιγε της θάλασσας το κύμα
τρογύρα, ως πια στην Τροία που φτάσανε την παχιοχωματούσα'
κι αράδα στο γιαλό ξεπρόβαλαν, κει που ήταν τραβηγμένα
πυκνά των Μυρμιδόνων τ' άρμενα, στον Αχιλλέα τρογύρα'

70 κι ως εβογγούσε κείνος, σίμωσεν η σεβαστή του η μάνα'
σέρνει φωνή μεγάλη, εφούχτωσε την κεφαλή του γιου της,
και μες στα κλάματα ανεμάρπαστα του συντυχαίνει λόγια:
« Τι κλαις, παιδί μου; Ποιος σου ετάραξε καημός τα σπλάχνα τώρα;
Για μίλα μου ανοιχτά, μην κρύβεσαι• σου τα 'χει ο Δίας τελέψει
τα όσα πιο πριν τον παρακάλεσες με σηκωμένα χέρια,
να στριμωχτούν οι Αργίτες σύψυχοι μπροστά απ' των πλοίων τις πρύμνες
και στενεμένοι απ' την ανάγκη σου φριχτά κακά να πάθουν.»

Αντώνιος Σώχος (1888 - 1975) Έλληνας γλύπτης.



Ο Αντώνιος Σώχος (1888 - 1975) ήταν Έλληνας γλύπτης.

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στα Ιστέρνια της Τήνου και καταγόταν από οικογένεια με μεγάλη παράδοση στον χώρο της γλυπτικής. Θείος του ήταν ο επίσης γλύπτης Λάζαρος Σώχος.[5] Μεγάλωσε στην Πάτρα όπου ήταν εγκαταστημένη η οικογένειά του και όπου ο πατέρας του διατηρούσε μαρμαρογλυφείο. Σπούδασε στη Σχολή Καλών τεχνών της Αθήνας δίπλα στον Γεώργιο Βρούτο και συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι και το Μόναχο χάρη σε υποτροφία του ελληνικού κράτους.

Με την επιστροφή του διορίστηκε καθηγητής της αρχιτεκτονικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών, στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1959. Το 1965 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Τα έργα του είναι πάρα πολλά και κοσμούν συλλογές μουσειών και δημόσιους χώρους στην Ελλάδα, την Αίγυπτο, την Κύπρο, την Βουλγαρία κ.α. Χαρακτηριστικά αναφέρονται: το άγαλμα του Παλαιών Πατρών Γερμανού στην Πάτρα, το άγαλμα του Καψάλη στο Μεσολόγγι κ.α. Είχε συγγράψει το βιβλίο «η Λαϊκή Τέχνη στην Τήνο».

Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ).

Απεβίωσε το 1975. Τα τελευταία χρόνια στράφηκε προς την ξυλογλυπτική ενώ το 1964 δώρισε στον δήμο Πατρέων μερικά γλυπτά του. Ανιψιός του ήταν ο μουσικός Ονούφριος Σώχος.
ΤεχνοτροπίαΟ Αντώνιος Σώχος παρόλο που φερόταν ως οπαδός του κλασικισμού δεν περιόρισε το έργο εντός των πλαισίων του συγκεκριμένου καλλιτεχνικού ρεύματος αλλά δεχόμενος επιρροές άλλα ρεύματα καθώς και από την αρχαϊκή γλυπτική και τη λαϊκή τέχνη, δημιούργησε τη δική του τεχνοτροπία. Τα θέματα των γλυπτών του, τα εμπνεόταν από τη μυθολογία, τους θρύλους και τις ελληνικές λαϊκές παραδόσεις.

 

Ρόμπερτ Λούις Μπάλφουρ Στίβενσον (Robert Louis Balfour Stevenson, 13 Νοεμβρίου 1850 - 3 Δεκεμβρίου 1894)



Ο Ρόμπερτ Λούις Μπάλφουρ Στίβενσον (Robert Louis Balfour Stevenson, 13 Νοεμβρίου 1850 - 3 Δεκεμβρίου 1894) ήταν Σκωτσέζος μυθιστοριογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος, μουσικός και ταξιδιωτικός συγγραφέας. Τα πιο διάσημα έργα του είναι Το νησί των θησαυρών, το Δόκτωρ Τζέκιλ και κύριος Χάιντ και Η Απαγωγή. Άλλα έργα του είναι Ο Άρχοντας του Μπαλαντρέ και Το Μαύρο Βέλος: Μια ιστορία των Δύο Ρόδων.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον ήταν μία λογοτεχνική διασημότητα ενώ σήμερα συγκαταλέγεται στους 26 πιο μεταφρασμένους συγγραφείς στον κόσμο. Τα έργα του έχουν γίνει αντικείμενα θαυμασμού από πολλούς άλλους συγγραφείς, συμπεριλαμβανομένων των Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Μαρσέλ Προυστ, Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, Χένρι Τζέιμς, Τσέζαρε Παβέζε, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Τζακ Λόντον, Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ και Τζέιμς Μάθιου Μπάρι

Η ζωή του
Τα παιδικά χρόνια

Ο Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον γεννήθηκε στο Εδιμβούργο της Σκωτίας στις 13 Νοεμβρίου του 1850. Όταν ήταν παιδί είχε εξαιρετικά ευπαθή υγεία σε αντίθεση με την πνευματική και ηθική του κατάσταση. Στις ρωμαλέες και νευρώδεις ιστορίες που έγραψε ο Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον δεν υπάρχει τίποτε που θα επέτρεπε στον αναγνώστη να υποθέσει ότι οι ατρόμητοι εκείνοι ήρωες είναι δημιουργήματα ενός ανθρώπου που η ζωή του κρεμόταν πάντα από μία λεπτή κλωστή. Από παιδί ακόμα, ο Στίβενσον ήταν διαρκώς άρρωστος και δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει μαθήματα στο σχολείο. Τον περισσότερο καιρό ήταν στο κρεβάτι, ενώ η αγαπημένη του μητέρα τού διάβαζε ιστορίες και ποιήματα, προσπαθώντας να αποσπάσει το νου του παιδιού της από τα βάσανα της αρρώστιας. Άλλοτε πάλι η αφοσιωμένη νοσοκόμος Άλισον Κάνιγχαμ (στην οποία οφείλει το όνομά της η Άλισον Γκρέιμ στο μυθιστόρημα Ο Άρχοντας του Μπαλαντρέ), του τραγουδούσε παλιά σκωτσέζικα τραγούδια ή του διάβαζε αποσπάσματα από την Αγία Γραφή. Ο Στίβενσον είχε πολύ ζωηρό μυαλό και άκουγε με λαχτάρα τα σκωτσέζικα παραμύθια που του διάβαζαν. Ποτέ, σ' όλη του τη ζωή, δεν αισθάνθηκε τη χαρά που φέρνει η καλή σωματική υγεία, έγραψε όμως για τα παιδικά του χρόνια τα εξής: "Για μένα η κακή μου υγεία χρονολογείται από τότε που έμενα άγρυπνος στις τρομερές ατέλειωτες νύχτες, ταραγμένος αδιάκοπα από τον πνιχτό εξαντλητικό βήχα και το πρωί παρακαλώντας να κοιμηθώ, μέσα από τα βάθη του τσακισμένου μικρού κορμιού μου".

Τέτοιο περιβάλλον ήταν φυσικό να εμπνέει την ευαίσθητη ψυχή του Στίβενσον. Αργότερα, ως ώριμος πλέον συγγραφέας και ποιητής, έγραψε μία ολόκληρη συλλογή από παιδικά ποιήματα με τον τίτλο "Παιδική Ανθολογία".

Η αλμύρα της θάλασσας, η ομίχλη πάνω από τα έλη, ο αέρας που φυσά από το πέλαγος -όλα αυτά που όμορφα περιγράφει ο συγγραφέας- φαίνονται τόσο αληθινά στον αναγνώστη γιατί είναι ένα κομμάτι από τη ζωή του Στίβενσον. Ο πατέρας του συγγραφέα ήταν ένας Σκωτσέζος μηχανικός και ένα από τα καθήκοντά του ήταν να επιθεωρεί τους φάρους και τα λιμάνια κατά μήκος των άγριων ακτών της Σκωτίας. Συχνά έπαιρνε μαζί και το γιο του. Έτσι, πολλά γεγονότα από τη ζωή του πατέρα του έγιναν αργότερα οι περιπέτειες των αμέτρητων ηρώων που ζουν μέσα στις ιστορίες του. 

Γιάννης Μαρής (αληθινό όνομα Ιωάννης Τσιριμώκος, 28 Ιανουαρίου 1916 − 13 Νοεμβρίου 1979)



Ο Γιάννης Μαρής (αληθινό όνομα Ιωάννης Τσιριμώκος, 28 Ιανουαρίου 1916 − 13 Νοεμβρίου 1979) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, συγγραφέας, σεναριογράφος και κριτικός κινηματογράφου. Έγραψε δεκάδες βιβλία και σενάρια για τον κινηματογράφο. Θεωρείται ο πατέρας του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα.

Βιογραφία

Ο Γιάννης Τσιριμώκος, που καταγόταν από γνωστή οικογένεια της Φθιώτιδας, γεννήθηκε στη Σκόπελο τον Ιανουάριο του 1916, όπου υπηρετούσε ο δικαστικός πατέρας του, Δημοσθένης Τσιριμώκος. Ο πολιτικός Ηλίας Τσιριμώκος (μετέπειτα βουλευτής, υπουργός και πρωθυπουργός) ήταν δεύτερός του εξάδελφος. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Χίο και στη Λάρισα, και αργότερα φοίτησε στη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης. Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα και εντάχθηκε στον χώρο των σοσιαλιστών. Συμμετείχε μαζί με τον Ηλία Τσιριμώκο και τον Αλέξανδρο Σβώλο στην ίδρυση της «Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας» (ΕΛΔ), ενώ αργότερα προσχώρησε στο ΕΑΜ.

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου ξεκινάει να ασχολείται επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία. Εργάζεται στην εφημερίδα «Μάχη» ως αρχισυντάκτης, σχολιογράφος και κριτικός κινηματογράφου. Μετά τις αποκαλύψεις που κάνει η εφημερίδα για τη Μακρόνησο θα διωχθεί και θα φυλακιστεί. Αποφυλακίστηκε με παρέμβαση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και του Αλέξανδρου Σβώλου. Θα εργαστεί στις εφημερίδες Προοδευτικός Φιλελεύθερος, Ελεύθερος Λόγος, Αθηναϊκή για να καταλήξει τελικά στο συγκρότημα Μπότση (Ακρόπολις, Απογευματινή, περιοδικό Πρώτο).

Ξεκίνησε το συγγραφικό του έργο στις αρχές της δεκαετίας του '50 δημοσιεύοντας σε συνέχειες στο εβδομαδιαίο περιοδικό Οικογένεια το μυθιστόρημά του Έγκλημα στο Κολωνάκι (1953), μέχρι τη διακοπή της έκδοσης. Το μυθιστόρημά αυτό εκδόθηκε σε τόμο λίγο αργότερα σε αυτοέκδοση και στη συνέχεια από τις εκδόσεις Ατλαντίς (κόκκινη σειρά). Θα γνωρίσει τεράστια επιτυχία και το 1959 θα μεταφερθεί με παρόμοια επιτυχία στον κινηματογράφο. Συνεχίζει να γράφει ακούραστα για 25 και πλέον χρόνια αφήνοντας πίσω του πλειάδα αστυνομικών μυθιστορημάτων, περίπου είκοσι σενάρια και δύο θεατρικά. Τα αστυνομικά του μυθιστορήματα γνώρισαν πολλαπλές ανατυπώσεις και προσφέρθηκαν, κατά καιρούς, ως ένθετα καθημερινών εφημερίδων[3], ενώ στο έργο του αναφέρθηκαν πολλοί σύγχρονοι δημιουργοί του είδους[4].

Ο Ιωάννης Τσιριμώκος ήταν μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, της Εταιρίας Θεατρικών Συγγραφέων, καθώς και της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Είχε λάβει μέρος σε δημοσιογραφικές αποστολές στη Κίνα, ΗΠΑ, Ρωσία, Ισπανία, Πορτογαλία, και ανατολικές Χώρες. Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών, ένθερμος οπαδός της ΑΕΚ και μιλούσε επίσης γαλλικά.

Υπήρξε πολυμαθέστατος και διέθετε το «χάρισμα του προφορικού λόγου», πήρε μάλιστα μέρος στο ρεπορτάζ για τη διαλεύκανση της δολοφονίας του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη. 


Ο θάνατός του

Πέθανε στην Αθήνα στις 13 Νοεμβρίου 1979 από καρκίνο του εγκεφάλου

 
Το έργο του

Αν και εμπορικά επιτυχημένος και δημοφιλής, ο Γιάννης Μαρής υπήρξε παραγνωρισμένος από τους κριτικούς στην εποχή του. Η ενασχόλησή του με το είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος, που εντασσόταν από τους τότε κριτικούς στην παραφιλολογία, του στέρησε την αναγνώριση ως μεγάλου συγγραφέα. Πολλά χρόνια μετά αναγνωρίστηκε ως κλασικός. Δημιουργός του θρυλικού χαρακτήρα Γεώργιου Μπέκα, χάρισε στην Ελληνική λογοτεχνία έναν ήρωα που προσπαθεί να ομοιάσει στον επιθεωρητή Μεγκρέ του Σιμενόν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν το πετυχαίνει, καθώς το ευρύτερο ψυχογραφικό στοιχείο που κυριαρχεί στον Σιμενόν, στον Μαρή είναι ρηχό, ενώ οι συνεχείς επαναλήψεις αδυνατίζουν την αφηγηματική ροή. Ο Ιρλανδός μεταφραστής των μυθιστορημάτων του Γιάννη Μαρή, καθηγητής J. H. Harrison, έγραψε για το έργο του Έλληνα συγγραφέα, απευθυνόμενος προς Άγγλους εκδότες: " ... Όπως και στο Αρχαίο Ελληνικό Δράμα, οι ιστορίες του προχωρούν προς το αναπόφευκτο τέλος τους, κι αυτό το τέλος μπορεί να είναι ή να μην είναι ευτυχισμένο..."[6]

Τα μυθιστορήματά του διαδραματίζονταν συχνά σε κοσμοπολίτικα μέρη με ήρωες εφοπλιστές, βιομηχάνους και καλλιτέχνες. Ο απλός κόσμος ήταν πάντα σε δεύτερη μοίρα, ενώ η αστυνομική πλοκή, το ερωτικό στοιχείο (του ασκήθηκε, μάλιστα και κριτική για ηδονοβλεπτική διάθεση[7]) και το μυστήριο ήταν το πρόσχημα για να κερδίσει την προσοχή του αναγνώστη. Το πραγματικό ενδιαφέρον του ήταν η δημιουργία ατμόσφαιρας και οι ανθρώπινες σχέσεις. Κύριος πρωταγωνιστής σε αυτά είναι συχνά το πρότυπο ενός νεαρού (σχετικά) και μάλλον εμφανίσιμου άνδρα, με επιτυχίες στο γυναικείο φύλλο αλλά και με αμφιλεγόμενο ή/και ύποπτο παρελθόν, ο οποίος, ωστόσο, διαθέτει έντονο αξιακό σύστημα και μπλέκεται σε μυστηριώδεις υποθέσεις. Η επιτυχία των μυθιστορημάτων, που πουλούσαν εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, οδήγησε στη δημιουργία σχολής συγγραφέων και μιμητών.

Πολλά από τα έργα του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο, τόσο από τον ίδιο, όσο και μετά τον θάνατό του, δημιουργώντας έτσι το αντίστοιχο του φιλμ νουάρ στο ελληνικό σινεμά. Μερικές επίσης από τις πιο επιτυχημένες τηλεοπτικές σειρές τόσο της κρατικής όσο και της ιδιωτικής τηλεόρασης βασίστηκαν στα έργα του. Μεταξύ άλλων ιδιαίτερα επιτυχημένη θεωρήθηκε η τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου του Η εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη που διασκεύασε ο συγγραφέας Γιάννης Κανδήλας και προβλήθηκε στην ΕΤ1 το 1985. Πολλά βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες.

σήμερα 13/11 ... Οσιομάρτυρος Δαμασκηνού του Κωνσταντινοπολίτου, Ιωάννου Χρυσοστόμου αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

Ευτυχισμένες στιγμές (φ.Μ.Κυμάκη)
Ευτυχισμένες στιγμές (φ.Μ.Κυμάκη)

Οσιομάρτυρος Δαμασκηνού του Κωνσταντινοπολίτου, Ιωάννου Χρυσοστόμου αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες