Τρίτη, Ιανουαρίου 25, 2022

Σοφία Αντωνιάδη Ελληνίδα βυζαντινολόγος

Σοφία Αντωνιάδη Ελληνίδα βυζαντινολόγος φ. βικιπαίδεια


Σοφία Αντωνιάδη Ελληνίδα βυζαντινολόγος


Η Σοφία Αντωνιάδη (1895-1972) ήταν Ελληνίδα βυζαντινολόγος. Ήταν η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια σε ολλανδικό πανεπιστήμιο και από τις λίγες Ελληνίδες που κατείχαν θέση σε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο.


Γεννήθηκε στις 31 Ιουλίου 1895 στον Πειραιά. Η καταγωγή της ήταν από την Κρήτη, με την παράδοση να αναφέρει πως ήταν απόγονος της βυζαντινής οικογενείας των Μελισσηνών. Ο πατέρας της Ανδρέας ήταν δικηγόρος στον Πειραιά, ενώ η μητέρα της, ανήκε σε γνωστή οικογένεια των Αθηνών. 

Ολοκλήρωσε την βασική της εκπαίδευση παρακολουθώντας μαθήματα στην Ελληνογαλλική Σχολή της Αικατερίνης Διαμαντοπούλου. Έλαβε το απολυτήριο της (bacalauréat) από την Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών. 

Το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων καθυστέρησε τις σπουδές της, και έτσι μετέβη στο Παρίσι για να σπουδάσει στην Σορβόννη, μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα ελληνικής και γαλλικής φιλολογίας, και πήρε το πτυχίο (licence) της στις κλασικές σπουδές το 1920.

Επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1922, εξέδωσε το «Θυσία του Αβραάμ», ενώ την περίοδο 1924-1926 έδωσε σειρά διαλέξεων σχετικά με τη νεοελληνική λογοτεχνία στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου. 

Το 1930, υπό την επίβλεψη του Ουμπέρ Περνό (Hubert Pernot), καθηγητή του Πανεπιστημίου του Παρισιού, απέκτησε το διδακτορικό της δίπλωμα με την διατριβή « L' Ėvangile de Luc. Esquisse de grammaire et de style » (Το Ευαγγέλιο κατά Λουκά), καθώς και τη συνοδευτική διατριβή « Pascal traducteur de la Bible » (Ο Πασκάλ ως μεταφραστής της Βίβλου).

Το 1935, σε ηλικία 35 ετών, εξελέγη έκτακτη καθηγήτρια παλαιοχριστιανικής, μεσαιωνικής και νεοελληνικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν, στη θέση του Ολλανδού Βυζαντινολόγου Ν. Κ. Χέσελινγκ.  

Το 1951 έγινε τακτική καθηγήτρια στην ίδια έδρα, ενώ από το 1948 είχε εκλεγεί στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ στην έδρα της νεοελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας. 

Δίδαξε στην Ολλανδία για 25 χρόνια, εκτός από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου,που επέστρεψε στην Ελλάδα. 

Αποχώρησε από την πανεπιστημιακή της σταδιοδρομία το 1955 και ανέλαβε την θέση της διευθύντριας στο Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας. Έμεινε στην θέση αυτή μέχρι το 1966, όταν και επέστρεψε στην Αθήνα.

Απεβίωσε στις 25 Ιανουαρίου 1972 στην Αθήνα.

Έργο

Εξέδωσε διδακτικό εγχειρίδιο για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, στα ολλανδικά

Επίσης το 1939 εξέδωσε τόμο σχετικά με την θέση της λειτουργίας στην παράδοση των ελληνικών γραμμάτων (« Place de la liturgie dans la tradition de lettres grecques ») όπου απέδειξε ότι η ορθόδοξη λειτουργία έχει τις ρίζες της στην κλασική και μετακλασική φιλολογία.

περισσότερα στη βικιπαίδεια https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1_%CE%91%CE%BD%CF%84%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CE%B4%CE%B7

Γρηγόριος Παπαμιχαήλ Έλληνας θεολόγος και ακαδημαϊκός

Γρηγόριος Παπαμιχαήλ φ.politistikos-ippeiou

Γρηγόριος Παπαμιχαήλ Έλληνας θεολόγος και ακαδημαϊκός


Ο Γρηγόριος Παπαμιχαήλ (1875 - 1956) ήταν Έλληνας θεολόγος καθηγητής πανεπιστημίου και ακαδημαϊκός του 20ού αιώνα.


Βιογραφικά στοιχεία


Γεννήθηκε στο χωριό Ίππειον της Λέσβου το 1875. Φοίτησε στη Λέσβο, στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού στην Ιερουσαλήμ, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και στη Σάμο, όπου πήρε απολυτήριο γυμνασίου. 

Δίδαξε στην ελληνική κοινότητα της Σόφιας και αργότερα σπούδασε θεολογία στη θεολογική σχολή της Αγίας Πετρούπολης, όπου αποφοίτησε με δίπλωμα Μάγιστρου της Θεολογίας το 1905, χάρη στην διατριβή του «Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης». Στη συνέχεια διορίστηκε καθηγητής στην θεολογική σχολή του Σταυρού στην Ιερουσαλήμ όπου δίδαξε για δύο χρόνια (1905-1907) δημοσιεύοντας τις μελέτες του στο περιοδικό «Νέα Σιών». Μετέβη στην Αλεξάνδρεια, όπου ίδρυσε και διηύθυνε για μια δεκαετία τα δύο θεολογικά περιοδικά του πατριαρχείου της Αλεξάνδρειας: «Πάνταινος» καί «Εκκλησιαστικός φάρος». 

Επίσης, ήταν ο πρώτος διευθυντής του περιοδικού «Θεολογία» της Εκκλησίας της Ελλάδας, ενώ διηύθυνε και τα περιοδικά «Εκκλησιαστικὸς Κήρυξ», «Καινή Διδαχή» και «Εκκλησία». Ακόμη, υπήρξε ο επιμελητής των Ηπειρωτικών Χρονικών. Υπήρξε φίλος και συνεργάτης με τον θεολόγο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο (μετ' έπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Α΄) από την περίοδο που σπουδάζαν μαζί στην Ιερουσαλήμ.

Το 1918 διορίστηκε τακτικός καθηγητής της απολογητικής του χριστιανισμού και της εγκυκλοπαίδειας της θεολογίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο Αθηνών καί διευθυντής του θεολογικού περιοδικού «Εκκλησιαστικού κήρυκα» της Αθήνας. Στις πολιτικές ανωμαλίες της εποχής ο διορισμός του ακυρώθηκε το 1920, μέχρι το 1922, οπότε ξανά αποκαταστάθηκε στη θέση του. 

Δίδαξε, επίσης, στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή της οποίας υπήρξε διευθυντής από το 1937 έως το 1940.Το ακαδημαϊκό έτος 1936-1937 διετέλεσε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών οργανώνοντας τις γιορτές της εκατονταετηρίδος και κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής κατά τα ακαδημαϊκά έτη 1924-1925, 1928-1929 και 1932-1933. Αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο το 1946.

Το 1945 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ το 1954 ανέλαβε πρόεδρος της.

Απεβίωσε στις 25 Ιανουαρίου 1956 στην Αθήνα

Συγγραφικό έργο

Έγραψε πολλά και σημαντικά έργα καλύπτοντας πολλούς θεολογικούς κλάδους. Δημοσίευσε 70 σπουδαία βιβλία απολογητικά, ηθικά, αγιογραφικά, πατρολογικά, ιστορικά και πάνω από χίλια μικρότερα δημοσιεύματα, εκκλησιαστικά άρθρα και βιβλιοκρισίες. Σε όσα κείμενα υπέγραφε ως Γιώργος Αγιάσσος, αυτά ήταν γραμμένα στη δημοτική. Επίσης, έγραψε κριτικές για ρωσικά βιβλία στο περιοδικό «Γράμματα». Στην έρευνα του συμπεριλαμβάνονται και οι σύγχρονες μελέτες για κάποια «ξεχασμένα» μέχρι τότε πρόσωπα της θεολογίας, τον Γρηγόριο Παλαμά και τον Μάξιμο τον Γραικό.

συνέχεια στη βικιπαίδεια  https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CF%81%CE%B7%CE%B3

Περικλής Πανταζής Έλληνας ζωγράφος

Περικλής Πανταζής Έλληνας ζωγράφος

Περικλής Πανταζής Έλληνας ζωγράφος

Ο Περικλής Πανταζής, γνωστός εκτός Ελλάδας ως Périclès Pantazis (Αθήνα, 13 Μαρτίου 1849 – Βρυξέλλες, 25 Ιανουαρίου 1884), ήταν ένας από τους πρώτους έλληνες ιμπρεσιονιστές ζωγράφους, που καταξιώθηκε κυρίως στο Βέλγιο.

Ο πατέρας του Πανταζή ήταν δάσκαλος με καταγωγή από την Ήπειρο. Από το 1861 έως το 1871 σπούδασε ζωγραφική στο Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) με δάσκαλο τον Νικηφόρο Λύτρα. Για έναν χρόνο συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου, αλλά κατόπιν έφυγε για την Μασσαλία και το Παρίσι. 

Στο Παρίσι μαθήτευσε κοντά στον Γκουστάβ Κουρμπέ (Gustave Courbet) και τον Αντουάν Σιντρέιγ (Antoine Chintreuil) , ενώ γνώρισε τις σύγχρονες δημιουργίες του Ευγένιου Μπουντέν (Eugène Boudin), του ολλανδού Γιόχαν Μπάρτχολντ Ζόνκιντ (Johan Barthold Jongkind) και των ιμπρεσιονιστών Μανέ, Ντεγκά και Πισαρό.

Το 1873, με μία συστατική επιστολή του Μανέ στην τσέπη, ο Πανταζής εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες. Λέγεται επίσης πως εγκαταστάθηκε στην βελγική πρωτεύουσα με πρόσκληση του πλουσίου έλληνα οινεμπόρου Ιωάννη Οικονόμου (Jean Économou), ο οποίος και παρήγγειλε πολλά έργα στον νέο ζωγράφο. 

Στο Βέλγιο, ο Πανταζής έγινε μέλος του αντιακαδημαϊκού καλλιτεχνικού ομίλου «Circle de la pâte» (σε ελεύθερη μετάφραση «Κύκλος του χρώματος») και συνδέθηκε φιλικά με τον ζωγράφο Γκιγιόμ Βόγκελς (Guillaume Vogels) και τον γλύπτη Ωγκύστ Φιλιππέτ (Auguste Philippette), του οποίου την αδελφή νυμφεύθηκε λίγο καιρό μετά.

Στις Βρυξέλλες, ο Πανταζής κέρδιζε τα προς το ζην δουλεύοντας με τον Βόγκελς για την διακόσμηση σπιτιών, μια τέχνη που ήταν της μόδας την εποχή εκείνη. Όμως γρήγορα έγινε γνωστός για το ζωγραφικό του ταλέντο και έτσι εγκατέλειψε τη διακόσμηση για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην ζωγραφική. Το 1878 εκπροσώπησε με έργα του την Ελλάδα στην Διεθνή Έκθεση του Παρισιού και έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Δυστυχώς, υπέφερε για πολλά χρόνια από φυματίωση και πέθανε πριν καλά-καλά κλείσει τα 35 του χρόνια.

Ο Πανταζής ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους έλληνες ζωγράφους της εποχής του, μιας και είναι ο πρώτος που ξέφυγε από τον ακαδημαϊσμό της Σχολής του Μονάχου και που εντάχθηκε στο ανατρεπτικό για την εποχή του κίνημα του ιμπρεσιονισμού.

Σήμερα θεωρείται ο θεμελιωτής του βελγικού ιμπρεσιονισμού, μαζί με τον φίλο και συνάδελφό του Γκιγιόμ Βόγκελς. Οι δύο τους ίδρυσαν το 1883 την «Ομάδα των Είκοσι» («Les XX») , οι οποίοι τίμησαν τον Πανταζή με αναδρομική έκθεση λίγο καιρό μετά τον θάνατό του.

Τα έργα του — τοπιογραφίες και ολόσωμα πορτραίτα — ξεχωρίζουν για τα ευαίσθητα χρώματα και τις θαυμάσιες φωτοσκιάσεις. Έχει γραφτεί πως «αν δεν πέθαινε νέος και σε ξένη γη, η πρωτοποριακή του επίδραση στην νεοελληνική ζωγραφική θα μπορούσε να ήταν αποφασιστική» (Α. Σ. Ιωάννου, Η ελληνική ζωγραφική, 19ος αι., Εκδ. Οίκος Μέλισσα, Αθήνα 1972). 

συνέχεια στη βικιπαίδεια https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE

Άβα Γκάρντνερ Αμερικανίδα ηθοποιός

Άβα Γκάρντνερ Αμερικανίδα ηθοποιός

Άβα Γκάρντνερ Αμερικανίδα ηθοποιός

Άβα Λαβίνια Γκάρντνερ (αγγλικά: Ava Lavinia Gardner, 24 Δεκεμβρίου 1922 – 25 Ιανουαρίου 1990) ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της έλαβε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ, ενώ θεωρείται από πολλούς μια από τις ομορφότερες παρουσίες που πέρασαν ποτέ από τη μεγάλη οθόνη. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει 25η στη λίστα με τις 25 λαμπρότερες σταρ της ιστορίας του σινεμά.


Βιογραφία
Πρώτα βήματα


Η Άβα Γκάρντνερ γεννήθηκε την παραμονή των Χριστουγέννων του 1922 στην Γκραμπτάουν της Βόρειας Καρολίνας. Ήταν το μικρότερο από τα επτά παιδιά της Μαίρη Ελίζαμπεθ και του Τζόνας Γκάρντνερ, αγροτών που εκμεταλλεύονταν μια φυτεία καπνού. 

Όταν τα παιδιά ήταν ακόμη μικρά, η οικογένεια έχασε την περιουσία της, οπότε οι δύο γονείς άλλαξαν μια σειρά από επαγγέλματα σε διάφορες πόλεις της Βόρειας Καρολίνας. Η Άβα πραγματοποίησε τις σπουδές της στο Χριστιανικό Κολλέγιο του Ατλάντικ Σίτυ, στην πόλη Γουίλσον της Βόρειας Καρολίνας και αργότερα παρακολούθησε μαθήματα δακτυλογράφησης και στενογραφίας. Έχασε τον πατέρα της το 1938 από βρογχίτιδα.

Κατά τη διάρκεια της νεανικής της ηλικίας έκανε μερικές επισκέψεις στη Νέα Υόρκη, στο σπίτι της μεγαλύτερης αδερφής της Μπέα, με το παρατσούκλι Μπάπι, η οποία ήταν παντρεμένη με έναν επαγγελματία φωτογράφο, το Λάρρυ Ταρρ. Εντυπωσιασμένος από την ομορφιά του νεαρού κοριτσιού, που ήταν πλέον 17 χρονών, της τράβηξε μερικές φωτογραφίες και τις εξέθεσε στις βιτρίνες του φωτογραφικού του στούντιο. Εκεί την πρόσεξε ένας υπάλληλος της εταιρίας MGM και πρότεινε στο Λάρρυ να τις στείλει στο κινηματογραφικό στούντιο. 

Ο Μάρβιν Σχενκ, που αναλάμβανε τα νεαρά ταλέντα της MGM, ανακάλυψε τις φωτογραφίες, επικοινώνησε μαζί της και της έκανε δοκιμαστικό. Το 1941, υπέγραψε ένα συμβόλαιο επτά ετών με την MGM για πενήντα δολάρια την εβδομάδα. Έτσι αναχώρησε μαζί με την αδερφή της για το Χόλλυγουντ.

Όντας σε μειονεκτική θέση εξαιτίας της έντονης ντοπιολαλιάς της, η Άβα έπρεπε για αρχή να μετριάσει τις προσδοκίες της ποζάροντας για pin-up φωτογραφήσεις και λαμβάνοντας μικρούς ρόλους από τους οποίους και έμαθε το επάγγελμά της. Μάλιστα το όνομά της δεν αναφερόταν καν στους τίτλους των 14 πρώτων ταινιών που γύρισε κατά την περίοδο 1941 έως 1943. Το όνομά της εμφανίστηκε για πρώτη φορά στους τίτλους της ταινίας «Three Men in White» το 1944. Ταυτόχρονα παρακολούθησε μαθήματα ορθοφωνίας και απαγγελίας για να απαλλαγεί και από την προφορά της Βόρειας Καρολίνας, καθώς και μαθήματα υποκριτικής τέχνης.

 
Πρώτοι έρωτες

Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, συνάντησε στα πλατώ της MGM, το νεαρό ηθοποιό Μίκι Ρούνεϊ, ο οποίος σημείωνε μεγάλη επιτυχία μέσω της σειράς ταινιών «Άντυ Χάρντυ». Ο πρωταθλητής των Box Office της γνώρισε όλο το Χόλλυγουντ και δεν την εγκατέλειψε. Έτσι βγήκε από τη σκιά όταν νυμφεύτηκε το Ρούνεϊ, με τη συγκατάθεση του Λούις Μπ. Μάγιερ, μεγάλου αφεντικού της MGM. Ο γάμος, οργανωμένος απλά από το ίδιο το στούντιο, έλαβε χώρα στις 10 Ιανουαρίου 1942 στο Μπαλάρντ της Καλιφόρνια. «Επειδή οι άνθρωποι αναρωτιούνται συχνά αν το γεγονός ότι ήμουν παντρεμένη με το Μίκι με βοήθησε να πετύχω την πρώτη μου σειρά μεγάλων ρόλων, οφείλω στην αλήθεια να πω ότι το να είσαι η κυρία Μίκι Ρούνεϊ στην πόλη δεν βοήθησε καθόλου στο να εκτοξευτώ στον ουρανό με τ’ άστρα. Ποτέ ο Μίκι δεν προσπάθησε να με κάνει ηθοποιό, δεν μου έμαθε ποτέ τίποτε, ποτέ δεν μου εξασφάλισε τον παραμικρό ρόλο». Ο γάμος είχε διάρκεια 16 μηνών.

Ακολούθως, συνάντησε τον πολυεκατομμυριούχο Χάουαρντ Χιουζ, ο οποίος την πολιορκούσε ερωτικά και την καταδίωκε με τις εμμονές του για πολλά χρόνια. Έφτασε μέχρι το σημείο να βάζει αστυνομικούς να την ακολουθούν ή να τις βάζει κοριούς. Η Άβα δεν ανησύχησε στο ελάχιστο από αυτή τη στενή παρακολούθηση, αλλά εξακολούθησε να αρνείται ευγενικά τις προσεγγίσεις του και τις προτάσεις για γάμο, διατηρώντας τα φιλικά της αισθήματα.

Μετά από λίγο καιρό, πραγματοποίησε δεύτερο γάμο με το μουσικό Άρτι Σω το 1945, αλλά και αυτός ο γάμος στέφθηκε με αποτυχία. Το ζεύγος χώρισε ένα χρόνο μετά. 


Η γέννηση της Αφροδίτης

Η Άβα Γκάρντνερ και ο Μπαρτ Λάνκαστερ σε σκηνή από την ταινία «Οι Δολοφόνοι» (1946).

Τα φιλμ χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον συνεχίζονταν μα η τύχη χαμογέλασε στην ηθοποιό το 1946, όταν εξασφάλισε τον πρώτο της μεγάλο ρόλο στο πλευρό του Τζωρτζ Ραφτ, στην ταινία «Whistle Stop». Ωστόσο η πεταλούδα βγήκε από το κουκούλι της με την ταινία «Οι Δολοφόνοι», η οποία βασιζόταν στο ομώνυμο έργου του συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Χάρις σε αυτό το φιλμ νουάρ του Ρόμπερτ Σιόντμακ δημιούργησε την περσόνα της femme fatal, εξαπατώντας το Μπαρτ Λάνκαστερ για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη. «Πολλοί άνθρωποι μου είπαν έπειτα πως η εικόνα και η καριέρα μου σαν σταρ σκιαγραφήθηκαν στους «Δολοφόνους», όπου επιβλήθηκα ως θανάσιμη σειρήνα με κουνάμενους γοφούς και ιλιγγιώδες ντεκολτέ, ικανή να βάλει φωτιά στον πλανήτη παραμένοντας ακουμπισμένη σε ένα πιάνο». Αυτός ήταν ο πρώτος ρόλος για τον οποίο κέρδισε εγκωμιαστικές κριτικές από τους κριτικούς.

Εντούτοις, η καριέρα της ξεκινούσε με εμπόδια. Πολύ σύντομα, το όνομά της έγινε συνώνυμο του σεξαπίλ: λίγο ενδιέφερε αν έπαιζε καλά ή όχι, η παρουσία της ήταν αρκετή. Η MGM είχε μεγάλα κέρδη από την επιτυχία της Άβα, δανείζοντάς την και σε άλλες κινηματογραφικές εταιρίες. Έπαιξε και με το είδωλο της νεανικής της ηλικίας, τον Κλαρκ Γκέιμπλ, ο οποίος επέμεινε προσωπικά να την έχει παρτενέρ στην ταινία «The Hucksters». Για την Universal Pictures, ενσάρκωσε τη θεά του έρωτα, την Αφροδίτη, στην ταινία «One Touch of Venus». Για τις ανάγκες της συγκεκριμένης ταινίας, δημιουργήθηκε ένα άγαλμα της θεάς, με τη μορφή της Άβας. Η λογοκρισία του στούντιο το έκρινε εξαιρετικά τολμηρό και το επέστρεψε στο γλύπτη με την παραγγελία να φτιάξει κάτι σεμνότερο. Ακολουθούν κάποιες μικρότερης σημασίας ταινίες, όπου η ηθοποιός έπαιξε στο πλευρό των Ρόμπερτ Τέιλορ, Τσαρλς Λότον, Γκρέγκορι Πεκ, Μπάρμαρα Στάνγουικ και Ρόμπερτ Μίτσαμ.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, ο Χάουαρντ Χιουζ εξακολουθούσε να πολιορκεί την Άβα, ωστόσο εκείνη συνδέθηκε με άλλους άνδρες όπως ο Χάουαρντ Νταφ και ο Ρόμπερτ Τέιλορ. Πρόκειται για την εποχή που η ηθοποιός ερωτεύτηκε το Φρανκ Σινάτρα, ο οποίος ήταν ακόμη παντρεμένος με την πρώτη του σύζυγο, Νάνσυ. Οι δύο τους έζησαν μια θυελλώδη σχέση, η οποία τροφοδότησε για χρόνια το σκανδαλοθηρικό Τύπο με υλικό. Κουρασμένοι και οι δύο από αμοιβαία κρούσματα ζήλιας, κατέφευγαν σε βίαια ξεσπάσματα. Όταν η σχέση τους έγινε επίσημα γνωστή, ο Τύπος οργίασε, η Άβα πήρε τον τίτλο εκείνης που κλείνει σπίτια, οι καθολικοί ιερείς της έστελναν επιστολές με αφορισμούς και διάφορες συντηρητικές οργανώσεις απειλούσαν τα έργα της με μποϊκοτάζ. Τελικά, η Νάνσυ Σινάτρα πήρε διαζύγιο με το σύζυγό της, κι έτσι η Άβα και ο Φρανκ παντρεύτηκαν στις 7 Νοεμβρίου 1951. 


Από την Πανδώρα στην Κόμισσα

Η Γκάρντνερ στο τρέιλερ της ταινίας Η Ξυπόλητη Κόμισσα

Μετά από δύο χρόνια απουσίας, έφτασε η στιγμή για τους σημαντικούς ρόλους. Μια ταινία θα ενώσει το μύθο της Αφροδίτης με έναν άλλο επίσης δημοφιλή, αυτό του Ιπτάμενου Ολλανδού που ταξιδεύει στην αιωνιότητα με ένα πλοίο φάντασμα. Πρόκειται για την αλληγορική ταινία Η Πανδόρα και ο ιπτάμενος Ολλανδός (Pandora and the Flying Dutchman), η οποία γυρίστηκε το 1951. Πρόκειται για την πρώτη έγχρωμη ταινία με πρωταγωνίστρια την ηθοποιό. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ανακάλυψε για πρώτη φορά την Ευρώπη και ιδιαίτερα δύο χώρες που συνδέθηκαν ιδιαίτερα με τη ζωή και την καριέρα της: την Αγγλία και την Ισπανία. Ενθουσιασμένη από τη δεύτερη, εγκαταστάθηκε εκεί για πολλά χρόνια, ξεκινώντας από το Δεκέμβριο του 1955.

Η Άβα Γκάρντνερ έχει πλέον τον αέρα στα πανιά της και η MGM εκδίδει φωτογραφίες της με ρυθμό 3.000 την εβδομάδα. Ο Τζωρτζ Σίδνεϋ την επιλέγει για το ρόλο της Τζούλι Λαβέρν στη μουσική ταινία «Show Boat». Η ηθοποιός τραγούδησε η ίδια, ωστόσο η φωνή της τελικά ντουμπλαρίστηκε κατά την έξοδο της ταινίας στις αίθουσες. Η επόμενη ταινία της, «Τα Χιόνια του Κιλιμάντζαρο», της εξασφαλίζει τη διεθνή αναγνώριση. Αποτέλεσε την ιδανική ηρωίδα των μυθιστορημάτων του Χέμινγουεϊ, τον οποίο γνώρισε προσωπικά στα τα γυρίσματα των «Δολοφόνων» και με τον οποίο απέκτησε φιλία καιρό αργότερα. Συνολικά γύρισε τρεις ταινίες που βασίστηκαν σε δικά του έργα, τους «Δολοφόνους», «Τα Χιόνια του Κιλιμάντζαρο» και «Ο ήλιος ανατέλλει ξανά».

Το 1951 συμμετείχε σε τρεις ταινίες, οι οποίες γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Το πρώτο ήταν ένα έργο εμπνευσμένο από την εποχή των ιπποτών, και το οποίο αποτέλεσε το μοντέλο για κατοπινά φιλμ ανάλογης θεματολογίας, με τίτλο «Οι Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης». Τα γυρίσματα έγιναν στο Λονδίνο και συμπρωταγωνιστής της ήταν ο Ρόμπερτ Τέιλορ. Πρόκειται για το πρώτο φιλμ που η MGM γύρισε σε σινεμασκόπ. Συνάντησε και πάλι τον Τέιλορ την ίδια χρονιά, στα γυρίσματα της ταινίας «Ride, Vaquero!», ένα γουέστερν.

Ακολουθεί η ταινία σταθμός «Μογκάμπο» (Mogambo, 1953), ριμέικ της ταινίας του 1932 «Μια γυναίκα πειρασμός» (Red Dust), όπου η Άβα πήρε τη σκυτάλη από τη Τζιν Χάρλοου, έχοντας στο πλευρό της τον Κλαρκ Γκέιμπλ, ο οποίος πρωταγωνιστούσε και στην πρωτότυπη ταινία. Σκηνοθετημένη από το Τζον Φορντ, αυτή η πανάκριβη παραγωγή γυρίστηκε σε φυσικά τοπία της Αφρικής και έδωσε ακόμη μεγαλύτερο κύρος στην Άβα, καθώς έλαβε για την ερμηνεία της την πρώτη και μοναδική της υποψηφιότητα για Όσκαρ.

Ωστόσο ο ωραιότερος ρόλος της δεν είχε ακόμη έρθει. Ο Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς, σκηνοθέτης των δύο Όσκαρ, την πείθει, παρά τις ενστάσεις της MGM, να υποδυθεί τη Μαρία Βάργας στην «Η Ξυπόλητη Κόμισσα». Όταν κυκλοφόρησαν οι φήμες για τα γυρίσματα της ταινίας οι μεγαλύτερες σταρ της εποχής διεκδίκησαν το ρόλο της κοπέλας αυτής, που έμοιαζε αλλόκοτα με τη Ρίτα Χέιγουορθ (η ίδια αρνήθηκε να την υποδυθεί): η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, η Τζένιφερ Τζόουνς, η Λίντα Νταρνέλ, η Υβόν Ντε Κάρλο, η Τζοάν Κόλλινς περιλαμβάνονται στη μακρά λίστα. Ωστόσο ο Μάνκιεβιτς δεν ήθελε καμία άλλη παρά την Άβα Γκάρντνερ κι έτσι η MGM συμφώνησε να τη δανείσει, μα για ένα αστρονομικό ποσό. Η ξυπόλυτη κόμισσα είναι επίσης η ιστορία της ίδιας της Γκάρντνερ: η ταπεινή καταγωγή, η απότομη άνοδος, η ψυχοσύνθεση, η απομάκρυνση λίγο λίγο από το επάγγελμα της ηθοποιού και οι παραισθήσεις/απογοητεύσεις σχετικά με το τι είναι πραγματικά ευτυχία. Η αριστουργηματική αυτή ταινία παραμένει το απόγειο της καριέρας της. 

περισσότερα   https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%86%CE%B2%CE%B1_%CE%93%CE%BA

Ειρήνη Κουμαριανού Ελληνίδα ηθοποιός

Ειρήνη Κουμαριανού Ελληνίδα ηθοποιός


Η Ειρήνη Κουμαριανού (1931 - 2013) ήταν Ελληνίδα ηθοποιός.


Βιογραφία

Γεννήθηκε το 1931 στο Γαλάτσι. Υπήρξε μαθήτρια του Ελληνικού Ωδείου και μία από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες του ελληνικού θεάτρου. Η καριέρα της ξεκίνησε το 1951, πρωταγωνιστώντας σε αρκετές παραστάσεις κυρίως του Εθνικού Θεάτρου ενώ συμμετείχε σε πολλές αρχαίες τραγωδίες, κυρίως της Επιδαύρου. Τηλεοπτικά έχουν αγαπηθεί πολλές δουλειές της.

Είχε συμμετάσχει σε ταινίες με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, την Τζένη Καρέζη, τη Ρένα Βλαχοπούλου κ.ά. και έχει στο ενεργητικό της 40 ταινίες, μεταξύ των οποίων τις: "Ιστορία μιας ζωής", "Κορίτσια για φίλημα" (1965), "Δάκρυα για την Ηλέκτρα" (1966), "Πολύ αργά για δάκρυα", "Καπετάν φάντης μπαστούνι" (1968), "Η νεράιδα και το παλικάρι" (1969), "Η αρχόντισσα και ο αλήτης", "Κρίμα το μπόι σου" (1970), "Ο κατεργάρης", "Η εφοπλιστίνα" (1971), "Η Μαρία της σιωπής", "Στον αστερισμό της παρθένου" (1973), ενώ κατέγραψε και συμμετοχές στο ραδιοφωνικό "Θέατρο της Δευτέρας".

Στην τηλεόραση είχε εμφανιστεί σε σειρές όπως "Αναστασία" (1994), "Ο Πρίγκηπας" (1996), "Προδοσία" (1996), "Σαν αδελφές" (ΕΤ1 - 1998), "Alma libre" (2001) και "Σ' αγαπώ μ' αγαπάς", ενώ το 2004 είχε ένα μικρό ρόλο στις "Σαββατογεννημένες" του Γιώργου Καπουτζίδη.

Αυτό συνετέλεσε στην επιλογή της τον επόμενο χρόνο (2005) για τη σειρά "Στο Παρά 5" του ίδιου σεναριογράφου, που σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Συμπρωταγωνίστησε με τη φίλη της Έφη Παπαθεοδώρου, με την οποία επίσης από κοινού συμμετείχαν στην Ελληνοαμερικανική ταινία "Όπα!".

Από τον Φεβρουάριο του 2007 συμμετείχε στην θεατρική παράσταση "Μάρτυρας κατηγορίας" της Αγκάθα Κρίστι με την Κάτια Δανδουλάκη, τον Δάνη Κατρανίδη, τον Κώστα Σπυρόπουλο, τον Απόστολο Τσακπίνη, τον Δημήτρη Λιτσικάκη κ.ά.


Θάνατος

Πέθανε στις 25 Ιανουαρίου 2013 σε ηλικία 82 ετών. Τις τελευταίες μέρες νοσηλευόταν στον Ευαγγελισμό με καρδιακά προβλήματα. Σε συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Γαλατσίου τον Νοέμβριο του 2016, δόθηκε το όνομά της σε πλατεία στη συμβολή των οδών Μαραθώνος και Κουρτίου (πλατεία Ειρήνης Κουμαριανού). 

βικιπαίδεια. https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%B9%CF%81%CE%AE%CE%BD

Τζον Χερτ Άγγλος ηθοποιός


Τζον Χερτ Άγγλος ηθοποιός


Ο Σερ Τζον Βίνσεντ Χερτ (αγγλικά: John Vincent Hurt, 22 Ιανουαρίου 1940 - 25 Ιανουαρίου 2017) ήταν Άγγλος ηθοποιός. 

Η σταδιοδρομία του Χερτ καλύπτει έξι δεκαετίες, όμως, αρχικά έγινε γνωστός για τον δευτερεύοντα ρόλο του ως Ριχάρδου Ριτς στο Ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές το 1966. Από τότε έχει πρωταγωνιστήσει σε πολλές γνωστές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές όπως, ως Κούειντιν Κρισπ στο The Naked Civil Servant (1975), ως Τζόζεφ Μέρικ στο Άνθρωπος ελέφαντας (1980), στο 1984 (1984), στο The Hit (1984) και στο Σκάνδαλο (Scandal, 1989). Επίσης, στις τηλεοπτικές σειρές, είναι γνωστός ως Καλιγούλας στο Εγώ, ο Κλαύδιος (1976), ως War Doctor στο Doctor Who, στην 50ή επέτειο, στο επεισόδιο The Day of the Doctor.

Άλλες γνωστές συμμετοχές πέρα από πρωταγωνιστικούς ρόλους του Χερτ θεωρούνται: το δράμα Εξπρές του μεσονυχτίου του 1978 η ταινία επιστημονικής φαντασίας Άλιεν (1979), η ταινία περιπέτειας Ρομπ Ρόι του (1995), το πολιτικό θρίλερ V for Vendetta (2006), η περιπέτεια φαντασίας Ο Ιντιάνα Τζόουνς και το βασίλειο του κρυστάλλινου κρανίου (2008), το Χάρι Πότερ (2001-11), το Hellboy (2004 και 2008) και η ταινία περί κατασκοπείας στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι (2011). Το τέλος του χαρακτήρα του που υποδύθηκε στην ταινία Alien έχει θεωρηθεί από πολλούς ως μία από τις πιο αξέχαστες σκηνές, στην ιστορία του κινηματογράφου.

Στο ευρύ κοινό, αναγνωρίσιμη πλέον θεωρείται και η φωνή του, την οποία έχει δανείσει σε πολλές ταινίες κινουμένων σχεδίων και αφηγήσεις, όπως: στο Watership Down (1978), στο Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών (1978), στο Μαύρο καζάνι (1985) στο Dogville, αλλά και στη σειρά του BBC Μέρλιν.

Μεταξύ άλλων διακρίσεων έχει προταθεί για Όσκαρ δύο φορές, μία φορά για Χρυσή Σφαίρα, ενώ από την άλλη έχει πάρει τέσσερα BAFTA, με το τελευταίο να είναι μεγάλο επίτευγμα, ενώ να αναγνωρίζεται και η συνολική προσφορά του στον βρετανικό κινηματογράφο. Ο σερ Τζον Χερτ πέθανε από επιπλοκές του καρκίνου στο πάγκρεας σε ηλικία 77 ετών 

συνέχεια στη βικιπαίδεια  https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CE%B6%CE%BF%CE%BD_%CE%A7%CE%B5%CF%81%CF%84

Μουσουρικά - 25/1/1847

Κωστάκης Μουσούρος Μπέης

Ως Μουσουρικά έμειναν γνωστά τα διπλωματικά επεισόδια της περιόδου 1847-1848 μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.


Στις 25 Ιανουαρίου 1847 ο Κωνσταντίνος Μουσούρος, πρέσβης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Αθήνα, επί Σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄, αρνήθηκε να χορηγήσει διαβατήριο στον υπασπιστή του Βασιλέως Όθωνα, Τσάμη Καρατάσο, με την αιτιολογία ότι είχε συμμετάσχει στο κίνημα της Mακεδονίας. Δύο μέρες αργότερα σε δεξίωση που γινόταν στα ανάκτορα ο Όθων προσέβαλλε τον Τούρκο πρέσβη λέγοντάς του στα γαλλικά «Νομίζω, κύριε, ότι ο βασιλιάς της Ελλάδος άξιζε περισσότερο σεβασμό», και απέστρεψε στη συνέχεια το πρόσωπό του. Κατόπιν υπόδειξης του Άγγλου πρέσβη Λάιονς, που καιροφυλακτούσε για επεισόδιο σε βάρος του Όθωνα, ο Μουσούρος αποχώρησε από την δεξίωση.

Ο Τούρκος υπουργός των εξωτερικών απαίτησε με τελεσίγραφο την δημόσια συγγνώμη του πρωθυπουργού της Ελλάδας Ι. Κωλέττη προς τον πρέσβη τους, κάτι που φυσικά δεν έγινε δεκτό από την ελληνική κυβέρνηση. Η απόρριψή του προκάλεσε την αναχώρηση του Mουσούρου από τον Πειραιά στις 3 Φεβρουαρίου και στη συνέχεια την ανάκληση, στις 30 Μαρτίου του Έλληνα πρεσβευτή στην Πύλη Eμμανουήλ Aργυρόπουλου. Τον Αύγουστο του 1847 η Πύλη προχώρησε στην καθολική διακοπή των επίσημων σχέσεών της με το ελληνικό κράτος και στην ανάκληση των διαπιστευτηρίων των ελλήνων προξένων.

Τελικά το επεισόδιο έληξε μετά από παρέμβαση του Αυτοκράτορα της Ρωσίας Νικολάου του Α΄ και του Κλέμενς φον Μέττερνιχ για κατευνασμό της Υψηλής Πύλης και με την αποστολή "απολογητικής επιστολής" της ελληνικής κυβέρνησης προς το τουρκικό υπουργείο εξωτερικών και την επιστροφή του Μουσούρου στην Αθήνα στις 8 Φεβρουαρίου 1848. Βέβαια οι σχέσεις των δυο χωρών δεν βελτιώθηκαν αφού στις 23 Απριλίου του ίδιου έτους πραγματοποιήθηκε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Μουσούρου, όπου τραυματίσθηκε ελαφρά ενώ στη συνέχεια δημιουργήθηκε νέα κρίση σχετικά με την έκδοση του δράστη. Τελικά και η νέα αυτή τροπή έληξε όταν η Υψηλή Πύλη μετέθεσε τον Κ. Μουσούρο στο Λονδίνο.

Σήμερα 25/1... Γρηγορίου του Θεολόγου, Αγίας Μαργαρίτας

Χειμώνας
Χειμώνας

Γρηγορίου του Θεολόγου, Αγίας Μαργαρίτας

Χρόνια Πολλά!!!

Γρηγόρης, Γρηγόριος, Γόλης, Γρηγορία
Μαργαρίτης, Μαργαρίτα  
 

(φ. Μ. Κυμάκη)  για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει με φακό

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες