Τετάρτη, Απριλίου 06, 2022

6 Απριλίου 1896



6 Απριλίου 1896 .. Έναρξη των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι αθλητική διοργάνωση πολλών αγωνισμάτων που γίνεται κάθε τέσσερα χρόνια. Η καταγωγή των αγώνων είναι η Αρχαία Ελλάδα, και έχουν αναβιωθεί από τον Γάλλο βαρώνο Πιέρ ντε Κουμπερτέν στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι Αγώνες της Ολυμπιάδας, γνωστοί και ως Θερινοί Ολυμπιακοί, τελούνται κάθε τέσσερα χρόνια από το 1896 και μετά, με εξαίρεση τις χρονιές κατά τη διάρκεια των Παγκόσμιων πολέμων. Το 1924 άρχισαν ειδικοί Ολυμπιακοί Αγώνες, οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί, για χειμερινά αθλήματα. Από το 1994 οι χειμερινοί αγώνες δεν γίνονται πια την ίδια χρονιά με τους Θερινούς Ολυμπιακούς.

Ο πρώτος καταγεγραμμένος εορτασμός των Ολυμπιακών Αγώνων στην αρχαιότητα ήταν στην Ολυμπία, το 776 π.Χ. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι αυτή δεν ήταν και η πρώτη φορά που γίνονταν οι Αγώνες. Τότε οι Αγώνες ήταν μόνο τοπικοί και διεξαγόταν μόνο ένα αγώνισμα, η κούρσα του [[Στάδιο (άθλημα) |σταδίου].

Από το 776 π.Χ. και μετά οι Αγώνες, σιγά-σιγά, έγιναν πιο σημαντικοί σε ολόκληρη την αρχαία Ελλάδα φτάνοντας στο απόγειο τους κατά τον πέμπτο και έκτο αιώνα π.Χ. Οι Ολυμπιακοί είχαν επίσης θρησκευτική σημασία αφού γίνονταν προς τιμή του θεού Δία, του οποίου το τεράστιο άγαλμα στεκόταν στην Ολυμπία. Ο αριθμός των αγωνισμάτων έγινε είκοσι και ο εορτασμός γινόταν στην διάρκεια μερικών ημερών. Οι νικητές των αγώνων θαυμάζονταν και γίνονταν αθάνατοι μέσα από ποιήματα και αγάλματα. Το έπαθλο για τους νικητές ήταν ένα στεφάνι από κλαδιά ελιάς.

Οι Αγώνες σιγά σιγά έχασαν την σημασία τους όταν οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την Ελλάδα και όταν ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι Ολυμπιακοί θεωρούνταν πια σαν μία παγανιστική γιορτή, και το 393 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος απαγόρευσε την διεξαγωγή τους. Με αυτό τον τρόπο τελείωσε μια περίοδος χιλίων χρόνων κατά την οποία οι Ολυμπιακοί διεξάγονταν συνέχεια κάθε τέσσερα χρόνια

Είναι γνωστό ότι κατά τον 17ο αιώνα γινόταν κάποια γιορτή η οποία έφερε το όνομα "Ολυμπιακοί αγώνες" στην Αγγλία. Παρόμοιες εκδηλώσεις ακολούθησαν στους επόμενους αιώνες στην Γαλλία και Ελλάδα οι οποίες όμως ήταν μικρής έκτασης και σίγουρα όχι διεθνείς. Το ενδιαφέρον για τους Ολυμπιακούς μεγάλωσε όταν ανακαλύφθηκαν τα ερείπια της αρχαίας Ολυμπίας από Γερμανούς αρχαιολόγους στα μέσα του 19ου αιώνα.

Ο Εδεσσαίος λόγιος Μηνάς Μηνωίδης, που τότε δίδασκε την αρχαία ελληνική γλώσσα σε πανεπιστήμιο του Παρισίου, μετέφρασε και δημοσίευσε στη γαλλική το "Γυμναστικό" του Φιλόστρατου (1858), και τη συνόδευσε με κείμενό του, περί της ανάγκης αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων

Λίγο αργότερα, ο βαρώνος Πιέρ ντε Κουμπερτέν, ο οποίος ήταν Γενικός Γραμματέας των γαλλικών αθλητικών σωματείων, προσπαθούσε να δικαιολογήσει την ήττα των Γάλλων στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο (1870-1871). Πίστευε ότι ο λόγος της ήττας ήταν επειδή οι Γάλλοι δεν είχαν αρκετή φυσική διαπαιδαγώγηση και ήθελε να την βελτιώσει. Ο Κουμπερτέν ήθελε επίσης να ενώσει της εθνότητες και να φέρει μαζί την νεολαία με τον αθλητισμό παρά να γίνονται πόλεμοι. Πίστευε ότι η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων θα πετύχαινε και τους δύο πιο πάνω σκοπούς του.

Σε ένα συνέδριο στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι που έγινε από τις 16 μέχρι τις 23 Ιουνίου, το 1894 παρουσίασε τις ιδεές του σε ένα διεθνές ακροατήριο. Την τελευταία μέρα του συνεδρίου αποφασίστηκε να διεξαχθούν οι πρώτοι μοντέρνοι Ολυμπιακοί αγώνες το 1896 στην Αθήνα, την πόλη και την χώρα που τους γέννησε. Έτσι γεννήθηκε η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ) για να διοργανώσει τους Αγώνες με πρώτο πρόεδρο τον Έλληνα Δημήτριο Βικέλα, γενικό γραμματέα τον βαρώνο Πιέρ ντε Κουμπερντέν και μέλη προσωπικότητες από διάφορα κράτη.

Οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Αν και οι αθλητές που πήραν μέρος δεν ξεπερνούσαν τους 250, ήταν η μεγαλύτερη αθλητική διοργάνωση που έγινε ποτέ. Οι Έλληνες αξιωματούχοι και το κοινό ήταν ενθουσιασμένοι και ζήτησαν να έχουν το μονοπώλιο των αγώνων. Η ΔΟΕ όμως αποφάσισε διαφορετικά και οι δεύτεροι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν το 1900 στο Παρίσι (Γαλλία)
Μετά, όμως από την αρχική επιτυχία, οι Ολυμπιακοί είχαν σοβαρά προβλήματα. Στους εορτασμούς στο Παρίσι (1900) και στο Σεντ Λούις (1904) οι αγώνες επισκιάστηκαν από τις διεθνείς εκθέσεις στις οποίες είχαν περιληφθεί. Οι επόμενοι Μεσολυμπιακοί Αγώνες έγιναν το 1906 για να γιορτάσουν τα δέκατα γενέθλια των αγώνων. Αν και είχαν διοργανωθεί από την ΔΟΕ, μια μετέπειτα απόφαση της κήρυξε ότι δεν ήταν επίσημοι Ολυμπιακοί αγώνες. Οι αγώνες του 1906 όμως ξανά προσέλκυσαν ένα μεγάλο αριθμό από παγκόσμιες συμμετοχές. Το 1904 το 80% των συμμετοχών ήταν Αμερικάνοι αθλητές και σηματοδοτούν την αρχή της ανάπτυξης των αγώνων σε δημοσιότητα και μέγεθος.

Όταν εγκαθιδρύθηκε η ΔΟΕ, ένα από τα αγωνίσματα που προτάθηκαν για το πρόγραμμα αγώνων ήταν η πατινάζ ταχύτητας. Όμως το αγώνισμα αυτό δεν διεξήχθη μέχρι τους Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 1908 στο Λονδίνο, στους οποίους διεξήχθησαν τέσσερα αγωνίσματα καλλιτεχνικού πατινάζ. Η ιδέα για την οργάνωση ξεχωριστών Ολυμπιακών αγώνων για χειμερινά αγωνίσματα προτάθηκε αλλά απορρίφθηκε από Σκανδιναβικές χώρες που προτιμούσαν την δική τους διοργάνωση Νορβηγικοί Αγώνες. Όμως, χειμερινά αγωνίσματα ήταν στο πρόγραμμα των αγώνων του 1916 που ακυρώθηκαν, και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1920.

Για το 1924 αποφασίσθηκε να οργανωθεί μια "Διεθνής εβδομάδα χειμερινών αγώνων" (Semaine des Sports d'Hiver) στο Σαμονί της Γαλλίας υπό την προστασία της ΔΟΕ, και σε συνδυασμό με τους Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 1924 στο Παρίσι. Αυτή η "Εβδομάδα" είχε μεγάλη επιτυχία και το 1925 η ΔΟΕ αποφάσισε να δημιουργήσει ξεχωριστή διοργάνωση για Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες η οποία δεν θα συνδέεται με τους Θερινούς Αγώνες. Η διοργάνωση του 1924 χαρακτηρίστηκε, αργότερα στην συνάντηση της ΔΟΕ το 1926, ως οι πρώτοι Χειμερινοί Ολυμπιακοί.

Όλα τα αθλήματα στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς διεξάγονται πάνω σε πάγο ή χιόνι όπως επιβάλλει το καταστατικό των Ολυμπιακών, το σύνταγμα της ΔΟΕ. Ο αριθμός των αθλητών σε χειμερινούς Ολυμπιακούς είναι κατά πολύ μικρότερος από αυτό των θερινών. Στο Σολτ Λέικ Σίτι 2,400 αθλητές αγωνίστηκαν στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του 2002 σε 78 αγωνίσματα.

Μέχρι το 1992, οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί αγώνες διεξάγονταν την ίδια χρονιά με τους Θερινούς αγώνες. ΤΟ 1986 η ΔΟΕ αποφάσισε οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί να γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια αλλά δύο χρόνια μετά τους Θερινούς. Έτσι οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του 1994 έγιναν δύο χρόνια μόνο μετά τους προηγούμενους.
http://el.wikipedia.org/wiki/Ολυμπιακοί_Αγώνες

Νικολής Αποστόλης (Ψαρά, 1770 - Αίγινα, 6 Απριλίου 1827)

 

Ο Νικολής Αποστόλης (Ψαρά, 1770 - Αίγινα, 6 Απριλίου 1827) ήταν Έλληνας αγωνιστής και αρχηγός του στόλου των Ψαριανών κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ήταν ένας από τους επικεφαλής των Ελληνικών δυνάμεων στην Ναυμαχία του Γέροντα μαζί με τους Ανδρέα Μιαούλη και Γεώργιο Σαχτούρη. Η Ελληνική πολιτεία τον τίμησε μετά θάνατον για την συνολική του προσφορά στην Επανάσταση, με τον βαθμό του Ναυάρχου.
Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στα Ψαρά το 1770, το πραγματικό του επώνυμο ήταν "Καλημέρης" αλλά ο ίδιος χρησιμοποιούσε το όνομα του παππού του Απόστόλη. Απέκτησε πολλά χρήματα ως αρχιπλοίαρχος και εκπρόσωπος της ναυτιλιακής εταιρίας του οίκου Ράλλη από τη Χίο. Πήρε μέρος στο κίνημα του Λάμπρου Κατσώνη και κατά τη διάρκεια της επανάστασης το 1821, για τους σκοπούς της οποίας διέθεσε έξι πλοία και πολλά χρήματα, συμμετείχε σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις, ως επικεφαλής του ψαριανού στόλου, κατά του τουρκικού στόλου, προκειμένου να εμποδιστεί ο ανεφοδιασμός του τελευταίου με τρόφιμα και πολεμοφόδια. Στα μέσα του Απριλίου του 1821 κατάφερε να βυθίσει ένα τουρκικό πλοίο και να αιχμαλωτίσει άλλα τέσσερα κοντά στη Σμύρνη τα οποία τα μετέφερε στα Ψαρά μαζί με 450 Τούρκους αιχμαλώτους. Μετά τη σφαγή στα Ψαρά το 1824 βρήκε καταφύγιο, μαζί με άλλους Ψαριανούς, στις Σπέτσες ενώ αργότερα, όπως προκύπτει από τα δημοτολόγια του δήμου Ερμούπολης, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε, μαζί με άλλες ψαριανές οικογένειες, στη Σύρο. Με την έκρηξη της επανάστασης, αυτός διεύθυνε τον πρώτο στολίσκο των Ψαριανών από επτά καράβια και τα οδήγησε στα παράλια της Ιωνίας, όπου ήταν μαζεμένα τα εχθρικά στρατεύματα έτοιμα να ορμήσουν και να υποτάξουν την Πελοπόννησο.

Στο Λιμάνι της Σμύρνης επιτέθηκε εναντίον επτά χιλιάδων εχθρών στα πλοία έτοιμοι να αποπλεύσουν. Ο Αποστόλης βύθισε ένα από τα πλοία και αιχμαλώτισε τέσσερα άλλα γεμάτα τρόφιμα και και πολεμοφόδια. Αιχμαλώτισε και 450 στρατιώτες, και με όλα τα λάφυρα μαζί επέστρεψε στα Ψαρά. Η πράξη του αυτή τρόμαξε τον εχθρό και ο στρατός του διασκορπίστηκε.

Έλαβε μέρος και σε πολλές άλλες ναυμαχίες, στην Κώ και στα στενά της Αλικαρνασσού και διακρίθηκε για την πολεμική του ανδρεία και την αντοχή. Πολέμησε στον Γέροντα, στη Μυτιλήνη, στην Κρήτη, και αλλού.

Ταλαιπωρημένος από τις κακουχίες πέθανε τελικά στην Αίγινα στις 6 Απριλίου 1827. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Πόρο.

Ο Νικόλαος Αποστόλης είχε ιδρύσει το 1810 Ναυτικό Επιμελητήριο στα Ψαρά. https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%AE%CF%82_%CE%91%CF%80

78η Επέτειος της μάχης των οχυρών

 

 

 

 

 

https://arxaia-ellinika.blogspot.com/2013/04/epeteios-ths-maxhs-twn-oxyrwn.html

παλαιότερη ανάρτηση άλλαξε μόνο η χρονική σχέση
78η Επέτειος της μάχης των οχυρών

Με κάθε επισημότητα τιμάται και φέτος η 78η επέτειος της μάχης στο οχυρό του Ρούπελ. Τη φρουρά του οχυρού αποτελούσαν 27 αξιωματικοί και 950 οπλίτες.

Σύμφωνα με τα ιστορικά γεγονότα: «στις 6 Α­πρι­λί­ου 1941, απένα­ντι α­πό το Ρούπελ εί­χε α­να­πτυ­χθεί το Γερμανικό 125ο γερ­μα­νι­κό Σύ­νταγ­μα Ε­πί­λε­κτων, το ο­ποί­ο εί­χε λάβει μέ­ρος με ε­πι­τυ­χί­α, στις μά­χες της γραμ­μής Μαζινό στη Γαλ­λί­α. Σε δεύ­τε­ρη γραμ­μή η 2η Τ/Θ Γερ­μα­νι­κή και δύ­ο Βουλ­γα­ρι­κές Με­ραρ­χί­ες Πε­ζι­κού. Την Κυ­ρια­κή 6 Α­πρι­λί­ου 1941 οι Γερ­μα­νοί με το πρώ­το φως της ημέρας, αρ­χί­ζουν σφο­δρό βομ­βαρ­δι­σμό του ο­χυ­ρού με πυ­ρά πυ­ρο­βο­λι­κού.

Μι­σή ώ­ρα αρ­γό­τε­ρα, υ­πό την προ­στα­σί­α σμή­νους α­ε­ρο­σκα­φών ‘’στουκας’’, αυ­το­κι­νού­με­νο Πυ­ρο­βο­λι­κό και Πε­ζι­κό διέρ­χο­νται τον πο­τα­μό Μπιστρίτσα σε διά­φο­ρα ση­μεί­α και κα­τευ­θύ­νο­νται προς το ο­χυ­ρό. Ταυ­τό­χρο­να λέμ­βοι ε­φό­δου προ­σπα­θούν να δια­σχί­σουν τον ποταμό Στρυ­μό­να για να βρε­θούν πί­σω α­πό τα τμή­μα­τά του ελληνικού στρατού.

Οι τρεις πρώ­τες ό­μως θα α­κι­νη­το­ποι­η­θούν πά­νω σε συρ­μά­τι­νο πλέγ­μα που εί­χε το­πο­θε­τη­θεί για τον σκο­πό αυ­το, και τα πλη­ρώ­μα­τά τους α­πο­δε­κα­τί­ζο­νται, ε­νώ οι υ­πό­λοι­ποι γυ­ρί­ζουν πί­σω.

Δευ­τέ­ρα 7 Α­πρι­λί­ου, στις έ­ξι πα­ρά τέ­ταρ­το αρ­χί­ζει και πά­λι σφο­δρός βομ­βαρ­δι­σμός Πυ­ρο­βο­λι­κού και α­ε­ρο­σκα­φών. Τα ‘’ στούκας’’ ό­μως τώ­ρα πε­τούν τό­σο χα­μη­λά, ώ­στε α­κό­μη και σή­με­ρα οι λί­γοι ε­να­πο­μεί­να­ντες στη ζω­ή πο­λε­μι­στές να θυ­μού­νται, ό­τι έ­βλε­παν τα πρό­σω­πα των πι­λό­των.

Τα γερ­μα­νι­κά τμή­μα­τα ξε­κι­νούν αλ­λά κα­θη­λώ­νο­νται ξα­νά, χω­ρίς κα­νέ­να α­πο­τέ­λε­σμα. Α­πό τις δώ­δε­κα μέ­χρι τις δύ­ο το με­ση­μέ­ρι πε­νή­ντα ε­χθρι­κά α­ε­ρο­σκά­φη βομ­βαρ­δί­ζουν τις θέ­σεις της Πυ­ρο­βο­λαρ­χί­ας του Λο­χα­γού Κυ­ρια­κί­δη, ο ο­ποί­ος ευ­ρι­σκό­με­νος ε­ντός του Κέ­ντρου Διευ­θύν­σε­ως Πυ­ρός με τον Αν­θλγό Βλά­χο, κα­τα­πλα­κώ­θη­καν α­πό τις βόμ­βες και έ­χα­σαν τη ζω­ή τους. Η γερ­μα­νι­κή διοί­κη­ση α­πό τις α­πο­γευ­μα­τι­νές ώ­ρες της ι­δί­ας η­μέ­ρας θέ­τει σε ε­φαρ­μο­γή, σχέ­διο πα­ρα­κάμ­ψε­ως των ο­χυ­ρών, α­πό την κοι­λά­δα του Στρού­μνι­τσα πο­τα­μού, προς τη λί­μνη Δοϊ­ρά­νη.


Το βρά­δυ η 2η τε­θω­ρα­κι­σμέ­νη γερ­μα­νι­κή Με­ραρ­χί­α φθά­νει σταΕλ­λη­νο-Γιου­γκο­σλα­βι­κά σύ­νο­ρα. Τρί­τη 8 Α­πρι­λί­ου, οι Γερ­μα­νοί, πα­ρά τους α­πό ε­δά­φους και α­έ­ρος σφο­δρούς βομ­βαρ­δι­σμούς, αποτυγχάνουν για ακόμη μία φορά.

Τε­τάρ­τη 9 Α­πρι­λί­ου, στις πέ­ντε το α­πό­γευ­μα, εμ­φα­νί­ζο­νται Γερ­μα­νοί αγγελιόφοροι προ του υ­ψώ­μα­τος Ούσιτα και γνω­ρί­ζο­ντας ό­τι εί­χε υ­πο­γρα­φεί η συν­θη­κο­λό­γη­ση με την Ελ­λη­νι­κή Κυ­βέρ­νη­ση στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, α­παι­τούν την πα­ρά­δο­ση του ο­χυ­ρού.



Ο Διοι­κη­τής του «Συ­γκρο­τή­μα­τος Ρούπελ» Ταγ­μα­τάρ­χης Δου­ρά­τσος α­πο­στέλλει τον Αν­θ/λγό Δα­μια­νό α­πό το ύ­ψω­μα Οούσιτα με ε­ντο­λή, ό­πως ε­πα­κρι­βώς α­να­γρά­φε­ται στην έκ­θε­ση πο­λε­μι­κής δρά­σης του, της 12 Αυ­γού­στου 1941 να δια­μη­νύ­σει στον Γερ­μα­νό Α­ξιω­μα­τι­κό τα ε­ξής:

Πρώ­το «Τα ο­χυ­ρά πα­ρα­δί­δο­νται μό­νον ό­ταν κυ­ριευ­θώ­σιν πα­ρά του α­ντι­πά­λου».

Δεύ­τε­ρο «Τοιού­των δια­τα­γών πε­ρί α­να­κω­χής στε­ρού­με­θα πα­ρά των ιε­ραρ­χι­κώς προ­ϊ­στα­μέ­νων μας αρ­χών».


Τρί­το «Δια­τα­γάς λαμ­βά­νο­μεν και ε­κτε­λού­μεν μό­νον τας προ­ερ­χο­μέ­νας εκ των προ­ϊ­στα­μέ­νων μας αρ­χών».

Τέ­ταρ­το «Ο α­γών θα συ­νε­χι­σθεί. Πά­σα δε α­πό­πει­ρα προ­σεγ­γί­σε­ως του ο­χυ­ρού θα συ­ντρι­βεί ».

Στις 23.30 λαμ­βά­νει τη­λε­φω­νι­κά και κα­τό­πιν και εγ­γρά­φως δια­τα­γή, με την ο­ποί­α ε­ξου­σιο­δο­τεί­ται ο Ταγ­μα­τάρ­χης Δου­ρά­τσος για την υ­πο­γρα­φή συμ­φώ­νου κα­τα­παύ­σε­ως των ε­χθρο­πρα­ξιών. Α­μέ­σως κα­λεί σε συ­γκέ­ντρω­ση τους διοι­κη­τές των Λό­χων, ό­που α­πο­φα­σί­ζε­ται ο­μό­φω­να η πα­ρα­μο­νή στο ο­χυ­ρό και η συ­νέ­χι­ση του α­γώ­να.

Ό­μως ύ­στε­ρα α­πό ε­πι­κοι­νω­νί­α με τους προ­ϊ­στα­μέ­νους του και α­φού έ­λα­βε πλή­ρη ει­κό­να της κα­τα­στά­σε­ως α­πό την ο­ποί­α δια­πι­στώ­θη­κε το ά­σκο­πο των πα­ρα­πέ­ρα θυ­σιών, λαμ­βά­νε­ται η α­πό­φα­ση συμ­μορ­φώ­σε­ως προς τις δια­τα­γές των προ­ϊ­στα­μέ­νων του.

Την 10 Α­πρι­λί­ου, στις 06.00 το πρω­ί με­τα­βαί­νει ο Τ/χης Δου­ρά­τσος προς συ­νά­ντη­ση Γερ­μα­νού Α­ξιω­μα­τι­κού, ο ο­ποί­ος α­φού τον συγ­χαί­ρει για την η­ρω­ι­κή α­ντί­στα­ση του ζη­τά την πα­ρά­δο­ση του ο­χυ­ρού.

Ο Τ/χης Δου­ρά­τσος α­ξιώ­νει «ου­δείς Γερ­μα­νός να ει­σέλ­θει στο ο­χυ­ρό προ της α­να­χω­ρή­σε­ως των Ελ­λή­νων μα­χη­τών» και το αί­τη­μα, με­τά α­πό λί­γο, γί­νε­ται α­πο­δε­κτό α­πό τους Γερ­μα­νούς. Την 11.00 ώ­ρα α­φού οι η­ρω­ι­κοί μα­χη­τές α­πέ­νει­μαν τι­μές προς τους πε­σό­ντες, κι­νή­θη­καν πε­ζοί μέ­σω Σι­δη­ρο­κά­στρου στις Σέρ­ρες.

Κα­τά την κί­νη­σή τους Γερ­μα­νι­κό τμή­μα στο ύ­ψος της γέ­φυ­ρας του πο­τα­μού Στρυ­μό­να, τους α­πέ­δω­σε τι­μές και οι Έλ­λη­νες ή­ρω­ες α­ντα­πέ­δω­σαν τον χαι­ρε­τι­σμό.

Εκ της δυ­νά­με­ως του ο­χυ­ρού Ρούπελ, οι α­πώ­λειες α­πό Ελ­λη­νι­κής πλευ­ράς ή­ταν 44 νε­κροί και 38 τραυ­μα­τί­ες.

Α­πό γερ­μα­νι­κής πλευ­ράς οι α­κρι­βείς α­πώ­λειες δεν έ­γι­ναν γνω­στές, ε­πλη­ρώ­θη­σαν ό­μως τρί­α νε­κρο­τα­φεί­α στην πε­ριο­χή του Προ­μα­χώ­να, το δε 125 Σύ­νταγ­μα Ε­πί­λε­κτων που ε­πι­τέ­θη­κε στο Ρούπελ, τέ­θη­κε ε­κτός μά­χης και α­πο­σύρ­θη­κε για α­να­συ­γκρό­τη­ση.

Οι α­πώ­λειες των Γερ­μα­νών κα­τά τις ε­πι­χει­ρή­σεις ε­να­ντί­ον των Ο­χυρών α­πό 6-10 Α­πρι­λί­ου 1941, έ­φτα­σαν σε 555 νε­κρούς, 2134 τραυ­μα­τί­ες και 170 α­γνο­ού­με­νους, σύμ­φω­να με Γερ­μα­νι­κές πη­γές.»

ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥΣ Η ΜΝΗΜΗ

Αδαμάντιος Κοραής (27 Απριλίου 1748, Σμύρνη – 6 Απριλίου 1833 Παρίσι, Γαλλία)



Ο Αδαμάντιος Κοραής (27 Απριλίου 1748, Σμύρνη – 6 Απριλίου 1833 Παρίσι, Γαλλία), ήταν Έλληνας φιλόλογος με βαθιά γνώση του ελληνικού πολιτισμού. Ο Κοραής είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού και μνημονεύεται κυρίως για τις γλωσσικές του απόψεις και την υποστήριξη της καθαρεύουσας.Ο Αδαμάντιος Κοραής καταγόταν από εμπορική οικογένεια της Χίου στην οποία όμως υπήρχε παράδοση ενασχόλησης με τα γράμματα. Από νεαρή ηλικία έδειξε το ενδιαφέρον του για την παιδεία και η πρώτη του επαφή με τις ξένες γλώσσες έγινε στη Σμύρνη, χάρη στη διδασκαλία του Bernhard Keun, Ολλανδού ιερέα που ζούσε εκεί, στον οποίον ο Κοραής δίδασκε ελληνικά ως αντάλλαγμα για την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Αρχικά φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Επιθυμία της οικογένειάς του όμως ήταν να ασχοληθεί με το εμπόριο, γι' αυτό και το 1771 κατέληξαν στην συμβιβαστική λύση να μεταβεί στο Άμστερνταμ, όπου, παράλληλα με τις οικογενειακές επιχειρήσεις, θα μπορούσε να διευρύνει τους ορίζοντές του και να αποκτήσει την καλλιέργεια που επιθυμούσε. Η απόπειρά του να ασχοληθεί με το εμπόριο απέτυχε και έτσι το 1777 εγκατέλειψε το Άμστερνταμ και επέστρεψε στην Σμύρνη, απ' όπου έφυγε ξανά το 1782, για ιατρικές σπουδές στο Μονπελιέ της Γαλλίας.
Απόψεις για τη γλώσσα και την παιδεία

Στα «Προλεγόμενα» των εκδόσεων αρχαίων συγγραφέων κατέθετε τις προτάσεις του για την παιδεία, το περιεχόμενο των μαθημάτων, τα εγχειρίδια και τις μεθόδους της διδασκαλίας και κυρίως την γλώσσα, που ήταν το βασικό μέλημα των λογίων κατά την περίοδο του Διαφωτισμού. Βασικές του ιδέες ήταν η ανάγκη «μετακένωσης» της δυτικής παιδείας στην Ελλάδα και ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας (μεταξύ άλλων υποστήριζε την αλληλοδιδακτική μέθοδο, την αποφυγή της χρήσης της αρχαίας γλώσσας στην διδασκαλία και την συγγραφή νέων εγχειριδίων γραμματικής καθώς και λεξικών, για τα οποία κατέθετε συγκεκριμένες προτάσεις). Για την εφαρμογή των ιδεών του συμμετείχε στην ομάδα των λογίων που ίδρυσαν το 1811 το περιοδικό Ερμής ο Λόγιος, στο οποίο αρθρογραφούσε συχνά.

Ως κύριο στόχο είχε την διαμόρφωση ενός γλωσσικού οργάνου κατάλληλου για την πνευματική ανάπτυξη. Ανάμεσα στις δύο αντίρροπες τάσεις της εποχής, την αποκλειστική χρήση της ομιλουμένης γλώσσας και την επαναφορά της αρχαίας, ο Κοραής κράτησε μία ενδιάμεση στάση: βάση του ήταν η ομιλουμένη γλώσσα, για την οποία πρότεινε τον «καθαρισμό» από ξένες και ιδιωματικές λέξεις και την γενικότερη «διόρθωση» από τους λογίους. Οι υποδείξεις του Κοραή οδήγησαν στην διαμόρφωση της γλωσσικής μορφής που ονομάστηκε καθαρεύουσα και γι'αυτές τις θέσεις δέχτηκε επικρίσεις τόσο από τους υποστηρικτές της αρχαΐζουσας όσο και από τους υποστηρικτές της ομιλουμένης γλώσσας.

Τελευταία χρόνια

Όταν ξέσπασε η επανάσταση, τήρησε αρνητική στάση καθώς πίστευε ότι δεν είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για να επιτευχθεί αυτονομία. Προσπάθησε όμως να βοηθήσει με διάφορα μέσα: αλληλογραφούσε με φιλέλληνες πολιτικούς και έγραφε άρθρα σε ξένα έντυπα για να προβάλει την Επανάσταση. Μετά την απελευθέρωση εναντιώθηκε στην πολιτική του Καποδίστρια, τον οποίο βέβαια είχε συναντήσει στο παρελθόν, επειδή θεωρούσε αυταρχική την συγκέντρωση όλων των εξουσιών στο πρόσωπο του κυβερνήτη. Τις αντιπολιτευτικές του θέσεις διατύπωνε σε διαλογικά κείμενα που δημοσίευε με ψευδώνυμο. Για την στάση του αυτή έφθασε να θεωρείται και ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του. Ο Κοραής πέθανε τελικά στο Παρίσι σε ηλικία 84 χρονών.

Μετά τον θάνατό του, το 1833, εκδηλώθηκαν εναντίον του αντιδράσεις, με αρνητικές κριτικές για τις πολιτικές και γλωσσικές του ιδέες. Τα οστά του στάλθηκαν στην Ελλάδα το 1877 και ετάφη στην Ελληνική πρωτεύουσα.

Η μαρμάρινη προτομή του κοσμεί το Λύκειο της Χίου, το οποίο κληρονόμησε την βιβλιοθήκη του, ενώ άγαλμά του υπάρχει και έξω από την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου στην Αθήνα.

http://el.wikipedia.org/wiki/Αδαμάντιος_Κοραής

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες