Τρίτη, Νοεμβρίου 23, 2021

Γιάννης Καμπύσης Έλληνας συγγραφέας



23 Νοεμβρίου 1901 (120 χρόνια πριν) πέθανε:

Γιάννης Καμπύσης Έλληνας συγγραφέας

Ο Γιάννης Καμπύσης (Ιούνιος 1872 - 23 Νοεμβρίου 1901) ήταν Έλληνας πεζογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφές και μεταφραστής. Η συνεισφορά του στα νεοελληνικά γράμματα είναι μικρή σε ποσότητα, κυρίως λόγω του πρόωρου θανάτου του αλλά και του εκλεκτισμού του, αλλά μεγάλη σε σημασία, εξ αιτίας της ανανεωτικής διάθεσής της.


Γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1872 στην Κορώνη. Ο πατέρας του, Αναστάσιος, ήταν ζωγράφος και αγιογράφος που εργαζόταν σε όλη την επαρχία Μεσσηνίας. Ξάδερφος από τη μεριά της μητέρας του ήταν ο πρωτοποριακός ποιητής Τάκης Παπατσώνης.

Ο Γιάννης Καμπύσης γεννήθηκε με ασθενική κράση και αυτό τον εμπόδιζε να παίρνει μέρος στα παιχνίδια των συνομηλίκων του όταν ήταν παιδί. Ήταν μοναχικό παιδί και προτιμούσε τη μελέτη, τη μουσική και τους αρχαιολογικούς χώρους αντί για τις παρέες των συνομηλίκων του. Το πνευματικό περιβάλλον όχι μόνο της οικογένειας αλλά και της ευρύτερης περιοχής αναμφισβήτητα επηρέασε τα ενδιαφέροντά του και παράλληλα του έδωσε την ευκαιρία να διευρύνει τους ορίζοντές του: η Καλαμάτα γνώριζε τότε μεγάλη οικονομική και πνευματική ακμή. Εκεί είχε την πρώτη του επαφή με το θέατρο και μάλιστα έπαιρνε μέρος σε ερασιτεχνικές παραστάσεις. Παράλληλα ασχολήθηκε ερασιτεχνικά και με το επάγγελμα του πατέρα του.

Το 1888 η οικογένεια Καμπύση πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει ο Γιάννης νομικά. Τελείωσε τη σχολή το 1894, αλλά η νομική επιστήμη δεν τον ενδιέφερε καθόλου και ποτέ δεν εργάστηκε ως δικηγόρος. Επί μια τριετία, (1896-1899) ήταν υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών. Παράλληλα, από το 1893 άρχισε την ενασχόλησή του με τα γράμματα. Το 1895 δημοσίευσε το πρώτο διήγημά του, το "Παουλίνα-Παουλίνα". Αυτό και κάποια άλλα διηγήματά του εμπνευσμένα από τον τόπο καταγωγής του, εντάσσονται σε μία θεματική ενότητα με τίτλο "Χωριάτικη Ζωή". Ως το 1898 ασχολήθηκε με την πεζογραφία και το θέατρο. Το πρώτο θεατρικό του έργο, "Το μυστικό του γάμου", δημοσιεύτηκε το 1893. Τα πιο παραγωγικά του χρόνια στον θεατρικό τομέα ήταν τα χρόνια 1897-1899, όταν και έγραψε τα έργα "Η μις Άννα Κούξλεϋ" (1897), "Οι Κούρδοι" (1897) και "Το δακτυλίδι της μάνας" (1898). Συνεργαζόταν επίσης με τα περιοδικά "Εστία", που τότε είχε αναλάβει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος και "Φιλολογική Ηχώ" που διηύθυνε ο Ιωάννης Γρυπάρης.

Η κοσμοθεωρία του για τη λογοτεχνία αυτήν την πρώτη περίοδο ήταν επηρεασμένη από το ανανεωτικό κλίμα της πεζογραφίας της γενιάς του '80, με την στροφή του ενδιαφέροντος στο λαό της υπαίθρου. Επίσης, αρχικά αντιμετώπισε θετικά τις γλωσσικές θεωρίες του Ψυχάρη και έγινε ο πιο φανατικός από τους υποστηρικτές του. Τις πνευματικές του ανάγκες κάλυπτε η έκδοση του πρωτοποριακού περιοδικού "Η Τέχνη", σε συνεργασία με τους Γρυπάρη και Κώστα Χατζόπουλο. Μέσω του περιοδικού αυτού εισήχθη στην Ελλάδα το λογοτεχνικό ρεύμα του συμβολισμού και η βορειοευρωπαϊκή λογοτεχνία.

Το 1898 παραιτήθηκε από τη θέση του στο Υπουργείο, θέση που ούτως ή άλλως δεν τον ενδιέφερε αλλά την είχε αποδεχθεί λόγω οικογενειακών πιέσεων. Εξ άλλου η οικονομική άνεση της οικογένειας του επέτρεπε να ασχολείται αποκλειστικά με τα λογοτεχνικά και φιλολογικά του ενδιαφέροντα. Στο πλαίσιο του γενικού προβληματισμού και των αναζητήσεών του πραγματοποίησε το ταξίδι στη Γερμανία, τον Οκτώβρη του 1898, επηρεασμένος και από τη γενική τάση των νέων της εποχής, που απομακρύνονταν πλέον από τις γαλλικές επιδράσεις και "ανακάλυπταν" το βορειοευρωπαϊκό πνεύμα. Το διάστημα της παραμονής του εκεί ήταν καθοριστικό για την πνευματική του εξέλιξη: αγάπησε τη χώρα σαν δεύτερη πατρίδα και επηρεάστηκε από τον νιτσεϊσμό. Γνώρισε και τις σοσιαλιστικές ιδέες, αλλά δεν είχε ούτε το χρόνο, ούτε τις προαπαιτούμενες γνώσεις για να τις αφομοιώσει σωστά. Οι νέες ιδέες τον οδήγησαν σε αναθεώρηση πολλών από τις προηγούμενες αντιλήψεις του για θέματα γλωσσικά και λογοτεχνικά και τον έφεραν σε ρήξη με παλιούς φίλους και συνεργάτες, όπως οι Ιωάννης Γρυπάρης και Γιάννης Ψυχάρης.

Ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που προήλθε από κρυολόγημα τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Στη δεύτερη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας (1899-1901) ασχολήθηκε με τη συγγραφή θεατρικών έργων επηρεασμένων από τον συμβολισμό, μεταφράσεων, ποίησης και κριτικών άρθρων και μελετών. Παράλληλα ίδρυσε μαζί με τον Δ. Χατζόπουλο (Μποέμ) το περιοδικό "Ο Διόνυσος" (1901), που συνέχισε το ανανεωτικό πνεύμα του περιοδικού "Η Τέχνη".

Η υγεία του όμως συνεχώς επιδεινωνόταν και το κρυολόγημα εξελίχθηκε σε φυματίωση. Τελικά πέθανε στις 23 Νοεμβρίου 1901 στην Αθήνα, σε ηλικία 29 ετών. Στην κηδεία του εκφώνησε επικήδειο λόγο ο Κωστής Παλαμάς.

Ρόαλντ Νταλ Ουαλός συγγραφέας

 


23 Νοεμβρίου 1990 (31 χρόνια πριν) πέθανε:

Ρόαλντ Νταλ Ουαλός συγγραφέας

Ο Ρόαλντ Νταλ (Roald Dahl, 13 Σεπτεμβρίου 1916 – 23 Νοεμβρίου 1990) ήταν Βρετανός συγγραφέας νορβηγικής καταγωγής, που έγραψε τόσο βιβλία όσο και σύντομες ιστορίες και θεατρικά έργα. Έγινε ευρύτερα γνωστός κατά τη δεκαετία του 1940 γράφοντας βιβλία για παιδιά και για ενήλικες. Πολέμησε ως πιλότος της ΡΑΦ στην Ελλάδα κατά τη Γερμανική εισβολή τον Απρίλιο του 1941.


Ο Ροαλτ Νταλ γεννήθηκε το 1916 στο Λάνταφ του Κάρντιφ στην Ουαλία. Οι γονείς του, ο Harald Dahl και η Sofie Magdalene Dahl (το γένος Hesselberg) ήταν νορβηγικής καταγωγής. Η οικογένεια Νταλ έφυγε από τη Νορβηγία και εγκαταστάθηκε στο Κάρντιφ τη δεκαετία του 1880. Ο Ρόαλντ πήρε το όνομά του από τον εξερευνητή της Αρκτικής τον Ρόαλντ Αμούνδσεν, ο οποίος εκείνη την εποχή θεωρούνταν εθνικός ήρωας. Ο Νταλ μιλούσε νορβηγικά με τους γονείς του και τις αδελφές του. Ο Ρόαλντ και οι αδελφές του βαπτίστηκαν στη νορβηγική εκκλησία του Κάρντιφ, στην ενορία της οποίας ανήκαν οι γονείς τους.

Το 1920 όταν ο Ρόαλντ ήταν μόλις τεσσάρων ετών, πέθανε η επτάχρονη αδελφή του Άστρι από σκωληκοειδίτιδα. Ένα μήνα αργότερα, πέθανε και ο 57χρονος πατέρας του από πνευμονία, ως επακόλουθο του πένθους από το θάνατο της κόρης του. Παρόλ' αυτά, η μητέρα του Νταλ αποφάσισε να μην επιστρέψει στους συγγενείς της στη Νορβηγία αλλά αποφάσισε να μείνει στην Ουαλία, καθώς επιθυμία του θανόντος συζύγου της ήταν τα παιδιά τους να φοιτήσουν σε βρετανικά σχολεία.

Το πρώτο σχολείο στο οποίο φοίτησε ο Νταλ ήταν το Καθεδρικό Σχολείο του Λάνταφ. Στην ηλικία των οκτώ ετών, ο Ρόαλντ και τέσσερις από τους φίλους του χτυπήθηκαν με βέργα από τον διευθυντή του σχολείου ως τιμωρία, καθώς είχαν τοποθετήσει ένα ψόφιο ποντίκι σε ένα βάζο με καραμέλες στο συνοικιακό κατάστημα που ανήκε σε μία «κακιά και μισητή» γριά που λεγόταν Πράτσετ (η σύζυγος του σιδηρουργού Πράτσετ). Αυτό το περιστατικό έμεινε στη μνήμη των αγοριών ως "Great Mouse Plot of 1923" - «Η εν έτει 1923 μεγάλη συνωμοσία του ποντικιού», βιβλίο του Νταλ που γράφτηκε ως αποτέλεσμα αυτής της ανάμνησης.

Στη συνέχεια, ο Ρόαλντ φοίτησε σε αρκετά οικοτροφεία στην Αγγλία, μεταξύ αυτών στο σχολείο Saint Peter's στο Weston-super-Mare . Οι γονείς του Ρόαλντ επιθυμούσαν να φοιτήσει σε ιδιωτικό σχολείο και το μόνο κοντινό σε απόσταση σχολείο ήταν αυτό, χάρη στην τακτική ακτοπλοϊκή σύνδεση στο κανάλι του Μπρίστολ. Τα σχολικά του χρόνια στο Saint Peter's ήταν μία δυσάρεστη εμπειρία για το Ρόαλντ. Νοσταλγούσε την οικογένειά του και έγραφε στη μητέρα του σχεδόν σε καθημερινή βάση. Ωστόσο, ποτέ δεν τής αποκάλυψε τη δυστυχία που ένιωθε, φοβούμενος τη λογοκρισία του σχολείου. Μόνο μετά το θάνατό της ανακάλυψε ο Ρόαλντ ότι η μητέρα του είχε φυλάξει όλα τα γράμματά του, δένοντάς τα σε μικρά δέματα που συγκρατούνταν με μία πράσινη ταινία . Αργότερα, φοίτησε στο σχολείο Ρέπτον στο Ντέρμπισαϊρ, όπου - σύμφωνα με τη νουβέλα του «Αγόρι» - ο Τζέφρι Φίσερ χτύπησε δυνατά τον φίλο του Νταλ Μάικλ. Ο Φίσερ αργότερα έγινε Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι, πράγμα το οποίο έκανε τον Νταλ να «αμφισβητήσει τη θρησκεία, ακόμη και το Θεό».

Ο Νταλ ήταν πολύ ψηλός, με ύψος 1.98μ ως ενήλικας.[37]. Είχε έφεση στον αθλητισμό και εξελέγη ομαδάρχης στα αθλήματα των Φάιβς και της τοιχοσφαίρισης. Παράλληλα ήταν μέλος της ομάδας ποδοσφαίρου. Τα παραπάνω συνετέλεσαν στη δημοτικότητά του. Συγχρόνως επέδειξε ενδιαφέρον για τη φωτογραφία. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του, το εργοστάσιο σοκολάτας «Κάντμπουρι» συνήθιζε κατά καιρούς να αποστέλλει στο σχολείο κουτιά με νέα είδη σοκολάτας, έτσι ώστε να δοκιμαστούν από τους μαθητές. Ο Νταλ ονειρευόταν να εφεύρει ένα νέο είδος σοκολάτας που θα έκανε τον ίδιο τον κ. Κάντμπουρι να του απευθύνει τα συγχαρητήριά του. Το γεγονός αυτό ενέπνευσε τον Νταλ να συγγράψει το τρίτο βιβλίο του για παιδιά «Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας».

Κατά τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής του ηλικίας, ο Νταλ περνούσε τις καλοκαιρινές του διακοπές στη γενέτειρα των γονιών του, τη Νορβηγία, απολαμβάνοντας κυρίως τα φιόρδ. Η παιδική του ηλικία περιγράφεται στο αυτοβιογραφικό του έργο «Boy: Tales of Childhood» - «Αγόρι: Ιστορίες παιδικής ηλικίας».

Μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο, ο Ρόαλντ πέρασε τρεις εβδομάδες κάνοντας περιήγηση στο Νιουφάουντλαντ, παρέα με μία ομάδα που ονομαζόταν «Εξερευνητική Ομάδα Ιδιωτικών Σχολείων». Τον Ιούλιο του 1934 προσελήφθη ως υπάλληλος της Royal Dutch Shell Petroleum Company.

Περατώνοντας δύο χρόνια πρακτικής στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Νταλ μετατέθηκε στο Νταρ ες Σαλάμ στην Ταγκανίκα (η σημερινή Τανζανία). Έμενε σε ένα πολυτελές σπίτι της Shell μαζί με άλλους δύο υπαλλήλους της εταιρίας, έχοντας στη διάθεσή τους ένα μάγειρα και προσωπικούς οικιακούς βοηθούς. Κατά την εκτέλεση της εργασίας του που ήταν η προμήθεια πετρελαίου σε πελάτες της Τανγκανίκα, συνάντησε μεταξύ άλλων ένα περίεργο είδος φιδιού καθώς και λιοντάρια. 

Φραγκίσκος Μπαρόκιος Ιταλός μαθηματικός και αστρονόμος



23 Νοεμβρίου 1604 (417 χρόνια πριν) πέθανε:

Φραγκίσκος Μπαρόκιος Ιταλός μαθηματικός και αστρονόμος

Ο Φραγκίσκος Μπαρότσι (Francesco Barozzi, Ηράκλειο, 9 Αυγούστου 1537 - Βενετία, 23 Νοεμβρίου 1604) ήταν Ιταλός μαθηματικός και επιστήμονας.

Admirandum illud geometricum problema tredecim modis demonstratum, 1586

Από τον γάμο του Τζάκομο του Λορέντζο Μπαρότσι με τη Φιορντελίζε Ντόνο, γεννήθηκε ο Φραντσέσκο Μπαρότσι στις 9 Αυγούστου 1537 στο Ηράκλειο. Δεύτερος από τα τρία αγόρια που γεννήθηκαν[1], μαθήτευσε δίπλα στον Ανδρέα Δώνο, γνωστό κωδικογράφο, λόγιο και επίτροπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κρήτη, από τον οποίο διδάχτηκε ελληνικά και λατινικά[2]. Το 1553 ταξιδεύει πρώτη φορά στη Βενετία, προκειμένου να εγκριθεί ως ευγενής και να καταστεί μέλος του Μεγάλου Συμβουλίου (30 Νοεμβρίου 1553).

Επέστρεψε στην Ιταλία το 1556, προκειμένου να παρακολουθήσει σπουδές μαθηματικών, φιλοσοφίας και αστρονομίας στο πανεπιστήμιο της Πάντοβα (1557 – 1559), μετά το πέρας των οποίων παρέμεινε και δίδαξε στο ίδιο πανεπιστήμιο μέχρι το 1560[3], οπότε εξέδωσε και το πρώτο του βιβλίο[4], μια πραγματεία σχετικά με τα σχόλια του Πρόκλου στα στοιχεία του Ευκλείδη, αντικείμενο διδασκαλίας και έρευνάς του στο πανεπιστήμιο. Κατά την παραμονή του στην Ιταλία, ο Μπαρόκιος διατηρούσε επαφές με γνωστούς λογίους και προσωπικότητες, όπως μαρτυρεί η πλούσια αλληλογραφία του, υπήρξε δε μέλος της Ακαδημίας των Potenti (Δυνατών) ήδη από το 1557[5].

Με την επιστροφή του στην Κρήτη, έχοντας την εμπειρία από την συμμετοχή του αυτή, σχεδιάζει μαζί με τον Ιωάννη Βεργίτση και τον Δανιήλ Φουρλάνο την ίδρυση στην πόλη του Ρεθύμνου μιας ακαδημίας στα πρότυπα των ακαδημιών, που λειτουργούσαν στην Ιταλία. Έτσι στις 4 Ιανουαρίου 1562 εκφωνείται ο εναρκτήριος λόγος της Ακαδημίας των Vivi (ζωντανών, ασυμβίβαστων). Σύμφωνα με τις πηγές είναι ο πρώτος πνευματικός σύλλογος, που ιδρύθηκε στον ελλαδικό χώρο στα νεότερα χρόνια και ένας από τους πρώτους του είδους του σε όλη την Ανατολική Ευρώπη.[6]

Στις 26 Απριλίου 1562 νυμφεύεται την Ελιζαμπέτα Μπαρότσι, κόρη του Βενετού ευγενούς από τα Χανιά Φραντσέσκο Μπαρότσι. Δεν έχουμε στοιχεία για τον βαθμό συγγενείας που τους ένωνε, εξετάζοντας όμως το προικοσύμφωνο του γάμου τους παρατηρούμε την κατοχή γης και από τις δύο οικογένειες στις ίδιες περιοχές. Από τον γάμο του με την Ελιζαμπέτα απέκτησε έναν υιό, τον Τζάκομο (1564), και μία κόρη, τη Φιορντελίζε, η οποία το 1590 νυμφεύθηκε το Βενετό ευγενή από το Ρέθυμνο Στάι Μπαρότσι του Ζόρζι. Μετά τον αιφνίδιο θάνατο της γυναίκας του το 1568, φεύγει στη Βενετία, όπου και θα παντρευτεί τέσσερα χρόνια αργότερα (1572) την Φλορίντα Φλορίντο, κόρη του κόμη της Πράτα, Τζοβάνι Φλορίντο, λαμβάνοντας προίκα συνολικά 5.000 δουκάτων[7]. Από το γάμο αυτό γεννήθηκε ο δεύτερος υιός του, Ανδρέας, στις 22 Δεκεμβρίου 1573 στον Άγιο Κωνσταντίνο[8].

Ο Φραγκίσκος όλη αυτή τη περίοδο παρουσιάζει και ένα αξιόλογο εκδοτικό και συγγραφικό έργο. Εκδίδει στη Βενετία τέσσερα πονήματά του, που έχουν να κάνουν με τις μαθηματικές θεωρίες του Αρχιμήδη και του Ευκλείδη, τις προφητείες του Νοστράδαμου, αλλά και μια Κοσμογραφία, που αντιτάσσεται στο ηλιοκεντρικό μοντέλο του Κοπέρνικου, υποστηρίζοντας ότι η Γη είναι το κέντρο του κόσμου. Όλα αφιερωμένα σε σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, που σε συνδυασμό με την αλληλογραφία του μας δείχνουν το εύρος του πνευματικού κύκλου του[9]. Μαζί με αυτά εκδίδει και το «Descrizione dell’ Isola di Creta» (Περιγραφή της νήσου Κρήτης), το οποίο αφιερώνει στον γενικό προβλεπτή Τζάκομο Φοσκαρίνι και είναι μία από τις πρώτες περιγραφές της Κρήτης με πλήθος δημογραφικών στοιχείων, όπου αναφέρει, μεταγράφει και μεταφράζει πολλές ελληνικές επιγραφές[10].

Το 1587, μετά από ενδελεχή μυστική έρευνα, δικάζεται από την Ιερά Εξέταση, στην οποία προήδρευσε ο ίδιος ο Πατριάρχης της Βενετίας Τζοβάνι Τρεβιζάνο, με την κατηγορία της μαγείας και υποχρεώθηκε να καταβάλει το ποσό των πενήντα χρυσών δουκάτων εφάπαξ στους επισκόπους Κρήτης και Ρεθύμνου και σε δημόσια αποκήρυξη των πράξεων του στην πλατεία του Αγίου Μάρκου της Βενετίας. Μαζί του καταδικάστηκαν και η κόρη του Φιορντελίζε, ο σύζυγος της, Στάι Μπαρότσι, και ο Βενετός ευγενής Δανιήλ Μαλιπιέρο [11].

Βαθύτατα πληγωμένος, επέστρεψε στη Κρήτη το 1588 και κατοίκησε απομονωμένος στην έπαυλη του στον Άγιο Κωνσταντίνο. Μετά τον γάμο του υιού του, Αντρέα, με την Κατερούτσα Κιότσα, κόρη ενός εκ των μεγαλυτέρων εχθρών του στη Κρήτη[12], αποφασίζει να επιστρέψει στη Βενετία το 1565, όπου και έμεινε μέχρι τον θάνατό του από αποπληξία το 1604. Μετά τον θάνατο του, ο ανιψιός του, Τζάκομο Μπαρότσι, που υιοθετήθηκε από τον ίδιο τα τελευταία χρόνια της ζωής του, πούλησε την τεράστια και πολύτιμη βιβλιοθήκη του στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Η εκπαιδευτική και φιλολογική άνθηση που παρατηρείται στη Κρήτη τους δύο τελευταίους αιώνες της βενετοκρατίας δεν εκπορεύτηκε από την ανώτερη τάξη των ευγενών, αλλά από την ανερχόμενη κρητική αστική τάξη. Ο Παναγιωτάκης καταλήγει ότι ο Φραγκίσκος Μπαρόκιος ήταν ο μόνος από τους Βενετούς ευγενείς, που συνέβαλλε στην κρητική αναγέννηση και στην επαφή της Κρήτης με τα πνευματικά ρεύματα της Ευρώπης. Αποτελούσε μία φωτεινή εξαίρεση στη μορφωτική ερημιά των ανθρώπων της τάξης του.

Άλκης Αλκαίος Έλληνας ποιητής και στιχουργός




23 Νοεμβρίου 1949 (72 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Άλκης Αλκαίος Έλληνας ποιητής και στιχουργός

Ο Βαγγέλης Λιάρος (Κοκκινιά Θεσπρωτίας, 23 Νοεμβρίου 1949 – Αθήνα, 10 Δεκεμβρίου 2012), γνωστός με το καλλιτεχνικό του όνομα Άλκης Αλκαίος, ήταν Έλληνας ποιητής και στιχουργός. Απεβίωσε στις 10 Δεκεμβρίου 2012, σε ηλικία 63 ετών, από καρκίνο. Σχετικά με την καταγωγή του ο ίδιος αναφέρει σε επιστολή του προς το Σύλλογο Παργινών Αθήνας: «Στους φίλους μου καλλιτέχνες, όταν με ρωτούν για την καταγωγή μου, απαντώ ότι ο μεν Βαγγέλης [Λιάρος] είναι γέννημα Κοκκινιώτης και θρέμμα Παργινός, ο δε Άλκης [Αλκαίος] είναι γέννημα και θρέμμα Παργινός. Την Πάργα άλλωστε “περιέχουν” όλα μου τα τραγούδια κι ας είναι μόνο ένα απ’ αυτά που την αναφέρει ρητά (είναι η “Άνοιξη της Πάργας”), γιατί επί 45 χρόνια απ’ αυτήν φεύγω και σ’ αυτήν επιστρέφω κάθε καλοκαίρι. Γιατί η Πάργα μας είναι η νιότη μου, ο έρωτάς μου, το ταξίδι μου και η Ιθάκη μου».

Κατά τη διάρκεια της ζωής του έγραψε πλήθος ποιημάτων και γνωστών τραγουδιών όπως το Ερωτικό (Με μια πιρόγα), το Κακόηθες Μελάνωμα, την Ρόζα. Βασικός του συνεργάτης υπήρξε ο μουσικοσυνθέτης Θάνος Μικρούτσικος. Συνεργάστηκε με καλλιτέχνες όπως οι Νότης Μαυρουδής, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Σωκράτης Μάλαμας, Μπάμπης Στόκας, Μίλτος Πασχαλίδης και Μάριος Τόκας.

Νεανικά χρόνια

Ο Άλκης Αλκαίος γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1949 στην Κοκκινιά Φιλιατών και πολιτογραφήθηκε από μικρός κάτοικος Πάργας όπου τον περισσότερο καιρό έμενε εκεί, γράφοντας τους υπέροχους στίχους του με “δάσκαλό του” την ποίηση του Κ. Γ. Καρυωτάκη. Το όνομά του το πήρε από έναν θείο του ΕΛΑΣίτη που σκοτώθηκε 23 χρονών.

Το 1967 δημοσιεύτηκε ένα δοκίμιο που έγραψε ο ποιητής για τον Κώστα Καρυωτάκη με τον τίτλο: Κώστας Καρυωτάκης: Ο ποιητής που αγαπήθηκε και μισήθηκε. Όπως λέει και ο ίδιος σε μια επιστολή του προς το Δ.Σ του Συλλόγου Παργινών Αθήνας:

«…Ήταν αρχές του 1967, όταν ο αείμνηστος Αλέξανδρος Μπάγκας, Δήμαρχος Πάργας, με παρουσίασε, μαθητή ακόμα στο γυμνάσιο Πάργας, ως δημιουργό με τα πιο ενθουσιώδη λόγια, στο κατάμεστο χειμωνιάτικο σινεμά, στου "Καρύδη". Θερμοί συμπαραστάτες ήταν οι αείμνηστοι Νίκος Τσάκας, Πέτρος Γιούργας και ο τότε Νομάρχης Πρεβέζης Θεόδωρος Βγενόπουλος. Θέμα της διάλεξης ήταν ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης και αφορμή η άρνηση των θρησκευτικών αρχών στην Πρέβεζα να τελέσουν μνημόσυνο για έναν αυτόχειρα. Η διάλεξη αυτή έγινε βιβλίο. Και θυμάμαι πόση συγκίνηση ένοιωσα όταν έλαβα ένα γράμμα από το Θάνο Καρυωτάκη, αδελφό του ποιητή, με ύμνους για το βιβλίο. Έτσι ξεκίνησα. Με ένα πεζό για έναν ποιητή. Υπό την αιγίδα του Δήμου Πάργας.»
Οι σπουδές, τα βασανιστήρια και το αιώνιο τραύμα

Ο Βαγγέλης Λιάρος τελείωσε το Γυμνάσιο Πάργας και σπούδασε στη Νομική Σχολή τα χρόνια της δικτατορίας. Σύμφωνα με μαρτυρίες εκείνης της εποχής, είχε εμπλακεί στην πρώτη απόπειρα δραπέτευσης του Αλέκου Παναγούλη από τη φυλακή, όπου βρισκόταν μετά την αποτυχημένη προσπάθεια δολοφονίας του Γιώργου Παπαδόπουλου. Συνελήφθη, βασανίστηκε άγρια και οι πληγές αυτών των βασανισμών σημάδεψαν ισόβια το κορμί του, καθώς του δημιούργησαν σοβαρότατα νευρολογικά και κινητικά προβλήματα. Κάποια στιγμή, ταξίδεψε στο εξωτερικό προκειμένου να υποβληθεί σε μία ειδική επέμβαση, η οποία, όμως, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Όσο περνούσαν τα χρόνια ήταν αναγκασμένος να περνά τις ημέρες του κλεισμένος σ' ένα σπίτι και για μεγάλα χρονικά διαστήματα ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι. Φύλακας-άγγελός του σε όλη αυτήν την περιπέτεια ήταν ο πατέρας του, ο οποίος ζούσε μαζί του και τον περιέβαλε με όλη του την αγάπη.
Η αρχή της καριέρας του Η στιχουργική του και ποιητική του σταδιοδρομία άρχισε το 1977, όταν ο Θάνος Μικρούτσικος διάβασε ένα ποίημά του στον "Ριζοσπάστη". Η γνωριμία του και η πρώτη συνεργασία με τον Θάνο Μικρούτσικο το 1978 στο δίσκο "Τραγούδια της λευτεριάς" με το τραγούδι "Φλεβάρης 1848" άφησε το στίγμα του στο ελληνικό τραγούδι. Το 1980, "Η μπαλάντα ενός φιλήσυχου" συμπεριλαμβάνεται στο δίσκο "Δελτίο Καιρού" της Μαρίας Δημητριάδη σε μουσική του Θάνου Μικρούτσικου. Δύο χρόνια αργότερα, το 1982, ήρθε ο δίσκος "Εμπάργκο" όπου ο στιχουργός υπογράφει όλους τους στίχους. Ο δίσκος αυτός είναι μια μεγάλη σφραγίδα εγγύησης του ποιητή στην ελληνική δισκογραφία και μία από τις πιο σημαντικές δουλειές, που έβγαλε στην επιφάνεια τραγούδια όπως "Το κακόηθες μελάνωμα", την "Πιρόγα" κ.ά. Το 1983 βγαίνει η μόνη ποιητική συλλογή του "Εμπάργκο-Ποιήματα" από τις εκδόσεις ΕΤ.ΝΕ.Μ της οποίας ιδρυτής είναι ο Θάνος Μικρούτσικος.... βικιπαίδεια

Σήμερα 23/11... Οσίου Αμφιλοχίου επισκόπου Ικονίου, Οσίου Ελένου επισκόπου Ταρσού

στη όμορφη επαρχία Βιάννου (φ.Μ.Κυμάκη)
στη όμορφη επαρχία Βιάννου (φ.Μ.Κυμάκη)


Οσίου Αμφιλοχίου επισκόπου Ικονίου, Οσίου Ελένου επισκόπου Ταρσού
για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες