Τρίτη, Ιουνίου 15, 2021

Έντβαρντ Γκριγκ (1843-1907), Νορβηγός συνθέτης

 

Ο Έντβαρντ Γκριγκ (Edvard Hagerup Grieg, Μπέργκεν, 15 Ιουνίου 1843 – 4 Σεπτεμβρίου 1907) ήταν Νορβηγός συνθέτης και πιανίστας, ένας από τους σπουδαιότερους Σκανδιναβούς συνθέτες της γενιάς του. Έγραψε κυρίως λυρικά έργα, τραγούδια και συνθέσεις για πιάνο, που συνδυάζουν στοιχεία από την παραδοσιακή νορβηγική μουσική και τη ρομαντική μουσική. Ξεχωρίζουν το Κοντσέρτο για πιάνο (Op. 16) και το Κουαρτέτο Εγχόρδων Νο. 1 (Op. 27).
Ο Έντβαρντ Γκριγκ γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου 1843 στο Μπέργκεν της Νορβηγίας, μέσα στους κόλπους μιας μουσικής οικογένειας με σκωτικές ρίζες. Ο πατέρας του, εισαγωγέας ουίσκι από την Σκωτία, ήταν πρόξενος της Μεγάλης Βρετανίας στο Μπέργκεν και λάτρης της μουσικής. Η μητέρα του Γκεζίνε ήταν πιανίστρια και η πρώτη του δασκάλα στη μουσική.
 
Από νεαρή ηλικία άρχισε να μαθαίνει πιάνο, χωρίς να δείξει ιδιαίτερο ζήλο. Ο δεξιοτέχνης νορβηγός βιολονίστας Όλε Μπουλ ήταν αυτός που διέκρινε το ταλέντο του και σε ηλικία 15 ετών τον έπεισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική. Ο νεαρός Έντβαρντ, με τη συνδρομή του πατέρα του, μετέβη στη Λειψία και ξεκίνησε μουσικές σπουδές στο περίφημο ωδείο της γερμανικής πόλης, από το οποίο αποφοίτησε τέσσερα χρόνια αργότερα. Οι πρώτες του μουσικές επιρροές προήλθαν από το έργο των Μέντελσον και Σούμαν.
 
Εκτός από το συνθετικό του έργο, ο Γκριγκ διακρίθηκε και ως πιανίστας. Συχνά περιόδευε στα μεγάλα μουσικά κέντρα της Ευρώπης, ερμηνεύοντας έργα του. Δείγματα της πιανιστικής του τέχνης διασώθηκαν σε ηχογραφήσεις γραμμοφώνου, που έγιναν στο Παρίσι το 1903. Τον έδενε φιλία με τους ομοτέχνους του Λιστ και Τσαϊκόφσκι, οι οποίοι υπήρξαν θαυμαστές του έργου του.
 
Η μουσική του Γκριγκ είναι βαθιά ριζωμένη στη νορβηγική λαϊκή παράδοση. Εντάσσεται στη ρομαντική παράδοση και χαρακτηρίζεται από τον εκλεπτυσμένο λυρισμό της. Τα πιο δημοφιλή του έργα είναι η λυρική σουίτα «Πέερ Γκυντ», που συνέθεσε για το ομώνυμο θεατρικό έργο του Ίψεν και το «Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε λα ελάσσονα».
Στην περίοδο των σπουδών του προσβλήθηκε από μια σοβαρή μορφή πνευμονίας, η οποία τον ταλαιπώρησε σε όλη του τη ζωή. Το 1867 και σε ηλικία 24 ετών παντρεύτηκε την πρώτη του εξαδέλφη Νίνα Χάγκερουπ, η οποία έγινε η αυθεντική ερμηνεύτρια των τραγουδιών του. Μαζί της απέκτησε μία κόρη, η οποία έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 13 μηνών το καλοκαίρι του 1869.
 
Ο Έντβαρντ Γκριγκ έφυγε από τη ζωή στις 4 Σεπτεμβρίου 1907. Κηδεύτηκε πάνδημα στη γενέτειρά του Μπέργκεν, παρουσία 40.000 λαού, ενώ στη χώρα κηρύχθηκε εθνικό πένθος. Η τελευταία του επιθυμία ήταν η επικήδεια τελετή να γίνει υπό τους ήχους του Πένθιμου Εμβατηρίου του Σοπέν και του δικού του Πένθιμου Εμβατηρίου, που έγραψε για την κηδεία του φίλου του Ρίκαρντ Νόρντραακ, συνθέτη του εθνικού ύμνου της Νορβηγίας.
ΠΗΓΗ: wikipedia
 
 

Μούδιασμα

Αμμουδάρα (φ. Μ.Κυμάκη)
Αμμουδάρα (φ. Μ.Κυμάκη)


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Σ. Χορηγά

Μούδιασμα: Όχι πάντα αθώο σύμπτωμα....Νιώθω σουβλιές στο αριστερό πόδι που διαρκούν μία ημέρα και φεύγουν. Μήπως είναι η ιδέα μου;
Είμαι πενήντα ετών, νιώθω μουδιάσματα στο στήθος. Είναι από άγχος;
Ξυπνάω με μουδιασμένο χέρι. Έχω πρόβλημα;
Μουδιάζει το χέρι μου, καθώς ανεβαίνω ανηφόρα. Έχω πρόβλημα;
Το μούδιασμα και η μυρμηκίαση είναι συχνά φαινόμενα, αφορούν μικρό ή μεγάλο τμήμα του σώματος και περιλαμβάνουν μία ευρεία γκάμα συμπτωμάτων, που περιγράφονται από τους ασθενείς ως τσιμπήματα, σφιξίματα, σουβλιές, στρίψιμο, τράβηγμα, κάψιμο, ηλεκτρισμός, ακαθόριστα τοπικά αισθήματα. Ιατρικώς τα αισθήματα αυτά περιγράφονται ως δυσαισθησίες, παραισθησίες, μυρμηκίες.

Οι δυσαισθησίες, παραισθησίες και οι μυρμηκίες είναι συνηθισμένα και συχνά ενοχλητικά συμπτώματα, που παρατηρούνται σε ένα μεγάλο μέρος των ασθενών που επισκέπτονται τον ειδικό παθολόγο και ερωτήματα, όπως τα παραπάνω, απασχολούν συχνά το κοινό.

Η φυσιολογική σωματική αίσθηση προϋποθέτει μία άθικτη λειτουργία του δέρματος, των αρθρώσεων, των νεύρων και των υποκείμενων ιστών του σώματος. Συμπτώματα ωστόσο, μπορεί να εμφανιστούν σε φυσιολογικά άτομα σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως μετά από έκθεση σε πολύ έντονο ψύχος, μετά από παρατεταμένη μηχανική παρακώλυση της ροής του αίματος, όταν πιέζεται το χέρι από σφιχτό περιβραχιόνιο κλπ, σε έντονη ψυχική φόρτιση.

H αυτόματη έκλυση των συμπτωμάτων, μπορεί να οφείλεται σε νευρολογικές διαταραχές ή παθήσεις των οστών, που παρακωλύουν την πορεία των νεύρων, σε γενικά παθολογικά σύνδρομα, σε συστηματικές παθολογικές παθήσεις ή ψυχιατρικά σύνδρομα.

Όταν τα συμπτώματα εμφανίζονται παροδικά μετά από έκθεση σε ψύχος μικρού βαθμού τότε μπορεί να πρόκειται για ένα σπάνιο σύνδρομο, το σύνδρομο Raynaud.

Σε ορισμένες περιπτώσεις που τα συμπτώματα εντοπίζονται στον θώρακα ή στα άνω άκρα, μπορεί να πρόκειται για εξελισσόμενη πάθηση του μυοκαρδίου. Επί οξείας εμφάνισης συμπτωμάτων επιβάλλεται πάντοτε άμεση ιατρική εξέταση προς αποκλεισμό εξελισσόμενου εγκεφαλικού ή καρδιολογικού επεισοδίου.

Κατά την εξέταση στο ιατρείο, που περιλαμβάνει απλές δοκιμασίες για την αξιολόγηση της ακεραιότητας των αισθητικών οδών υπεύθυνων για την αίσθηση του πόνου, της δόνησης της αφής, της πίεσης, της αίσθησης, της θέσης, της ισορροπίας, την θέση των αρθρώσεων, την θερμοκρασία, διερευνάται εάν υπάρχουν αντικειμενικώς διαπιστούμενες αισθητικές διαταραχές, ελλείμματα νευρολογικού τύπου, ή τοπικές διαταραχές αιμάτωσης.

Στις περιπτώσεις πιθανού εξελισσόμενου καρδιακού ή εγκεφαλικού επεισοδίου μπορεί να χρειαστούν επειγόντως ειδικές εξετάσεις αξιολόγησης.

Εάν δεν διαπιστωθούν αντικειμενικώς υποκείμενες τοπικές βλάβες ή των αντίστοιχων νευρικών οδών ή πιθανό εξελισσόμενο εγκεφαλικό ή καρδιακό επεισόδιο κατά την ιατρική εξέταση, μπορεί να χρειαστεί εργαστηριακός έλεγχος προς την κατεύθυνση γενικών παθολογικών συνδρόμων, όπως επίπεδα βιταμινών και ιχνοστοιχείων, εξετάσεις λειτουργίας ενδοκρινών αδένων κ.λπ.

Ούγκο Πρατ (, 15 Ιουνίου 1927 - 20 Αυγούστου 1995)

Hugo Pratt (1989) by Erling Mandelmann - 2.jpg 

Ο Ούγκο Πρατ (ιταλικά: Hugo Pratt, πραγματικό του όνομα Ugo Eugenio Prat, 15 Ιουνίου 1927 - 20 Αυγούστου 1995), ήταν Ιταλός σχεδιαστής και σεναριογράφος κόμικς. Πολλά από τα κόμικς του, με διασημότερη τη σειρά Κόρτο Μαλτέζε, διακρίνονται από τον συνδυασμό κινηματογραφικής αφήγησης με εκτεταμένη ιστορική έρευνα. Άλλα σημαντικά έργα του είναι τα Έρνι Πάικ, σε σενάριο του Έκτορ Χερμάν Οέστερχελντ, Οι σκορπιοί της ερήμου και Ινδιάνικο καλοκαίρι, σε σχέδιο του Μίλο Μανάρα.

Ο Πρατ συγκαταλέγεται στους σπουδαιότερους δημιουργούς παγκοσμίως και θεωρείται ένας από τους πρώτους που έφεραν λογοτεχνική αύρα στο μέσο των κόμικς. Οι σημαντικότερες διακρίσεις που είχε λάβει, είναι το Μεγάλο Βραβείο του Φεστιβάλ του Ανγκουλέμ το 1988 και η μετά θάνατον εισαγωγή στο Will Eisner Hall of Fame το 2005.

Ο Πρατ έτρεφε μεγάλη αγάπη για τα ταξίδια και είχε επισκεφτεί δεκάδες χώρες του κόσμου. Εκτός από δημιουργός κόμικς ήταν και συγγραφέας, καθώς είχε γράψει ορισμένα μυθιστορήματα, ιδιαίτερα προς το τέλος της ζωής του.

Ο Ούγκο Πρατ είχε γράψει: «Έχω δεκατρείς τρόπους να λέω την ιστορία της ζωής μου, αλλά δεν ξέρω καν αν ένας από αυτούς είναι ο αληθινός ή αν είναι πιο αληθινός από τους άλλους. Ο Πεσσόα έλεγε ότι έχουμε δύο ζωές, αυτή που νομίζουμε ότι είναι η αληθινή και αυτή που ζούμε στα όνειρά μας».

Ο Ούγκο Πρατ γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου 1927 στο Ρίμινι, στις ιταλικές ακτές της Αδριατικής, γιος των Ρολάντο Πρατ και Εβελίνα Τζένερο. Και οι δύο γονείς του κατάγονταν από τη Βενετία, αλλά είχαν ξένες ρίζες. Ο παππούς από τη μεριά του πατέρα του ήταν Αγγλονορμανδός που είχε αρχικά εγκατασταθεί στη Λυών και μετά στη Βενετία. Ο διάσημος ηθοποιός Μπόρις Καρλόφ (πραγματικό όνομα Ουίλιαμ Χένρι Πρατ) ήταν μακρινός ξάδελφος του Ούγκο Πρατ. Οι πρόγονοι της μητέρας της Εβελίνα είχαν έρθει από την Τουρκία τον 14ο αιώνα, ενώ ο πατέρας της, γνωστός ποιητής που έγραφε στην βενετσιάνικη διάλεκτο, ήταν το νόθο παιδί μιας πλούσιας γυναίκας σεφαρδίτικης καταγωγής από τη Βενετία και ενός βοηθού μάγειρα στα καράβια.

Λίγες ημέρες μετά τη γέννησή του γιου τους, η οικογένεια μετακόμισε στη Βενετία. Το 1937 εγκαταστάθηκαν στην Αιθιοπία, καθώς ο πατέρας του, φανατικός υποστηρικτής του Μπενίτο Μουσολίνι, υπηρετούσε στον ιταλικό στρατό που πρόσφατα είχε κατακτήσει τη χώρα. Εκεί, έμαθε την αμχαρική γλώσσα και στα δεκατέσσερά του εντάχθηκε στην αποικιακή αστυνομία.

Το 1942, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δηλαδή, ο πατέρας του Πρατ αιχμαλωτίστηκε και πέθανε το ίδιο έτος, ενώ ο Πρατ και η μητέρα του βρίσκονταν σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης για πολίτες. Το 1943 επαναπατρίστηκαν με τη βοήθεια του Ερυθρού Σταυρού. Ο Πρατ φοίτησε σε μια στρατιωτική σχολή στην κεντρική Ιταλία και αργότερα επέστρεψε στην Βενετία, η οποία βρισκόταν υπό την κατοχή των Ναζιστικών στρατευμάτων. Ο Πρατ συνελήφθη ως Νοτιοαφρικανός κατάσκοπος και αναγκάστηκε να ενταχθεί στη ναυτική αστυνομία. Παρέμεινε εκεί για τρεις περίπου εβδομάδες και, μετά από την αποτυχημένη προσπάθεια να φύγει από τη χώρα, προσχώρησε στις Συμμαχικές Δυνάμεις. Σε κάποια σύρραξη, ο Πρατ τραυματίστηκε από σφαίρα στο αριστερό του πόδι.Προς το τέλος του πολέμου ήταν υπεύθυνος για την ψυχαγωγία των Αμερικανικών στρατιωτών.

Αρχή της καριέρας

Η σταδιοδρομία του Πρατ στα κόμικς ξεκίνησε το 1945, έχοντας πια επιστρέψει για τα καλά στη Βενετία. Μαζί με τους Μάριο Φαουστινέλι, Αλμπέρτο Όνγκαρο, Ντίνο Μπατάλια, Νταμιάνο Νταμιάνι και άλλους σχημάτισε την επονομαζόμενη «Ομάδα της Βενετίας» (Gruppo di Venezia), ενώ ήταν ο συνιδρυτής, με τους Φαουστινέλι και Όνγκαρο, του περιοδικού Asso di Picche, το οποίο εμφανίστηκε τον Δεκέμβριο του 1945. Ήταν μέρος της ομάδας που δημιούργησε τον ομώνυμο χαρακτήρα, έναν μασκοφόρο ήρωα επηρεασμένο από τα Φάντομ του Λι Φολκ και The Spirit του Γουίλ Άισνερ. Δουλειές του Πρατ δημοσιεύτηκαν και σε άλλα έντυπα της εποχής.

Πιπεριές με ανθότυρο!




 
 
 


 
 
 
 
6 χοντρές πιπεριές κέρατο
250 γρ ανθότυρο περίπου
1 αυγό
2-3 κουταλιές μαϊντανός ψιλοκομμένος
1-2 κουταλιές γλυκάνισο
2 κουταλιές ελαιόλαδο και
4-5 κουταλιές ελαιόλαδο για το ψήσιμο
Αλάτι και φρεσκοτριμμένο πιπέρι

Πλένουμε καλά τις πιπεριές, κόβουμε το κοτσάνι και το φυλάμε και αδειάζουμε το εσωτερικό τους από τα σπόρια. Τις ξεπλένουμε και τις αφήνουμε να στραγγίσουν.
Σε μπολ λιώνουμε το ανθότυρο με ένα πηρούνι και προσθέτουμε το αυγό, τον μαϊντανό, τις 2 κουταλιές ελαιόλαδο, αλατοπίπερο και το γλυκάνισο.
Ανακατεύουμε καλά.
Γεμίζουμε προσεκτικά τις πιπεριές με ένα κουταλάκι, τις κλείνουμε το καπάκι τους και τις αραδιάζουμε σε ταψάκι. Τις περιχύνουμε με 4-5 κουταλιές ελαιόλαδο. Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 180ο για 20 λεπτά περίπου, μέχρι να ροδίσουν.Πολύ νόστιμες ζεστές και κρύες!
http://bettyscuisine.blogspot.gr/2010/06/blog-post_29.html 

Εμμανουήλ (Μάνος) Χατζιδάκις (Ξάνθη 23 Οκτωβρίου 1925 – Αθήνα 15 Ιουνίου 1994)

Μάνος Χατζιδάκις - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr 

Ο Εμμανουήλ (Μάνος) Χατζιδάκις (Ξάνθη 23 Οκτωβρίου 1925 – Αθήνα 15 Ιουνίου 1994) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες μουσικοσυνθέτες. Το έργο του θεωρείται πως συνέδεσε τη λόγια με τη λαϊκή μουσική και περιλαμβάνει δεκάδες ηχογραφήσεις πολλές από τις οποίες αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικές.

Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη, γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι, από τον Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου[εκκρεμεί παραπομπή] και της Αλίκης Αρβανιτίδου. Σύμφωνα με τον ίδιο κληρονόμησε από τη μητέρα του «όλους τους γρίφους που από παιδί μ' απασχολούν και μέχρι σήμερα κάνω προσπάθειες να τους λύσω. Χωρίς τους γρίφους της δεν θα 'μουν ποιητής...». Η μουσική του εκπαίδευση ξεκινά σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλαμβάνει μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Αλτουνιάν. Παράλληλα, εξασκείται στο βιολί και το ακορντεόν.

Ο Χατζιδάκις εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα, με τη μητέρα του, το 1932 έπειτα από το χωρισμό των γονέων του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, ο πατέρας του πεθαίνει σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου επιφέρει μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια και αναγκάζει τον Χατζιδάκι να εργαστεί από αρκετά νεαρή ηλικία.

Συγχρόνως επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο, την περίοδο 1940 - 1943, ενώ ξεκινά και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν θα ολοκληρώσει. Την ίδια περίοδο συνδέεται με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Γκάτσος, οι ποιητές Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.

Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής, συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ με το ψευδώνυμο Πέτρος Γρανίτης [εκκρεμεί παραπομπή]. Ο Μάνος Χατζιδάκις έγραφε και κείμενα, παιδικά ποιήματα και τραγούδια, που δημοσιεύονταν στο περιοδικό Νέα Γενιά και σε άλλα έντυπα της ΕΠΟΝ. Μετά την Απελευθέρωση, μάλιστα έγραψε και τον ύμνο "ΕΠΟΝ, ΕΠΟΝ, είσαι ο εχθρός των φασιστών, καμάρι του λαού ΕΠΟΝ"[1][2].
Περίοδος 1945 - 1966

Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944 με τη συμμετοχή του στο έργο Τελευταίος Ασπροκόρακας του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον αποτρέψει. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια και αποφέρει μουσική για σημαντικό αριθμό έργων του σύγχρονου θεάτρου..

Το 1946 καταγράφεται και η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι και στα επόμενα χρόνια συνθέτει μουσική για πολλές ελληνικές ή ξένες ταινίες. Ειδικά για τη μουσική της ταινίας Το ποτάμι (1959) θα κερδίσει το μουσικό βραβείο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Το 1950 θα αποτελέσει ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, όπου παρουσιάζει τα τέσσερα μπαλέτα του, Μαρσύας (1950), Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές (1951), Το Καταραμένο Φίδι (1951) και Ερημιά (1958).

Παράλληλα με το Ελληνικό Χορόδραμα, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις Χοηφόρους (1950) από την Ορέστεια του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτελεί την αρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με πολλές αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες, μεταξύ των οποίων η Μήδεια (1956), ο Κύκλωπας (1959), οι Βάκχες (1962), οι Εκκλησιάζουσες (1956), η Λυσιστράτη (1957) και οι Όρνιθες (1959). Την ίδια εποχή (1950), ο Χατζιδάκις συνεργάζεται και με τον Άγγελο Σικελιανό προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία του τραγωδία Ο Θάνατος του Διγενή.

Το 1961 του απονέμεται το βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι Τα παιδιά του Πειραιά, από την ταινία του Ζυλ Ντασέν Ποτέ την Κυριακή, το οποίο συμπεριλαμβάνεται και στα δέκα εμπορικότερα τραγούδια του 20ού αιώνα. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις, θεωρεί πως η ελαφρά μουσική του για τον κινηματογράφο, του προσδίδει μια «ανεπιθύμητη λαϊκότητα», την οποία δεν αποδέχεται και φθάνει στο σημείο να αποκηρύξει μεγάλο μέρος της.

Σημαντικός σταθμός στο έργο του Χατζιδάκι για το θέατρο αποτελεί ακόμα η παράσταση Οδός Ονείρων (1962) σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού και πρωταγωνιστή το Δημήτρη Χορν.

Την περίοδο 1963-1966 διευθύνει την «Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών» – της οποίας είναι και ιδρυτής -- και στο σύντομο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της δίνει 20 συναυλίες με πρώτες παρουσιάσεις δεκαπέντε έργων Ελλήνων συνθετών.
Περίοδος 1967 - 1971

Το 1966 ο Μάνος Χατζιδάκις επισκέπτεται την Αμερική προκειμένου να ανεβάσει στο Broadway με τον Ζυλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του Ποτέ την Κυριακή με τον τίτλο Illya Darling. Κατά την παραμονή του στην Αμερική έρχεται σε επαφή με την ποπ και ροκ αμερικανική μουσική σκηνή, γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα την ηχογράφηση του κύκλου τραγουδιών Reflections σε συνεργασία με το συγκρότημα New York Rock and Roll Ensemble ενώ ηχογραφεί και Το Χαμόγελο της Τζοκόντας, ένα από τα περισσότερο γνωστά έργα του.
Περίοδος 1972 - 1989

Το 1972, επιστρέφει στην Αθήνα και τον επόμενο χρόνο ιδρύει το μουσικό καφεθέατρο «Πολύτροπο», το οποίο επιδιώκει, σύμφωνα με τον ίδιο, «μια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, μ' όλα τα μέσα που μας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εμπειρία». Η περίοδος αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής του, θεωρείται η περισσότερο ώριμη στη μουσική του σταδιοδρομία[εκκρεμεί παραπομπή] και σηματοδοτείται με την ηχογράφηση του Μεγάλου Ερωτικού.

Με το πέρας της στρατιωτικής δικτατορίας διορίζεται «Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής» της Λυρικής Σκηνής για το διάστημα 1975 - 1977 ενώ την περίοδο 1975 - 1982 αναλαμβάνει καθήκοντα Διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας καθώς και Διευθυντή του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα. Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς και ίσως την ποιοτικότερη περίοδο του ραδιοσταθμού.

Το 1979 ο Χατζιδάκις καθιερώνει τις «Μουσικές Γιορτές» στα Ανώγεια της Κρήτης, που περιλαμβάνουν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Τον επόμενο χρόνο εγκαινιάζει και τον «Μουσικό Αύγουστο» στο Ηράκλειο, ένα καλλιτεχνικό Φεστιβάλ με κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευμάτων τόσο στη μουσική όσο και στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο. Την περίοδο 1981 - 1982 διοργανώνει επίσης τους «Μουσικούς Αγώνες» στην Κέρκυρα, ένα μουσικό διαγωνισμό για νέους Έλληνες συνθέτες.

Αξιοσημείωτη είναι και η συμμετοχή του στην έκδοση του πολιτιστικού περιοδικού Το Τέταρτο (1985 - 1986), το οποίο καταγράφει τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώμενα μέσα από τις πολιτικές τους διαστάσεις. Παράλληλα, συστήνει το 1985, την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία «Σείριος», η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα. Από το 1976 συνεργάζεται με τη Μαρία Φαραντούρη σε τέσσερις δίσκους του: "Η εποχή της Μελισσάνθης" (1980), "Τα Παράλογα" ( 1976 ), "Σκοτεινή Μητέρα" (1986) και "Ρωμαϊκή Αγορά" (1986) καθώς και σε πάρα πολλές συναυλίες μέχρι το 1991 .
Περίοδος 1990 - 1994

Στα τέλη του 1989 ο Χατζιδάκις ιδρύει την «Ορχήστρα των Χρωμάτων» με σκοπό να παρουσιάσει έργα που συνήθως δεν καλύπτονται από τις συμβατικές συμφωνικές ορχήστρες. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις διηύθυνε την ορχήστρα μέχρι το τέλος της ζωής του δίνοντας συνολικά είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ ελληνικού και διεθνούς ρεπερτορίου. Το 1991, σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμάτας διοργανώνει επίσης τους «Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας».

Πέθανε στις 15 Ιουνίου του 1994 από οξύ πνευμονικό οίδημα και ετάφη στην Παιανία.

Ο ίδιος ο Χατζιδάκις ιδίως προς το τέλος της ζωής του ξεχώριζε τα έργα του, σχεδόν αποκηρύσσοντας μερικά από τα πλέον δημοφιλή του, κινηματογραφικές επιτυχίες όπως τα Παιδιά του Πειραιά, λέγοντας ότι τα έγραψε γιατί έπρεπε να ζήσει, αλλά δεν ήταν αντιπροσωπευτικά της δημιουργικής του πνοής.Τα έργα που αγαπούσε τα έβγαλε κατ' ευθείαν σε δίσκους, και από αυτά πιο αυτοβιογραφικό θεωρούσε την Εποχή της Μελισσάνθης. Από αυτό το δίσκο, δέκα χρόνια μετά θάνατον, ο σκηνοθέτης της τελετής λήξεως των Ολυμπιακών αγώνων των Αθηνών, 2004, διάλεξε ν' ακουστεί το τραγούδι "Μητέρα κι αδελφή" κατά τη σβέση της ολυμπιακής φλόγας. Σε ελάχιστα έργα του ο Χατζιδάκις τραγουδά ο ίδιος. Ισως γιατί δεν είχε και καλή άρθρωση του ρώ. Στους ΄Ορνιθες έχει ένα σύντομο πέρασμα ("Πιο καλά, χίλιες φορές...").Επίσης μετά θάνατον κυκλοφόρησε ένα cd, όπου τραγουδά μόνος όλα τα τραγούδια. Στον δίσκο "Τα παράλογα", ο Μίκης θεοδωράκης τραγουδά την Ελλαδογραφία του Ν.Γκάτσου, με μουσική του Χατζιδάκι. Η Νάνα Μούσχουρη υπήρξε η αγαπημένη του ερμηνεύτρια, αλλά οι σχέσεις τους χάλασαν όταν η ΝΜ δεν ακολούθησε τη συμβουλή του, να μείνει στην Ελλάδα, και ξεκίνησε τη διεθνή της καρριέρα. Οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν περίπου είκοσι χρόνια αργότερα, όταν έγραψε ξανά για τη δική της φωνή τους Μύθους μιας γυναίκας σε στίχους Νίκου Γκάτσου. Με την Μούσχουρη έκαναν μια λαμπρή περιοδεία σε όλη την Ελλάδα, στα στρατόπεδα, που αναμεταδιδόταν από την τηλεόραση. Πολλά τραγούδια του, τα καλύτερά της, τραγούδησε και η Αλίκη Βουγιουκλάκη, τα περισσότερα για τον κινηματογράφο, αλλά υπάρχει και ένα που της το έδωσε για ένα μικρό δισκάκι 45 στροφών: "Η περιπέτεια στη Νότιο Καρολίνα" με παράξενους, τραυματικούς στίχους. Η σχέση του Χ. με τον Μίκη Θεοδωράκη ήταν πάντα στενή και εγκάρδια, παρ' όλον ότι στη λαϊκή μυθολογία της εποχής φαίνονταν αντίπαλοι. Συνεργάστηκαν στην επιθεώρηση Μαγική Πόλη. Επίσης ο Χ. έκανε την πρώτη ενορχήστρωση του έργου του Μίκη Επιτάφιος, από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου που τραγούδησε η Νάνα Μούσχουρη. Ο Μ. Θεοδωράκης ήταν τότε στο Παρίσι, αλλά, όταν ακουσε το δίσκο του Επιταφίου του, τα άφησε όλα και γύρισε στην Ελλάδα για να ξαναγράψει σε δίσκο το έργο του, με δική του ενορχήστρωση, με μπουζούκι, και τραγουδιστή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, αποκαθιστώντας, όπως ήθελε, την "λαϊκότητα" του έργου.

Επιλεγμένη δισκογραφία

(οι χρονολογίες αφορούν στην έκδοση του δίσκου κι όχι στη γραφή του εκάστοτε έργου)

Έξι λαϊκές ζωγραφιές/Για μια μικρή, λευκή αχιβάδα (1954)
Το καταραμένο φίδι (1990)
Ο κύκλος με την κιμωλία (1959)
Ερημιά (1959)
Ο κύκλος του C.N.S (1959)
Έξι λαϊκές ζωγραφιές (1959)
Ραντεβού στην Κέρκυρα (1960)
Το κλωτσοσκούφι (1960)
Ποτέ την Κυριακή (1960)
Όρνιθες (1960)
La voleuse de Londres (Η κλέφτρα του Λονδίνου) (1961)
Ελλάς, η χώρα των ονείρων (1961)
Για μια μικρή λευκή αχιβάδα (1961)
Χαμένα όνειρα (1961)
Η Αλίκη στο ναυτικό (1961)
Απόψε αυτοσχεδιάζουμε (1961)
Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη (1962)
Οδός Ονείρων (1962)
Καίσαρ και Κλεοπάτρα (1962)
Αμέρικα Αμέρικα (1963)
Συνέβη στην Αθήνα (1964)
Topkapi (1964)
Ματωμένος Γάμος/Παραμύθι χωρίς όνομα (1965)
Το χαμόγελο της Τζοκόντας (1965)
Μυθολογία (1966)
Ilya Darling (1967)
Blue (1968)
Reflections (1970)
Της γης το χρυσάφι (1971)
Ο Μεγάλος Ερωτικός (1972)
Ο Οδοιπόρος, το μεθυσμένο κορίτσι και ο Αλκιβιάδης (1974)
Τα πέριξ (1974)

Sweet Movie (1974)
Ο σκληρός Απρίλης του '45 (1974)
Αθανασία (1976)
Τα παράλογα (1976)
Οι γειτονιές του φεγγαριού/Χωρίον ο πόθος (1977)
Για την Ελένη (1978)
Η εποχή της Μελισσάνθης (1980)
Πορνογραφία (1982)
Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς (1983)
Memed My Hawk (1983)
Σκοτεινή μητέρα (1986) Μαρία Φαραντούρη
Ο Μάνος Χατζιδάκις στη Ρωμαϊκή Αγορά (1986)
Η λαϊκή αγορά (1987)
Το ρεσιτάλ (1989)
Τα τραγούδια της αμαρτίας (1996)
2000 Μ.Χ. (1999)
Μουσική για το Θέατρο Τέχνης (2003)
Μουσική για το Ελληνικό Χορόδραμα (2003)

Γραπτά

Μυθολογία (1966)
Μυθολογία Δεύτερη (1982)
Ο καθρέφτης και το μαχαίρι (1988)
Τα σχόλια του Τρίτου (1980)
http://el.wikipedia.org/wiki/Μάνος_Χατζιδάκις

Η Έλλα Φιτζέραλντ (Ella Fitzgerald· 25 Απριλίου 1917 – 15 Ιουνίου 1996)

 

Ella Fitzgerald 1962.JPG 

Η Έλλα Φιτζέραλντ (Ella Fitzgerald· 25 Απριλίου 1917 – 15 Ιουνίου 1996) ήταν Αμερικανίδα τραγουδίστρια της τζαζ. 

Στη διάρκεια της σταδιοδρομίας της, που διήρκεσε περίπου έξι δεκαετίες, απέκτησε παγκόσμια φήμη και καταξιώθηκε διεθνώς, ξεχωρίζοντας χάρη στις ιδιαίτερες φωνητικές ικανότητές της. Κέρδισε 14 βραβεία Γκράμι και γνώρισε πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι απονομές του Εθνικού Μεταλλίου Τέχνης (1987) και του Προεδρικού Μεταλλίου της Ελευθερίας (Δεκέμβριος 1992).

Γεννήθηκε στο Νιούπορτ Νιουζ της Βιρτζίνιας. Η μητέρα της μετακόμισε μαζί της στη βιομηχανική πόλη Γιόνκερς, βόρεια της Νέας Υόρκης. Πίεσε την Έλλα να ασχοληθεί με το τραγούδι και εκείνη έβαλε το όνομά της σε λίστα υποψηφίων διαγωνισμού στο θέατρο Apollo του Χάρλεμ το 1934.

Έχοντας κερδίσει σε αρκετούς διαγωνισμούς ταλέντου, στα μέσα της δεκαετίας του '30 γνώρισε τον Μπένι Κάρτερ και μέσω αυτού τον Τσικ Γουέμπ, οποίος ήταν αρχηγός και ντράμερ της προσωπικής του ορχήστρας. Μαζί του ηχογράφησε τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες της, όπως το Α-Tisket, Α-Tasket και το Undecided. Πέντε χρόνια αργότερα σημειώθηκε ο θάνατος του Γουέμπ και η Φιτζέραλντ έγινε αρχηγός του συγκροτήματος για τα επόμενα δύο χρόνια, ώσπου την ανακάλυψε ο Νόρμαν Γκρανζ, που ήταν ιδιοκτήτης της μοναδικής τζαζ δισκογραφικής εταιρείας Verve, και έγινε μάνατζέρ της.

Η φωνή της ήταν μικρής έντασης και σχεδόν παιδική στη χροιά, ωστόσο διακρινόταν για το εξαιρετικό μεγάλο εύρος της (από ρε έως το υψηλό ντο της σοπράνο). Ξεχώρισε, σε σύγκριση με άλλες σύγχρονες τραγουδίστριες, ως προς τον τρόπο προφοράς της, την αίσθηση του τόνου, τη γλυκύτητα της φωνής της και την ικανότητά της να αυτοσχεδιάζει όπως ένας οργανοπαίχτης στο σαξόφωνο ή στην τρομπέτα.

 Η Έλλα Φιτζέραλντ είχε ένα μοναδικό τρόπο να συνδυάζει τα τραγούδια μεταξύ τους και να τα τραγουδά το ένα μετά το άλλο. Το τραγούδι της το οποίο πέρασε στις μεγαλύτερες επιτυχίες παγκοσμίως είναι το Every time we say goodbye. Έχει συνεργαστεί με τους Λούις Άρμστρονγκ, Κάουντ Μπέιζι, Ντιουκ Έλινγκτον και Όσκαρ Πήτερσον.

Μάνος (Εμμανουήλ) Χατζιδάκις (Ξάνθη, 23 Οκτωβρίου 1925 - Αθήνα, 15 Ιουνίου 1994)

Μάνος Χατζιδάκις - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr 

Ο Μάνος (Εμμανουήλ) Χατζιδάκις (Ξάνθη, 23 Οκτωβρίου 1925 - Αθήνα, 15 Ιουνίου 1994) ήταν κορυφαίος Έλληνας συνθέτης, ποιητής, τραγουδοποιός, μαέστρος και πιανίστας. Θεωρείται ο πρώτος που συνέδεσε μεταπολεμικά, με το θεωρητικό και συνθετικό έργο του, τη λόγια μουσική με τη λαϊκή μουσική παράδοση. Πολλά από τα εκατοντάδες έργα του αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικά. Είναι βραβευμένος με Βραβείο Όσκαρ.

Γεννήθηκε στην Ξάνθη και ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζιδάκι από τον Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Αδριανούπολη. Η οικογένεια ζούσε στην Ξάνθη γιατί ο πατέρας Χατζιδάκις εργαζόταν ως νομικός σύμβουλος σε ανθούσες, στις αρχές του 20ου αιώνα, καπνικές εταιρείες της περιοχής.

Το σπίτι όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια ο Μάνος Χατζιδάκις, χτισμένο στα τέλη του 19ου αιώνα με νεοκλασικιστικά στοιχεία και λίγο μπαρόκ, είναι πλέον χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο.

Η μουσική του εκπαίδευση ξεκίνησε σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλάμβανε μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Άννα Αλτουνιάν. Παράλληλα εξασκούνταν στο βιολί και στο ακορντεόν.[

Ο Χατζιδάκις εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα με τη μητέρα του και την αδελφή του Μιράντα το 1932 έπειτα από το χωρισμό των γονέων του, οι οποίοι δεν πήραν διαζύγιο. Το 1938 ο πατέρας του σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό, αργότερα, με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου επέφερε μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια. Ο νεαρός Χατζιδάκις εργάστηκε για βιοπορισμό ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο.

Το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι στο Παγκράτι όπου ο μουσικοσυνθέτης έζησε την πρώτη δημιουργική περίοδο της ζωής του, από το 1936 έως το 1962

Παράλληλα επέκτεινε τις μουσικές του γνώσεις κάνοντας ιδιαίτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο την περίοδο 1940-1943, ενώ παρακολούθησε ως ακροατής μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δεν ολοκλήρωσε ποτέ οποιεσδήποτε σπουδές.

Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, ηλικιακά μεγαλύτερους από αυτόν, μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης. Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, όπου γνώρισε τον επίσης κορυφαίο μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίον σύντομα ανέπτυξε ισχυρή φιλία.

Τα πρώτα έργα

Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το καλοκαίρι του 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στην κωμωδία «Ο Τελευταίος Ασπροκόρακας» του Αλέξη Σολομού από το νεοσύστατο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Η παράσταση έκανε πρεμιέρα στις 10 Ιουλίου 1944 και ανέβηκε για έξι Δευτέρες στο υπαίθριο θεατράκι «Παρκ» επί της οδού Χέυδεν.

Στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, αν και τελικά ο ίδιος ο Κουν θα τον προτρέψει να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική. Η συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης θα αποδειχθεί ιδιαίτερα παραγωγική και θα διαρκέσει περίπου δεκαπέντε χρόνια.

Το 1946 καταγράφεται η πρώτη του εργασία για τον κινηματογράφο, στην ταινία Αδούλωτοι Σκλάβοι που σκηνοθέτησε ο Βίων Παπαμιχάλης με πρωταγωνίστρια, σε πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση, την Έλλη Λαμπέτη.

Την περίοδο της Κατοχής ο Χατζιδάκις ανακαλύπτει το ρεμπέτικο τραγούδι και γίνεται ένας από τους πρώτους που το μελέτησαν και κατανόησαν την αξία του. Στις 31 Ιανουαρίου 1949, σε ηλικία 23 ετών, δίνει στο Θέατρο Τέχνης (στεγαζόταν στο τότε Θέατρο Αλίκης, νυν Θέατρο Μουσούρη στην πλατεία Καρύτση) τη διάσημη διάλεξή του για το ρεμπέτικο τραγούδι, μέσω της οποίας το συνέδεσε με τη νεοελληνική πολιτιστική κληρονομιά και του προσέδωσε ευρωπαϊκής προέλευσης αξίες. Μετά τη διάλεξη ακολούθησε συναυλία με τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου.

Το 1950 γίνεται ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, με το οποίο παρουσιάζει τέσσερα μπαλέτα του: «Μαρσύας» (1950), «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές» (1951), «Το Καταραμένο Φίδι» (1951) και «Ερημιά» (1958).

Την ίδια εποχή η ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη αναθέτει στον Χατζιδάκι τη σύνθεση της μουσικής για τις «Χοηφόρους» (1950) από την «Ορέστεια» του Αισχύλου. Η συνεργασία αυτή ήταν η απαρχή της ενασχόλησης του Χατζιδάκι με το αρχαίο δράμα. Μερικές από τις τραγωδίες και κωμωδίες για τις οποίες θα γράψει μουσική είναι η «Μήδεια» (1956), ο «Κύκλωπας» (1959), οι «Βάκχες» (1962), οι «Εκκλησιάζουσες» (1956), η «Λυσιστράτη» (1957) και οι «Όρνιθες» (1959). Το 1950 ο Χατζιδάκις συνεργάζεται με τον Άγγελο Σικελιανό προκειμένου να συνθέσει τη μουσική για την τελευταία τραγωδία του ποιητή «Ο Θάνατος του Διγενή».

Παράλληλα γράφει σημαντικά μουσικά έργα, όπως τα πιανιστικά «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα» (1947, το πρώτο από 51 έργα που ο ίδιος ξεχωρίζει με ιδιαίτερη αρίθμηση ανάμεσα στο σύνολο της δημιουργίας του ως opus 1) και «Ιονική σουίτα» (1952), καθώς και τον κύκλο τραγουδιών «Ο Κύκλος του C.N.S.» (1954, αφιερωμένος στον Carlos Novi Sanchez με αφορμή το θάνατο του κοινού τους φίλου Ετιέν Ρέρυ).

 

Σήμερα 15/6... Αγίου Αυγουστίνου επισκόπου Ιππώνος, Οσίου Ιερώνυμου, Οσίας Μονίκης, Οσίου Ορτισίου

Γδόχια με θέα το Λυβικό (φ.Μ.Κυμάκη)
Γδόχια με θέα το Λυβικό (φ.Μ.Κυμάκη)

Αγίου Αυγουστίνου επισκόπου Ιππώνος, Οσίου Ιερώνυμου, Οσίας Μονίκης, Οσίου Ορτισίου 

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες