Πέμπτη, Απριλίου 08, 2021

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ Ο ΠΙΚΑΣΟ;



Ο Πικάσο μικρός
"Αγαπητοί αναγνώστες, Αν κάποιο έργο τέχνης δες σας αρέσει, σας απωθεί ή σας προκαλεί αηδία μη διστάζετε να εξωτερικεύσετε τα αισθήματα σας. Μπορεί να έχετε εσείς περισσότερο δίκιο από εκείνους που προσποιούνται ότι εκστασιάζονται επειδή δεν τολμούν να εκφραστούν ειλικρινώς, φοβούμενοι μήπως θεωρηθούν ακαλλιέργητοι. Η απάτη και ο τυχοδιωκτισμός θάλλουν και στο χώρο των καλλιτεχνών, όπως και παντού αλλού".
Αυτό το κράτησα από μια δημοσίευση που βρήκα κάποτε χωρίς να έχω κρατήσει την πηγή του. Δύσκολα βρίσκω ανθρώπους που να είναι αντικειμενικοί κυρίως στην κριτική τους με τους εικαστικούς καλλιτέχνες και το έργο τους που μας αφορά εδώ. Έχουμε συνηθίσει στους αναγνωρισμένους καλλιτέχνες να βλέπουμε τις παλαβομάρες, τις υπερβολές τους στον χαρακτήρα τους και στο έργο τους σαν δικαιολογημένες, πράγμα που δεν θα το κάναμε για οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο. Λέμε: Αυτοί που τους αναγνώρισαν, κάτι θα ξέρουν που δεν είναι ανάγκη να το ξέρουμε εμείς. Με αυτόν τον τρόπο όμως αποποιούμαστε της ευθύνης μας. Αυτή η στάση μας είναι ένα κατάλοιπο της εποχής της φεουδαρχίας, όπου δεν επιτρεπόταν η προσωπική κρίση των πολιτών και όλα οριζόταν από τον φεουδάρχη που τον προσκυνούσαν σαν θεό.
Όμως κάποτε πρέπει επιτέλους να αναλάβουμε την ευθύνη μας. Αν δεν μπορούμε να έχουμε δική μας κρίση για έναν καλλιτέχνη, που αυτό δεν μας κοστίζει, πως θα υποστηρίξουμε όταν χρειαστεί, αυτό που θέλουμε για τον εαυτό μας και την κοινωνία, όταν αυτό μπορεί με κάποιον τρόπο κάτι να μας κοστίζει; Και δεν είναι μόνον το έργο των καλλιτεχνών που χρειάζεται να κρίνουμε αν προσφέρει κάτι στον άνθρωπο και την ζωή για να αξίζει τόσο η προβολή του και τα λεφτά που πουλιέται. Ο Νίτσε έχει πει ότι "πρέπει να μαντέψει κανείς τον ζωγράφο για να καταλάβει την εικόνα". Δηλαδή, για να κρίνεις έναν έργο, χρειάζεται να γνωρίζεις τον καλλιτέχνη".
Ένας καταστροφικός χαρακτήρας ας πούμε, μπορεί να παράγει έργο που πηγάζει από την ψυχή του και να στηρίζει την ζωή;
Σαν δύσκολο μας φαίνεται.
Ένα παράδειγμα σε αυτό, είναι ο Πικάσο. Σε μια κρίση ειλικρίνειας εξομολογείται ότι δεν εκτιμάει καθόλου το έργο του:
Συνέντευξη Πικάσο στο διάσημο συγγραφέα Τζιοβάνι Παπίνι
Πικάσο: « Ικανοποίησα σοφούς και κριτικούς με σαχλαμάρες και αυτοί τόσο περισσότερο με θαύμαζαν»
Για το Βήμα Γιάννης Μαρίνος


"Αυτοπροσωπογρσφία Πικάσο" 1907

«Στην τέχνη, ο λαός δεν αναζητά πλέον ανακούφιση και εξύψωση. Αλλά οι λεπτεπίλεπτοι, οι πλούσιοι , οι αργόσχολοι για να ξεχωρίσουν από το λαό αναζητούν το καινούριο ,το παράδοξο , το ασυνήθιστο, το σκανδαλώδες. Και εγώ, από τον κυβισμό και έπειτα , ικανοποίησα τους σοφούς και τους κριτικούς με όλες τις ευμετάβλητες σαχλαμάρες που μου έρχονταν στο κεφάλι, και όσο λιγότερο με καταλάβαιναν τόσο περισσότερο με θαύμαζαν. Με το να διασκεδάζω με αυτά τα παιχνίδια ,αυτές τις κουταμάρες, αυτές τις σπαζοκεφαλιές , έγινα διάσημος, και μάλιστα πολύ γρήγορα. Και η διασημότητα για ένα ζωγράφο σημαίνει πωλήσεις ,κέρδη ,περιουσία ,πλούτη. Και σήμερα- όπως ξέρεις – είμαι διάσημος, είμαι πλούσιος. Αλλά όταν βρίσκομαι μόνος με τον εαυτό μου, δεν έχω το κουράγιο να θεωρούμαι καλλιτέχνης με όλη την σημασία της λέξης. Δεν είμαι παρά ένας κοινός σαλτιμπάγκος, που κατάλαβε το πνεύμα των καιρών του και εξήντλησε όσο καλύτερα μπορούσε τη βλακεία, τη ματαιοδοξία, τη φιλοχρηματία των συγχρόνων του. Είναι πικρή η εξομολόγηση μου, πιο θλιβερή οπόσο φαίνεται, αλλά έχει τη χάρη να είναι ειλικρινής».
Παρακάτω θα δούμε και στην προσωπική του ζωή, πόσο άξιζε σαν άνθρωπος. Η μεγάλη αγάπη της μάνας του τον έκανε να νοιώθει ξεχωριστός σαν οντότητα, αλλά το παραχάιδεμα και η χωρίς όρια ελευθερία του από μιαν αδύνατη πατρική φιγούρα, τον έκαναν εγωιστή και σαδιστή με αποτέλεσμα να κάνει να αυτοκτονήσουν και να τρελαθούν πολλά άτομα της οικογενείας του.
Τελειώνοντας την ιστορία του θα δούμε αν και πόσο άξιζε να λέγεται τόσο μεγάλος.


Ο Πικάσο παιδί (αριστερά)


"Πορτρέτο της μάνας του" Πικάσο
Πρωτάνοιξε τα μάτια του στις 25 Οκτωβρίου 1881, στην πλατεία Μερθέντ στη Μάλαγα. Είίναι ζωντανός νεκρός. Ανάσα καμία. Η καρδιά του δεν ανταποκρίνεται. Ο θείος του, ο δόκτωρ Σαλβαδόρ, που η σοβαρότητα της κατάστασης δεν τον εμποδίζει να ανάψει ένα από τα τεράστια πούρα Αβάνας που έχει μαζί του και για τα οποία άλλωστε τρελαίνεται, φυσά καταπάνω του ένα ολάκερο σύννεφο καπνού. Κίνηση εντελώς παράλογη φαινομενικά. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, το μωρό κάνει μια γκριμάτσα και πατάει τις στριγκλιές. Ο καπνός, που τόσο συχνά σκοτώνει, θα έχει για μία φορά αναστήσει κάποιον… Ποιος ξέρει άραγε εάν η μελλοντική αγάπη του καλλιτέχνη για τις πίπες και τα τσιγάρα δεν είναι στην ουσία παρά μια ένδειξη ευγνωμοσύνης για εκείνο τον καπνό, που ο Πικάσο δεν θα βαρεθεί να το διηγείται. Εξιστορώντας τη ζωή του καλλιτέχνη, θα χρειαστεί παραπάνω από μία φορά να μετριάσουμε τις πεποιθήσεις μας, με κάποιες επιφυλάξεις.


Πικάσο αυτοπροσωπογραφία

Ο πατέρας του, ο Χοσέ Ρουίθ Μπλάσκο, καταγόταν από μια οικογένεια της Σιέρα Λεόν, της οποίας τα ίχνη φτάνουν μέχρι τον 15ο αιώνα. Η οικογένειά του αριθμεί ανάμεσα στα μέλη της έναν αρχιεπίσκοπο της Λίμα, έναν αντιβασιλέα του Περού, κι αργότερα έναν ερημίτη που πέθανε στα μέσα του 19ου αιώνα, τίποτα λιγότερο…
Ο παππούς όμως του Πικάσο δεν ήταν του ίδιου βεληνεκούς. Η μόνη ένδειξη που θα μπορούσε να σχετιστεί με το πηγαίο ταλέντο του Πικάσο ήταν η κλίση του πατέρα του, Δον Χοσέ Ρουίθ στην ζωγραφική. Επρόκειτο για έναν άντρα ξεχωριστό, λεπτοκαμωμένο αν και μεγαλόσωμο, με τόσο κόκκινα μαλλιά και γαλανά μάτια, που του έμεινε το παρατσούκλι «ο Άγγλος». Τα πορτρέτα που μας άφησε ο γιος του αποκαλύπτουν ένα ιδιαίτερα μελαγχολικό βλέμμα. Ο Χοσέ θεωρούσε πως είχε αποτύχει στη ζωή του. Είχε πλέον συνειδητοποιήσει πως σε καμία περίπτωση δεν διέθετε τα όπλα εκείνα που έτρεφαν τις νεανικές του φιλοδοξίες. Τον απογοήτευε που δεν θα κατέκλυζαν το σπίτι του πλούσιοι φιλότεχνοι και έμποροι έργων τέχνης προκειμένου να αποκτήσουν όσο - όσο κάποιο από τα έργα του, όπως έκαναν με τους φίλους του Αντόνιο Μουνιόθ Ντεγκρέν ή Μπερνάντο Φεραντίθ ―ιδρυτές της Σχολής της Μάλαγα―, τους οποίους θαύμαζε βαθύτατα. Ζωγράφος κακός και απογοητευμένος, ο Δον Χοσέ δεν παύει ωστόσο ν’ αποτελεί μία πολυσύνθετη προσωπικότητα. Έλεγε πως νιώθει ν’ αγαπάει πιότερο τους φίλους του όταν εκείνοι έχουν πλέον χαθεί. Πράγμα βέβαια που δεν τον εμπόδισε να αποτελέσει μέρος μιας tertulia, ενός είδους κλειστού κύκλου του οποίου τα μέλη επιλέγονταν σύμφωνα με τις κοινωνικές και καλλιτεχνικές τους συγγένειες και είχαν περίεργες ενασχολήσεις. Αργότερα, ο ίδιος ο Πικάσο, σε ένα από τα σχέδιά του, δεν θα διστάσει να απεικονίσει τον πατέρα του, περίεργα ντυμένο με ένα φόρεμα, να επιθεωρεί κάποιο πονηρό κτήριο. Αναμφίβολα, αυτό με την επιγραφή Λόλα Λα Τσάτα, που ήταν ένα από τα αγαπημένα του.
Ο Δον Χοσέ περνά τα βράδια του στο Λίσεο, καλλιτεχνικό στέκι προορισμένο αποκλειστικά για την αστική κοινωνία της Μάλαγα. Εκεί φαίνεται πως λάμπει με το πνεύμα του, τις ατάκες, τα λογοπαίγνιά του, τη λεπτή ειρωνεία του ― που γίνεται σταδιακά όλο και πιο πικρόχολη καθώς πληθαίνουν οι απογοητεύσεις. Πρόκειται σαφώς για ένα άτομο τελείως διαφορετικό από τη μητέρα του καλλιτέχνη, τη Μαρία Πικάσο Λόπεθ. Όσο ψηλός ήταν ο σύζυγός της, τόσο μικρόσωμη ήταν η ίδια. Όσο λεπτός ήταν αυτός, τόσο κοντόχοντρη εκείνη. Η ζωή δεν στάθηκε γενναιόδωρη με τη Μαρία Λόπεθ Πικάσο, τη μητέρα του Πάμπλο. Ο πατέρας της, Δον Φρανσίσκο Πικάσο Γκουαρδένα, γεννημένος στη Μάλαγα, όπου η οικογένεια μετρούσε ήδη δύο γενιές εγκατεστημένη, ήταν εύπορος μεγαλοαστός: ζούσε από το εισόδημα που του άφηναν οι αμπελώνες του. Συνεπαρμένος ωστόσο από ένα πνεύμα εξωτισμού και νιώθοντας να τον κατακλύζει η σπιτική ανία, φεύγει για την Κούβα, απ’ όπου και σύντομα σταματά να στέλνει νέα του. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, η οικογένεια μαθαίνει πως είχε πεθάνει από κίτρινο πυρετό, τη στιγμή ακριβώς που, προετοιμάζοντας την επιστροφή του στη Μάλαγα, είχε ήδη αποστείλει τα πράγματά του. Για πολύ καιρό, ετούτος ο μυστηριώδης παππούς έκανε τον Πάμπλο να ονειρεύεται


Πορτρέτο της μάνας του Μαρία , Πικάσο
Η Μαρία παντρεύτηκε τον Χοσέ Ρουίθ, γείτονά της, γεροντοπαλίκαρο πια, στις 8 Δεκεμβρίου 1880.Ο Χοσέ πείστηκε γιαυτόν τον γάμο, ύστερα από τις επίμονες παρακλήσεις του αδερφού του Δον Χοσέ, κληρικού Πάμπλο. που συμμετείχε γενναιόδωρα στα διάφορα έξοδά του, μιας που οι πίνακες του αδελφού του δεν είχαν ζήτηση. ¨ Χοσέ ήταν σαράντα δύο ετών κι εκείνη είκοσι πέντε.
. Μετά το θάνατο του κληρικού, τον Οκτώβριο του 1878, ο Δον Χοσέ έπρεπε στο εξής να εξασφαλίσει νέες πηγές εσόδων προκειμένου να αντικαταστήσει τις πλουσιοπάροχες παροχές του αδελφού του. Είχε βρει βέβαια πρωτύτερα μία θέση βοηθού καθηγητή στο σχέδιο στη Σχολή Καλών Τεχνών του Σαν Τέλμα, αλλά ο μισθός του ήταν παραπάνω κι από πενιχρός. Για καλή του τύχη, ένα από τα άλλα αδέλφια του, ο δόκτωρ Σαλβαδόρ Ρουίθ, ο μόνος στον οποίο θα μπορούσε εφεξής να υπολογίζει, ήταν αρκετά επιφανής στη Μάλαγα, έτσι ώστε να καταφέρει να τον προωθήσει στη θέση του συντηρητή του νέου δημοτικού μουσείου. Εννιά μήνες ακριβώς μετά την τελετή του γάμου, η Μαρία Πικάσο ήταν ήδη έγκυος.
Ο Πικάσο γεννήθηκε στις 25 Οκτωβρίου του 1881, βαφτίζεται τον αμέσως επόμενο μήνα, στις 10 δηλαδή του Νοέμβρη, στην ενοριακή εκκλησία του Σαντιάγκο. Ένας πρώτος τομέας που θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει πως από πολύ νωρίς φορτώθηκε με υπερβολικό βάρος είναι αυτός των ονομάτων που τον συνόδευαν: σαν να μην έφτανε δηλαδή αυτό του Πάμπλο ―ως φόρος τιμής στο θείο του―, καθώς και τα Ντιέγκο, Χοσέ, Φρανθίσκο ντε Πάουλα και Χουάν Νεπομουθένο, του δίνουν ακόμα και τα Μαρία ντε λος Ρεμέδιος, Κρισπίν Κρισπινιάνο και Σαντισίμα Τρινιδάδ…Το είπετό του του “Picasso” είναι το επίθετο της μητέρας του(Maria Picasso y Lopez) και όχι του πατέρα του Jose Ruiz Βlasco.


Η ζωγραφιά του Πικάσο στα 9 του χρόνια
Είχε την απεριόριστη αγάπη της δραστήριας και πρόσχαρης μητέρας του από την οποία κληρονόμησε το έντονο βλέμα του ο Πικάσο που έμοιαζε να διαπερνά όλους εκείνους στους οποίους εστίαζε, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που τους έκανε να αισθάνονται αμήχανα…
Στο πέρασμα των χρόνων, η Δόνια Μαρία δεν θα χάσει ποτέ ευκαιρία προκειμένου να δικαιολογήσει τον απεριόριστο θαυμασμό που έτρεφε για το γιο της. «...Ήταν» θα πει «ένας άγγελος κι ένας δαίμονας συνάμα ομορφιάς. Κανείς δεν μπορούσε να μην γυρίσει να τον κοιτάξει». Αυτός ο αφελής, σχεδόν παιδιάστικος θαυμασμός της μητέρας για το γιο συνοδευόταν, καθώς φαίνεται, κι από παρόμοια συναισθήματα από την πλευρά της γιαγιάς του Πάμπλο, καθώς κι από τις δυο θείες του, που ήρθαν λίγο αργότερα να μείνουν μαζί τους. Κι όλα τούτα, βέβαια, χωρίς να αναφέρει κανείς τις υπηρέτριες που διαδέχονταν η μία την άλλη Μεγαλωμένος αποκλειστικά από όλες αυτές τις γυναίκες που τον καλομαθαίνουν με τα χάδια και τις περιποιήσεις, υποκλινόμενες σε κάθε του απαίτηση και καπρίτσιο, είναι φυσικό επακόλουθο ύστερα από τόσα χρόνια ο Πάμπλο να συνηθίσει σε τέτοιο βαθμό τις γυναίκες, ώστε να μην μπορεί να κάνει χωρίς αυτές. Κι όχι μόνο συνήθισε να ζει μ’ αυτές, αλλά συνήθισε να απαιτεί από αυτές, χρησιμοποιώντας λογής - λογής συναισθηματικούς εκβιασμούς, κάθε είδους καταχρηστικό προνόμιο, Επρόκειτο για την τέλεια εκπαίδευση ενός ανερχόμενου φαλλοκράτη. Και το πιο σημαντικό ακόμα είναι πως ο Πάμπλο δεν θα αποκτήσει ποτέ έναν αδελφό, με τον οποίο θα μπορούσε να μοιραστεί όλη ετούτη τη γονική τρυφερότητα και έγνοια. Έτσι γίνεται κάπως κατανοητή, η κατοπινή συμπεριφορά του απέναντι στις γυναίκες.


Η ζωγραφιά του Πικάσο στα 15 του χρόνια (1896)

Ο Πικάσο θα αποκτούσε ακόμη δύο αδερφές: στα 1884, την Ντολόρες, την επονομαζόμενη Λόλα, η γέννηση της οποίας του εντυπώνεται με πολύ ιδιαίτερο τρόπο στη μνήμη. Κι ο λόγος ήταν γιατί γεννήθηκε μετά τον μεγάλο σεισμό που κατέστρεψε ολοσχερώς τη Μάλαγα, προκάλεσε το θάνατο εξακοσίων ατόμων και τον τραυματισμό χιλιάδων. Ο Πικάσο σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, θα θυμάται εκείνη τη νύχτα κατά την οποία έπρεπε πάση θυσία να εγκαταλείψουν την πόλη. Η μητέρα του είχε δέσει βιαστικά μια μαντίλα στο κεφάλι της κι ο πατέρας του είχε τυλίξει τον Παμπλίτο σε μια κουβέρτα από την οποία μόλις και μετά βίας πρόβαλλε το κεφαλάκι του. Τρία χρόνια αργότερα, στα 1887, θα γεννηθεί η δεύτερη αδελφή του, η Kονθεπθιόν, που η οικογένεια συνηθίζει να αποκαλεί χαϊδευτικά Κόντσα ή Κοντσίτα, ένα ξανθό, λεπτεπίλεπτο κι εύθραυστο κοριτσάκι, η αγαπημένη του αδελφού της. Σ’ αυτόν λοιπόν το γυναικωνίτη, του οποίου άλλωστε ήταν και ο απόλυτος πασάς, μεγάλωσε το παιδί…»

Οι πληροφορίες είναι από το εξαιρετικό βιβλίο «Πάμπλο Πικάσο» Ανρί Ζιντέλ που το προτείνω σε όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα για τον Πικάσο.

συνέχεια

http://texni-zoi.blogspot.com/2013/02/blog-post_28.html?spref=fb

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες