Παρασκευή, Ιανουαρίου 22, 2021

Λόρδος Βύρων

George Gordon Byron, 6th Baron Byron by Richard Westall.jpg


Ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ος Βαρόνος Μπάιρον (22 Ιανουαρίου 1788 – 7 Απριλίου 1824), γνωστός στην Ελλάδα ως Λόρδος Βύρων (αγγλικά George Gordon Byron, 6th Baron Byron, Lord Byron), ήταν Άγγλος αριστοκράτης, ποιητής, πολιτικός, Φιλέλληνας και μια από τις σημαντικότερες μορφές του ρομαντισμού. 

Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Βρετανούς ποιητές και παραμένει ακόμα και σήμερα δημοφιλής. Από το πλούσιο έργο του ξεχωρίζουν τα μακροσκελή ποιήματα Don Juan («Δον Ζουάν») και Childe Harold's Pilgrimage («Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ»).

Υπήρξε εξαιρετικά διάσημος και επιτυχημένος ως ποιητής, αλλά και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στην Αγγλία, ζώντας άστατη οικονομική και ερωτική ζωή. Ταξίδεψε σε πολλά μέρη στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ιταλία, όπου έζησε για επτά χρόνια σε πόλεις όπως η Βενετία, η Ραβένα και η Πίζα. Κατά την παραμονή του στην Ιταλία, δέχτηκε πολλές φορές επισκέψεις από τον φίλο του και έτερο ποιητή Πέρσι Σέλλεϋ (Percy Bysshe Shelley)

Αργότερα συνέδεσε το όνομα του με την στήριξη των επαναστατικών κινημάτων σε Ιταλία και Ελλάδα, και πέθανε στο πλευρό των Ελλήνων επαναστατών στο Μεσολόγγι, σε ηλικία μόλις 36 χρόνων, μετά από υψηλό πυρετό που ανέπτυξε.

Θεωρείται από τους πλέον σημαντικούς Άγγλους λογοτέχνες του 19ου αιώνα, ενώ στην Ελλάδα είναι μια από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές της Επανάστασης του 1821 και εθνικός ευεργέτης. Η ζωή του υπήρξε γεμάτη σκάνδαλα, οικονομικά και ερωτικά, με αποκορύφωμα τη φημολογούμενη ερωτική σχέση του με την ετεροθαλή αδελφή του. Η μόνη νόμιμη κόρη του υπήρξε η Άντα Λάβλεϊς (Ada Lovelace), η οποία θεωρείται η πρώτη προγραμματίστρια, γνωστή για τη συμβολή της στη δημιουργία της Αναλυτικής μηχανής του Τσαρλς Μπάμπατζ (Charles Babbage). Στα μη νόμιμα τέκνα του ανήκει η Αλέγκρα Μπάιρον (Allegra Byron), η οποία πέθανε σε μικρή ηλικία, ενώ φήμες θέλουν να απέκτησε και μια κόρη, την Ελίζαμπεθ Μέντορα Λη (Elizabeth Medora Leigh) από την ετεροθαλή αδελφή του.

 

Αυτόγραφη επιστολή του Λόρδου Βύρωνα προς τον Τζων Χάνσον

Ζωή στην Αγγλία

Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 22 Ιανουαρίου 1788. Ήταν γιος του πλοιάρχου του Βασιλικού Ναυτικού, Τζον "Τρελού Τζακ" Μπάιρον, και της δεύτερης συζύγου του, Κάθριν Γκόρντον. Ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια, από την πλευρά της μητέρας του, το γένος Γκόρντον, και ήταν απόγονος του Εδουάρδου Γ'. Οι γονείς του είχαν χωρίσει όμως πριν καν εκείνος γεννηθεί. Ο μεν πατέρας του είχε διαφύγει στη Γαλλία λόγω χρεών, η δε μητέρα του, προσπαθώντας να αποφύγει τους πιστωτές, συνόδευσε αρχικά τον σύζυγό της στη Γαλλία το 1786, αλλά επέστρεψε στην Αγγλία στα τέλη του 1787 για να γεννήσει τον γιο της σε αγγλικό έδαφος. Ξόδεψε μεγάλο μέρος της δικής της περιουσίας για την αποπληρωμή των χρεών αυτών.

Ο Λόρδος Μπάιρον γεννήθηκε χωλός (στη δεξιά κνήμη) και τα πρώτα χρόνια διέμενε με τη μητέρα του στο Αμπερντήν της Σκωτίας, μάλλον φτωχικά, όπου και έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Στις 19 Μαΐου 1798 πέθανε ο αδελφός του παππού του, από τον πατέρα του, Ουίλλιαμ Μπάιρον, γνωστός ως «ο Μοχθηρός Λόρδος», και έτσι ο δεκαετής νεαρός, ο οποίος ήταν πρώτος στη σειρά διαδοχής, κληρονόμησε τον τίτλο του Βαρόνου Μπάιρον.

Τα πρώτα ποιήματα


Ο Λόρδος Μπάιρον σε ηλικία 16 ετών, έργο αγνώστου, ελαιογραφία σε μουσαμά, 76Χ 63 εκ. (3329) Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Όταν δεν βρισκόταν στο σχολείο ή το κολέγιο, ο Μπάιρον ζούσε με τη μητέρα του στο Σάουθγουελ του Νότιγχαμσιρ στην κεντρική Αγγλία. Κατά τη διαμονή του εκεί δημιούργησε διάφορες φιλίες καθώς και έγραψε τα πρώτα του θεατρικά έργα για την ψυχαγωγία της τοπικής κοινότητας. Οι φίλοι του τον παρότρυναν να ασχοληθεί με την ποίηση. Έτσι ο Μπάιρον έγραψε τα πρώτα του ποιήματα σε ηλικία 17 ετών, τα οποία έγιναν γνωστά ως τα Fugitive Pieces (μτφ. Φυγαδευμένα κομμάτια).Ο ερωτισμός των γραπτών αυτών όμως σύντομα έγινε αντικείμενο έριδας με κάποια από τα μέλη της κοινότητας και έτσι καταστραφήκαν πριν διαδοθούν ευρέως.

Η πρώτη ποιητική συλλογή του, Hours of Idleness (μτφ. Ώρες απραξίας), στην οποία περιέχονταν πολλά από τα αρχικά ποιήματα του Μπάιρον καθώς και πιο πρόσφατες συνθέσεις, δέχτηκε έντονη -και ανώνυμη- κριτική από το λογοτεχνικό περιοδικό Edinburgh Review, το οποίο κατείχε σημαντική θέση στα λογοτεχνικά δρώμενα της εποχής. Ως απάντηση, ο Μπάιρον έγραψε το πρώτο σατιρικό του έργο, English Bards and Scotch Reviewers (μτφ. Άγγλοι βάρδοι και Σκοτσέζοι κριτικοί) (1809), το οποίο δημοσίευσε αρχικά ανώνυμα. Πολύ γρήγορα όμως η ταυτότητα του ποιητή αποκαλύφθηκε και οι αντιδράσεις ήταν έντονες, με αποκορύφωμα μια πρόσκληση σε μονομαχία. Με τον καιρό όμως έγινε μόδα, και για κάποιους ήταν ένα είδος τιμής, να βρίσκονται στο στόχαστρο της πένας του Μπάιρον.
Αναγνώριση

Ο Μπάιρον συνέχισε να γράφει ποιήματα, με το Childe Harold's Pilgrimage (Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ) να εκδίδεται το 1812 και να γνωρίζει εξαιρετικά μεγάλη δημοφιλία, κάτι που τον έκανε περιζήτητο και διασημότητα της εποχής. Ο Μπάιρον φαίνεται να εκπλάγηκε από την εξέλιξη αυτή, και κατά τα δικά του λεγόμενα, απλώς έτυχε μια μέρα να ξυπνήσει και να ανακαλύψει πως είναι διάσημος. Η πρώτη έκδοση με 500 αντίτυπα εξαντλήθηκε μέσα σ' ένα τριήμερο, και ακολούθησαν έξι ακόμα εκδόσεις μέσα σ' έναν μήνα. Παράλληλα όμως, ασχολούμενος με την πολιτική, εκφώνησε τον πρώτο του λόγο στη Βουλή των Λόρδων περί ενός νομοσχεδίου που θέσπιζε αυστηρότατες ποινές για τους υπαίτιους των ταραχών που είχαν ξεσπάσει στο Νότιγχαμ μετά την εισαγωγή μηχανών κατασκευής καλτσών, συντασσόμενος με τους φιλελεύθερους. Ο λόγος του εκείνος προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση, και έσπευσαν πολλοί να τον συγχαρούν. Ο δεύτερος λόγος του μετά από δύο μήνες περί της χειραφέτησης των καθολικών "Παπιστών" δεν ήταν τόσο αξιόλογος, αλλά ούτε και ο τρίτος του, που εκφώνησε στη 1 Ιουνίου.

Τα επόμενα του ποιήματα επικεντρώθηκαν σε θέματα από την Ανατολή στη συλλογή με τίτλο Oriental Tales (Ανατολίτικες ιστορίες) όπου περιέχονταν τα ποιήματα The Giaour (Ο γκιαούρης), The Bride of Abydos (Η νύφη της Αβύδου), The Corsair (Ο Κουρσάρος), η Lara (Λάρα), και το The Siege of Corinth (Η πολιορκία της Κορίνθου).

Σε γενικές γραμμές ήταν ιδιαίτερα σπάταλος και καθόλου φειδωλός οικονομικά, έτσι με τον καιρό συσωρεύτηκαν χρέη για τα οποία οι πιστωτές του τον αναζητούσαν συνεχώς προς αποπληρωμή. Συνέπεια των χρεών του, αλλά και της καταδίωξης του από πρώην ερωμένες, ο Μπάιρον βρήκε την ευκαιρία να ξεκινήσει την μεγάλη Ευρωπαϊκή περιοδεία του ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως έκαναν κατά τα πρότυπα της εποχής οι νεαροί Άγγλοι ευγενείς μετά την ενηλικίωση τους. Με τους Ναπολεόντειους πολέμους να βρίσκονται σε εξέλιξη, αναγκάστηκε να αποφύγει αρκετές χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης, και έτσι κατέληξε στις χώρες της Μεσογείου. Σύμφωνα με κάποια αλληλογραφία που διασώζεται μεταξύ του Μπάιρον και φίλων του στην Αγγλία, ένα από τα κίνητρα του ήταν και η εμπειρία του ομοφυλοφιλικού έρωτα, κάτι που πιθανώς θα ξεσήκωνε μεγάλα πάθη στην Αγγλία όπου και ήταν πλέον διάσημος. Ωστόσο το ενδιαφέρον του για την ανατολική Μεσόγειο πήγαζε και από τις ιστορίες που είχε διαβάσει ως παιδί για την μακρινή γη του Λεβάντε, τις περιοχές των Οθωμανών και των Περσών, και τους μυστικιστές Σούφι.

περισσότερα  

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CF%8C%CF%81%CE%B4%CE%BF%CF%82_%CE%92%CF%8D%CF%81%CF%89%CE%BD

Μενέλαος Λουντέμης

Μενέλαος Λουντέμης (1906 – 1977)


Ο Μενέλαος Λουντέμης (πραγματικό ονοματεπώνυμο Δημήτριος Βαλασιάδης) (Αγία Κυριακή Αιγιαλού Μικράς Ασίας 14 Ιανουαρίου 1912 - Αθήνα 22 Ιανουαρίου 1977) ήταν Έλληνας συγγραφέας και ποιητής.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ (1912-1977)
Ο Μενέλαος Λουντέμης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτρης Βαλασιάδης και προερχόταν από εύπορη οικογένεια της Πόλης που χρεοκόπησε μετά από την εγκατάστασή της στο ελληνικό κράτος. Σε παιδική ηλικία έζησε για λίγο στο κρατικό οικοτροφείο της Έδεσσας, σύντομα όμως μπήκε στη βιοπάλη (γραμματοδιδάσκαλος, ψάλτης, εργάτης στα τεχνικά έργα του Γαλλικού ποταμού). Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και εντάχθηκε στο ΕΑΜ, όπου διετέλεσε και γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη και το 1958 πέρασε από δίκη για το βιβλίο του Βουρκωμένες μέρες. Από το 1958 ως τη μεταπολίτευση του 1974 έζησε αυτοεξόριστος στη Ρουμανία, ενώ κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου του είχε αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια. Πέθανε στην Αθήνα, ενώ οδηγούσε, από καρδιακή προσβολή. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε γύρω στο 1930 με δημοσιεύσεις ποιημάτων και διηγημάτων στο περιοδικό Νέα Εστία. Το 1938 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Τα πλοία δεν άραξαν, για την οποία τιμήθηκε με το Μέγα Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας. Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο της Χρυσής Δάφνης Πανευρώπης ( Παρίσι, 1951). Το σύνολο του έργου του καλύπτει όλα σχεδόν τα είδη του γραπτού λόγου (πεζογραφία, ποίηση, δοκίμιο, θέατρο, παιδική λογοτεχνία, μετάφραση κ.α.). Ο Μενέλαος Λουντέμης ανήκει στους έλληνες λογοτέχνες του μεσοπολέμου που στράφηκαν προς τον κοινωνικό ρεαλισμό. Η ιδιοτυπία του έργου του έγκειται στον “ερασιτεχνικό” τρόπο γραφής, τον οποίο υπηρέτησε εν πλήρει συνειδήσει, καθώς ο ίδιος υποστήριζε πως δε τον ενδιαφέρει η Τέχνη αλλά η καταγραφή της πραγματικότητας και η κατάδειξη της κοινωνικής ανισότητας. Παρόλα αυτά στο σύνολο του έργου του δεσπόζει η τάση του να στρέφεται εξ’ ολοκλήρου γύρω από ένα κεντρικό πρόσωπο-αφηγητή (που συνήθως παραπέμπει στον ίδιο το συγγραφέα), που ανήκει στους περιθωριακούς τύπους των καταπιεσμένων κοινωνικά στρωμάτων και το οποίο μας δίνει την προσωπική του οπτική της μοναξιάς, του ανεκπλήρωτου του έρωτα και της δυστυχίας του κόσμου. Το έργο του είναι έντονα επηρεασμένο από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία του ρεύματος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού (Κνουτ Χάμσουν, Μαξίμ Γκόρκι, Παναΐτ Ιστράτι κ.α.): ρεαλιστική απεικόνιση τοπίων και προσώπων με έντονη αισθηματολογία που αγγίζει κάποτε το μελοδραματισμό, βιωματική γραφή, ηθογραφικά και συμβολικά στοιχεία. Σε έργα του όπως το Συννεφιάζει και το Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα αξιοσημείωτη είναι η ψυχογραφική τεχνική του που δημιουργεί ολοκληρωμένους, ζωντανούς χαρακτήρες, οι οποίοι συναπαρτίζουν μια ολόκληρη μικρή κοινωνία, και η αφηγηματική δύναμη.
1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Μενέλαου Λουντέμη βλ. Ζήρας Αλεξ., «Λουντέμης Μενέλαος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, «Μενέλαος Λουντέμης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Ε΄, σ.232-252. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.


Ενδεικτική Βιβλιογραφία
• Βαρίκας Βάσος, Κριτική για τα Έκσταση και Γλυκοχάραμα, Φιλολογικά Χρονικά, 1944, σ.444-447.
• Βρεττάκος Νικηφόρος, Κριτική για το Συννεφιάζει, Ελεύθερα Γράμματα9, 3/1948, σ.266.
• Ζήρας Αλεξ., «Λουντέμης Μενέλαος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986.
• Κούρτοβικ Δημοσθένης, «Μενέλαος Λουντέμης», Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς· Ένας κριτικός οδηγός, σ.134-134. Αθήνα, Πατάκης, 1995.
• Μυλονωγιάννης Γ.Μ., Κριτική για το Τα πλοία δεν άραξαν, Νεοελληνικά Γράμματα , 24/9/1938.
• Παναγιωτόπουλος Ι.Μ., Τα πρόσωπα και τα κείμεναΒ΄ · Ανήσυχα χρόνια, σ.229-237. Αθήνα, Οι εκδόσεις των φίλων, 1980 (έκδοση β΄).
• Ραυτόπουλος Δημήτρης, Κριτική για το Οι κερασιές θ’ ανθίσουν και φέτος, Επιθεώρηση Τέχνης22, 10/1956, σ.228-230.
• Σαχίνης Απόστολος, «Μενέλαου Λουντέμη: Έκσταση – 1943, Γλυκοχάραμα – 1944», Η πεζογραφία της κατοχής, σ.52-57. Αθήνα, Ίκαρος, 1948.
• Τσάκωνας Δημήτρης, Η γενιά του ’30 · Τα πριν και τα μετά, σ.488-490. Αθήνα, Κάκτος, 1989.
• Χάρης πέτρος, Κριτική για το Τα πλοία δεν άραξαν, Σαράντα χρόνια κριτικής ελληνικού πεζού λόγουΑ΄ (1928-1949), σ.244. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1981.
• Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, «Μενέλαος Λουντέμης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)Ε΄, σ.232-252. Αθήνα, Σοκόλης, 1992.
• Χατζίνης Γιάννης, Κριτική για το Τα πλοία δεν άραξαν, Πνευματική Ζωή, 25/11/1938.
• Χατζίνης Γιάννης, Κριτική για το Περιμένοντας το ουράνιο τόξο, Πνευματική Ζωή, 25/7/1940, σ.159.
• Χατζίνης Γιάννης, Κριτική για τα Έκσταση και Γλυκοχάραμα, Νέα Εστία35, 1944, σ.410-412.
• Χουρμούζιος Αιμίλιος, Κριτική για τα Έκσταση και Γλυκοχάραμα, Πειραϊκά Γράμματα, 1943, σ.47-50.


Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Διηγήματα
• Τα πλοία δεν άραξαν. Αθήνα, Γκοβόστης, 1938.
• Περιμένοντας το ουράνιο τόξο. Αθήνα, 1940.
• Γλυκοχάραμα. Αθήνα, 1944.
• Αυτοί που φέρανε την καταχνιά. Αθήνα, Κορυδαλλός, 1946.
• Βουρκωμένες μέρες. Αθήνα, 1953.
• Το τραγούδι των διψασμένων. Αθήνα, Δωρικός, 1966.
ΙΙ.Μυθιστορήματα
• Έκσταση· μυθοφαντασία. Αθήνα, Αετός, 1943.
• Καληνύχτα ζωή…· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Οι φίλοι του βιβλίου, 1946.
• Συννεφιάζει. Αθήνα, Γκοβόστης, 1948.
• Τα πλοία δεν άραξαν. Αθήνα, βιβλιοπωλείο Πέτρου Πατσιλινάκου, 1953 (έκδοση γ΄).
• Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα. Αθήνα, Δίφρος, 1956-1957.
• Οι κερασιές θ’ ανθίσουν και φέτος. Αθήνα, Μόρφωση, 1956.
• Τότε που κυνηγούσα τους ανέμους. Αθήνα, Δίφρος, 1956.
• Οδός Αβύσσου αριθμός 0. Αθήνα, Βιβλιοεκδοτική, 1962.
• Το ρολόι του κόσμου χτυπά μεσάνυχτα. Αθήνα, Κέδρος, 1963 ( και έκδοση γ’ εκ νέου επεξεργασμένη Αθήνα, Δωρικός, 1966).
• Η φυλακή του κάτω κόσμου. Αθήνα, Δωρικός, 1964 (;).
• Θυμωμένα στάχυα. Αθήνα, Δωρικός, 1965.
• Οι σαρκοφάγοι - Το κρασί των δειλών. Αθήνα, Πολιτικές και λογοτεχνικές εκδόσεις, 1965 (και έκδοση β΄με τίτλο Οι τουρκοφάγοι - Το κρασί των δειλών. Αθήνα, Δωρικός, 1966 (;))
• Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα · ΣαρκοφάγοςΙΙ. Αθήνα, Δωρικός, 1974 (έκδοση β’).
• Ο άγγελος με τα γύψινα φτερά · ΣαρκοφάγοςΙΙΙ. Αθήνα, Δωρικός, 1974.
• Της γης οι αντρειωμένοι. Αθήνα, 1976.
ΙΙΙ.Βιογραφίες
• Ο λυράρης (Μιλτιάδης Μαλακάσης). Αθήνα, Δωρικός, 1974.
• Ο κονταρομάχος (Κώστας Βάρναλης). Αθήνα, Δωρικός, 1974.
• Ο εξάγγελος (Άγγελος Σικελιανός). Αθήνα, Δωρικός, 1976.
ΙV. Ποίηση
• Κραυγή στα πέρατα· Ποιήματα. Αθήνα, Παλμός, 1954.
• Τραγουδώ για την Κύπρο· Ποίημα. Αθήνα, Μόρφωση, 1956.
• Το σπαθί και το φιλί. Αθήνα, Δωρικός, 1967.
• Κοντσέρτο για δυο μυδράλλια κι ένα αηδόνι. Αθήνα, Δωρικός, 1973.
• Οι εφτά κύκλοι της μοναξιάς. Αθήνα, Δωρικός, 1975.
• Θρηνολόι και άσμα, για το σταυρωμένο νησί. Αθήνα, Δωρικός, 1975.
• Πυρπολημένη μνήμη. Αθήνα, Δωρικός, 1975.
V. Θέατρο
• Οι κεραυνοί ξεσπούν. Αθήνα, Κάδμος, 1958.
• Οι αρχιτέκτονες του τρόμου. Αθήνα, Δωρικός, 1966 (;).
• Ανθισμένο όνειρο. Αθήνα, Δωρικός, 1975.
• Ταξίδια του χαμού. Αθήνα, Δωρικός, 1975.
• Πικρή θάλασσα · Ελληνική θαλασσογραφία, θεατρικό σε τρεις πράξεις. Αθήνα, Δωρικός, 1976.
• Θα κλάψω αύριο · Σκηνικό ρομάντσο. Αθήνα, Δωρικός, 1975 (;).
• Οι Δήμιοι με τ’ άσπρα γάντια. Αθήνα, Δωρικός, 1978.
VΙ. Ταξιδιωτική λογοτεχνία
• Μπατ-Τάι. Αθήνα, Δωρικός, 1966.
• Ταξίδι στην απεραντοσύνη - Οδοιπορικό. Αθήνα, δωρικός, 1976.
VΙΙ. Πολιτικά δοκίμια
• Ο μεγάλος Δεκέμβρης. Αθήνα, Μαρής-Κοροντζής, 1945.
VΙΙΙ. Παιδική λογοτεχνία
• Ο Ηρακλής. Αθήνα, Δωρικός, 1976.
• Ο Δαίδαλος · Εικονογράφηση Γ.Πανετέα. Αθήνα, Δωρικός, χ.χ.
• Ο Θησέας. Αθήνα, Δωρικός, χ.χ.
IΧ. Μετάφραση
• Εουτζέν Ζεμπελεάνου, Το λουλούδι της στάχτης· Ποιήματα. Αθήνα, Δωρικός, 1974.
• Χορία Λοβινέσκου, Άσπιλα και αμόλυντα · Κοινωνική σάτιρα σε δύο μέρη. Αθήνα, Δωρικός, 1975.

βικιπαίδεια

Γκόλφω

https://cdn.sansimera.gr/media/photos/main/Golfo-movie-1914.jpg

22 Ιανουαρίου 1915 έγινε η κινηματογραφική πρεμιέρα στον κιν/φο "ΠΑΝΘΕΟΝ¨" στην πλατεία Ομονοίας. Η κριτική στάθηκε ευμενής αν και επεσήμανε πολλά τεχνικά λάθη.


Η Γκόλφω είναι η πρώτη γνωστή μεγάλου μήκους -βουβή- ταινία του ελληνικού κινηματογράφου.

Πρόκειται για διασκευή του βουκολικού δραματικού ειδυλλίου σε πέντε πράξεις του Σπύρου Περεσιάδη. Γράφτηκε και πρωτοπαρουσιάστηκε θεατρικά στην Ακράτα, τον τόπο διαμονής του συγγραφέα, το 1893. Πολύ σύντομα όμως παρουσιάστηκε στις αθηναϊκές σκηνές, στην υπόλοιπη ελληνική επαρχία, αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού με έντονο ελληνικό στοιχείο (Σμύρνη, Οδησσό, Παρίσι). Η απήχηση που γνώρισε το έργο ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι μικροί θίασοι να το θεωρούν «σωσίβιο των θιάσων», το έργο δηλαδή που πάντα θα εξασφάλιζε θεατές. Για αυτόν τον λόγο άλλωστε μεταφέρθηκε λίγα χρόνια μετά, το 1914 και στον κινηματογράφο. Στην ταινία αυτή συμμετείχαν οι ηθοποιοί: Βιργινία Διαμάντη (πρωταγωνίστρια), Ολυμπία Δαμάσκου, Διονύσης Βεντέρης, Γεώργιος Πλούτης, Ζάχος Θάνος, Θόδωρος Λιτός, Παντελής Λαζαρίδης και Χρυσάνθη Χατζηχρήστου. Την προσαρμογή του σεναρίου έκανε ο Σπύρος Περεσιάδης, σκηνοθέτης ήταν ο Κωνσταντίνος Μπαχατώρης, ενώ διευθυντής φωτογραφίας ήταν ο Ιταλός Filippo Martelli.

Χοχλιοί (σαλιγκάρια) με αγκινάρες και κουκιά

Χοχλιοί (σαλιγκάρια) με αγκινάρες και κουκιά
Χοχλιοί (σαλιγκάρια) με αγκινάρες και κουκιά

Μια παραδοσιακή συνταγή απο την περιοχή της Ιεράπετρας

Υλικά για 4 μερίδες: 700 γρ. κουκιά (χλωρά), 4 αγκινάρες, 600 γρ. χοχλιούς, 1 ματσάκι μάραθο 1 φλυτζάνα λάδι , 1 ξερό κρεμμύδι και 1 δροσερό, 2 πατάτες, 2 λεμόνια, αλάτι. 



Εκτέλεση : Από το προηγούμενο βράδυ καθαρίζομε και πλένομε τους χοχλιούς. Τους αφήνομε όλη νύχτα σε ένα ταψί στρογγυλό σκεπασμένους με ένα τρυπητό σκεύος της ίδιας περιμέτρου με το ταψί ώστε να μη μπορούν να φύγουν αλλά να μπορούν να αναπνέουν. Από πάνω βάζουμε και ένα βάρος όπως μια σουπιέρα για να μείνει το σκέπασμα στη θέση του όταν οι χοχλιοί θα κάνουν επιδρομή στα εσωτερικά τοιχώματα του σκεπάσματος. Την επομένη πάλι τους πλένουμε σχολαστικά και τους ξανασκεπάζουμε μέχρι να ετοιμάσουμε τα υπόλοιπα υλικά.

Καθαρίζουμε τις αγκινάρες και τις βάζουμε σε μια λεκανίτσα με νερό, το χυμό των λεμονιών και λίγο αλάτι.Καθώς τις καθαρίζουμε τρίβομε την καρδιά τους με λεμονόκουπες για να μη προλάβουν να μαυρίσουν. Πλένουμε τα κουκιά ακαθάριστα για να μη πάρουν νερό μέσα και μετά τα καθαρίζουμε. Βράζουμε νερό και ρίχνομε μέσα τα κουκιά για 2 λεπτά. Τα βγάζουμε με τρυπητή κουτάλα. Ετοιμάζουμε τα κρεμμύδια σε ένα μπόλ και σε ένα άλλο το μάραθο . Επιστρέφουμε πάλι στους χοχλιούς . Βάζουμε νερό να βράσει όση ώρα ξαναπλένουμε τους χοχλιούς. Μόλις βράσει το νερό χαμηλώνουμε τη θερμοκρασία και ρίχνουμε μέσα τους χοχλιούς. Αφήνουμε έτσι για 10 λεπτά . Έπειτα τους βγάζουμε με τρυπητή κουτάλα και τους ξαναπλένουμε. Βάζουμε ένα καθαρό τσικάλι στη φωτιά και το λάδι να κάψει. Ρίχνομε τους χοχλιούς και τα κρεμμύδια και τα σωτάρουμε . Βάζουμε νερό (χλιαρό) όσο χρειάζεται να σκεπαστούν οι χοχλιοί με ένα δάκτυλο και αφήνομε σε μέτρια φωτιά σχεδόν μέχρι να πιούν το νερό . Στη συνέχεια ρίχνουμε τα κουκιά ακολουθεί το μάραθο οι αγκινάρες και το αλάτι. Βάζουμε λίγο νερό όσο να σκεπαστούν όλα τα υλικά και αφήνομε να ψηθεί σε μέτρια φωτιά . Αφού αρχίσει να βράζει, σε 10 λεπτά ρίχνουμε τις πατάτες (αν δεν θέλουμε , δεν βάζουμε) και λίγο νερό έτσι ώστε σε 15 λεπτά να σβήσουμε το μάτι και το φαγητό να μείνει με το ζουμί του λαδιού κι όχι με νερά. Κατά τη διάρκεια του ψησίματος κουνάμε το τσικάλι για ανακάτωμα (όχι με κουτάλι , για να μη τα διαλύσουμε) Καλή επιτυχία!


Σήμερα... 22/1 Αναστάσιος Τιμόθεος

ροζ τριαντάφυλλα (φ.Μ.Κυμάκη)
ροζ τριαντάφυλλα (φ.Μ.Κυμάκη)

Χρόνια Πολλά Αναστάσιος Τιμόθεος

Κουραμπιέδες


Υλικά:

1 φλιτζάνι αλεύρι
2 κουταλιές ζάχαρη άχνη
100 γρ. βούτυρο γάλακτος
1/3 φλιτζάνι αμύγδαλα ψιλοκομμένα
1 κρόκος
ζάχαρη άχνη για πασπάλισμα
Εκτέλεση: Βάλτε σε ένα μπόλ το αλεύρι τη ζάχαρη το βούτυρο τα αμύγδαλα και τον κρόκο. Πλάστε τη ζύμη καλά και σχηματίστε όπως θέλετε τους κουραμπιέδες. Τους βάζετε σε βουτυρωμένο ταψί . Τους ψήνετε σε μέτριο φούρνο για 15 λεπτά ή μέχρι να ροδίσουν. 'Οταν τους βγάλετε αφήστε τους 5 λεπτά και μετά βάλτε πάνω την άχνη ζάχαρη με μικρό κοσκινάκι. Καλή επιτυχία!

Η συνταγή είναι από παλιό περιοδικό

Σόνια Γκάντι



Άρθρο ΣΙΣΣΥ ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΟΥ - Μάιος 2004




ΣΟΝΙΑ ΓΚΑΝΤΙ : Η νέα πρωθυπουργός της Ινδίας;

ΥΠΟ ΤΗ ΣΥΝΕΧΗ ΑΠΕΙΛΗ ΜΙΑΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΗΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑΣ ΚΑΙ ΔΕΧΟΜΕΝΗ ΑΚΑΤΑΠΑΥΣΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗ , Η ΧΗΡΑ ΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΗΜΕΝΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΤΗΣ ΙΝΔΙΑΣ ΡΑΤΖΙΒ ΓΚΑΝΤΙ ΘΕΤΕΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ, ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΤΡΑΓΙΚΗ ΜΟΙΡΑ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ Τ'ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ;

Το κόμμα του Κογκρέσου, του οποίου ηγείται η Σόνια Γκάντι, έρχεται δεύτερο μετά το κόμμα συνασπισμού (BJP) που κυβερνά την Ινδία, στις σφυγμομετρήσεις για τις εκλογές που διεξάγονται εδώ και μερικές ημέρες στη χώρα και τα αποτελέσματα των οποίων θα ανακοινωθούν στο τέλος του μήνα. Παρ'όλα αυτά, οι αντίπαλοι της χήρας του Ρατζίβ Γκάντι δεν παύουν στιγμή να την επικρίνουν για την ιταλική καταγωγή της. Ποιά είναι λοιπόν η γυναίκα που έχει τραβήξει πάνω της όλους τους προβολείς της εξωτικής χώρας;

Ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος έχει τελειώσει . Το βιομηχανικό Τορίνο ζεί τον πυρετό της ανοικοδόμησης της Ιταλίας κι ο οικοδόμος Μάινο αποκτά δική του επιχείρηση. Όσο για την κόρη του, τη Σόνια, παρακολουθεί στον κινηματογράφο ιστορίες αγάπης από τη μακρινή Ινδία.Ούτε που φαντάζεται ότι μια μέρα θα γνωρίσει από κοντά τη χώρα των μαχαραγιάδων. Προς το παρόν τελειώνει το σχολείο και ετοιμάζεται για σπουδές στην Αγγλία. Μια μέρα που μόλις είχε τελειώσει τα μαθήματά της στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ η Σόνια αποφάσισε να τσιμπήσει κάτι πριν κάνει την εργασία της. Το ελληνικό εστιατόριο ήταν πασίγνωστο για τις λιχουδιές του, που ταίριαζαν με τις μεσογειακές προτιμήσεις της,και, όπως συνήθως, ήταν γεμάτο νέους. Εκεί, λοιπόν, κάποια στιγμή, είδε έναν όμορφο νεαρό να την κοιτάζει επίμονα. Πρόσεξε πως δεν έμοιαζε με Ευρωπαίο, μάλλον ήταν αραβικής καταγωγής ή κάτι τέτοιο...Πάντως, δεν την άφηνε αδιάφορη.
Κι έπειτα... ήρθε ο έρωτας! Δεν χρειάστηκε να ανταλλάξουν πολλές ματιές για να καταλάβουν ότι είχαν ανακαλύψει την αγάπη. Η Σόνια ξαφνιάστηκε πολύ όταν ο Ρατζίβ της είπε ότι είναι ο μικρός γιός της πρωθυπουργού της Ινδίας Ίντιρα Γκάντι. Να που ειχε στην αγκαλιά της το γιό αυτής της γυναίκας ζεστό και τρυφερό. Κι έτσι πέρασαν τρία όμορφα χρόνια κι η σχέση τους στέριωσε. Καθώς όμως οι σπουδές τελείωναν, έπρεπε να σκεφτούν το μέλλον τους... Μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές στη ζωή μιας κοπέλας είναι συνήθως η πρώτη συνάντηση με τη μέλλουσα πεθερά! Η Ινδή πρωθυπουργός ευχαριστήθηκε με το κορίτσι που αντίκρυσε γιατί δεν είχε αυταπάτες: ο γιός της ήταν χρυσή καρδιά αλλά δεν είχε πυγμή! Παντρεύτηκαν λοιπόν το 1968 και απέκτησαν δυο παιδιά τον Ραούλ και την Πριγιάνκα, που συμμετέχουν πλέον ενεργά στον πολιτικό αγώνα της Σόνια.
Ο κύκλος της τραγωδίας Ο Ρατζίβ του λάτρευε τα αεροπλάνα εργαζόταν εδώ και χρόνια ως πιλότος στις εθνικές αερογραμμές. Την πολιτική την άφηνε για το μεγάλο του αδελφό τον Σαντζάι, που τον προόριζαν για διάδοχο της Ίντιρα. Όταν αυτός σκοτώθηκε το 80 κατά τη συντριβή του ιδιωτικού του αεροπλάνου, ο κλήρος έπεσε στον Ρατζίβ. Ούτε ο ίδιος ούτε ,πολύ περισσότερο, η Σόνια ήθελαν να έχουν ανάμειξη στην πολιτική. Ωστόσο, οι ικεσίες της γυναίκας του δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν τις εξελίξεις, ειδικά μετά τη δολοφονία της Ίντιρα από φανατικούς Σιχ. Όμως, ο κύκλος της τραγωδίας δεν είχε κλείσει το 84 . Εφτά χρόνια αργότερα οι φόβοι της Σόνια για την εμπλοκή του Ρατζίβ στην πολιτική βγήκαν αληθινοί : την άνοιξη του 91 δολοφονήθηκε και αυτός απο φανατικούς ινδουιστές. 'Έχασα ό,τι πιο σημαντικό είχα" παραδέχτηκε δημόσια η Σόνια. "Τώρα πια έχω μόνο τα παιδιά μου και εσάς, τον κόσμο που μας αγάπησε". Για χρόνια ολόκληρα κλείστηκε στο σπίτι και αφοσιώθηκε στις σπουδές των παιδιών της. Σήμερα, ο γιος της εργάζεται στο κόμμα και η κόρη της, με δίπλωμα ψυχολογίας, παντρεύτηκε πρόσφατα έναν επιχειρηματία πολύτιμων λίθων και στηρίζει καθοριστικά τη μητέρα της. Όταν το 1984 ο Ρατζίβ "σύρθηκε " σχεδόν τα πολιτικά πράγματα για να διαδεχτεί τη μητέρα του που δολοφονήθηκε, η ήσυχη Σόνια έκλαψε, καυγάδισε, απείλησε ακόμα και με διαζύγιο τον άντρα της αν μπλεκόταν "μ' αυτούς εκεί του Κογκρέσου" Μάταια... η επιθυμία της για οικογενειακή γαλήνη δεν είχε καμμιά σημασία μπροστά στον ογκόλιθο του ονόματος Γκάντι και του ιστορικού προορισμού του. Ο ήπιος και χαμογελαστός Ρατζίβ δεν είχε άλλη επιλογή,και η Σόνια κατά βάθος τό ήξερε καλά. Στο τέλος φέρθηκε όπως θα φερόταν οποιαδήποτε Ινδή σύζυγος : στάθηκε στο πλευρό του πρωθυπουργού Ρατζίβ είτε σε δημόσιες εκδηλώσεις είτε σε προεκλογικές περιοδείες, πάντα με χαμόγελο και διακριτικότητα. Αλλά η μοίρα δεν είχε ακόμη τελειώσει μαζί της... Εφτά χρόνια αργότερα σε κάποια περιοδεία του πρωθυπουργού στην επαρχία, ένας κομάντο καμικάζι έπεσα πάνω στην πομπή ανατινάζοντας τον Ρατζίβ και μερικούς συνεργάτες του.Από κείνο τον Μάη του 1991 , η Σόνια αποσύρθηκε στην ευρύχωρη κατοικία της προσπαθώντας να ξεπεράσει την τραγωδία μέσα από τις δραστηριότητες του γιού και της κόρης της. Ωστόσο, οι άνθρωποι του κόμματος του Κογκρέσου δεν θα την άφηναν εύκολα ήσυχη. Το κόμμα, που ίδρυσε ο Νεχρού και υπηρέτησαν οι Γκάντι επί τριάντα και πλέον χρόνια την χρειαζόταν. Η φθορά της πολύχρονης εξουσίας και τα σκάνδαλα το είχαν οδηγήσει στο χείλος του πολιτικού γκρεμού και η χήρα Γκάντι έστω και "ξένη" , θα ήταν το πολύτιμο σωσίβιο.
"Αυτή η καταραμένη πολιτική..."
Επί έξι χρόνια η Σόνια αρνιόταν να αναμειχθεί με τα κοινά, αλλά τελικά υποχώρησε και το 1997 έγινε και τυπικά μέλος του κόμματος, σώζοντάς το με την ευγενική παρουσία της από το εκλογικό ναυάγιο και δίνοντάς του μια αξιοπρεπή ήττα.Την επόμενη χρονιά η κομματική ηγεσία την ανακήρυξε πρόεδρο του κόμματος, κι όταν η χήρα Γκάντι κατάφερε να κερδίσει δύο σημαντικές εκλογικές περιφέρειες, όλα έδειξαν ότι η μαγεία του ονόματος Γκάντι λειτούργησε για μια ακόμη φορά. Στην αρχή του 99 , σε συνεννόηση με μικρά κόμματα , η Σόνια πέτυχε να χάσει την ψήφο εμπιστοσύνης ο νικητής των εκκλογών -πρωθυπουργός Ατάλ Βαζπαγί και να παραιτηθεί. Παρ' όλα αυτά, η Γκάντι , δεν κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση και το κόμμα συνασπισμού εξακολουθεί να κυβερνά τη χώρα και να έρχεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις. Ακόμα όμως κι αν η Σόνια χάσει τις εκλογές, το όνομα Γκάντι θα εξακολουθήσει να παίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι αυτό για το οποίο ενδιαφέρεται πραγματικά η Σόνια δεν είναι τόσο να κυβερνήσει όσο να προετοιμάσει το έδαφος για το πολιτικό ντεμπούτο της κόρης της. Η Πριγιάνκα, χωρίς το ντεσαβαντάζ της ιταλικής καταγωγής,εγγυάται τη συνέχεια της πολιτικής δυναστείας των Γκάντι και στη νέα χιλιετία...

Ξερά φρούτα μαρμελάδα

πηγή : βιβλίο "ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ" εκδόσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗ


Υλικά:

1 1/2 φλιτζάνι (150 γρ.) ξερά μήλα ψιλοκομμένα
1 φλιτζάνι (150 γρ.) ξερά βερύκοκα ψιλοκομμένα
3 φλιτζάνια (500 γρ.) ξερά σύκα ψιλοκομμένα
1 λίτρο νερό
1 κουταλάκι ξύσμα λεμονιού
2 ξυλάκια κανέλα
1 1/2 λίτρο νερό επι πλέον
1/2 φλιτζάνι χυμό λεμονιού 11 φλιτζάνια (2 3/4 κιλά) ζάχαρη

Εκτέλεση:
Βάλτε φρούτα, ξύσμα, κανέλα και νερό σε μπόλ και μουλιάστε τα σκεπασμένα μια νύχτα. Σιγοβράστε τα μουλιασμένα φρούτα αστράγγιστα, το επι πλέον νερό και το χυμό λεμονιού σκεπασμένα περίπου για 15 λεπτά ώσπου να μαλακώσουν. Μετρήστε το μίγμα και υπολογίστε 1 φλιτζάνι ζάχαρη για κάθε φλιτζάνι μίγματος. Βάλτε τα φρούτα στην κατσαρόλα μαζί με τη ζάχαρη και ζεστάνετε το μίγμα δίχως να βράσει ανακατώνοντας, ώσπου να διαλυθεί η ζάχαρη. Βράστε το δυνατά ξεσκέπαστα χωρίς ανακάτωμα περίπου 50 λεπτά και δοκιμάστε αν έδεσαν. Πετάξτε την κανέλα, αφήστε το να κρυώσει και μοιράστε το σε γυάλινα βάζα που έχετε αποστειρώσει. Καλή επιτυχία!

Οι σπουργίτες των πεζοδρομίων



Πρόκειται για ένα βιβλίο που παρουσιάζει χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες με ιδιαίτερα έντονα προσωπικά στοιχεία, τα οποία κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο του Ηρακλείου. Είναι τύποι που μαρτυρούν την "άλλη", τη διαφορετική από την καθημερινή όψη της πόλης. Πολλοί τους χάζευαν και έμεναν άφωνοι. Αρκετοί πάλι έβγαιναν τον καθημερινό τους περίπατο, για να χλευάσουν αυτούς τους ξεχωριστούς γόνους της προπολεμικής, αλλά και της μεταπολεμικής γενιάς. Μέσα από αυτούς ανάβλυζε η "λεβεντιά" του Ηρακλειώτη, η "ομορφιά" και η ευγένεια της Ηρακλειώτισας, η ξεγνοιασιά, ο αλλιώτικος τρόπος σκέψης, η απλότητά του χαρακτήρα τους, αλλά και η αγάπη για μια ζωή πέραν του ασφυκτικού κοινωνικού κλοιού, των ηθών και των εθίμων του. 


http://www.skroutz.gr/books/251659.%CE%9F%CE%B9-%CF%83%CF%80%CE%BF%CF%85

Οι γραφικοί τύποι της πόλης του Ηρακλείου, που χρωμάτιζαν την κοινωνική καθημερινότητα με τη δική τους προσωπικότητα και γέμιζαν τον τόπο με άλλες πνοές, καταγράφονται και παρουσιάζονται στην πλειονότητά τους φωτογραφικά στον παρόντα τόμο. Με υλικό κυρίως από τον Τύπο του Ηρακλείου ο συγγραφέας παρουσιάζει τα ξεχωριστά πρόσωπα από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι το 1980, με τα οποία ασχολούνταν η κοινωνία με βάση τις ιδιαιτερότητές τους. Ολες οι ιδιαιτερότητες σε μια κοινωνία ανοχής μπορεί να είναι και διαβατήρια αναγνωρισιμότητας. Ετσι, άλλοι πνευματώδεις και ετοιμόλογοι, άλλοι δουλευτές στην αγορά, άνθρωποι με ταλέντο στη μουσική, στο τραγούδι και στον στίχο, γυναίκες γεροντοκόρες που ντύνονταν και περπατούσαν ως καλλονές από τους κεντρικούς δρόμους, κάποιοι υποδύονταν τους καλλιτέχνες και άλλοι με κουζουλάδα περισσή ή αισχρολόγοι και μέθυσοι, ήταν μια κοινωνία με τη δική της ψυχή, που γιόρταζε. Και οι άνθρωποι αυτοί είχαν πολλές φορές και τα δικά τους στέκια.
Κάθε περίπτωση και ένα όνομα ξεχωριστό, που προσδιορίζει την ιδιότητά του. Ενας κόσμος που χάθηκε.


Ο συγγραφέας του βιβλίου αναφέρει μεταξύ άλλων:
“Αυτοί οι τύποι δεν υπάρχουν πια, ίσως εκτός κάποιων μικρών εξαιρέσεων. Πρόκειται για πρόσωπα ξεχωριστά, που έχουν και είχαν σχέση με τη ζωή του Ηρακλείου, του παλιού Ηρακλείου και μας θυμίζουν αναμνήσεις και μάλιστα τις πιο όμορφες του παρελθόντος. Ένα παρελθόν που υπήρξε γόνιμο στην εμφάνιση των ανθρώπων αυτών με τις παράξενες λόξες τους, τις ωραίες τις τρέλες τους, με το ιδιαίτερο φέρσιμό τους και γενικά με την χαρακτηριστική τους εμφάνιση, στοιχεία που δεν ήταν επικίνδυνα για κανέναν. Η παρούσα αναφορά μου μπορεί να γίνει η αφορμή να ξαναζωντανέψουν αλλοτινές μνήμες! Οι παλαιότεροι, που σίγουρα θα θυμούνται περισσότερα, θα φέρουν στο νου τους τις συμπαθέστατες εκείνες γνωστές μορφές, αλλά και τις διάφορες σκηνές που τότε διαδραματίζονταν σκορπώντας το γέλιο σε μια εποχή σκληρή, βέβαια, αλλά σίγουρα πιο ανθρώπινη και γεμάτη από αγάπη. Πολλοί απ’ αυτούς δίδασκαν το λόγο του Θεού, άλλοι πάλι είχαν τη φροντίδα της πόλης, ορισμένοι διακρίθηκαν σαν τελετάρχες, υπήρξαν δεινοί ομιλητές και θερμοί πατριώτες! Κάποιες φορές περνούσαν απαρατήρητοι και άλλες ήταν οι πρωταγωνιστές σε παραστάσεις “εν μέση οδώ”. Κάποιοι από εμάς τους λοιδορήσανε, άλλοι τους σεβάστηκαν. Πολλές φορές, ως “στρατηγοί” προσπαθούσαν να θέσουν την κατάσταση “υπό έλεγχον”. Πραγματικά, ένιωθαν και πίστευαν οι ίδιοι, ότι η αποστολή τους είναι μεγάλη, ότι είχαν πολλά να προσφέρουν. Δέχονταν τα πειράματα και μάλιστα τα περίμεναν από τους περισσότερους. Όπως και να έχουν τα πράγματα, ήταν συνάνθρωποί μας με τη δική τους ιδιαιτερότητα. Ζήσανε μαζί μας, πλάι μας, μας προσφέρανε το γέλιο ή το κλάμα τους, δώσανε χρώμα και τόνο αλλιώτικο στη ζωή μας. Οι λέξεις τους ήταν συγκεκριμένες και μερικές από αυτές διασώθηκαν. Η κάθε μία από αυτές περιείχε και το δικό της ξεχωριστό νόημα. Τα στέκια τους και αυτά γνωστά, συνήθως σε κάποια κεντρικά σημεία της αγοράς του Ηρακλείου. Ορισμένες φράσεις τους με νόημα έχουν μείνει στην ιστορία και τις θυμούνται οι περισσότεροι” ---------------------------------------
http://kritipoliskaihoria.blogspot.com/2011/03/1900-1980.html
Ελάχιστοι από τους τύπους αυτούς εξακολουθούν να “εμπλουτίζουν” την καθημερινότητα των Ηρακλειωτών... όπως εκείνον τον παλιό καλό καιρό! Το δικό μας ερώτημα είναι, εάν οι γραφικοί τύποι, και όχι μόνο του Μεγάλου Κάστρου, μειώθηκαν στην πραγματικότητα ή αυξήθηκαν τόσο πολύ, που δεν μπορούμε πλέον να τους παρακολουθήσουμε..., αλλά ούτε και να διασκεδάσουμε μαζί τους! Η απάντηση, στο φαινόμενο αυτό, μπορεί να δοθεί από ένα άλλο βιβλίο, εξίσου σημαντικό... και για τους κοινωνικούς ανθρωπολόγους. -----------------------------------------

πηγή: φυλλάδιο εκδηλώσεις Ηράκλειο - Καλοκαίρι 2011
Οι γραφικοί τύποι του Μεγάλου Κάστρου, καταλαμβάνουν χρονικά την περίοδο από τις αρχές του 20ου αιώνα έως και τι αρχές της δεκαετίας του 80. Πρόκειται για χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες με ιδιαίτερα έντονα προσωπικά στοιχεία, τα οποία κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο του Ηρακλείου.Είναι τύποι που μαρτυρούν την "άλλη", τη διαφορετική όψη της πόλης. Ο σημερινός Ηρακλειώτης μπορεί να κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν και να περιπλανηθεί στα απόμερα σοκάκια της παλιάς πόλης, αλλά και στην πολυσύχναστη Πλατιά Στράτα. Μέσα απο αυτές τις ιδιάζουσες προσωπικότητες εισδύει στις άδυτες πτυχές της κοινωνίας του παλιού Ηρακλείου και βιώνει το ιστορικό της υπόβαθρο, με όλη τη διαφορετικότητα και την προκατάληψη που διέκρινε και διακρίνει, ακόμα και σήμαρα, την πόλη μας.

Ο Μανόλας Ένας καλοσυνάτος άνθρωπος, καλοκάγαθος και πάντα γελαστός. Είχε τεράστια δύναμη, αφού μπορούσε να σηκώσει απο το φορτηγό , ακόμα και ένα γεμάτο βαρέλι και να το ακουμπήσει κάτω. Η φωνή του ήταν χαρακτηριστική βροντώδης και με πολύ μπάσο. Τον συναντούσες παντού! Στη λαχαναγορά, απέναντι από την παλιά ηλεκτρική, στο Καμαράκι, στη Χανιώπορτα, στα κεντρικά σημεία του Ηρακλείου. Άνθρωπος με ευαισθησίες και αρκετά καλλιεργημένος. Τις Κυριακές και τις άλλες αργίες, φορούσε τα καλά του ρούχα, έκανε τη βόλτα του πηγαίνοντας στον κινηματογράφο ή σε κάποια άλλη εκδήλωση. Κάθε χρόνο πήγαινε διακοπές, συνήθως στο εξωτερικό. Όσο πράος ήταν και όσο ήπιος, όταν τον πείραζε κάποιος θύμωνε, γινόταν θηρίο. Ένας καλός φίλος διηγήθηκε το παρακάτω περιστατικό. Ένα πρωινό στο κέντρο του Ηρακλείου ο μακαρίτης ο Κωνιός γνωστός γιατρός, είχε αγοράσει κάποια εφημερίδα και τη διάβαζε. Προχωρούσε αμέριμνος και διαβάζοντας έπεσε πάνω στο Μανόλα. Φυσικά ο γιατρός ζήτησε συγνώμη αφού προηγούμένως δέχτηκε τις συστάσεις του Μανόλα με τη χαρακτηριστική φωνή "Μου φαίνεται πως χρειάζεσαι Κωνιό". Γνώριμη εικόνα να τραβάει τραγουδώντας ο ίδιος το καρότσι του από τη λαχαναγορά ανεβαίνοντας την οδό Χάνδακος κατευθυνόμενος προς τη κεντρική αγορά. Ακόμα κι όταν έκανε κρύο, αυτός με μια λεπτή μπλούζα, αθλητική κατά προτίμηση, με το παντελόνι του γυρισμένο και αθλητικά παπούτσια, να τραβάει... το μεγάλο ανήφορο της ζωής ! Πολλές φορές, ίσως και ξυπόλυτος, τραβούσε το φορτίο του και κάποια παιδιά έσπρωχναν το καρότσι του. Κι όταν ήθελε λίγο να ξαποστάσει και να κοιμηθεί, ξάπλωνε μέσα σ'αυτό. Τόσα χρόνια δίπλα του, σέρνοντάς το το ένιωθε κομμάτι του εαυτού του.
 

Ο Αλάτσας
Μια άλλη παρουσία ήταν ο Αλάτσας. "Αν είστε απο οικογένεια, πετάξτε εικοσάρικα", έλεγε, αφού συνήθως, για να τον κάνουν χάζι πολλοί του πέταγαν δεκάρες ή εικοσάρες. Στο τέλος της δεκαετίας του 1970 στην ομάδα του ΟΦΗ έπαιζε τερματοφύλακας ο Βούκμαν. Ήταν ιδιαίτερα εύσωμος και αρκετά ψηλός και θέλοντας και αυτός να πειράξει τον Αλάτσα, όταν κατέβαινε στην αγορά του έβαζε ένα δεκάρικο, συνήθως σε ένα ψηλό σημείο. Ο Αλάτσας δεν μπορούσε να το φτάσει και παρακαλούσε τους περαστικούς να τον βοηθήσουν για να το πάρει.
 

Το Μιχαλιό ο καταστηματάρχης
Έτσι του άρεσε να τον αποκαλούν, αφού τον έβλεπαν όλοι να φορά τη λερή ποδιά του μαγαζάτορα. Εργαζόταν στο υποδηματοποιείο του Κούτη. Κάποτε έβαλε στοίχημα και φυσικά, τι θα τον έστενε; το μυαλό του; Βγήκε με το σώβρακο στο δρόμο και πήγε στις τρείς καμάρες. Καταλαβαίνετε, θέαμα μοναδικό.
 

Ο Μάρκος, ο στρατηγός
Ξεχωριστή παρουσία αποτελούσε και ο Μάρκος, ο επονομαζόμενος στρατηγός ή γαλονάς. Πάντοτε αρεσκόταν στο να κυκλοφορεί στολισμένος με στρατιωτική στολή, με γαλόνια, επωμίδες, σιρίτια, κορδόνια, αστέρια, παράσημα. Οτιδήποτε άλλο στρατιωτικό είδος εύρισκε, το φορούσε. Ήταν λάτρης του ωραίου φύλου. Αρεσκόταν να κοιτάζει με τις ώρες τις κούκλες στις διάφορες βιτρίνες των καταστημάτων και να τις θαυμάζει! Ήταν μερακλής, απο ό,τι λένε οι διάφοροι Ηρακλειώτες που τον έζησαν και τον γνώρισαν.
 

Ο Καλογιός
Ήταν φανατικός Ομιλητής! Πάνω από όλα αγαπούσε την ομάδα του τον ΟΦΗ. Ήταν χαμάλης και με το καρότσι του προσπαθούσε να βγάλει το μεροκάματό του. Κατά τη δεκαετία του 60 σύχναζε στους ευκαλύπτους στην πλατεία Δασκαλογιάννη. Αλίμονο αν βρισκόταν κάποιος να πεί κάτι κακό για την ομάδα του. Τότε παρατούσε το καρότσι και τον κυνηγούσε.
 

Ο Αντώνης ο αθλητής
Αθλητής σε τοπικό κι όχι πανελλήνιο επίπεδο, αρεσκόταν στο να πηδάει τα πεζοδρόμια, κυρίως της Καλοκαιρινού. Πολλές ήταν οι φορές, βέβαια, που με ιδιαίτερη φόρα έπεφτε πάνω σε κάποιους, εισπράττοντας τις ανάλογες λέξεις και φωνές. Έμεινε σαν ο Αντώνης ο αθλητής, ή ο σαλταδόρος... με την καλή, βέβαια έννοια!
 

Το Γιωργιό

Πρόκειται για εκείνο το Γιωργιό, το οποίο είχε έμμονη ιδέα να μην υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Δεν ήθελε καθόλου να ακούσει τη λέξη φαντάρος. Πολλοί τον πείραζαν και του έλεγαν: -Θα πάς ! Τότε το Γιωργιό οργισμένο συμπλήρωνε απαντώντας : - Δέν πάω !

Ο Μανόλης ο Τζατζάς ή Πόπη
Ο Μανόλης ο Τζατζάς ήταν χαμάλης και έμενε στην περιοχή της Αγίας Τριάδας, στη φάμπρικα του Ανωγειανάκη. Η πιάτσα του ήταν κυρίως στη κεντρική αγορά του Ηρακλείου.
 

Η Μαριώ
Συνήθως φορούσε μια μαντήλα, την οποία σχεδόν ποτέ δεν έδενε. Σύχναζε στην αγορά, πάντοτε κάνοντας περίπατο και συνήθως στο στενάκι της Καλοκαιρινού, στο κατάστημα του Μαρούδα. Της άρεσε το ραχάτι και πολλές φορές την έπερνε και ο ύπνος σε κάποιο πλακόστρωτο. Σου έδινε την αίσθηση ότι έβλεπες την "Κοιμωμένη του Χαλεπά"!
 

Ο στρατηγός Νικόλαος Αμαργιωτάκης
Χωρίς να είναι κάτοχος πτυχίου της Σχολής Ευελπίδων, ή κάποιας άλλης παραγωγικής σχολής, ο Στρατηγός - γνωστός με το παρονόμι Κοκολιάς- γεννήθηκε το 1890 και πέθανε το 1968 στο χωριό Δαφνές. Φημισμένος στους Ηρακλειώτες και στην πόλη μας, ένεκα των συχνών επισκέψεων καθώς και για το ότι διατηρούσε φιλικές σχέσεις με γλεντζέδες του Ηρακλείου. Επρόκειτο για τον Νικόλαο Αμαργιωτάκη του Στεφάνου και της Μαρίας. Υπηρέτησε ως δεκανέας στον Ελληνικό στρατό, περίπου το 1911. Εκπαιδεύτηκε στις Καλαμιές του Ηρακλείου. Ερχόμενος στις Δαφνές, μετά την απόλυσή του, αυτοπροσδιορίζεται "Στρατηγός" και διατηρεί αυτόν τον τίτλο μέχρι το θάνατό του. Ντυνόταν πάντα με την επίσημη στολή του Στρατηγού (διακριτικά, σπαθί, παράσημα, κράνος κ.λ.π.). Ακόμη και στην επαγγελματική απασχόλησή του -ήταν αγρότης- ντυνόταν πάντα στρατιωτικά! Σαν Στρατηγός, δε "σήκωνε μύγα στο σπαθί του"!
 

Ο Τριαντάφυλλος
Φιλόζωος και καβαλάρης. Πού τον έχανες, πού τον έβρισκες, πάντα να περνά με δυο συνήθως μουλάρια από την Καλοκαιρινού προς τις Τρείς Καμάρες. "Σωστός καουμπόι". Πάντοτε σε πλήρη ετοιμότητα για κάθε ενδεχόμενο.
 

Ο Δημήτρης ο ηθοποιός
Καλοντυμένος μεκουστούμι και γραβάτα, μ'ένα τσιγάρο στο στόμα. Πάντα κυκλοφορούσε φορώντας γυαλιά ηλίου. Δύσκολα του έπερνες χαμόγελο και κουβέντα. Αρεσκόταν στο να ποζάρει, με ένα ξεχωριστό υποκριτικό ύφος...έτσι όπως ξέρουν όλοι οι σοβαροί ηθοποιοί!
 

Ο Μανόλης Μανόλης
Ο ίδιος έλεγε δυο φορές το όνομά του, προφανώς θέλοντας να δώσει κάποια έμφαση. Σύμφωνα με ακριβείς πληροφορίες, πρέπει να καταγόταν απο την περιοχή του Λασιθίου. Καθημερινά πηαινοερχόταν στην Πλατιά Στράτα, πείραζε, αλλά ζητούσε και τα ανάλογα πειράγματα. Διαφορετικά, δεν έφευγε. Συνεχώς μουρμούριζε από μόνος του!
 

Η πονεμένη τραγουδίστρια
Μόνιμα πονεμένη και ερωτοχτυπημένη από τα βέλη του Θεού Έρωτα! Καλοφτιαγμένη ντυμένη στο "σικ". Κυκλοφορούσε πάντα με το χαμόγελο εκπέμποντας ευασθησία και περίσσεια ευγένεια.
 

Η Σαββάτο

Χαρακτηριστική παρουσία αποτελούσε και η Σαββάτο, η οποία έμενε στην οδό Ακαδημίας, τη σημερινή Ανδρέα Παπανδρέου, στη συμβολή Ανδρέα Παπανδρέου και Λευθεραίου. Εκεί παλιότερα υπήρχε ο φούρνος του Κατσακού, όπως θα θυμούνται οι παλιοί Καστρινοί. Η Σαββάτο βρισκόταν διαρκώς σε έξαρση κι όταν ακόμα κάποιος δεν την πείραζε, αυτή δεν το είχε σε καλό της. Επεδίωκε να την πειράξουν και τότε άρχιζαν τα δύσκολα. Έβριζε συνεχώς και με μεγάλη διάρκεια. Πήρε το όνομα Σαββάτο, γιατί κυκλοφορούσε κυρίως κάθε Σάββατο.
 

Το Αλεκάκι

Το Αλεκάκι ή ο γνωστός Αλέκος, όπως τον ήξεραν οι πιο παλιοί, φορούσε πάντοτε ή τουλάχιστον τις περισσότερες φορές κοντό παντελόνι και το συνδύαζε με υποδήματα. Το Αλεκάκι πρέπει να είχε κάποιο πρόβλημα σωματικής αναπηρίας εκ γενετής. Σύχναζε σε όλα τα κεντρικά σημεία της πόλης μας. Το αγαπημένο του στέκι, όμως, ήταν τα Ψαράδικα.
 

Η Στασούλα η ζωόφιλη

Την συναντούσε κανείς συνήθως στις παραλίες, αλλά και σε διάφορα σημεία της πόλης. Μάζευε γάτες, σκύλους και έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη στα ζώα. Ίσως σήμερα θα ήταν η πιο κατάλληλη για το θέμα των αδέσποτων!
 

Ο Στέλιος τ'άδέρφι

Πάντοτε χαμογελαστός! Έτρεφε προς όλους μεγάλη εκτίμηση και οικειότητα, αποκαλώντας τους "αδέρφια", αλλά και "αδέρφι" μεμονωμένα. Ήταν αχθοφόρος και τον συναντούσες τακτικά σε κεντρικά σημεία της πόλης.
 

Ο Γκαγκάλας
Διαρκώς ανεβοκατέβαινε την Καλοκαιρινού. Εκεί τον είχε βγάλει. Μιλούσε συνεχώς. Ήταν ιδιόμορφος και ο χαιρετισμός του έμοιαζε με πούλο του ενός χεριού. Η κόμμωσή του εντυπωσιακή! Απο ό,τι φαίνεται , ήταν λάτρης της ψιλής μηχανής.

Γιάννης Σκαρίμπας

Γιάννης Σκαρίμπας - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr

Ο Γιάννης Σκαρίμπας (Αγία Ευθυμία Φωκίδος, 28 Σεπτεμβρίου 1893 – Χαλκίδα, 21 Ιανουαρίου 1984) ήταν Έλληνας λογοτέχνης, κριτικός, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και πεζογράφος. Το έργο του, εντυπωσιακό σε έκταση και ποικιλία, σημαδεύτηκε από την έντονη αντιδικία του με τις καθιερωμένες αξίες της ζωής και του αστικού πολιτισμού. Εισήγαγε επίσης υπερρεαλιστικά στοιχεία στην ελληνική πεζογραφία. Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους της ελληνικής λογοτεχνίας.


Η ζωή του

Ο Γιάννης Σκαρίμπας ήταν γόνος ιστορικής οικογένειας από την Αγία Ευθυμία της Φωκίδας, αφού ο πατέρας του, Ευθύμιος Σκαρίμπας, ήταν απόγονος αγωνιστών της Επανάστασης του 1821. Ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του στο σχολαρχείο του Αιγίου και τις ολοκλήρωσε στην Πάτρα στο Α' Γυμνάσιο Πατρών. Υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό, την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο μακεδονικό μέτωπο, ως ανθυπασπιστής στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων, όπου διακρίθηκε, τραυματίστηκε στο σβέρκο και παρασημοφορήθηκε. Διορίστηκε τελωνοσταθμάρχης στην Ερέτρια (πρώην Νέα Ψαρά) και το 1915 εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα, για να εργαστεί εκεί ως εκτελωνιστής, ενώ παράλληλα γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τότε παντρεύτηκε με την Ελένη Κεφαλινίτη και απέκτησαν πέντε παιδιά. Μετά το γάμο του και μέχρι το 1922 αποσπάστηκε στο τελωνείο της Ερέτριας.

Στα γράμματα εμφανίστηκε κατά τη δεκαετία του 1910 με ποιήματα και πεζά που δημοσίευσε σε διάφορα περιοδικά της Αθήνας και στις εφημερίδες Εύριπος και Εύβοια της Χαλκίδας, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Κάλλις Εσπερινός. Η πρώτη του επίσημη εμφάνιση με το πραγματικό του όνομα έγινε το 1929, όταν έλαβε το Α΄ βραβείο διηγήματος για το πεζό Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραΐτης, το οποίο δημοσίευσε στο περιοδικό Ελληνικά Γράμματα του Κωστή Μπαστιά. Ο Γιάννης Σκαρίμπας ήταν ό σημαντικότερος εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα γιατί τόσο το εικονοκλαστικό του ύφος όσο και ή ιδιόρρυθμη γλώσσα πού χρησιμοποίησε στα έργα του,προκάλεσε αίσθηση για την εποχή εκείνη. Βραβεύθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο λογοτεχνίας το 1976 (βλ. Βικιθήκη) για το αντιπολεμικό μυθιστόρημά του του, Φυγή προς τα εμπρός.

Ο μπαρμπα-Γιάννης Σκαρίμπας, όπως ήταν γνωστός στους φίλους του, έζησε όλη του τη ζωή στη Χαλκίδα και ταξίδεψε ελάχιστα. Κείμενά του υπάρχουν δημοσιευμένα και σε περιοδικά ενώ αρκετοί στίχοι του έχουν μελωποιηθεί. Τα πιό γνωστά μελοποιημένα ποιήματά του είναι Σπασμένο καράβι, Ουλαλούμ και Εαυτούληδες για τα οποία που έγραψαν μουσική αντίστοιχα οι συνθέτες Γιάννης Σπανός, Νικόλας Άσιμος και Διονύσης Τσακνής. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 1984 και τάφηκε δημοσία δαπάνη στο κάστρο του Καράμπαμπα.

Το 1998 το σπίτι του όπου γεννήθηκε στην Αγία Ευθυμία ο Γιάννης Σκαρίμπας ανακηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο γιατί "χρειάζεται κρατική προστασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 1469/1950, το κτίριο που γεννήθηκε ο Γιάννης Σκαρίμπας στην κοινότητα Αγ. Ευθυμίας Ν. Φωκίδας, ιδιοκτησίας της Κοινότητας, επειδή συνδέεται με έναν από τους αξιολογότερους Έλληνες λογοτέχνες του 20ού αιώνα".

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ

 

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (22 Φεβρουαρίου 1939 - 21 Ιανουαρίου 2020) ήταν Ελληνίδα ποιήτρια.

Βίος

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ γεννήθηκε στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 1939. Γονείς της ήταν οι Γιάννης Αγγελάκης και Ελένη Σταμάτη. Ήταν πνευματική κόρη του Νίκου Καζαντζάκη, που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον πατέρα της. 

Μόλις στα 17 της χρόνια δημοσίευσε στο περιοδικό Καινούργια εποχή το ποίημα της «Μοναξιά» μετά από παρότρυνση του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποίος έστειλε γράμμα στον Γιάννη Γουδέλη, τον διευθυντή της Καινούργιας εποχής γράφοντας: «Παρακαλώ, δημοσιεύστε αυτό το ποίημα, το έχει γράψει μία κοπέλα που δεν έχει βγάλει ακόμα το γυμνάσιο. Είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ!». Από τότε άνοιξε ο δρόμος για την ενασχόληση της με την ποίηση και τη μετάφραση. Άρθρα για την ποίηση και την μετάφραση της ποίησης έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε περισσότερες των δέκα γλωσσών και ποιήματα της εμπεριέχονται σε λογοτεχνικές ανθολογίες. Αρχή και τέλος για εκείνη η ποίηση του Καβάφη. Σπούδασε ξένες γλώσσες στην Αθήνα, τη Γαλλία και την Ελβετία. Ήταν διπλωματούχος μεταφράστρια-διερμηνέας. Είχε μεταφράσει, μεταξύ άλλων, Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν, Βλαντιμίρ Βλαντιμίροβιτς Μαγιακόβσκι, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ κ.ά. Η ποίησή της διακρίνεται από μια έντονη καταφυγή σε φανταστικές χώρες. Το 2014 συμμετείχε στην ταινία Μητριαρχία.Απεβίωσε στις 21 Ιανουαρίου 2020.

Αλέξης Δαμιανός

 


Ο Αλέξης Δαμιανός (21 Ιανουαρίου 1921 - 4 Μαΐου 2006) ήταν Έλληνας σκηνοθέτης του θεάτρου, της τηλεόρασης και του κινηματογράφου.
Βιογραφικό

Γεννήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 1921 στην Αθήνα. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Ιδρυτής του «Πειραματικού Θεάτρου» και του Θεάτρου "Πορεία", όπου σκηνοθέτησε πολλά θεατρικά έργα. Είχε σκηνοθετήσει τρεις ταινίες μεγάλου μήκους που είναι σημαντικότατες για τον ελληνικό κινηματογράφο.

Απεβίωσε στις 4 Μαΐου 2006.
Φιλμογραφία
Μέχρι το πλοίο (1966)
Ευδοκία (1971)
Ηνίοχος (1994)

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες