Δευτέρα, Μαΐου 24, 2021

Μαργαρίτα Λυμπεράκη Ελλάδα(1919-2001)


 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η Μαργαρίτα Λυμπεράκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Παιδί χωρισμένων γονιών μεγάλωσε με τον παππού της τον εκδότη Γεώργιο Φέξη, που της μετέδωσε την αγάπη για το βιβλίο. 

Σε παιδική ηλικία ταξίδεψε για πρώτη φορά στο Παρίσι και έμαθε γαλλικά. Τέλειωσε το Αρσάκειο γυμνάσιο και σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών, από όπου αποφοίτησε το 1943. 

Ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική. Παντρεύτηκε το συγγραφέα Γ. Καραπάνο, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, τη Μαργαρίτα Καραπάνου, που έγινε επίσης συγγραφέας. 

Την πρώτη της εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας έκανε το 1945 ως Μαργαρίτα Καραπάνου (με το επώνυμο του συζύγου της) με το μυθιστόρημα "Τα δέντρα", ενώ ένα χρόνο αργότερα εξέδωσε το έργο που την έκανε ευρέως γνωστή, το μυθιστόρημα "Τα ψάθινα καπέλα" (που μεταφράστηκε το 1950 στα γαλλικά με τίτλο "Trois etes"). 

Το 1946 πήρε διαζύγιο και έφυγε με την κόρη της για το Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τους Καστοριάδη, Καμπά, Αξελό, Ελύτη και ήρθε σε επαφή με τα πρωτοποριακά ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής. 

Στο Παρίσι ολοκληρώθηκε ο "Άλλος Αλέξανδρος" (1950) και το 1952 εγκαινιάστηκε η ενασχόλησή της με τη θεατρική γραφή, άλλοτε στα γαλλικά και άλλοτε στα ελληνικά. 

Στο χώρο της λογοτεχνίας η Λυμπεράκη κινήθηκε αρχικά στα πλαίσια της ψυχογραφίας με έμφαση στη γυναικεία φύση. Με τον "Άλλο Αλέξανδρο" και κυρίως τα θεατρικά της έργα πέρασε σ’ έναν εντονότερα υπερβατικό χώρο και κινήθηκε στα όρια του συμβολισμού με την τελετουργική διονυσιακή γραφή, στην προσπάθειά της να προσδιορίσει τη θέση της σύγχρονης Ελλάδας ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ανατολή μέσω του αρχετυπικών μύθων. 

Ανάλογος προβληματισμός κυριαρχεί και στο τελευταίο της πεζογράφημα με τίτλο "Το μυστήριο". Έγραψε επίσης τα σενάρια για τις ταινίες "Μαγική πόλη" του Νίκου Κούνδουρου (1955) και "Φαίδρα" του Ζυλ Ντασσέν (1962) και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική μετάφραση. 

Συνεργάστηκε με την εφημερίδα "Τα Νέα" (1975). Ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. 

Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Μ Λυμπεράκη βλ. Λίζυ Τσιριμώκου "Λυμπεράκη Μαργαρίτα", 

στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986·  

Γεωργία Φαρίνου - Μαλαματάρη, "Μαργαρίτα Λυμπεράκη", 

στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του '40 ως τη δικτατορία του '67", τ. Ε΄, σ. 130-177, Αθήνα, Σοκόλης, 1988· 

Φρ. Φαρμάκης, "Λυμπεράκη, Μαργαρίτα", 

στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. 9, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.· 

Ξανθή Κατσαρή, "Μαργαρίτας Λυμπεράκη: η ζωή και το έργο", 

στο πρόγραμμα της παράστασης του έργου της Λυμπεράκη "Το μυστικό κρεβάτι ή Τηλέγονος" από το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κομμοτηνής, 1995, σ.11-16·

και Αλέξης Ζήρας, Βάλτερ Πούχνερ, "Λυμπεράκη, Μαργαρίτα", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 1292-1293.

(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Έντουαρντ Κένεντι Έλινγκτον (29 Απριλίου 1899 - 24 Μαΐου 1974)

Duke Ellington - publicity.JPG

O Έντουαρντ Κένεντι Έλινγκτον (Edward Kennedy "Duke" Ellington, 29 Απριλίου 1899 - 24 Μαΐου 1974), γνωστός περισσότερο ως Ντιουκ Έλινγκτον, ήταν Αμερικανός συνθέτης, ενορχηστρωτής και πιανίστας της τζαζ μουσικής. 

Θεωρείται μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της τζαζ στη διάρκεια του 20ού αιώνα.

Ο Έλινγκτον γεννήθηκε το 1899 στην Ουάσινγκτον, γιος του Τζέημς Έντουαρντ Έλινγκτον και της Ντέηζι Κένεντι Έλινγκτον. O πατέρας του εργαζόταν ως σερβιτόρος στον Λευκό Οίκο. 

Οι γονείς του, αν και δεν ήταν επαγγελματίες μουσικοί, είχαν κατάρτιση στο πιάνο και από την ηλικία των επτά ετών, άρχισε μαθήματα και ο ίδιος, παρά το γεγονός πως δεν πίστευε ότι διέθετε ιδιαίτερη κλίση. 

Αργότερα, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών άρχισε να παρακολουθεί κρυφά συναυλίες, απέκτησε μεγαλύτερο σεβασμό στη μουσική και αντιμετώπισε τα μαθήματα πιάνου με μεγαλύτερο ενδιαφέρον. 

Εγκατέλειψε το σχολείο τρεις μήνες πριν την αποφοίτησή του, το 1917, με στόχο να ακολουθήσει επαγγελματική σταδιοδρομία στη μουσική και ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να εργάζεται ως πιανίστας σε μαγαζιά της Ουάσινγκτον.

Στα τέλη του 1917, σχημάτισε το πρώτο του μουσικό συγκρότημα, The Duke's Serenaders, με το οποίο πραγματοποίησε εμφανίσεις σε μουσικά κέντρα και ως μουσική συνοδεία σε κοινωνικές εκδηλώσεις. 

Το Σεπτέμβριο του 1923, εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Νέα Υόρκη, μαζί με το πενταμελές συγκρότημα The Washingtonians που είχε νωρίτερα σχηματίσει. Το συγκρότημα πραγματοποίησε εμφανίσεις σε διάφορα μουσικά κέντρα, πριν αποτελέσει την μόνιμη ορχήστρα του γνωστού Cotton Club, γεγονός που ενίσχυσε σημαντικά τη φήμη του Έλινγκτον. 

Παρέμεινε εκεί για ένα διάστημα περίπου τριών ετών, περίοδο κατά την οποία η μεγάλη ορχήστρα του, εξελίχθηκε σε μία από τις δημοφιλέστερες της εποχής, με συμμετοχή σε αυτή αρκετών σημαντικών μουσικών, ενώ ο ίδιος ο Έλινγκτον διακρίθηκε για την ικανότητά του στη σύνθεση.

Το καλοκαίρι του 1933, περιόδευσε με την ορχήστρα του, για πρώτη φορά στην Ευρώπη. Πραγματοποίησε συναυλίες, αρχικά στη Βρετανία και αργότερα στην Ολλανδία και τη Γαλλία. Η υποδοχή του στην Αγγλία υπήρξε ιδιαίτερα θερμή, λαμβάνοντας επίσης σημαντική κάλυψη από τον τύπο της εποχής. 

Μετά την επιστροφή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, συνέχισε να πραγματοποιεί ζωντανές εμφανίσεις και ηχογραφήσεις, στη Νέα Υόρκη, το Σικάγο και το Λος Άντζελες. Το 1935, πέθανε η μητέρα του ενώ δύο χρόνια αργότερα σημειώθηκε και ο θάνατος του πατέρα του.

Οι αρχές της δεκαετίας του 1940, θεωρούνται ως η περίοδος της δημιουργικής ακμής του Έλινγκτον , κυρίως διότι συνοδεύτηκαν από ορισμένες εκ των καλύτερων μουσικών συνθέσεών του. 

Σε αυτό συνέβαλαν και σημαντικοί νέοι μουσικοί που πλαισίωσαν την ορχήστρα του, όπως ο Τζίμι Μπλάντον (κοντραμπάσο), ο Μπεν Γουέμπστερ (τενόρο σαξόφωνο) ή ο Ρεξ Στιούαρτ (κόρνο), καθώς και η συνεργασία του με τον συνθέτη, πιανίστα και ενορχηστρωτή Μπίλλυ Στρέιχορν. 

Μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου, η εμπορική απήχηση του Έλινγκτον γνώρισε κάμψη, γεγονός που συνδυάστηκε με το τέλος της εποχής του σουίνγκ και τη γενικότερη στροφή σε άλλα είδη, όπως το μπίμποπ. Παρόλα αυτά, ο Έλινγκτον κατάφερε να συντηρήσει την ορχήστρα του, με την οποία συνέχισε να περιοδεύει.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, το συγκρότημά του υπέστη αρκετές ανακατατάξεις, καθώς αρκετά μέλη του αποχώρησαν, γεγονός που επέδρασε τόσο στο ύφος του όσο και στη δημοτικότητά του,η οποία υποχώρησε. 

Η εμφάνιση του Έλινγκτον στο τζαζ φεστιβάλ του Νιούπορτ, στις 7 Ιουλίου του 1956, συνέβαλε καθοριστικά στην "αναγέννηση" του, ενώ το περιοδικό Time την αποκάλεσε ως "σημείο καμπής" της καριέρας του.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, ο Έλινγκτον παρέμεινε μουσικά ενεργός. Το 1962, ξεχώρισαν οι συνεργασίες του με τον Τζον Κολτρέιν, τον Τσαρλς Μίνγκους καθώς και με τον Κόλμαν Χόκινς, με τους οποίους συμμετείχε σε ηχογραφήσεις. 

Το 1963 περιόδευσε στην Μέση Ανατολή, τον επόμενο χρόνο στην Ιαπωνία, ενώ το 1968 και το 1971 έδωσε συναυλίες στη Λατινική Αμερική και τη Σοβιετική Ένωση αντίστοιχα. 

Στα τελευταία χρόνια της καριέρας του, σημαντική εξέλιξη στο μουσικό του ύφος, αποτέλεσε η προσπάθειά του να ενσωματώσει στοιχεία της θρησκευτικής λειτουργίας στη τζαζ. 

Στα πλαίσια αυτού του εγχειρήματος, πραγματοποίησε τρεις συναυλίες (Sacred Concerts), που έλαβαν χώρα σε διαφορετικές εκκλησίες και καθεδρικούς ναούς, με συνοδεία χορωδίας και χορευτών. Αν και το ύστερο έργο του Έλινγκτον επισκιάζεται συχνά από τη μουσική που παρήγαγε σε παλαιότερες περιόδους, και κυρίως κατά τη δεκαετία του 1940, ορισμένοι κριτικοί έχουν τονίσει την αξία του.

Το 1969, του απονεμήθηκε το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, μία από τις ανώτερες τιμές προς πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών, για τη συνολική συνεισφορά του στη μουσική. Το 1973, τιμήθηκε επιπλέον με τη Λεγεώνα της Τιμής, από τη Γαλλική Δημοκρατία. Τον ίδιο χρόνο εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του. Πέθανε από καρκίνο, στις 24 Μαΐου του 1974.

Η εξάγορά του Μανχάταν



Το απο πού προήλθε η ονομασία του Μανχάταν χάνεται πολύ πίσω στον χρόνο. 

Λέγεται ότι οφείλεται στη γλώσσα των Αλγκονκούιαν - των παλαιότερων κατοίκων της περιοχής - και σημαίνει «λοφώδες νησί».

Αιώνες, ήταν μία από τις σημαντικότερες περιοχές προς αλιεία και κυνήγι για τους ιθαγενείς.

Μόλις οι Ευρωπαίοι πάτησαν το πόδι τους εκεί, το Μανχάταν τράβηξε την προσοχή τους. 

Το μεγάλο φυσικά προστατευμένο από τις θύελλες λιμάνι του βόρειου Ατλαντικού, με πλεονέκτημα απέναντι σε κάθε εισβολέα και με πρόσβαση στο εσωτερικό της αμερικανικής ηπείρου, μέσω του ποταμού Χάντσον ήταν γι αυτούς μεγάλη πρόκληση που έπρεπε να αποκτήσουν.

Το 1624 η ολλανδική εταιρία Dutch West India Company ίδρυσε στο νότιο τμήμα το Νέο Άμστερνταμ, για σταθμό εμπορικών συναλλαγών.

Δύο χρόνια αργότερα, έφτασε εκεί ο Πίτερ Μίνουιτ και η πρώτη ενέργειά του ήταν να αγοράσει το Μανχάταν από τους Ινδιάνους, στις 24 Μαΐου. Για αντάλλαγμα, προσέφερε εμπορεύματα, αξίας 60 φιορινιών (24 δολαρίων).

Αυτό αναφέρεται σε μία επιστολή προς τη διοίκηση της ολλανδικής εταιρίας. Οι πληροφορίες για το είδος των εμπορευμάτων δεν είναι σαφείς και είναι άγνωστο που τελειώνει η πραγματικότητα και που αρχίζει η φαντασία των συγγραφέων του 19ου αιώνα.

Σύμφωνα, με τους σύγχρονους ερευνητές, οι ιθαγενείς πρέπει να αγνοούσαν την έννοια μόνιμης ιδιοκτησίας γης, καθώς κινούνταν διαρκώς ανάλογα την εποχή προς αναζήτηση τροφής.

Όταν συμφώνησαν στην πώληση του Μανχάταν, στην καλύτερη περίπτωση -λένε οι ιστορικοί- θεώρησαν ότι παραχωρούσαν τα δικαιώματα κυνηγιού και αλιείας στους Ολλανδούς, οι οποίοι με τη σειρά τους κάποια στιγμή θα έφευγαν, όπως έκαναν οι ίδιοι.

πληροφορίες απο το
sansimera.gr

Ντάνιελ Γκάμπριελ Φαρενάιτ ( 24 Μαΐου 1686, Γκντανσκ – 16 Σεπτεμβρίου 1736, Χάγη)

Fahrenheit small.jpg

Ο Ντάνιελ Γκάμπριελ Φαρενάιτ (γερμανικά: Daniel Gabriel Fahrenheit, 24 Μαΐου 1686, Γκντανσκ – 16 Σεπτεμβρίου 1736, Χάγη) ήταν Γερμανικής καταγωγής φυσικός, μηχανικός και εφευρέτης.

Ο Φαρενάιτ γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1686 (14 Μαΐου σύμφωνα με άλλες πηγές) στο Ντάντσιχ (σημερινό Γκντανσκ στην Πολωνία, το οποίο τότε ανήκε στην Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία), πρώτο από τα πέντε παιδιά του ευκατάστατου εμπόρου Ντάνιελ Φαρενάιτ και της Κονκόρντια Σούμαν (Concordia Schumann). Η οικογένεια του πατέρα του ήταν παλαιά γερμανική οικογένεια που είχε διαμείνει σε αρκετές πόλεις, ενώ η καταγωγή της πιστεύεται ότι ήταν από το Χίλντεσχαϊμ. Στις 14 Αυγούστου 1701 ο Φαρενάιτ έχασε και τους δύο γονείς του οι οποίοι κατανάλωσαν δηλητηριασμένα μανιτάρια και μετέβη στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας για να μαθητεύσει και να εργαστεί σε κατάστημα. Στην Ολλανδία πέρασε και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες είχε εκδηλωθεί από μικρή ηλικία και, ύστερα από τέσσερα χρόνια θητείας στον επιχειρηματικό κόσμο, αποφάσισε να ασχοληθεί με την κατασκευή επιστημονικών οργάνων. Από το 1707 άρχισε να ταξιδεύει σε πολλά μέρη για να παρατηρήσει τις εργασίες των επιστημόνων και των κατασκευαστών επιστημονικών οργάνων. Επισκέφθηκε έτσι το Χάλλε, την Δρέσδη, την Λειψία και την Κοπεγχάγη. Σημαντικό χρόνο πέρασε, επίσης, και στην Αγγλία όπου, το 1724, έγινε μέλος της Βασιλικής Εταιρείας (Royal Society), της παλαιότερης επιστημονικής οργάνωσης της χώρας.

Το κτίσμα στο οποίο γεννήθηκε ο Φαρενάιτ, στο Γκντανσκ.

Το 1717 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Χάγη και, για να ασχοληθεί με την κατασκευή επιστημονικών οργάνων, έμαθε να φυσά το γυαλί. Ο Φαρενάιτ επιδόθηκε περισσότερο στη κατασκευή μετεωρολογικών οργάνων και ειδικότερα κατασκεύαζε βαρόμετρα και θερμόμετρα. Αρχικά κατασκεύασε θερμόμετρα οινοπνεύματος, αργότερα όμως βελτίωσε την ακρίβεια των οργάνων του αντικαθιστώντας το οινόπνευμα με υδράργυρο. Εφηύρε επίσης νέο τύπο υγρομέτρου, ενώ κατασκεύασε και αραιόμετρο σταθερού βάρους.

Από το 1718 άρχισε να διδάσκει Χημεία στο Άμστερνταμ. Απεβίωσε στην Χάγη το 1736, σε ηλικία μόνο 50 ετών.

Κλίμακα Φαρενάιτ

Σύμφωνα με το άρθρο που δημοσίευσε το 1724, επινόησε την κλίμακα που σήμερα φέρει το όνομά του Κλίμακα Φαρενάιτ ύστερα από πειραματισμούς με διάφορες θερμοκρασίες. 

Η κλίμακα Φαρενάιτ διαδόθηκε στη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Βαθμιαία αντικαταστάθηκε με την κλίμακα Κελσίου, ενώ παραμένει σε περιορισμένη χρήση στη Βρετανία και στον Καναδά, και χρησιμοποιείται ακόμη ευρύτατα στις ΗΠΑ και την Μπελίζ.

Μπομπ Ντίλαν (Αγγλικά: Bob Dylan) (Ντουλούθ, Μινεσότα, 24 Μαΐου 1941)

Joan Baez Bob Dylan crop.jpg
 

Ο Μπομπ Ντίλαν (Αγγλικά: Bob Dylan) (Ντουλούθ, Μινεσότα, 24 Μαΐου 1941), γεννημένος Ρόμπερτ Άλλεν Ζίμμερμαν (Robert Allen Zimmerman), είναι Αμερικανός μουσικός. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους τραγουδοποιούς. 

Στις 13 Οκτωβρίου 2016, η Σουηδική Ακαδημία του απένειμε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Οι αρχές

Ο Ρόμπερτ Άλλεν Ζίμμερμαν γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1941 στο Ντουλούθ(Duluth) της Μινεσότα. 

Ως μαθητής γυμνασίου άρχισε να παίζει φυσαρμόνικα, πιάνο και κιθάρα, ενώ συμμετείχε για πρώτη φορά σε συγκρότημα, τους Golden Chords ερμηνεύοντας τραγούδια των Τσακ Μπέρι (Chuck Berry) και Λιτλ Ρίτσαρντ (Little Richard), με έμφαση στη ροκ εν ρολ, κάντρι, φολκ και μπλουζ μουσική. 

Το 1959 φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Μινεάπολης. Εκεί άκουσε για πρώτη φορά την μουσική του φολκ θρύλου Γούντι Γκάθρι (Woody Guthrie), έγινε λάτρης του και αποφάσισε να τον συναντήσει. Για το σκοπό αυτό παράτησε τις σπουδές του και έφτασε στη Νέα Υόρκη, την μητρόπολη της μουσικής αλλά και το μέρος που μπορούσε να συναντήσει το ίνδαλμά του.

Ο Γκάθρι, που νοσηλευόταν σε νοσοκομείο, έχρισε τον νεαρό θαυμαστή του από τη Μινεσότα διάδοχό του. Εν τω μεταξύ, ο Ρόμπερτ Ζίμμερμαν μετονομάστηκε σε Μπομπ Ντίλαν. 

Κατά μία εκδοχή, αυτό οφείλεται στην επιρροή από τον Ουαλό ποιητή Ντίλαν Τόμας (Dylan Thomas), ο οποίος πέθανε στην Νέα Υόρκη το 1953, στα 39 του χρόνια, από υπερβολική χρήση οινοπνευματωδών. Θεωρείται πιθανό ότι προς τιμήν του o Ζίμμερμαν άλλαξε το όνομα του επιλέγοντας το Bob Dylan. Έμελλε με αυτό το όνομα, πέρα από μουσικός να γίνει και ποιητής-στιχουργός. 

Το 1960 άρχισε να παίζει σε διάφορους μουσικούς χώρους, με το νέο του όνομα και έχοντας ως μουσικό πρότυπο τον Γκάθρι. 

Τραγουδούσε σε πλατείες και folk bars στην περιοχή του Γκρίνουϊτς Βίλατζ (Greenwich Village). Ο γνωστός μουσικός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Σέλτον έγραψε γι' αυτόν: "Αυτό το αγόρι, μια διασταύρωση παιδιού του κατηχητικού και μπήτνικς έχει μεγάλο ταλέντο". 

Σύντομα, ο Ντίλαν υπέγραψε συμβόλαιο με την πολυεθνική δισκογραφική εταιρεία Κολούμπια. Μέχρι σήμερα ηχογραφεί στην ίδια εταιρεία.

Νικόλαος Κοπέρνικος

Νικόλαος Κοπέρνικος: Η ζωή και το έργο του

Ο Νικόλαος Κοπέρνικος ήταν ένας μαθηματικός και αστρονόμος της Αναγέννησης, που διαμόρφωσε μια ολοκληρωμένη θεωρία για το ηλιοκεντρικό μοντέλο με το οποίο ανέδειξε τον Ήλιο, αντί για τη Γη, στο κέντρο του σύμπαντος.

Ο Κοπέρνικος μεταμόρφωσε την κατανόησή μας για το ηλιακό σύστημα, και είναι ο πιό γνωστός για τη θεωρία του ότι ο ήλιος και η Γη δεν είναι το κέντρο του σύμπαντος.

Ο Νικόλαος Κοπέρνικος γεννήθηκε στις 19 Φεβρουαριου του 1473, στην πόλη Torum της Πολωνίας. Τα 30 πρώτα χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε σε ταξίδια και σπουδές στην Ιταλία και αλλού.

Επειδή ο πατέρας του και ο παππούς του ήταν έμποροι και τραπεζίτες, ήταν φυσικό και ο Νικόλαος σαν οικογενειακός βλαστός, να δείξει μια κληρονομική ικανότητα στα οικονομικά• αυτή η ικανότητά του αναγνωρίστηκε κι επίσημα όταν διορίστηκε σύμβουλος της Κυβέρνησης της πατρίδας του, για οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

Όμως, το κύριο ενδιαφέρον του Κοπέρνικου είχε στραφεί στα μαθηματικά και ιδιαίτερα στην αστρονομία. Είκοσι χρόνια απ' τη ζωή του τα αφιέρωσε για ν' αποδείξει ότι η λειτουργία του φυσικού κόσμου πρέπει να 'ναι απλή.

Το 1491 ο Νικόλαος εγγράφεται στο περίφημο Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, το σημερινό Γιαγγελονιανό Πανεπιστήμιο, όπου σπουδάζει Ιατρική, Θεολογία, Μαθηματικά και Αστρονομία, με την οποία και συναρπάζεται.

Πέντε χρόνια μετά, ταξιδεύει στην Ιταλία για να σπουδάσει Εκκλησιαστικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια.

Εκεί τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, το πάθος του για τη γεωγραφία και την αστρονομία είχαν ενθαρρυνθεί από ένα καθηγητή μαθηματικών, Domenico Μαρία ντε Νοβάρα.

Επέστρεψε στην Πολωνία και εργάστηκε για αρκετά χρόνια ως γραμματέας του θείου του, ενός επίσκοπου, όπου συνέχισε να μελετήσει αστρονομία.

Με 1514, κατ 'εντολή της Καθολικής Εκκλησίας, ασχολήθηκε για να βελτιώσουν το ημερολόγιο και το 1530 παρήγαγε ένα σημαντικό κομμάτι της έρευνας, De Revolutionibus Orbium coelestium (Επαναστάσεις με τιε ουράνιες σφαίρες).

Η σημαντική του παρατηρήση ήταν η τοποθέτηση του ήλιου και όχι της Γης, στο κέντρο του ηλιακού μας συστήματος.

Η ηλιοκεντρική του αυτή επανάσταση καταδικάστηκε από τον Martin Luther.

Ο Κοπέρνικος ήταν ένας ταπεινός άνθρωπος με χριστιανική πίστη τόσο θερμή που δεν την εξασθένισαν ούτε η υπερηφάνεια για τις επιστημονικές του επιτυχίες μήτε οι σκληρές δοκιμασίες που τον χτύπησαν στην οικογενειακή του ζωή.

Ο ανοιχτός πόλεμος της Καθολικής εκκλησίας εναντίον των αστρονόμων με τις νέες ιδέες, κατατρόμαξε τον Γαλιλαίο. Όχι όμως τον Κοπέρνικο. Τούτος στάθηκε αμετακίνητος στα επιστημονικά του συμπεράσματα, δίχως να λογαριάζει τις απειλές του Πάπα.

"Δεν τολμώ να ζητήσω τη χάρη που δόθηκε στον απόστολο Παύλο, ούτε την αγαθότητα με την οποία συγχώρεσες τον Πέτρο, ζητώ μονάχα τη συγχώρηση που έδωσες στον ληστή" Αυτά τα λόγια έγραψε στο κάτω μέρος μιας προσωπογραφίας του ο Κοπέρνικος απευθυνόμενος στον Χριστό.

Πέθανε τον Μάιο του 1543. Ο θρύλος λέει ότι το πρώτο τυπωμένο αντίγραφο του De Revolutionibus τοποθετήθηκε στα χέρια του την ημέρα του θανάτου του.

Ο Νικόλαος Κοπέρνικος τάφηκε στον Καθεδρικό Ναό του Φρόμπορκ. Αρκετοί είχαν ερευνήσει μάταια για τη σωρό του, όταν στις 3 Νοεμβρίου 2005 ανακοινώθηκε πως τον Αύγουστο 2005 είχε ανακαλυφθεί το κρανίο του. Ωστόσο, τρία χρόνια μετά, το Νοέμβριο του 2008, ανακοινώθηκε ότι έπειτα από γενετικές έρευνες, επιβεβαιώθηκε ότι βρέθηκε ο τάφος του διάσημου αστρονόμου.

Στις 22 Μαΐου 2010, πέντε ολόκληρους αιώνες μετά το θάνατό του, ο Κοπέρνικος κηδεύτηκε με τιμές ήρωα στον καθεδρικό ναό του Φρόμπορκ στην Πολωνία.
http://www.madata.gr/diafora/science/256159.html

---------------------------------


Nicolai Copernici Torinensis De Revolutionibus Orbium Coelestium, Libri VI (εξώφυλλο της 2ης έκδοσης, Βασιλεία, 1566).

Το έργο ζωής του Κοπέρνικου, «De Revolutionibus Orbium Coelestium Libri VI» («Έξι Βιβλία για τις Περιστροφές των Ουράνιων Σφαιρών») (Πρώτη έκδοση: Νυρεμβέργη 1543. Δεύτερη έκδοση: Βασιλεία 1566), υπήρξε το αποτέλεσμα δεκαετιών εργασίας.

Ενσωματώνει περισσότερα από 1.000 χρόνια αστρονομικών παρατηρήσεων με διάφορους βαθμούς ακρίβειας. Περιέχει 100 σελίδες πινάκων με πάνω από 20.000 αριθμούς.

Το έργο ξεκινούσε με πρόλογο, αρχικώς ανώνυμο[?], του Ανδρέα Οσιάνδρου, θεολόγου και φίλου του Κοπέρνικου, ο οποίος προειδοποιούσε ότι η θεωρία, εννοούμενη ως ένα απλό εργαλείο που επέτρεπε απλούστερους και ακριβέστερους υπολογισμούς, δεν είχε οπωσδήποτε και συνέπειες εκτός του περιορισμένου χώρου της Αστρονομίας.

Το κυρίως έργο του Κοπέρνικου άρχιζε με το γράμμα του (νεκρού πλέον) αρχιεπισκόπου Καπύης, Καρδινάλιου Νικόλαου φον Σένμπεργκ που προαναφέρθηκε (βλ. προηγούμενη ενότητα). Στη συνέχεια, σε μία μακρά εισαγωγή, ο Κοπέρνικος αφιέρωνε το έργο στον Πάπα Παύλο Γ', εξηγώντας το κίνητρό του για τη συγγραφή του έργου ως σχετιζόμενο με την αδυναμία των παλαιότερων αστρονόμων να συμφωνήσουν πάνω σε μία επαρκή θεωρία των πλανητικών κινήσεων.

Σημείωνε ότι εάν το δικό του σύστημα αύξανε την ακρίβεια των αστρονομικών προβλέψεων, τότε θα επέτρεπε στην Εκκλησία να αναπτύξει ένα ακριβέστερο ημερολόγιο. Την εποχή εκείνη, είχε θεωρηθεί αναγκαία μία τροποποίηση του Ιουλιανού Ημερολογίου, κάτι που αποτελούσε έναν από τους κύριους λόγους που η Εκκλησία χρηματοδοτούσε την αστρονομική έρευνα.

Τα 6 «βιβλία» του έργου ήταν τα εξής:

- Γενική εποπτεία της Ηλιοκεντρικής Θεωρίας και περίληψη της ιδέας του για το Σύμπαν.

- Κυρίως θεωρητικό, παρουσιάζει τις αρχές της Σφαιρικής Αστρονομίας και ένα κατάλογο αστέρων (ως βάση για τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στα επόμενα βιβλία).

- Αναφέρεται κυρίως στις φαινομενικές κινήσεις του Ηλίου και σε σχετικά φαινόμενα.

- Περιγραφή της Σελήνης και των τροχιακών της κινήσεων.

- Η κυρίως έκθεση του νέου συστήματος.

- Η κυρίως έκθεση του νέου συστήματος (συνέχεια).

Ουσιαστικά παρουσιάζει την τροποποίηση της θεωρίας του Πτολεμαίου για μια κινούμενη Γη. Στο μοντέλο που παρουσιάζεται, το Σύμπαν αποτελείται από 8 ομόκεντρες σφαίρες. Η εξώτατη, όγδοη σφαίρα, ήταν πάλι η σφαίρα των απλανών αστέρων, αλλά τώρα ο Ήλιος είναι ακίνητος στο κέντρο.

Οι 6 γνωστοί την εποχή του Κοπέρνικου πλανήτες περιφέρονται γύρω από τον Ήλιο με τη σειρά που γνωρίζουμε και σήμερα, ενώ η Σελήνη περιφέρεται γύρω από τη Γη. Επιπλέον, η φαινομενική κίνηση του Ήλιου και των απλανών γύρω από τη Γη εξηγείται από την ημερήσια περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της. Ο Κοπέρνικος, ωστόσο, ακολουθώντας όπως φαίνεται τον Αρίσταρχο, δεν τόλμησε να εγκαταλείψει τις κυκλικές τροχιές (οι αληθινές τροχιές των πλανητών είναι ελλειπτικές), με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να διατηρήσει τους επίκυκλους του Πτολεμαίου. Παρά το γεγονός αυτό, η μεταπήδηση από ένα γεωκεντρικό στο ηλιοκεντρικό σύστημα ήταν από μόνη της πολύ σημαντική, καθώς δημιουργούσε σοβαρό ζήτημα σχετικώς με την αξιοπιστία του Αριστοτέλη, τον οποίο η δυτική Εκκλησία είχε αναγάγει σε αλάθητο. Μάλιστα ο Κοπέρνικος έφτιαξε έναν πίνακα για το πόσο χρονικό διάστημα απαιτούνταν για κάθε πλανήτη, να κάνει έναν τέλειο κύκλο γύρω από τον ήλιο. Υπολόγισε ότι ο Ερμής χρειάζεται 87 ημέρες, η Αφροδίτη 224, η Γη 365, ο Άρης 1 έτος και 321 ημέρες, ο Δίας 11 έτη και ο Κρόνος 29 έτη. Αυτοί οι αριθμοί υπολογίστηκαν από τον Κοπέρνικο με τελείως πρωτόγονα όργανα, περίπου 100 χρόνια πριν από την ανακάλυψη του τηλεσκόπιου.

Είναι αξιοσημείωτο το ότι διασώζεται το χειρόγραφο του έργου, γραμμένο με το χέρι του ίδιου του Κοπέρνικου, πράγμα σπάνιο για επιστημονικό έργο εκείνης της εποχής. Στο χειρόγραφο, ο Κοπέρνικος γράφει καθαρά (ως άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας) ότι είχε διαβάσει τις απόψεις του Αρίσταρχου του Σάμιου, που έθετε τη Γη να περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο, αλλά και των Πυθαγόρειων φιλοσόφων, Φιλόλαου και Ικέτα. Τον τελευταίο μάλιστα τον γράφει λανθασμένα ως «Νικέτα-Νικήτα», από προσθήκη του «ν» του άρθρου (το-ν-Ικέτα). Το απόσπασμα όμως που αναφέρει και τα ονόματα των αρχαίων σοφών αφαιρέθηκε (διαγράφηκε) από τον πιστό φίλο του Κοπέρνικου, τον Τίντεμαν Γκίζε, πριν αυτός το παραδώσει στον εκδοτικό οίκο, με αποτέλεσμα οι πρώτες εκδόσεις του «De Revolutionibus» να τυπωθούν χωρίς αυτό. Το απόσπασμα εμφανίσθηκε στις μεταγενέστερες εκδόσεις του έργου, όταν πλέον το ηλιοκεντρικό σύστημα είχε αποδοθεί στον Κοπέρνικο. Ο τίτλος του έργου είχε από μόνος του ιστορική επίδραση, αφού έδωσε το λατινικό όνομα revolutio (περιστροφή, περιφορά) σε κάθε αιφνίδια και θεμελιώδη μεταβολή στη σκέψη ή και στην κοινωνία (από όπου και το αγγλικό και γαλλικό revolution = επανάσταση). http://el.wikipedia.org/wiki/Νικόλαος_Κοπέρνικος

Μ. Λυμπεράκη (1919-24/5/2001) Τα ψάθινα καπέλα, Κέδρος

ΤΑ ΨΑΘΙΝΑ ΚΑΠΕΛΑ / ΛΥΜΠΕΡΑΚΗ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ

Μ. Λυμπεράκη,(1919-24/5/2001) Τα ψάθινα καπέλα, Κέδρος

Εκείνες οι Κυριακές θα μείνουν μέσα μου ατόφιες, έτσι όπως τις έζησα. Καμιά τους λεπτομέρεια δε θα λησμονηθεί. Πλησιάζαμε τον κόσμο της θάλασσας. Εμείς που ζούσαμε με τα μερμήγκια, τις σαύρες και τα βατράχια, σαστίζαμε μπρος στα κύματα. Αφήναμε τα καβούρια να μπήγουν τις δαγκάνες τους μέσα στη σάρκα μας για ν' ανακατωθεί η αλμύρα με το αίμα μας. Και τα ψάρια ν' αγγίζουν τα κορμιά μας για να νιώσουμε πόσο κρύα είναι. Κι ευχόμασταν να βρεθεί στο πέρασμα μας μια ρουφήχτρα που θα μας έδινε τη γλύκα του θανάτου, χωρίς όμως να πεθάνουμε.
Η Μαρία κολυμπούσε πλαγιαστά, γυναικεία όπως λένε. Έμενε για λίγο μέσα στο νερό κι ύστερα ξάπλωνε ανάσκελα στον ήλιο. Ηρεμούσε, γλύκαινε το πρόσωπό της, δε μιλούσε δυνατά ούτε γελούσε ·το περπάτημά της γινόταν παιδιάτικο, το στήθος της μίκραινε, τα μάτια της παίρναν μια λαμπερή διαφάνεια. Τι αγνή που είσαι τις Κυριακές. Μαρία... Η γη με τις αναθυμιάσεις της και την κρυμμένη λάβα της σ' ερεθίζει, σε προκαλεί να της μοιάσεις, οι γέννες της σου θυμίζουν το χρέος σου, είσαι γυναίκα σού λεν. Αν μπορούσες να λευτερωθείς απ' όλα αυτά, να νιώσεις την υπέρτατη ουδετερότητα της θάλασσας.
Κι η Ινφάντα άλλαζε· λες και τα μάτια της γίνονταν πιο λοξά. Γελούσε με το καθετί, ανόητα, κι έκανε κινήσεις περιττές, πείραζε τον πατέρα και το θείο Αγησίλαο και δε στεκόταν λεπτό. Έλειπε βέβαια κι η θεία Τερέζα.
Με την Έλλη ξανοιγόμαστε πολύ. Όταν γυρίζαμε στην αμμουδιά, η σάρκα μας ήταν σφιχτή, η ανάσα μας εύκολη. Δεχόμασταν τον ήλιο, τρώγαμε ψωμί κι αχλάδια, κι ευχαριστούσαμε το Θεό. Ο θείος Αγησίλαος τότε άρχιζε τις μεσολογγίτικες ιστορίες του.

Μ. Λυμπεράκη,(1919-24/5/
2001) Τα ψάθινα καπέλα, Κέδρος

Σήμερα 24/5 ... Αγίου Μελετίου και συν αυτώ Μαρτύρων


 Αγίου Μελετίου και συν αυτώ Μαρτύρων


Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες