Τρίτη, Μαρτίου 02, 2021

Η Αρέθουσα

 από παλιό ΓΑΙΟΡΑΜΑ   

δεξι κλικ - προβολή εικόνας - φακός

https://scontent.fath5-1.fna.fbcdn.net/v/t1.0-9/156657741_116679940412834_5343597683334024396_o.jpg?_nc_cat=109&ccb=3&_nc_sid=8bfeb9&_nc_ohc=kwqqsPNUM98AX9How0R&_nc_ht=scontent.fath5-1.fna&oh=e831893a3efee3214cd59b0c2c918d3e&oe=60662583

Ρόρι Γκάλαχερ (Rory Gallagher






Ο Ρόρι Γκάλαχερ (Rory Gallagher, 2 Μαρτίου 1948 Μπάλισανον, Ιρλανδία - 14 Ιουνίου 1995 Λονδίνο) ήταν Ιρλανδός συνθέτης , κιθαρίστας και τραγουδιστής της μπλουζ και ροκ μουσικής. Θεωρείται ένας απ' τους σπουδαιότερους κιθαρίστες του ηλεκτρικού μπλουζ.

Νικόλαος Τσελεμεντές (2 Μαρτίου 1878 – 2 Μαρτίου 1958)






Ο Νικόλαος Τσελεμεντές (2 Μαρτίου 1878 – 2 Μαρτίου 1958) ήταν Έλληνας αρχιμάγειρος του 20ού αιώνα.
Βιογραφία

Η οικογένεια του καταγόταν από το χωριό Εξάμπελα της Σίφνου. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου τέλειωσε το Γυμνάσιο. Αρχικά δούλεψε σαν υπάλληλος συμβολαιογραφείου, άρχισε όμως να ασχολείται περισσότερο με τη μαγειρική εργαζόμενος στο εστιατόριο του θείου του. Ο θείος του ήταν ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου και εστιατορίου "Ακταίον" στο Νέο Φάληρο.

Σπούδασε για ένα χρόνο μαγειρική στη Βιέννη και γυρνώντας εργάστηκε για διάφορες πρεσβείες. Έγινε αρχικά γνωστός με το περιοδικό "Οδηγός Μαγειρικής" που άρχισε να εκδίδει το 1910, που περιείχε -εκτός των συνταγών- διατροφικές συμβουλές, διεθνή κουζίνα, νέα για τη μαγειρική κ.α.

Το 1919 έγινε διευθυντής του ξενοδοχείου "Ερμής", ενώ τον επόμενο χρόνο έφυγε για την Αμερική, όπου δούλεψε σε μερικά απ' τα ακριβότερα εστιατόρια του κόσμου, κάνοντας παράλληλα και ανώτερες σπουδές μαγειρικής, ζαχαροπλαστικής και διαιτολογίας.

Γύρισε στην Ελλάδα το 1932, ίδρυσε μια μικρή σχολή μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής και κυκλοφόρησε το γνωστό βιβλίο του με συνταγές, που όντας ο πρώτος ολοκληρωμένος οδηγός μαγειρικής, γνώρισε πάνω από δεκαπέντε επίσημες ανατυπώσεις τις επόμενες δεκαετίες.

Επηρεασμένος απ' τη γαλλική κουζίνα, υπήρξε εκσυγχρονιστής της ελληνικής κουζίνας, καθώς χάρη σ' αυτόν οι Ελληνίδες νοικοκυρές έμαθαν τη μπεσαμέλ, τα πιροσκί και τη μπουγιαμπέσα, πράγμα που κατά μερικούς ισοδυναμούσε με νόθευση της ελληνικής κουζίνας με ευρωπαϊκά στοιχεία.


Το όνομά του είναι σήμερα συνώνυμο των οδηγών μαγειρικής, ενώ χρησιμοποιείται και σαν πείραγμα προς κάποιον που ξέρει να μαγειρεύει πολύ καλά.

Πέθανε στις 2 Μαρτίου του 1958 και κηδεύτηκε την επόμενη ημέρα στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.

περισσότερα στη βικιπαίδεια

Πόρκυ Πιγκ



2 Μαρτίου 1935... Φιγούρα των κινουμένων σχεδίων από τα στούντιο της Warner. Πρόκειται για ένα ανθρωπόμορφο, βραδύγλωσσο και καλοκάγαθο γουρουνάκι, που πρωταγωνιστεί στις σειρές κινουμένων Looney Tunes και Merrie Melodies. Η πιο διάσημη ατάκα του είναι το «Th-th-that's all folks!», όταν κλείνει το κάθε επεισόδιο της σειράς Looney Tunes.
O Πόρκυ Πιγκ (Porky Pig) γεννήθηκε από το πενάκι του κομίστα Μπομπ Κλάμπετ και πρωτοεμφανίσθηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του Φριτς Φρίλεγκ «I Haven't Got a Hat», που έκανε πρεμιέρα στις 2 Μαρτίου 1935. Το όνομά του το πήρε από δύο δίδυμους συμμαθητές του σκηνοθέτη, τον Πόρκυ και την Πίγκυ. «Ήταν δύο ασυνήθιστα ονόματα, που μου έμειναν χαραγμένα στη μνήμη. Έτσι, με την πρώτη ευκαιρία τα χρησιμοποίησα στο νέο μας ήρωα» δήλωσε σε μία συνέντευξή του ο Φρίλεγκ.

Ο Πόρκι, παρότι δε ήταν πρωταγωνιστής στην ταινία του Φρίλεγκ, ξεχώρισε αμέσως κι έγινε ο αναμφισβήτητος σταρ της Warner. Η παραμονή του στην κορυφή κράτησε, όμως, πολύ λίγο. Όταν ο σπουδαίος καρτουνίστας Τεξ Έιβερι έβαλε τον Πόρκι δίπλα στο νέο του ήρωα, τον Ντάφυ Ντακ, δημιουργώντας ένα από τα πιο γνωστά δίδυμα στον κόσμο των κινουμένων σχεδίων, η μαύρη σκανδαλιάρικη πάπια ήταν αυτή που έκλεψε τη δόξα από το καλοκάγαθο, ήρεμο και ντροπαλό γουρουνάκι. Ο Πόρκι, πάντως, ήταν ο μόνος που μπορούσε να χαλιναγωγήσει τον μονίμως εκτός ελέγχου Ντάφι Ντακ.

Τον Ντάφυ Ντακ διαδέχθηκε στην κορυφή ο Μπαγκς Μπάνι τη δεκαετία του '40 και ο Πόρκυ Πιγκ παρέμεινε έκτοτε ένας δευτεραγωνιστής στον κόσμο των ηρώων της «Γουόρνερ». Το 1944 κέρδισε τη μοναδική του υποψηφιότητα για Όσκαρ, με την ταινία του Φρανκ Τάσλιν «The Swooner Crooner». Στη 1 Οκτωβρίου 2001 τα Αμερικανικά Ταχυδρομεία τον τίμησαν με την έκδοση αναμνηστικού γραμματοσήμου.

Ο Πόρκι Πιγκ έπαιξε σε περισσότερες από 160 ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους. Πολλές από τις ταινίες αυτές περιλαμβάνονται στις σειρές «The Porky Pig Show» και «Porky Pig and friends», που προβάλλονται συχνά από την τηλεόραση και κυκλοφορούν στα βιντεοκλάμπ. Τα τελευταία χρόνια εμφανίσθηκε δύο φορές στη μεγάλη οθόνη, στις ταινίες «Ποιος Παγίδεψε τον Ρότζερ Ράμπιτ» (Ρόμπερτ Ζεμέκις, 1988) και «Looney Tunes: Επιστροφή στη Δράση» (Τζο Ντάντε, 2003), που διατίθενται στα βιντεοκλάμπ.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/articles/223#ixzz2MMe8xUIw

Ρένος Αποστολίδης

 


Ο Ρένος Αποστολίδης (Αθήνα, 2 Μαρτίου 1924 – Αθήνα, 10 Μαρτίου 2004) ήταν Έλληνας συγγραφέας και κριτικός της λογοτεχνίας της μεταπολεμικής γενιάς.
Πατέρας του ήταν ο Ηρακλής Ν. Αποστολίδης, δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης σε πολλές αθηναϊκές εφημερίδες, διευθυντής της Εγκυκλοπαιδείας του εκδοτικού οίκου Πυρσός, διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης (1945–1959) και δημιουργός της πρώτης Ανθολογίας Ποίησης και Διηγήματος.[1] Η μητέρα του, Ελπινίκη, το γένος Ζαμπέλη, ήταν δασκάλα.

Το 1935 τέλειωσε το δημοτικό σχολείο και το 1941 το Βαρβάκειο Γυμνάσιο, όπου στις 28 Οκτωβρίου του 1941 οργάνωσε μαθητική αποχή. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής παρέμεινε αμέτοχος.

Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε από κοντά τα τραγικά γεγονότα των Δεκεμβριανών του 1944. Από το 1945 σπουδάζει στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του, γιατί τον κάλεσαν να υπηρετήσει στον Ελληνικό Στρατό κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Ζώντας από κοντά την καταστροφή και τον θάνατο, ορκίστηκε να ρίξει μήτε μία σφαίρα και να καταγράψει ό,τι ζούσε επί δυόμισι χρόνια [εκκρεμεί παραπομπή] στον Γράμμο, το Βίτσι και κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Ρούμελης και της Πελοποννήσου. Μόλις απολύθηκε, δημοσίευσε την Πυραμίδα 67, ένα από τα πιο αυθεντικά κείμενα για τον Εμφύλιο Πόλεμο.

Το 1950 ολοκλήρωσε τις σπουδές του, για να διδάξει κατόπιν Αρχαία και Νέα Ελληνικά, Ιστορία και Λατινικά σε ιδιωτικά αθηναϊκά γυμνάσια. Η πρώτη του συγγραφική του εμφάνιση έγινε το 1944, με τη δημοσίευση του δοκιμίου «Καιρός τού είναι» στο περιοδικό Γράμματα. Έναν χρόνο αργότερα, εξέδωσε την πρώτη του συλλογή δοκιμίων Τρεις σταθμοί μιας πορείας. Συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας ως συντάκτης στα έντυπα Ελευθερία, Νίκη, Εικόνες, Γνώσεις, Νεώτερον Λεξικόν Ηλίου, Ανεξάρτητος Τύπος και άλλων εκδόσεων, αλλά και ως κριτικός βιβλίων στα έντυπα Γράμματα, Φοιτητική Φωνή, Δελτίον του Βιβλίου, Κύκλος, Κοχλίας, Νέα Εστία, Νέοι Ρυθμοί, Νέες Εικόνες, Έθνος, Εθνικός Κήρυκας, Εποπτεία και Νέα Κοινωνιολογία.

Από το 1951 ανέλαβε την αρχισυνταξία και την κριτική στήλη στο περιοδικό Ο Αιώνας μας, και το 1952 ίδρυσε με τον πατέρα του το περιοδικό Τα Νέα Ελληνικά, από τις σελίδες του οποίου άσκησε έντονη κριτική «εναντίον του πολιτικού και λογοτεχνικού κατεστημένου», και ιδιαιτέρως κατά της «Γενιάς του '30», καταλογίζοντας σε αυτήν «πνευματική και ηθική ανεπάρκεια». Για τη στάση του αυτή, οι κριτικοί της εποχής τον αγνόησαν περιφρονητικά, ενώ είχε μηνύσει ο Μ. Καραγάτσης τον ίδιο και τον πατέρα του για λόγους πνευματικών δικαιωμάτων.[2] Ωστόσο, το 1960 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή διηγημάτων Ιστορίες από τις Νότιες Ακτές.

Από το 1962 έως το 1964, διετέλεσε συνεργάτης της Γενικής Διεύθυνσης του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1963 κατήλθε υποψήφιος βουλευτής υπό τον Σπυρίδωνα Μαρκεζίνη, και στις δημοτικές εκλογές του 1964 κατήλθε υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων. Το 1965 ο Ρένος Αποστολίδης ήταν επικεφαλής του οργισμένου πλήθους που είχε εισβάλλει στη Βουλή,[3] πράξη για την οποία συνελήφθη και καταδικάστηκε σε δυόμισι έτη φυλάκιση, εκτίοντας συνολικά τρεις μήνες.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, το 1969, κατάφερε να υποβάλλει τη δημοσίευση σε συνέχειες στον αθηναϊκό Τύπο της Ανθολογίας Διηγήματος του Ηρακλή Ν. Αποστολίδη υπό τον όρο να μην λογοκριθούν τα κείμενά του. Η δημοσίευση, ωστόσο, της δικής του νουβέλας Ο Α2, με θέμα τον Εμφύλιο, προκάλεσε την επέμβαση της λογοκρισίας και τη διακοπή της δημοσίευσής της.

Μετά τη δικτατορία και έως το 1979, συνέχισε να γράφει κριτικές στο περιοδικό Τετράμηνα και δημοσίευσε αρκετά έργα του. Στα τελευταία του χρόνια έκανε δημόσιες διαλέξεις και εμφανίζονταν στην τηλεόραση για θέματα της ελληνικής γλώσσας και παιδείας και λογοτεχνίας, ενώ υπήρξε επίτιμος καλεσμένος σε παρουσιάσεις έργων του. Ήταν υποστηρικτής του πολυτονικού συστήματος γραφής, της ιστορικής ελληνικής ορθογραφίας και της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στην εκπαίδευση από το πρωτότυπο.

Πέθανε στις 10 Μαρτίου του 2004 χτυπημένος από οξύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Μιας και ήταν αγνωστικός και ελευθεριακός[4] η ταφή του έγινε χωρίς θρησκευτική τελετή.
Το έργο του

Το δημοσιευμένο έργο του Ρένου Αποστολίδη ανέρχεται στα τριάντα βιβλία με διηγήματα, δοκίμια και κριτική. Επιμελήθηκε την κλασική επτάτομη Ανθολογία Ποίησης και Διηγήματος και μετέφρασε και σχολίασε με τους γιους του, Ήρκο και Στάντη, την εξάτομη Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Διαδόχων και Επιγόνων του Droysen. Μαζί με τους γιους του, εξέδωσε επίσης την σχολιασμένη έκδοση των Απάντων του Καβάφη.

Βασικό χαρακτηριστικό του πεζογραφικού έργου του είναι η κυριαρχία της παρεμβολής του συγγραφέα στη ροή της αφήγησης και η έκφραση της προσωπικής του άποψης και οπτικής του μύθου με τρόπο άμεσο. Κύρια πηγή της θεματολογίας του είναι η περίοδος της γερμανικής κατοχής και του ελληνικού Εμφυλίου. Τα ιστορικά γεγονότα αυτής της περιόδου τα εντάσσει στην αφήγησή του, «τόσο για να κρίνει τις αρνητικές τους επιπτώσεις όσο και για να τονίσει το υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποίο οδηγούν τους ήρωές του». Στα μεταγενέστερα έργα του στράφηκε προς την σύγχρονη πραγματικότητα, διατηρώντας ωστόσο την άποψή του για τις επιπτώσεις του Εμφυλίου στην μετέπειτα πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας.

Το αρχείο του, με δημοσιεύματα, επιστολές κι ανέκδοτα κείμενα, ξεπερνάει τις 40.000 σελίδες. Σε DVD κυκλοφορούν τα καλύτερα αποσπάσματα του ντοκιμαντέρ Ο Εμφύλιος μέσα μας (που βασίστηκε στην Πυραμίδα 67) σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη.

Έργα του μεταφράστηκαν στα ολλανδικά, γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά.
Εργογραφία
Δικά του έργα

Τρεις σταθμοί μιας πορείας, 1945
Τα φτερά του πελαργού, 1949
Ποιητικά γράμματα, 1949
Πυραμίδα 67, 2006, 6η έκδοση (πρώτη έκδοση 1950)
Τα Νέα Ελληνικά (περιοδικό), 1952, 1957, 1966–1967
Ιστορίες από τις νότιες ακτές, 1960
Το κριτήριο, 1960
Ο γρασαδόρος και τα χειρόγραφα του Max Tod, 1970
Κριτική του Μεταπολέμου, 1970
Βορά στο θηρίο, 1963
Κατηγορώ, 1963
Στη γέμιση του φεγγαριού, 1981
Ο Α2, 1995 (πρώτη έκδοση 1968)
Κλειδιά, 1968
Η άλλη ιστορία, 1972
Ανθύλη, 1973
Από τον κόσμο ΡΑ, 1973
Τετράμηνα (περιοδικό), 1974–1979
Αντι-τύπος, 1975
Renos, 1977
Καμμένα φτερά, 1978
Άξονες, 1979
Οι Ερινύες, 1980
Ημερολόγια της Ανθολογίας, 1980 –1983
ΚΑΙΓΕ, 1982
Οι εξάγγελοι, 1984
Η αυτοκρατορία των σκουπιδιών, 1989
Οι γάτες, 1989
Ο κεραυνός, 1991
Η δίνη, 1993
Στον κυνηγημένο καιρό, 1993
Απάντηση στην «Πυραμίδα 67», 1996
Αυτός που γαβγίζουν οι σκύλοι, 1998
Ουλάν Μπατόρ, 1999
Το μαύρο καράβι, 2004

http://el.wikipedia.org/wiki/Ρένος_Αποστολίδης

...Ελμερ Φαντ..

 


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
2 Μαρτίου 1940 ...Ελμερ Φαντ..
Φιγούρα των κινουμένων σχεδίων, με πρωταγωνιστικό ρόλο στις δημοφιλείς σειρές Merrie Melodies και Looney Tunes της Warner. Έχει υποστεί πολλές μεταμορφώσεις από το 1937 που πρωτοεμφανίσθηκε, αλλά παραμένει σταθερά ο μεγάλος αντίπαλος του Μπαγκς Μπάνι και δευτερευόντως του Ντάφι Ντακ. Είναι ψευδός και προφέρει ως Γ τους φθόγγους Ρ και Λ. To όνομά του σημαίνει ένδοξος στα παλαιοαγγλικά και το επίθετο Fudd προέρχεται από τη λέξη Befuddled που σημαίνει συγχυσμένος.

Πατέρας του Έλμερ Φαντ υπήρξε ο σπουδαίος κομίστας Τεξ Έιβερι. Τον παρουσίασε πρώτα με το όνομα Αυγοκέφαλος (Egghead) στο καρτούν Egghead Rides Again (1937). Ήταν κοντόχοντρος, με κεφάλι σε σχήμα αυγού και μύτη σαν μελιτζάνα. Είχε μια παράξενα παιδική φωνή και φορούσε εκκεντρικά ρούχα. Τον ίδιο χρόνο τον συναντάμε ως κυνηγό του Ντάφι Ντακ και ως μποξέρ σε άλλες ταινιούλες κινουμένων σχεδίων. Η προσωπικότητά του διέφερε από ρόλο σε ρόλο κι έτσι δεν κατάφερε να αποκτήσει ένα αναγνωρίσιμο στίγμα και να γίνει δημοφιλής. Το 1938 εμφανίζεται για πρώτη φορά ως Έλμερ Φαντ (Elmer Fudd) στο καρτούν In a Feud there was. Τώρα είναι σχεδόν καραφλός, φοράει ημίψηλο, σπορ κοστούμι και πουκάμισο με ψηλό κολάρο.

Στις 2 Μαρτίου 1940 προβάλλεται το καρτούν του Τσακ Τζόουνς Elmer's Candid Camera, που θεωρείται η πρώτη πραγματική ταινία του ήρωα. Τον βλέπουμε στην εξοχή να φωτογραφίζει τη φύση, ώσπου συναντά ένα λαγό (το αρχέτυπο του Μπαγκς Μπάνι), που θα του κάνει τη ζωή δύσκολη. Ο σπουδαίος αυτός δημιουργός αναλαμβάνει την αλλαγή της εικόνας του Έλμερ Φαντ και μας τον παρουσιάζει με πιο καλοσχηματισμένο πρόσωπο. Του προσθέτει πηγούνι και μια μύτη λιγότερο στρουμπουλή.

Λίγους μήνες αργότερα θα προβληθεί η ταινιούλα του Τεξ Έιβερι A Wild Hare (27 Ιουλίου 1949), που αποτελεί την πρώτη πραγματική παρουσία του Μπαγκς Μπάνι. Ο Έλμερ Φαντ εμφανίζεται με πλήρη εξάρτυση κυνηγού και με το δίκαννό του είναι έτοιμος να πυροβολήσει όποιον λαγό βρεθεί μπροστά του. Ένα από τα υποψήφια θηράματα είναι και ο Μπαγκς Μπάνι. Αυτή είναι η εικόνα που θα τον ακολουθεί έκτοτε.

Ο Έλμερ Φαντ είναι η νέμεση του Μπαγκς Μπάνι. Αυτός, όμως, κατορθώνει πάντα να βγαίνει αλώβητος από την αντιπαράθεση τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που πυροβολεί τον σκανδαλιάρη λαγό, αλλά στο τέλος βρίσκεται ο ίδιος τραυματισμένος. Δεν έχει τη μοχθηρία ενός κακού, αλλά προφανώς δεν είναι και ο εξυπνότερος άνθρωπος του κόσμου.

Η κορυφαία στιγμή του Έλμερ Φαντ και του Μπαγκς Μπάνι είναι το επτάλεπτο καρτούν του Τσακ Τζόουνς What's opera, doc? (1957), μια παρωδία του βαγκνερικού έργου, που θεωρείται από τα αριστουργήματα της τέχνης του κινούμενου σχεδίου. Είναι μία από τις λίγες φορές που ο Έλμερ Φαντ βγαίνει νικητής και θα οικτίρει τον εαυτό του για την πράξη του αυτή. Στο τέλος, όμως, είναι ο λαγός που κλέβει θα κλέψει και πάλι την παράσταση. Σπουδαίο δείγμα της αντιπαράθεσης Έλμερ Φαντ και Ντάφυ Ντακ είναι η επτάλεπτη ταινία του Τσακ Τζόουνς To Duck or Not To Duck (1943), με το ανεπανάληπτο ρεσιτάλ της μαύρης πάπιας.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/articles/422#ixzz2MMfHsRDM

Μπέντριχ Σμέτανα






Ο Μπέντριχ Σμέτανα (Bedřich Smetana ή Friedrich Smetana, 2 Μαρτίου 1824 - 12 Μαΐου 1884) ήταν Τσέχος μουσικοσυνθέτης του Ρομαντισμού.

Είναι γνωστός για το συμφωνικό ποίημά του Vltava (Μολδάβας), το δεύτερο από τα 6 της συλλογής Má vlast ("Η χώρα μου"), και για την όπερά του Η ανταλλαγμένη νύφη. Έγραψε 8 όπερες, 6 συμφωνικά ποιήματα με τον γενικό τίτλο Η Πατρίδα μου, ένα τρίο με πιάνο, 2 κουαρτέτα για έγχορδα, πολλά έργα για πιάνο (πόλκες και τσέχικοι χοροί), χορικά και μελωδίες.

Ένας πλήρης χρονολογικός κατάλογος οπερών του Σμέτανα

Braniboři v Čechách ("Οι Βρανδεβούργιοι στη Βοημία")
Prodaná nevěsta ("Η πουλημένη μνηστή")
Dalibor ("Νταλιμπόρ")
Libuše ("Λιμπούσα")
Dvě vdovy ("Οι δύο χήρες")
Hubička ("Το φιλί")
Tajemství ("Το μυστικό")
Čertova stěna ("Ο τοίχος του διαβόλου")

Ο Σμέτανα ήταν γιος ζυθοποιού. Μελέτησε το πιάνο και το βιολί από νεαρή ηλικία, και έπαιξε σε ένα ερασιτεχνικό κουαρτέτο με άλλα μέλη της οικογένειάς του. Υπήρξε μαθητής σε γυμνάσιο του Πίλζεν το 1840-1843. Σπούδασε μουσική στην Πράγα, παρά την αρχική αντίδραση του πατέρα του. Εξασφάλισε μια θέση ως κύριος μουσικός σε μια ευγενή οικογένεια, και το 1848 έλαβε χρήματα από τον Φραντς Λιστ για να συνεχισει τις σπουδες του.

Το 1856, ο Σμέτανα κινήθηκε προς το Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, όπου δίδαξε και διεύθυνε. Το 1863, γύρισε πίσω στην Πράγα, άνοιξε ένα νέο σχολείο μουσικής και αφιερώθηκε στην προώθηση της τσεχικής μουσικής. Από το 1875 έζησε στο μικρό χωριό Jabkenice. Το 1883 ο Σμέτανα, λόγω στα περαιτέρω προοδευτικά νευρολογικά αποτελέσματα της ασθένειάς του, έγινε παράφρων, και λήφθηκε σε ένα διανοητικό νοσοκομείο στην Πράγα, όπου πέθανε το επόμενο έτος.

Ο Σμέτανα ήταν ο πρώτος συνθέτης που εγράψε μουσική σε συγκεκριμένα τσέχικα θέματα και χαρακτήρα. Πολλές από τις όπερές του είναι βασισμένες σε τσεχικούς μύθους, με πιο γνωστή την κωμωδία της ανταλλαγμένης νύφης (1866). Χρησιμοποίησε πολλούς τσεχικούς ρυθμούς χορού και οι μελωδίες του μερικές φορές μοιάζουν με τα λαϊκά τραγούδια της Τσεχίας. Άσκησε μεγάλη επιρροή στον Αντονίν Ντβόρζακ, ο οποίος χρησιμοποίησε επισης τσεχικά θέματα στα έργα του.

Κάθε χρόνο, στην επέτειο του θανάτου του, ξεκινάει το Διεθνές μουσικό φεστιβάλ της Πράγας.


http://el.wikipedia.org/wiki/Μπέντριχ_Σμέτανα

Σήμερα...2/3

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
ΕΥΘΑΛΙΑ

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες