http://ellas2.wordpress.com«Ἐδῶ ζῆ, ἀναπνέει, πάλλεται, ἰδέα ΕΛΕΥΘΕΡΑ, γενναὶα, αποφασιστική». Περικλῆς Γιαννόπουλος
Πόσα μπορούμε να διδαχθούμε από τους αρχαιοελληνικούς θεσμούς! Ο νόμος για τους αρχαίους Έλληνες είχε διττή διάσταση:Αφ’ ενός μεν υπήρχαν οι άγραφοι και πανελλήνιοι νόμοι που πιστευόταν ότι είχαν θεϊκή προέλευση, όπως π.χ. το να σέβεται κανείς τον ικέτη και να μην βιαιοπραγεί κατ’ αυτού, όταν προσφεύγει στον βωμό η σε ένα ιερό ή το να μην παρεμποδίζει κάποιος την ταφή με τις προσήκουσες τιμές στον νεκρό κ.ά. Αφ’ ετέρου, είναι οι νόμοι οι ανθρώπινοι, γραπτοί, που τέθηκαν από μεγάλους νομοθέτες, όπως ο
Λυκούργος, ο Σόλων, ο Ζάλευκος, ο Χαρώνδας, ο Δράκων, ο Πιττακός και άλλοι, οι οποίοι νόμοι αποσκοπούσαν στην ευνομία και την ευημερία των πολιτών.
Αυτοί οι τελευταίοι, ως προϊόν ανθρώπινο, ήταν μεταβλητοί ανάλογα με τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, κοινοί για όλους και γνωστοί σε όλους. Αναρτημένοι σε ειδικό χώρο σε πινακίδες, ξύλινες ή μαρμάρινες, ήταν προσιτοί σε όλους. Ο κυρίαρχος λαός, στις δημοκρατίες, είχε το δικαίωμα σε ετήσια συνέλευση να διατηρήσει ή να αλλάξει όλους τους νόμους του κράτους με ειδική ψηφοφορία ξεχωριστά για κάθε νόμο! Όπως είχε δικαίωμα, εννιά φορές το χρόνο, να κρίνει κατά πόσο οι άρχοντες εκτελούσαν σωστά τα καθήκοντά τους και να τους δώσει «ψήφο εμπιστοσύνης» ή να τους παύσει και να τους παραπέμψει στη δικαιοσύνη!
Για τους αρχαίους Έλληνες ο νόμος ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για το εὗ ζῆν, δηλαδή την ευημερία. Ο νόμος ήταν ο προστάτης του λαού και των πολιτών από τις αυθαιρεσίες των αρχόντων. Όπως έλεγε ο Αριστοτέλης, «τὸν ἄρα νόμον ἄρχειν αἱρετώτερον μᾶλλον ἤ τῶν πολιτῶν ἕνα τινά», δηλαδή είναι προτιμώτερο να κυβερνά ο νόμος μάλλον παρά ένας οποιοσδήποτε από τους πολίτες. Η εξουσία του νόμου, συνεχίζει να λέει ο Σταγειρίτης φιλόσοφος, φαίνεται να είναι μόνο εξουσία του θεού και της λογικής, ενώ η εξουσία του ανθρώπου συνυπάρχει με ένα θηριώδες στοιχείο, αφού η επιθυμία είναι ένα άγριο θηρίο, και το πάθος διαστρέφει το μυαλό των αρχόντων, ακόμα και των αρίστων. Γι’ αυτό το λόγο ο νόμος είναι λογική ανεπηρέαστη από την επιθυμία!
Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο οι Έλληνες, έχοντας συναίσθηση αυτής της πραγματικότητας, διαχώριζαν τους εαυτούς των από όλους τους άλλους λαούς, όπου η τύχη των πολιτών εξαρτιόταν, ακόμα και σε χώρες όπου είχε αναπτυχθεί σχετική νομοθεσία, όπως στους Βαβυλωνίους, από τον ανώτατο άρχοντα. Έτσι, ο
Αισχύλος στους Πέρσες, στο διάλογο της βασιλομήτορος με τον κορυφαίο του χορού, στην ερώτηση της πρώτης «ποιος είναι ο ποιμάνωρ»[=ο βοσκός] και ο δεσπότης [=το αφεντικό] του ελληνικού στρατού, δίνει την υπερήφανη απάντηση ότι «οὔτινος δοῦλοι κέκληνται φωτὸς οὐδ’ υπήκοοι» [=δεν είναι δούλοι και υπήκοοι κανενός]. Κύριος και αφέντης τους είναι ο νόμος!
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση υπακοής στους νόμους της πολιτείας είναι ο Σωκράτης, ο οποίος, όταν αδίκως καταδικάστηκε και βρισκόταν στη φυλακή, αφ’ ενός αρνήθηκε να εκφωνήσει ένα λόγο υπεράσπισης γραμμένο από τον γνωστό ρήτορα Λυσία, αρνήθηκε να δραπετεύσει, όπως του πρότειναν φίλοι του σημαίνοντα πρόσωπα της Αθηναϊκής κοινωνίας, και αφ’ ετέρου, αφηφώντας τον θάνατο, πρότεινε στους δικαστές ως ποινή του για τα αδικήματα που τον κατηγορούσαν να σιτίζεται στο πρυτανείο! Το τέλος είναι γνωστό: υποχρεώθηκε να πιει το κώνειο!
Ο νόμος θεωρείται κυρίαρχος. Στις δημοκρατίες αυτός εξασφαλίζει την ισότητα των πολιτών, την κοινωνική και την πολιτική ειρήνη και την ευημερία. Η μεγίστη εξουσία, όπως έλεγε ο
Πιττακός, είναι «ἡ τοῦ ποικίλου ξύλου», εννοώντας τις ξύλινες πινακίδες, πάνω στις οποίες ήταν γραμμένοι οι νόμοι. Και ο λαός πρέπει να υπερασπίζεται τους νόμους, όπως υπερασπίζεται τα τείχη της πόλεώς του, σύμφωνα με τον Ηράκλειτο.
Η ευνομία είναι μητέρα της ειρήνης και της ευδαιμονίας. Ο περίφημος νομοθέτης Σόλων στην γνωστή ελεγεία του με τίτλο Ευνομία τονίζει τα αγαθά που συνεπάγεται η ευνομία και τις συμφορές που προκαλεί η Δυσνομία. Η πρώτη εξαλείφει την αλαζονεία, λειαίνει τις αντιθέσεις, εμποδίζει τις εμφύλιες διαμάχες, απονέμει δικαιοσύνην. Για να υπάρξει ευνομία, ωστόσο, απαιτούνται δύο πράγματα: σπουδαίοι νόμοι αφ’ ενός, συμμόρφωση των πολιτών σε αυτούς αφ’ ετέρου.
Η συμμόρφωση αυτή δεν πρέπει να είναι καταναγκαστική, δηλαδή ο πολίτης να είναι νομοταγής από φόβο, αλλά από πεποίθηση ότι αυτοί εξυπηρετούν το κοινό συμφέρον. Πρέπει να εκπαιδευτούν καταλλήλως, ώστε, ακόμα και αν δεν υπήρχαν οι νόμοι, να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο θα συμπεριφέρονταν, αν υπήρχαν (αυτό είναι χαρακτηριστικό του φιλοσόφου, όπως λέει ο Αρίστιππος).
Ο
Πίνδαρος, στον Ολυμπιόνικο που έγραψε προς τιμήν του Ολυμπιονίκη στο δρόμο και στο πένταθλο Ξενοφώντα από την Κόρινθο, επίσης τονίζει τη σημασία της Ευνομίας:
«ἐν τᾶι γὰρ Εὐνομία ναίει κασίγνηταί τε, βάθρον πολίων ἀσφαλές, Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα, τάμι’ ἀνδράσι πλούτου,χρύσεαι παῖδες εὐβούλου Θέμιτος. ἐθέλοντι δ’ ἀλέξειν Ὕβριν, Κόρου ματέρα θρασύμυθον.»
[Σ’ αυτήν, στην Κόρινθο, κατοικεί η Ευνομία και οι αδελφές της, στέρεο βάθρο των πόλεων, η Δικαιοσύνη και η ομογάλακτη Ειρήνη, οικονόμος του πλούτου, τα χρυσά παιδιά της ορθοφρονούσας Θέμιδος (του παραδοσιακού δηλαδή Δικαίου). Αυτές θέλουν να διώξουν την Ύβρη την αυθαδόστομη, τη μητέρα του Πλησμονής].
Τόσο στις δημοκρατικές όσο και στις ολιγαρχικές πόλεις ο σεβασμός στους νόμους ήταν υψίστη υποχρέωση των πολιτών. Για να μην υπάρχει περίπτωση ατιμωρησίας σε περιπτώσεις ανυπακοής ή παραβίασης των νόμων, οι περισσότερες ελληνικές πόλεις είχαν τον θεσμό των νομοφυλάκων, των αρχόντων δηλαδή που ήταν υπεύθυνοι για την τήρηση των νόμων τόσο από τους άρχοντες όσο και από τους πολίτες.
Στην Αθήνα ο Περικλής, στον Επιτάφιο που εκφώνησε για τους πρώτους νεκρούς του Πελοποννησιακού πολέμου, αναφέρει με περηφάνεια ότι οι Αθηναίοι πολίτες δεν παρανομούν από βαθύ σεβασμό («διὰ δέος») στους κείμενους νόμους, και μάλιστα εκείνους που είναι επ’ ωφελεία των αδικουμένων και στους άγραφους, πανελλήνιους, νόμους.
Παρόμοιο, αν όχι μεγαλύτερο, σεβασμό στους νόμους επεδείκνυαν οι Σπαρτιάτες. Αυτό τονίζει με έμφαση και ο βασιλιάς Αρχίδαμος στον λόγο του ενώπιον της συνέλευσης των συμπολιτών του κατά την κρίσιμη συνεδρία για τη λήψη απόφασης για πόλεμο ή ειρήνη:
«Η πολεμική αρετή μας και η ευβουλία μας οφείλεται στην ευκοσμία μας, αφ’ ενός μεν διότι μαζί με τη σωφροσύνη μας συνυπάρχει σε μεγάλο βαθμό η αιδώς, στην αιδώ η ευψυχία, και εκπαιδευόμαστε σε σημείο που να θεωρείται αυτό από άλλους αμάθεια, ώστε να μη περιφρονούμε από αλαζονεία τους νόμους και μαζί με τη σκληραγωγία να είμαστε πιο συνετοί, ώστε να μη δείχνουμε ανυπακοή σε αυτούς».
Και ο
Δημάρατος, βασιλιάς της Σπάρτης που κατέφυγε στους Πέρσες και συστράτευε με τον Ξέρξη, μιλώντας για τους συμπατριώτες του λέει στον Πέρση βασιλιά γι’ αυτούς:
«ἐλεύθεροι γὰρ ἐόντες οὐ πάντα ἐλεύθεροί εἰσι. ἔπεστι γάρ σφι δεσπότης νόμος, τὸν ὑποδειμαίνουσι πολλῶι ἔτι μᾶλλον ἤ οἱ σοὶ σέ. Ποιεῦσι γῶν τὰ ἄν ἐκεῖνος ἀνώγῃ. ἀνώγει δὲ τωυτὸ αἰεί…»[= είναι ελεύθεροι, όχι όμως ελεύθεροι σε όλα. Πάνω από αυτούς αφεντικό τους είναι ο νόμος. Αυτόν φοβούνται περισσότερο από ό,τι οι υπήκοοί σου εσένα. Και πράττουν εκείνα που ο νόμος προστάζει…»
Το ό,τι οι ανθρώπινοι νόμοι δεν είναι αλάθητοι, έπεται ότι αυτοί είναι μεταβλητοί και εξαρτώνται από το κατά πόσο γίνονται αποδεκτοί ή όχι από την πλειοψηφία του λαού. Ωστόσο, όπως σωστά επισημαίνει ο
Αριστοτέλης, «τὸ ῥαδίως μεταβάλλειν ἐκ τῶν ὑπαρχόντων νόμων εἰς ἑτέρους νόμους καινοὺς ἀσθενῆ ποιεῖν ἐστι τὴν τοῦ νόμου δύναμιν», δηλαδή η εύκολη και συχνή μεταβολή των νόμων εξασθενεί τη δύναμη του νόμου, αφού εδραιώνεται η πεποίθηση στους πολίτες ότι αυτός πιθανόν να άλλάξει σύντομα!
Οι νόμοι θα πρέπει επίσης να προσαρμόζονται όχι μόνο στις συγκεκριμένες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, αλλά και στον χαρακτήρα ενός λαού, όπως τουλάχιστον εξυπακούεται από την απάντηση του Σόλωνα σε κάποιον που τον ρώτησε, αν θεσμοθέτησε τους καλύτερους νόμους για τους Αθηναίους, «Όχι, αλλά αυτούς που τους ταιριάζουν καλύτερα».
Ο ίδιος επίσης, ο Σόλων, ήταν εκείνος που με μια εκπληκτική παρομοίωση εξέφρασε την μεροληπτική εφαρμογή των νόμων, ανάλογα με τον κατηγορούμενο: Οι νόμοι μοιάζουν με τον ιστό της αράχνης. Αν πέσει σε αυτόν κάτι μικρό και αδύναμο, το κρατάει, εάν όμως πέσει κάτι μεγαλύτερο, τον τρυπάει και φεύγει!
Η πολυνομία, η αντιφατικότητα των νόμων, η πλημμελής εφαρμογή τους ή ακόμη και η μη εφαρμογή και ανυπακοή σε αυτούς, η προβληματική ή και η χρονοβόρος διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης, τόσο από τους πολίτες πολλοί από τους οποίους θεωρούν «καπατσοσύνη» την παρανομία, πολύ δε περισσότερο από την εκτελεστική και δικαστική εξουσία είτε λόγω του περιβόητου πια «πολιτικού κόστους» είτε για άλλους λόγους, όλα αυτά είναι συστατικά όχι της Ευνομίας, αλλά της κατά Σόλωνα Δυσνομίας, τα δυσάρεστα αποτελέσματα της οποίας είναι τα αντίθετα της Ευνομίας.
Δυστυχώς, δεν μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι στη χώρα μας «κατοικεί» η Ευνομία, αφού όλοι γνωρίζουν ότι πληθώρα νόμων του κράτους είτε δεν εφαρμόζονται καθόλου είτε εφαρμόζονται πλημμελώς (βλ. σχετικά Παναγή Γαλιατσάτου, «Στα … χαρτιά μένουν πάρα πολλοί νόμοι, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 24.10.10). Την κύρια ευθύνη γι’ αυτό βέβαια φέρουν οι κυβερνώντες αυτόν τον τόπο. Το αδιανόητο: Ακόμα και κοινοβουλευτικά κόμματα είτε ανέχονται είτε εξωθούν τους οπαδούς τους στην ανυπακοή στους νόμους!
Ένα πρόσφατο από τα πολλά παραδείγματα παρανομίας από τους κυβερνώντες, ακόμα και αναφορικά με άρθρα του Συντάγματος, είναι η περίπτωση του «Μνημονίου», όπου παραβιάστηκε το άρθρο 78, παράγραφος 5, που προνοεί ότι μόνο «με εξουσιοδότηση νόμων πλαισίων» επιτρέπεται η επιβολή όλων αυτών των οικονομικών μέτρων που πάρθηκαν σε βάρος των εργαζομένων.
Η μεν πολυνομία καθιστά αδύνατο για τον πολίτη, ακόμα και τους νομικούς, να γνωρίζουν την νομοθεσία, πλην της ειδικής κατά περίπτωση που αφορά το επάγγελμά τους, και επομένως το λεγόμενο «άγνοια νόμου» δεν δικαιολογείται είναι γελοιότητα.
Η έκδοση διαφορετικών δικαστικών αποφάσεων για πανομοιότυπες προσφυγές γελοιοποιεί τη δικαστική εξουσία και δημιουργεί δυσπιστία στους πολίτες προς το δικαιϊκό σύστημα. Η δε τελεσίδικη εκδίκαση των υποθέσεων μετά από παρέλευση πολλών ετών, συχνά και δεκαετιών, ισοδυναμεί με αρνησιδικία! Και τι να πεί κανείς για τη διαπλοκή ανώτατων και άλλων δικαστικών λειτουργών με την εκτελεστική εξουσία, ιδιαίτερα όταν η τελευταία «εξυπηρετεί» προσωπικά συμφέροντα των πρώτων!
Πόσο πολύ θα μπορούσαν οι σύγχρονες δημοκρατίες να ωφεληθούν από τους αρχαιοελληνικούς θεσμούς! Αν ίσχυαν αυτοί στη σύγχρονη ελληνική δημοκρατία, δεν θα έφτανε ποτέ αυτός ο τόπος στα σημερινά τραγικά αδιέξοδα![Ανδρέας Κατσούρης, Καθηγητής Φιλολογίας Παν/μίου Ιωαννίνων, Πρωίνός Λόγος]
ΕΛΛΑΣ