Πέμπτη, Οκτωβρίου 14, 2021

Ελένη Βλάχου (18 Δεκεμβρίου 1911 — 14 Οκτωβρίου 1995)



14 Οκτωβρίου 1995 (26 χρόνια πριν) πέθανε:

Ελένη Βλάχου Ελληνίδα δημοσιογράφος

Η Ελένη Βλάχου (18 Δεκεμβρίου 1911 — 14 Οκτωβρίου 1995) 

ήταν Ελληνίδα εκδότρια, δημοσιογράφος και χρονογράφος.

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Δεκεμβρίου του 1911. Ήταν κόρη του δημοσιογράφου και λογοτέχνη Γεωργίου Βλάχου, γιου του λογοτέχνη και πολιτικού Άγγελου Βλάχου, και της Δημαρέτης Κόντου, κόρης του καθηγητή φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνου Κόντου.

Στις 27 Ιανουαρίου 1935 θα δημοσιεύσει το πρώτο της κείμενο στην «Καθημερινή», ταξιδιωτικές εντυπώσεις από την Άπω Ανατολή. Την ίδια χρονιά αρχίζει να γράφει χρονογραφήματα, υπογράφοντας ως «Ε», στην ίδια εφημερίδα, διευθυντής της οποίας ήταν ο πατέρας της. Το 1936 αποστέλλεται από την εφημερίδα ως αθλητική συντάκτης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Συναντάται με τους Χίτλερ, Γκαίμπελς, Γκαίρινγκ. Τον Ιούλιο του 1950 εκδίδει το μηνιαίο περιοδικό «Εκλογή». Μετά το θάνατο του Γεωργίου Βλάχου το 1951, ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας και στη συνέχεια άρχισε να εκδίδει το περιοδικό «Εικόνες» (1955) και την εφημερίδα «Μεσημβρινή» (1961) και το 1960 ίδρυσε τις εκδόσεις Γαλαξίας. Το 1967 διέκοψε την έκδοση των εφημερίδων της, αντιδρώντας στη στρατιωτική δικτατορία. Η χούντα της επέβαλε κατ’ οίκον περιορισμό αλλά στις 15 Δεκεμβρίου του 1967 δραπέτευσε πηδώντας από την ταράτσα του σπιτιού της στη ταράτσα του διπλανού σπιτιού, στο οποίο διέμενε η Ναταλία Μελά[2] Στη συνέχεια διέφυγε στο εξωτερικό και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο όπου παρέμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας. Το διάστημα αυτό ταξίδεψε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στην Αμερική και στην Αφρική και ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση. Στην Ελλάδα επέστρεψε τον Αύγουστο του 1974 και τον επόμενο μήνα επανακυκλοφόρησε την «Καθημερινή». Την ίδια χρονιά εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με την Νέα Δημοκρατία.

Υπηρέτησε το χρονογράφημα για περισσότερα από πενήντα χρόνια (με μια διακοπή επτά χρόνων στη διάρκεια της χούντας), κατορθώνοντας να καθιερώσει το δικό της προσωπικό ύφος. Τα χρονογραφήματά της έχουν λεπτότητα και αφηγηματική άνεση και συγχρόνως τα διακρίνει η διεισδυτικότητα και ο κοινωνικός προβληματισμός.

Η Ελένη Βλάχου είχε παντρευτεί δύο φορές, την πρώτη με τον Ιωάννη Αρβανιτίδη και τη δεύτερη με τον απόστρατο αξιωματικό του Ναυτικού και ήρωα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου Κωνσταντίνο Λούνδρα.

Δημήτριος Καμπούρογλου ή Καμπούρογλους (14 Οκτωβρίου 1852[6] - 21 Φεβρουαρίου 1942)




14 Οκτωβρίου 1852 (169 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Δημήτριος Καμπούρογλου Έλληνας συγγραφέας

Ο Δημήτριος Καμπούρογλου ή Καμπούρογλους (14 Οκτωβρίου 1852 - 21 Φεβρουαρίου 1942) ήταν ιστοριοδίφης, λογοτέχνης, ακαδημαϊκός, δικηγόρος, ποιητής και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά καταγόταν από το Φανάρι της Κωνσταντινούπολης και ήταν γιος του Γρηγορίου Καμπούρογλου, ιδρυτή της Εθνικής σκηνής, και της λογίας Μαριάννας Σωτηριανού - Γέροντα, κόρης του Άγγελου Γέροντα. Βαφτίστηκε από τον αυλάρχη του Όθωνα, Π. Νοταρά. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1877 αναγορεύτηκε διδάκτορας.

Αρχικά εργάστηκε ως δικηγόρος και στη συνέχεια ασχολήθηκε με την ιστορική αναδίφηση και την Ιστοριογραφία με την οποία και ασχολήθηκε τελικά. Από το 1873 έως το 1881 αναλαμβάνει την αρχισυνταξία της «Εφημερίδος», του εκδότη Δημήτριου Κορομηλά. To 1881 διαφωνώντας με τον Κορομηλά, αποχωρεί απο την αρχισυνταξία της εφημερίδας και ιδρύει τη δική του εφημερίδα, που την ονομάζει «Νέα Εφημερίς» ενώ το 1882 υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.

Την περίοδο 1884-1886 ήταν διευθυντής του περιοδικού «Εβδομάς». Το 1891 προσλήφθηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και τον επόμενο χρόνο διορίστηκε επιμελητής των χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Την περίοδο 1904-1917 διετέλεσε διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης, αλλά το 1917 με τον νόμο περί άρσης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων παύθηκε από τη θέση του. Το 1923 τιμήθηκε από την πολιτεία με το αριστείο γραμμάτων. Το 1927 έγινε το πρώτο δια εκλογής μέλος της Ακαδημίας των Αθηνών και την περίοδο 1934-1935 χρημάτισε πρόεδρος της Ακαδημίας.Στις αρχές του 1942 ασθένησε με πνευμονία, στις 10 Φεβρουαρίου υπέστη ένα ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 21 Φεβρουαρίου της ίδιας χρονιάς πέθανε. Ήταν παντρεμένος με την Καλλιόπη Μαράτου από το1884 και είχε τρία παιδιά: Τον Γρηγόρη, την Ελένη και την Τζένη. Στις 19 Απριλίου του 1939 έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του στην πλατεία Φιλομούσου Εταιρείας στην Πλάκα

Η Κάθριν Μάνσφιλντ (Katherine Mansfield, 14 Οκτωβρίου 1888 – 9 Ιανουαρίου 1923)




14 Οκτωβρίου 1888 (133 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Κάθριν Μάνσφιλντ Νεοζηλανδή συγγραφέας

Η Κάθριν Μάνσφιλντ (Katherine Mansfield, 14 Οκτωβρίου 1888 – 9 Ιανουαρίου 1923) ήταν Νεοζηλανδή συγγραφέας
Γεννήθηκε στο Ουέλινγκτον, Νέα Ζηλανδία, 14 Οκτωβρίου 1888, τρίτο παιδί του Harold, πλούσιου κι ικανού επιχειρηματία και της Annie Burnell Dyer, σχολαστικής, σκληρής μα λεπτεπίλεπτης γυναίκας, σε ένα ξύλινο μικρό σπιτάκι της Tinakori Road, (το σπιτάκι αυτό αναπαλαιώθηκε και δέχεται τουρίστες) από τα συνολικά 6 παιδιά της οικογένειας (Vera, Charlotte, Kathleen, Gwendoline (πέθανε 3 μηνών), Jeanne & Leslie, ο μόνος γιος). Οι γονείς της γεννημένοι στην Αυστραλία, θεωρούσαν ιδιαίτερη πατρίδα τη Νέα Ζηλανδία κι επειδή ήταν άποικοι, είχαν ως μητέρα πατρίδα τη Βρετανία. Επισκέπτονταν συχνά το Λονδίνο κι άφηναν τα παιδιά στη γιαγιά Margaret Isabella Dyer. Αγαπούσε πολύ τη γιαγιά της κι επηρέασε το έργο της.

Αρχές 1893 οι Μποσάμπ πιάνουν μεγάλο σπίτι με κήπο και δέντρα, στο Karori Chesney Wold, που αργότερα η Κάθριν το περιέγραψε σε κείμενά της ως μοναχικό αρχοντικό. Από το 1895 πηγαίνει σχολείο εκεί, με τις αδερφές της και κερδίζει βραβείο για ταξιδιωτικό κείμενο με τίτλο «Ένα Θαλασσινό Ταξίδι» (A Sea Voyage), που είχε την εμπειρία του, κάνοντας με το φέρι γραμμή Cook Strait-Picton & Anakiwa, επισκέψεις στους συγγενείς. Το Μάη του 1898 με τις αδερφές της, γράφεται στο γυμνάσιο θηλέων Wellington κι άμεσα δημοσιεύει στο περιοδικό του σχολείου την «Enna Blake», καταφέρνοντας να τραβήξει την προσοχή, ως πολλά υποσχόμενη νέα. Το επόμενο έτος ακολουθεί κι άλλο κείμενο που δημοσιεύεται.

Την ίδια χρονιά μετακομίζουν στο 75 Tinakori Road, (τώρα εκεί είναι Πρεσβεία των ΗΠΑ), λόγω ραγδαίας ανόδου του πατέρα της στον επιχειρηματικό τομέα. Μέλος διοικητικού συμβουλίου του λιμανιού του Ουέλινγκτον, διευθύνων σύμβουλος στην τράπεζα της Ν. Ζηλανδίας, επίσης διευθύνει κι άλλες μικρότερες επιχειρήσεις. 1900-02 Φοιτά στο εξαιρετικό Mary Anne Swainson's Fitzherbert Terrace School κι ένας από τους καθηγητές της τη βρίσκει, «οργισμένη, ευφάνταστη, επινοητική στο ψέμμα». Παχουλή, χέρια βουτηγμένα στο μελάνι και κυκλοθυμική, προφανώς την είδε για απροσάρμοστη. Καμιά σχολική εργασία δεν την ένοιαζε κι όσες έκανε, ήταν απρόσεκτες κι ατελείς. Ενδιαφερόταν μόνο για το μάθημα τσέλου και για τη συμμαθήτριά της, Maata Mahupuku (Martha Grace) κι έδειχνε σημαντική προσήλωση κι ευχαρίστηση.

Αρχές του 1903, η οικογένεια φτάνει στο Λονδίνο και γράφει τα κορίτσια στο Queen's College, Harley Street, που έμειναν τρόφιμες μέχρι το 1906. Ήταν παραγωγική και παρακινητική περίοδος γι' αυτή, καθώς ανακαλύπτει τους: Ερρίκο Ίψεν (Henrik Ibsen), Όσκαρ Ουάιλντ (Oscar Wilde), Arthur Symons, Walter Pater & Ernest Dowson κι όλοι αυτοί επηρέασαν το μετέπειτα έργο της. Επίσης επανασυνδέεται με τον Arnold Trowell από τις Βρυξέλλες, συμμαθητή της στο μάθημα της μουσικής στο Ουέλινγκτον, συνάπτει σχέση με μια ψηλή, αδέξια νέα γυναίκα, -αμέσως μετά τον θείο της Lesley Moore-, την Ida Baker και της αλλάζει τ' όνομα σε Leslie Moore, ή LM. Αρκετά κομμάτια της τα δημοσιεύει στο περιοδικό της σχολής, θίγοντας πολλά καίρια θέματα με επιτυχία. Επιστρέφουν πίσω στα τέλη του 1906. Για την Άιντα έγραψε: Πόσο δύσκολο είναι να ξεφύγεις από κάπου. Όσο προσεχτικά κι αν πηγαίνεις σε κρατούν τα μικρά κομμάτια από τον εαυτό σου, που αφήνεις πίσω ν' ανεμίζουν στους φράχτες... μικρά κουρέλια κι αποκόμματα από την ίδια τη μεγάλη ζωή σου... 

Το σπίτι όπου γεννήθηκε η Κ. Μάνσφηλντ, στο Θόρντον του Ουέλλινγκτον.

Στο Ουέλινγκτον επιδίδεται αρχικά μ' ευχαρίστηση, στην κοινωνική ζωή, αλλά σύντομα βαριέται κι αναπολεί το Λονδίνο. «Εκεί είναι η πραγματική ζωή», γράφει στο ημερολόγιό της, που μεταξύ άλλων δείχνει μελαγχολία για τη ζωή της εκεί και προβληματισμούς, άλλους δικούς της, άλλους δανεισμένους από τις σελίδες των Oscar Wilde, Elizabeth Robins αλλά κι από το περιοδικό Marie Bashkirtseff. Σελίδες που θα της υπαγορεύσουν την ανάγκη να πειραματιστεί λογοτεχνικά. Η περιφρόνησή της για το μέρος που ζει, οφείλεται κυρίως στις αντιδράσεις τής εκεί κοινωνίας στον τρόπο ζωής της. Δημιουργεί σχέσεις με άντρες και γυναίκες, συνεχίζει την αλληλογραφία με τον Άρνολντ Τρόουελ και παράλληλα ξεκινά μια σύντομη σχέση με τη κατά εννιά έτη μεγαλύτερή της, καλλιτέχνιδα Edith Kathleen Bendall, (ΕΚΒ) με την οποία περνούσε ατέλειωτα Σαββατοκύριακα στο πατρικό των Μποσάμπ, συζητώντας και γράφοντας κείμενα και ποιήματα. Για την Ίντιθ έγραψε: Χτες πέρασα τη νύχτα στην αγκαλιά της κι απόψε τη μισώ. Ερμηνεύοντάς το λέω πως τη μισώ γιατί δε μπορώ να πλαγιάσω στο κρεβάτι μου και να μη νιώσω το μαγικό κορμί της. Αισθάνομαι ακόμα και τώρα έντονα, τα χωρίς όρια ερωτικά ηδονικά ρίγη, έτσι όπως δεν είχα ποτέ με κανέναν άντρα. Μ' ενθαρρύνει, με σκλαβώνει, κι η αυτή -το απόλυτο κορμί της- είναι η λατρεία μου.

Παράλληλα υπήρχε η ΛΜ. Επίσης, ξανάρχισε την περίπλοκη σχέση με τη Maata Mahupuku, που αποτελούσε γι' αυτήν ακόμα μια λογοτεχνική έμπνευση. Για τη Μαάτα έγραψε: Μόνη σ' αυτό το σιωπηλό δωμάτιο με τα ρολόγια, ζητώ απεγνωσμένα τη Μαάτα. Τη θέλω έτσι όπως την είχα — τρομερά. Είναι βρώμικο το ξέρω, αλλά τόσο αληθινό. Τι παράξενο πράγμα: αισθάνομαι ακατέργαστη, πρωτόγονη, άγρια, τρομερά ερωτευμένη και ταυτόχρονα σχεδόν σα παιδί. Είχα σκεφτεί πως πάει, πέρασε: Ωωω!!! Η σκέψη μου είναι σα ρωσικό μυθιστόρημα.

Τα προβλήματα με την κοινωνία του Ουέλινγκτον και με τους γονείς ξεκίνησαν το 1907, που έγραψε το «Leves Amores» (Φωτεινές Αγάπες) και μετά ζήτησε από τον υπηρέτη της Matie Putnam, να το τυπώσει. Επειδή το είχε υπογράψει ως Κ. Μάνσφιλντ, εκείνος το πρόσεξε και της το επέστρεψε για να το διορθώσει — το Κάθριν το πέρασε στην υπογραφή της 10 χρόνια μετά. Πλην όμως είχε προλάβει να το διαβάσει και φαίνεται πως το 'δειξε του πατέρα της. Εκείνος παρόλο που απέρριπτε τις προτιμήσεις της, τη βοήθησε αρκετά στο να στραφεί στη μεγάλη αγάπη της: στο γράψιμο, προσπαθώντας να προωθήσει τα γραπτά της, μέσω φίλων δημοσιογράφων. Επίσης, παρ'όλο που η ζωή της εκεί έδειχνε πληκτική, στο ημερολόγιό της βρίσκονται ψήγματα ευτυχισμένων στιγμών. Γράφει διηγήματα εκείνη την εποχή, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Τελικά καταφέρνει να πείσει τους δικούς της να της επιτρέψουν να γυρίσει στο Λονδίνο, τον Ιούλιο του 1908, με ετήσιο εισόδημα 100 λιρών.

Τα επόμενα χρόνια θα μπορούσε κανείς να τα χαρακτηρίσει σαν μια χαοτική αναζήτηση και συλλογή ετερόκλητων εμπειριών για κείνη. Δημοσίευσε λίγες ιστορίες, πούλησε το τσέλο και για να συμπληρώνει το εισόδημά της έπαιρνε μέρος σε μουσικά σχήματα. Ερωτεύτηκε το δίδυμο αδελφό του 'Αρνολντ, τον Garnet Trowell κι έμεινε έγκυος μαζί του, μα εντελώς ανεξήγητα, παντρεύτηκε τον George Charles Bowden, δάσκαλο μουσικής, στις 2 Μάρτη 1909 στο Paddington, με μάρτυρα τη ΛΜ και τον χώρισε το ίδιο κιόλας βράδυ. Η μητέρα της θορυβημένη απ' αυτά τα καμώματα, φτάνει στο Λονδίνο οργισμένη, τη χωρίζει από τη ΛΜ, τη συνοδεύει με το ζόρι στο σπα του Bad Worishofen, Γερμανία και μετά απογοητευμένη από τη στάση της, επιστρέφει στο Ουέλινγκτον και την αποκληρώνει. Αυτοί οι έξι μοναχικοί μήνες στη Γερμανία, που κατά τη διάρκειά τους, αποβάλει, είναι βάση για τις επόμενες ιστορίες που δημοσιεύει μεταξύ 1910-11, στο λογοτεχνικό περιοδικό The New Age, του εκδότη A.R. Orage. Την βοήθησε επίσης η στενή σχέση της με μια μέντορά της και πολύ καλή γνωρίμια, τη Beatrice Hastings.

Στα τέλη του 1911 έχει αρχίσει να εμφανίζει προβλήματα με την υγεία της. Συχνές πλευρίτιδες, παράλληλα με μια χρόνια μόλυνση, πιθανότατα, αφροδισιακής προέλευσης. Ωστόσο ξεκινά να χτίζει τη φήμη της εκείνη την περίοδο, μαζί με την πεποίθηση πως η θέση των γυναικών ήταν αρκετά υποβαθμισμένη. Δεν είναι τυχαίο, πως σε πολλές ιστορίες της περιόδου εκείνης, η ηρωΐδα-αφηγήτρια, είναι νεαρή γυναίκα, μοναχική, ευάλωτη, αφελής, επανεξετάζει τη θέση και το ρόλο της στην κοινωνία, σκεπτόμενη πως οι άντρες κρατάνε τα σκήπτρα, το δικαίωμα σ' όλα τ' αγαθά κι όσο για το σεξ, οι άντρες απολαμβάνουν, ενώ οι γυναίκες υφίστανται τις συνέπειες. Το 1ο της βιβλίο που συγκέντρωσε αυτές τις ιστορίες είναι το, «Σε Μια Γερμανική Πανσιόν» και κυκλοφόρησε το 1911. Μερικές απ' αυτές τις ιστορίες είναι: «Αυτό Το Άνθος» (This Flower) & «Στον Κόλπο» (At The Bay) κ.ά.

Τον Δεκέμβρη του 1911, γνωρίζεται με τον σπουδαστή της Οξφόρδης κι εκδότη του περιοδικού Rhythm, John Middleton Murry και στην πρόσκλησή της, έγινε νοικάρης κι έπειτα εραστής της. Μπορεί να παντρεύτηκαν μετά από επτά χρόνια, οι δύο «τίγρεις» (έτσι τους έλεγαν) μα δέθηκαν πολύ από εκεί κι έπειτα. Στα προσεχή δυο χρόνια, η φήμη της ανέβαινε. Μαζί εξέδωσαν τον Ρυθμό και μετά το διάδοχό του έντυπο, το Blue Review, όπου δημοσίευσε μερικές ιστορίες της από τη Ν. Ζηλανδία. Τα οικονομικά τους συνέχιζαν να είναι άθλια κι άλλαζαν τακτικά σπίτι. Δεν κατάφερε ν' αποτρέψει τη χρεωκοπία του Μάρι, που ακολούθησε την παραμονή τους στο Παρίσι, στα τέλη του 1913.

συνέχεια στην βικιπαίδεια

Σήμερα 14/10 ... Μεγαλομαρτύρων Γερβασίου και Ναζαρίου, Οσίου Ιγνατίου επισκόπου Μηθύμνης

η μαμά και το μωρό κάτω απ τη νερατζιά (φ.Μ.Κυμάκη)
η μαμά και το μωρό κάτω απ τη νερατζιά (φ.Μ.Κυμάκη)
Μεγαλομαρτύρων Γερβασίου και Ναζαρίου, Οσίου Ιγνατίου επισκόπου Μηθύμνης
 
για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες