Του ζήτησαν να φτιάξει φθηνά παιχνίδια για να μη χρεοκοπήσει η εταιρεία και αυτός δημιούργησε τα playmobil
Ο Γερμανός Χορστ Μπραντστέτερ (Horst Brandstätter) θεωρείται ο πατέρας των playmobil
γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1933 στο Τσίρντορφ της Βαυαρίας, μία κωμόπολη
πολύ κοντά στη Νυρεμβέργη, όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα η έδρα της
εταιρείας του.
Το
1952, αφού εκπαιδεύτηκε στην κατασκευή εκμαγείων, μπήκε στην
οικογενειακή επιχείρηση παιχνιδιών, σε μία εποχή που τη διεύθυνσή της
είχαν αναλάβει οι δύο θείοι του.
Πολύ σύντομα πείστηκε ότι το πλαστικό και όχι το μέταλλο θα ήταν το υλικό του μέλλοντος στην κατασκευή παιχνιδιών.
Η πρώτη του επιτυχία, εμπορική και οικονομική, ήρθε στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 με το χούλα – χουπ,
το πλαστικό στεφάνι που «μάγεψε» παιδιά και μεγάλους και τους έκανε να
χορεύουν ακατάπαυστα, γυρνώντας το γύρω από τη μέση τους
Η βελανιδιά ή δρυς ήταν το ιερό δένδρο των αρχαίων Ελλήνων
Η
βελανιδιά ή βαλανιδιά (επιστ. Δρυς, Quercus) είναι γένος φυτών της
οικογένειας των Φηγοειδών. Το ξύλο δρυ είναι βαρύ, σκληρό και δεν
σαπίζει εύκολα. Χρησιμοποιείται από αρχαίους χρόνους στην οικοδομική την
ναυπηγική και την επιπλοποιία. Ο δε καρπός της βελανιδιάς -το βελανίδι-
είναι χρήσιμο για ζωοτροφές και στη βυρσοδεψία.
Το καυσόξυλο δρυ συγκαταλέγεται μέσα στα κύρια
στερεά καύσιμα για την θέρμανση κατοικιών, είτε σαν καυσόξυλα δρυ ή στη
μορφή «πέλετ». Λόγω της μεγάλης ζωής των αιωνόβιων αυτών δένδρων (μια
υγιής βελανιδιά φτάνει μέχρι και τα 1000 χρόνια!), αλλά και λόγω της
χρησιμότητας οι λαοί τίμησαν και δόξασαν το δένδρο αυτό στους μύθους και
τις θρησκείες τους αφιερώνοντας την δρυ στον κύριο θεό τους.
Στην ελληνική μυθολογία οι δρύες αναφέρονται πολύ
συχνά. Η βελανιδιά ήταν το ιερό δένδρο των αρχαίων Ελλήνων. Το ιερό
δένδρο της Γαίας και αργότερα του παντοδύναμου Δία. Η δρυς ήταν δένδρο
αφιερωμένο στο θεό του κεραυνού γιατί από παλιά είναι γνωστή η αντοχή
του δέντρου στον κεραυνό και ακόμα ίσως η έλξη του.
Η
δρυς ήταν το ιερό προφητικό δένδρο του Μαντείου της Δωδώνης, του
Δωδωνιαίου Δία, του αρχαιότερου μαντείου στον κόσμο. Σχετικά με την
ίδρυση του μαντείου της Δωδώνης ο Hρόδοτος (Iστορ. B, 54-57) αναφέρει
ότι δύο ιέρειες των Θηβών της Αιγύπτου πουλήθηκαν δούλες, η μια στους
Λιβύους και η άλλη στους Θεσπρωτούς.
H πρώτη ίδρυσε το μαντείο του Άμμωνος Διός στην
όαση Σίουα, η δεύτερη έκτισε, κάτω από μια βελανιδιά που φύτρωσε μόνη
της, ένα ιερό του Διός στη Δωδώνη. Αργότερα, αφού έμαθε καλά ελληνικά,
έκτισε εκεί και το μαντείο. Kαι να πώς ερμηνεύει την τοπική παράδοση για
τη μαύρη περιστερά που λαλούσε ανθρώπινα: η περιστερά δεν είναι άλλη
από την Αιγυπτία, που αρχικά μιλούσε «βαρβαρικά», κάτι ακατάληπτο που
έμοιαζε με γλώσσα πουλιών, και αργότερα μίλησε «ανθρώπινα», δηλαδή
ελληνικά.
Οι χρησμοί δίνονταν με την ερμηνεία του θροΐσματος των
φύλλων της βελανιδιάς, του κελαρύσματος του νερού στης ιεράς Ναϊου
Πηγής, των κρωγμών των ιερών περιστεριών που φώλιαζαν στην Φηγό
(βελανιδιά). Γύρω από την Δωδωνιαία δρυ λέγεται ότι οι οι ιερείς του
εκτελούσαν το τελετουργικό τους γυμνόποδες, φορώντας μάλλινα, λευκά
παντελόνια, σαν σκελέες και γίδινο γιλέκο.
Σύμφωνα με το μύθο, από
την Ιερά Φηγό του Μαντείου της Δωδώνης που είχε την ικανότητα να
προφητεύει το μέλλον, πήρε η θεά Αθηνά το κομμάτι ξύλου που έβαλε στην
πλώρη της Αργούς κατά την Αργοναυτική εκστρατεία. Δεν είναι τυχαίο ότι
ετυμολογικά η λατινική και επιστημονική ονομασία της δρυός, που είναι
quercus, σημαίνει ότι από αυτό το δέντρο οι θεοί μπορούν να απαντούν
ερωτήσεις (quaere στα λατινικά, queries στα αγγλικά) για το μέλλον.
Οι
Δρυάδες και οι Αμαδρυάδες ήταν νύμφες του δάσους . Αυτά τα θηλυκά
πνεύματα της φύσης πιστεύονταν ότι κατοικούσαν σε δένδρα και δάση και
ιδιαίτερα σε βελανιδιές. Πολλές ιστορίες και μύθοι για τα πλάσματα αυτά
συναντάμε στην ελληνική λαογραφία. Οι άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι οι
Αμαδρυάδες πέθαιναν ταυτόχρονα με τα δένδρα και τις θεωρούσαν όντα που
μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλο μεσάζοντα ανάμεσα στους θεούς.
Σε
ορισμένες μυθικές παραδόσεις διατηρήθηκε η ανάμνησις Αμαδρυάδων που
είχαν παρακαλέσει κάποιον ήρωα για να σώσει το δένδρο τους ή
μνημονεύεται η τιμωρία που έπληξε τους ανθρώπους οι οποίοι είχαν κόψει
ένα δένδρο, περιφρονώντας τις παρακλήσεις της Νύμφης. Τέτοιοι μύθοι
είναι του Ροίκου, του Οξύλου και της Δρυόπης.
Ο
Ροίκος είναι ο ήρωας μιας ερωτικής περιπέτειας με τις Αμαδρυάδες.
Υπήρχε μια δρυς, τόσο γέρικη, λέγει ο μύθος, που ήταν έτοιμη να πέσει. Ο
Κένταυρος Ροίκος έβαλε τους δούλους του να την στηρίξουν με πασσάλους
και να την φροντίσουν. Μ’ αυτή την ενέργεια ο Ροίκος έσωσε την ζωή των
Αμαδρυάδων, που η ύπαρξή τους ήταν συνδεδεμένη με την ύπαρξη της
βελανιδιάς. Για να τον ευχαριστήσουν οι Νύμφες, του πρόσφεραν την αμοιβή
που θα ζητούσε. Εκείνος εζήτησε την αγάπη τους και εκείνες δέχθηκαν.
Του επέστησαν όμως την προσοχή ότι δεν θα δέχονταν καμμία απιστία από
την πλευρά του.
Σύνδεσμος ανάμεσά τους ορίσθηκε μία μέλισσα που θα
έκανε χρέη αγγελιαφόρου. Μια ημέρα λοιπόν η μέλισσα πήγε να συναντήσει
τον Ροίκο για να του μεταφέρη το μήνυμα των Νυμφών. Ο Ροίκος όμως, την
στιγμή που τον ευρήκε η μέλισσα, έπαιζε πεσσούς. Απασχολημένος με το
παιγνίδι την δέχθηκε πολύ άσχημα. Η μέλισσα τον ετσίμπησε στα μάτια και ο
Ροίκος τυφλώθηκε.
Η βελανιδιά υπήρξε επίσης το ιερό δένδρο των
ελληνικών βασιλικών οίκων της Μακεδονίας, ιστορικά και αρχαιολογικά
αποδεδειγμένο αυτό με το πλήθος ευρημάτων τα οποία βρέθηκαν στους
βασιλικούς μακεδονικούς τάφους. Τα φύλλα της αποτέλεσαν τις διακοσμήσεις
χρυσών στεφάνων και ιδίως του χρυσού στεφανιού του βασιλιά της
Μακεδονίας Φιλίππου Β΄.
Εξάλλου η λέξη δρυίδης (Druid), όπως και η
λέξη Δρυιδισμός, δηλαδή το μυστικιστικό τάγμα ιερωμένων της κέλτικης
θρησκείας, .προέρχονται από την λέξη δρυ. Κατ’ άλλους προέρχεται από την
σανσκριτική λέξη druma = βελανιδιά (δρυς), το ιερότερο δέντρο των
Δρυίδων ή dru = δέντρο. Η Γαλλική λέξη druiah σημαίνει “σοφός άνθρωπος”.
Τέλος
η λέξη μπορεί να προέρχεται από τα «dru» και «vid» που σημαίνουν αυτόν
που βλέπει καλά, τον οξυδερκή ή μεταφορικά το μάγο. Κατά την Ιρλανδική
παράδοση «druid» σημαίνει μάγος. Για του Πέρσες το πνεύμα της νύχτας ή
του σκότους ονομάζεται Druh. Στα Ουαλικά, drud σημαίνει “αυτός που
εξαγνίζει”. Γενικά Δρυίδης στην Κέλτικη παράδοση σήμαινε “ο σοφός των
δέντρων” ή και “σοφός της Βελανιδιάς”.
Οι
διδασκαλίες των Δρυίδων μοιάζουν πολύ με αυτές του Πυθαγόρα. Δίδασκαν
την ύπαρξη μιας μελλοντικής κατάστασης ανταμοιβών και τιμωρίας, την
αθανασία της ψυχής και την μετενσάρκωση.
Οι Δρυΐδες κατά τον
εορτασμό του νέου έτους στόλιζαν βελανιδιά.. Όλος ο κόσμος ερχόταν στο
δάσος και ο αρχιερέας ανέβαινε στο δένδρο και έκοβε με χρυσό κλαδευτήρι
κομμάτια δρυ που ονομαζόντουσαν Ιξόν, το οποίο μοίραζαν στον λαό
λέγοντας «A gui l’an neuf», δηλαδή «στη Βελανιδιά το Νέο Έτος». επειδή
θεωρούσαν τη δρύ ιερή.
Πηγές: Εφημερίδα «Η Καθημερινή», ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΑΜΑΔΡΥΑΔΑ
Ο Λευκάδιος Χερν (Λευκάδα, 27 Ιουνίου 1850 - Τόκιο, 26 Σεπτεμβρίου 1904) ή Πατρίκιος Λευκάδιος Χερν (Αγγλικά: Patrick Lafcadio Hearn), γνωστός επίσης με το ιαπωνικό όνομα Γιάκουμο Κοϊζούμι (ιαπωνικά: 小泉八雲) , ήταν διεθνής συγγραφέας ιρλανδοελληνικής καταγωγής που έλαβε την ιαπωνική υπηκοότητα το 1896, περισσότερο γνωστός για τα βιβλία του για την Ιαπωνία ιδιαίτερα για τις συλλογές του για τους ιαπωνικούς θρύλους και ιστορίες φαντασμάτων, όπως το Καϊντάν: Ιστορίες και μελέτες παράξενων πραγμάτων. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο Χερν είναι επίσης γνωστός για τα κείμενά του για την πόλη της Νέας Ορλεάνης, βασισμένα στη δεκαετή διαμονή του στην πόλη. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της Ιαπωνίας
Η σχετικά σύντομη ζωή του Λευκάδιου Χερν μπορεί να χωριστεί σε τρεις μεγάλες περιόδους, περίπου ισόχρονες: την «ευρωπαϊκή» (1850-1869), την «αμερικανική» (1869-1890) και την «ιαπωνική» (1890-1904).
Ευρώπη (1850-1869)
Γέννηση στην Ελλάδα
Ο Χερν γεννήθηκε στη Λευκάδα, από όπου πήρε και το όνομά του, στις 27 Ιουνίου του 1850 Ήταν γιος του χειρουργού ταγματάρχη Τσαρλς Μπους Χερν (από την Κομητεία Όφαλι της Ιρλανδίας) και της Ρόζας Αντωνίου Κασιμάτη, Ελληνίδας ευγενούς καταγωγής από τα Κύθηρα από τον πατέρα της Αντώνιο Κασιμάτη. Ο πατέρας του υπηρετούσε στη Λευκάδα, κατά τη διάρκεια της βρετανικής κατοχής των Επτανήσων, όπου ήταν ο πιο υψηλόβαθμος χειρουργός στο σύνταγμά του. Ο Λευκάδιος βαφτίστηκε Πατρίκιος Λευκάδιος Χερν στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στη Λευκάδα αλλά φαίνεται ότι στα Αγγλικά ονομαζόταν Patricio Lafcadio Tessima Carlos Hearn. Οι γονείς του Χερν παντρεύτηκαν με ελληνικό ορθόδοξο γάμο
στις 25 Νοεμβρίου 1849, μερικούς μήνες αφού η μητέρα του είχε γεννήσει
το πρώτο παιδί του ζευγαριού και μεγαλύτερο αδελφό του Χερν, Τζορτζ
Ρόμπερτ Χερν, στις 23 Ιουλίου 1849. Ο Τζορτζ Χερν πέθανε στις 17
Αυγούστου 1850, δύο μήνες μετά τη γέννηση του Λευκάδιου. Το σπίτι όπου
έζησε ο μικρός Λευκάδιος στη Λευκάδα υπάρχει ακόμα
«Μια φωτογραφία απίστευτης ομορφιάς: ένα ροδοκόκκινο αγόρι, με κατσαρά μαλλιά ορθωμένα λες από μια ουράνια δύναμη, βλέμμα άπιαστο και αόρατο. Πρόκειται για τον Τομά Ελέκ, τον Τόμι・ Ούγγρο Εβραίο που πήρε μέρος στις επικίνδυνες και αιματηρές επιθέσεις κατά του ναζισμού, και που εκτελέστηκε στο Μον-Βαλεριέν τον Φεβρουάριο του 1944, όπως και οι συναγωνιστές του τής Κόκκινης Αφίσας. Αυτή τη φωτογραφία, που παραπέμπει στον Ρεμπώ, ένας σκηνοθέτης τη δίνει στον Γκαμπριέλ, μαθητή λυκείου, που τον συναντά τυχαία στους δρόμους του Παρισιού. Ο έφηβος θα ενσαρκώσει τον Τόμι στην οθόνη, και το συνεργείο του γυρίσματος εντυπωσιάζεται από “τη χάρη του χορευτή που χαρακτήριζε τις κινήσεις του, την ένταση του βλέμματός του που αναζητούσε το φως”, θυμίζοντας τον Τάτζιο στον Θάνατο στη Βενετία του Λουκίνο Βισκόντι. Το μυθιστόρημα του Αλαίν Μπλοτιέρ σχηματίζει ένα ισόπλευρο τρίγωνο: η συμβίωση του νεαρού ηθοποιού με τον χαρακτήρα που ενσαρκώνει, μια βασανιστική ταύτιση• η λεπτομερής περιγραφή των σκηνών της ταινίας που αναπαριστούν τη ζωή του Τόμι• και η αφήγηση της πραγματικής ζωής του Τομά Ελέκ, που η μητέρα του “ήθελε να αποκτήσει γαλλική κουλτούρα. Αυτό και μόνο. Κομμουνιστής, αλλά με αέρα αριστοκράτη, επηρμένος, αλαζόνας, απέπνεε ανωτερότητα”. Ένα εμπνευσμένο βιβλίο». ❖ ❖ ❖ Από καιρό ήθελα να κάνω μια ταινία για έναν αληθινό ήρωα, που πέθανε νέος και όμορφος, κατά προτίμηση. Έμαθα την ιστορία του Τομά Ελέκ, που τον φώναζαν Τόμι, ενός μαθητή λυκείου στο Παρίσι, Εβραίου ουγγρικής καταγωγής, ο οποίος πολέμησε το ναζισμό ως μέλος της «Ομάδας Μανουσιάν» και εμφανίζεται στην περίφημη Κόκκινη Αφίσα. Όταν συνάντησα τον Γκαμπριέλ, έναν σύγχρονο έφηβο που με τον Τόμι έμοιαζαν σαν αδέρφια, πίστεψα πως είχα βρει τον ιδανικό ερμηνευτή για τον ήρωά μου, εξήντα ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του. Δεν φανταζόμουν πως, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, θ’ αναπτυσσόταν ανάμεσα στον νεκρό και τον ερμηνευτή μια συγκλονιστική σχέση, που δεν είναι ορατή στην ταινία. Ιδού, λοιπόν, αυτή η μυστική ιστορία, που μέχρι τώρα μόνο εγώ τη γνώριζα. ❖ ❖ ❖ «Στο ωραίο μυθιστόρημά του ο Αλαίν Μπλοτιέρ αναβιώνει ένα πραγματικό πρόσωπο, έναν νεαρό που τουφεκίστηκε στο Μον-Βαλεριέν. Πρόκειται για τον Τομά Ελέκ, τον Τόμι, μαθητή λυκείου του Παρισιού, ουγγρικής και εβραϊκής καταγωγής. Στα δεκάξι του χρόνια, έχει συνείδηση του γεγονότος ότι οι Εβραίοι προορίζονται για εξόντωση. Αποφασίζει να εξεγερθεί και να πολεμήσει. Αρχίζει με τη διανομή προκηρύξεων και καταλήγει στον εκτροχιασμό τρένων. Ανήκε στην οργάνωση FTP-MOI, στην περίφημη Oμάδα Μανουσιάν, όλα σχεδόν τα μέλη της οποίας ήταν ξένοι μετανάστες και κομμουνιστές. Σχεδόν αναπόφευκτα θα συλληφθεί, θα βασανιστεί και θα εκτελεστεί» Mediapart
«Μια επιτυχία. Παρακολουθούμε μια εκπληκτική σύγκρουση: από τη μια, τη ζωή ενός νεαρού τη δεκαετία του ’40• και, από την άλλη, τη ζωή ενός εφήβου της εποχής μας, του Γκαμπριέλ, που παίζει τον ρόλο του Τόμι. Όπως ο συγγραφέας, έτσι κι ο Γκαμπριέλ σαγηνεύεται, με τη σειρά του, από τον Τόμι. Και, επίσης, οι αναγνώστες». Mohammed Aïssaoui, Le Figaro
«Η αληθινή ιστορία και η κινηματογραφική μυθοπλασία της ζωής του Τομά Ελέκ, Ούγγρου Εβραίου, που στα δεκαεφτά του χρόνια μπαίνει στην αντιστασιακή οργάνωση FTP-MOI. Όλη η Γαλλία είδε το πρόσωπό του στην περίφημη Κόκκινη Αφίσα. Ένα βιβλίο στο οποίο παρουσιάζονται με πλήρη επιτυχία τα ιστορικά γεγονότα και το σενάριο μιας εξαιρετικής ύπαρξης». Virginie Mailles Viard, Le Matricule des Anges
«Ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον ηθοποιό αναπτύσσεται μια σχέση προστατευτική και αισθησιακή, από την οποία κανένας δεν θα βγει αλώβητος. Ένα υπέροχο μυθιστόρημα. Για ένα πράγμα λυπούμαστε μόνο: που δεν θα δούμε την ταινία». L’Express
Ο Αλαίν Μπλοτιέρ γεννήθηκε το 1954 στο Νεϊγύ. Έχει δημοσιεύσει μυθιστορήματα, ταξιδιωτικά έργα και δοκίμια. Έχει τιμηθεί με τα βραβεία Prix littéraire de la Vocation και Prix Valery Larbaud.
Ο Κσίστοφ Κιεσλόφσκι (πολωνικά: Krzysztof Kieślowski(βοήθεια·πολυμέσα), προφέρεται: [ˈkʂɨʂtɔf kʲɛɕˈlɔfskʲi]) ήταν Πολωνός σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Είναι γνωστός διεθνώς για τα έργα του, Dekalog (1989), Η διπλή ζωή της Βερόνικα (1991) και την τριλογία Τρία χρώματα (1993-1994). Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, έλαβε πολλά βραβεία, όπως το Βραβείο Κριτικής Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (1988), το Βραβείο FIPRESCI
(1988, 1991), το Βραβείο της Οικουμενικής Κριτικής Επιτροπής (1991), το
βραβείο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας FIPRESCI (1989), το Χρυσό Λέοντα
(1993) και το βραβείο OCIC (1993), καθώς και το Βραβείο του Διεθνούς
Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, Silver Bear (1994). Το 1995, ήταν
υποψήφιος για Όσκαρ Καλύτερου Σκηνοθέτη και Καλύτερης Συγγραφής.
Το 2002, κατατάχθηκε στη δεύτερη θέση στον κατάλογο Sight &
Sound του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου μεταξύ των δέκα
κορυφαίων σκηνοθετών της σύγχρονης εποχής.
Γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1941 στη Βαρσοβία. Ήταν γιος της Μπαρμπάρα (το γένος Σόνερτ) και του Ρόμαν Κιεσλόφσκι. Μετακόμιζε, συχνά, σε άλλη πόλη, καθώς ο πατέρας του εργαζόταν ως μηχανικός και επειδή χρειαζόταν θεραπεία λόγω της φυματίωσης του. Ανατράφηκε ως Ρωμαιοκαθολικός και, έπειτα, η σχέση του με τον Θεό ήταν «προσωπική και ιδιωτική», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στα δεκαέξι, ξεκίνησε να εκπαιδεύεται ως πυροσβέστης, αλλά
αποχώρησε μετά από τρεις μήνες. Χωρίς να έχει στόχους, γράφτηκε το 1957
στο Κολέγιο για Τεχνικούς Θεάτρου της Βαρσοβίας, επειδή το διεύθυνε ένας
συγγενής του. Ήθελε να γίνει θεατρικός σκηνοθέτης,
αλλά δεν είχε το απαιτούμενο προπτυχιακό τίτλο για το τμήμα θεάτρου.
Οπότε, επέλεξε να σπουδάσει κινηματογραφία, ως ενδιάμεσο βήμα.
Φεύγοντας από το κολέγιο, εργάστηκε ως θεατρικός ενδυματολόγος κι υπέβαλε αίτηση στην Κρατική Ανωτέρα Σχολή Κινηματογραφίας του Λοτζ.
Η αίτησή του απορρίφθηκε δύο φορές. Για να αποφύγει την υποχρεωτική
στρατιωτική θητεία, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έγινε φοιτητής
τέχνης και ακολουθούσε δραστική διατροφή, ώστε να γίνει ιατρικά
ακατάλληλος για θητεία. Μετά από αρκετούς μήνες, το 1964, έγινε δεκτός στο τμήμα Σκηνοθεσίας. Παρακολούθησε τη Σχολή μέχρι το 1968
και, παρά την κρατική λογοκρισία και την απαγόρευση των ταξιδιών στο
εξωτερικό, κατάφερε να ταξιδέψει στην Πολωνία για την έρευνα και τη
μαγνητοσκόπησή του. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, έχασε το ενδιαφέρον του για το θέατρο και αποφάσισε να κάνει ντοκιμαντέρ.
Οι αδελφοί Κωνσταντίνος και Αναστάσιος Σισμανόγλου ήταν Έλληνες επιχειρηματίες και ευεργέτες.
Ασχολήθηκαν από νωρίς με τις τραπεζικές επιχειρήσεις του πατέρα τους, του μεγαλοεπιχειρηματία και ευργέτη Ιωάννη Σισμανόγλου. Μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και πήγαν στο Παρίσι όπου ίδρυσαν χρηματιστηριακό γραφείο. Αργότερα, όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα.
Τα δύο αδέρφια είχαν κληρονομήσει από τον πατέρα τους μια
τεράστια περιουσία την οποία κατάφεραν να μεγαλώσουν κι άλλο με τις
επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Έτσι μπόρεσαν να κάνουν μεγάλες
δωρεές σε διάφορα μέρη της Ελλάδας
αλλά και στο εξωτερικό. Όσο ζούσαν στη γαλλική πρωτεύουσα βοηθούσαν
οικονομικά Έλληνες φοιτητές. Είχαν δώσει 4.000 χρυσές λίρες για την
ίδρυση Ελληνικού Γυμνασίου στην Άγκυρα αλλά τα σχέδια τους δεν υλοποιήθηκαν λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής. Όταν, μετά την καταστροφή, ήρθαν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα, δώρισαν ένα κτήμα που διέθεταν στην Καβάλα προκειμένου να εγκατασταθούν εκεί 300 οικογένειες προσφύγων.
Στα μέσα της δεκαετίας του είκοσι, όταν χιλιάδες άνθρωποι
πέθαιναν από φυματίωση (μεταξύ αυτών και μέλη της οικογένειας
Σισμανόγλου) ο Κωνσταντίνος και ο Αναστάσιος Σισμανόγλου αποφάσισαν να
ιδρύσουν ένα μεγάλο σανατόριο για την περίθαλψη των ασθενών και για την
καταπολέμησή της ασθένειας. Το 1936, και ενώ στο μεταξύ είχε πεθάνει από
τη φυματίωση και ο Αναστάσιος Σισμανόγλου, θεμελιώθηκε στα Μελίσσια Αττικής το «Φυματολογικόν Ινστιτούτον Ιωάννου Α. Σισμανόγλου και του Οίκου αυτού» (βλ. Σισμανόγλειο Νοσοκομείο).Την ίδια χρονιά ο Κωνσταντίνος Σισμανόγλου ίδρυσε στην Κομοτηνή το Σισμανόγλειον Γενικόν Νοσοκομείον.
Ο Κωνσταντίνος Σισμανόγλου (23 Μαΐου 1857, Χαλκηδόνα, Κωνσταντινούπολη, Οθωμανική Αυτοκρατορία - 26 Ιουνίου 1951, Αθήνα, Ελλάδα) είχε τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος.
«Το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων εξόρμησε κατά των εχθρικών θέσεων στο Νέο Πετρίτσι, στις 8 το πρωί. Γρήγορα έφτασε στο σημείο όπου είχαν κρυφθεί οι Έλληνες του χωριού, που έσπευσαν με άκρατο ενθουσιασμό και δάκρυα στα μάτια να υποδεχθούν και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των κουρασμένων ευζώνων, επικεφαλής των οποίων υπήρξε ο μετέπειτα στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης. Τα υψώματα πάνω απ’ το χωριό, όπου βρίσκεται σήμερα το 567 Τ.Π- ήταν καλά οχυρωμένα από τους Βουλγάρους. Εκεί είχαν τοποθετηθεί τα 4 τοπομαχικά πυροβόλα, που δυσκόλευαν στο έπακρο τις κινήσεις των ελληνικών τμημάτων, γύρω από το χωριό. Χρειάστηκε λοιπόν μια νέα προσπάθεια για την κατάληψη και την εκδίωξη του εχθρού. Στις 9 το πρωί ο λόχος ευζώνων, με επικεφαλή τον λοχαγό Γεώργιο Παπαδόπουλο, κινήθηκε προς γενική επίθεση, σώμα με σώμα με τον εχθρό. Ο γενναίος λοχαγός, με το περίστροφο στο χέρι και οδηγώντας τους άνδρες τους στα εχθρικά οχυρά, έπεσε νεκρός από βουλγαρικό βόλι. Οι εύζωνοι όμως δεν πτοήθηκαν. Προχώρησαν ακάθεκτοι και με την χαρακτηριστική ιαχή «Αέρα» κατέλαβαν τα 4 πυροβόλα, εκτοπίζοντας τους εναπομείναντες Βουλγάρους, που τράπηκαν σε άτακτη φυγή προς τον Στρυμόνα.
Στις 8.15 ο αντισυνταγματάρχης Παπαδόπουλος αναφέρει στον μέραρχο Μανουσογιαννάκη «Κατέλαβα τη Βέτρινα, εκτοπίζοντας τον εχθρό από τις θέσεις που κατείχε σε υψώματα βορείως του χωριού, μέχρι τώρα επτά διαδοχικά. Ο εχθρός υποχωρεί προς το βορρά». Μετά από 530 χρόνια, το Νέο Πετρίτσι ήταν ελεύθερο και ελληνικό.»
Με τη σύντομη αυτή αναφορά, του αντισυνταγματάρχη Διονύσιου Παπαδόπουλου, προς τον διοικητή του τμήματος στρατιάς Μανουσογιαννάκη, επισφραγίστηκε η απελευθέρωση του Νέου Πετριτσίου και της γύρω περιοχής, το πρωινό της 27ης Ιουνίου 1913. Ήταν η μεγάλη ώρα της λευτεριάς, μετά από 529 χρόνια τουρκικής κατοχής και 1 χρόνο στυγνής βουλγαροκρατίας.
Το τριήμερο 25, 26 και 27 Ιουνίου 1913, οι νοτιοανατολικές πρόποδες της οροσειράς της Κερκίνης, απ το Ακριτοχώρι μέχρι τα στενά του Στρυμόνα, υπήρξαν πεδίο σκληρών εχθροπραξιών μεταξύ τμημάτων του ελληνικού και βουλγαρικού στρατού, με επίκεντρο το Νέο Πετρίτσι. Η μάχη της Βέτρινας ή του Δεμίρ Ισσάρ, όπως έμεινε στην ιστορία, σήμανε την οριστική απελευθέρωση της περιοχής των Σερρών και την ενσωμάτωση της στον εθνικό κορμό.
Παραμονές της μάχης …
Μετά την ήττα τους στο Κιλκίς, το Λαχανά και τη Δοϊράνη, τα βουλγαρικά στρατεύματα στράφηκαν προς την περιοχή του Σιδηροκάστρου, με μοναδικό στόχο να ανασυνταχθούν και να αποτρέψουν την ελληνική προέλαση προς το βορρά, τα στενά του Ρούπελ και τη βουλγαρική ενδοχώρα στη συνέχεια. Στη προσπάθεια γενικής ανασύνταξης των βουλγαρικών στρατιωτικών δυνάμεων, το πρωινό της 13ης Ιουνίου. ο διοικητής της 11ης βουλγαρικής μεραχίας Ιβάνωφ διέταξε τα παρακάτω στον Αθανασώφ, στρατιωτικό διοικητή Σερρών : Ο στρατιωτικός διοικητής Σερρών, αναλαμβάνει τη δίοικηση όλων των ένοπλων τμημάτων με εντολή να συναθροίσει τα λείψανα της ταξιαρχίας της Δράμας και να οργανώσει κρατερά άμυνα επί της αριστερής όχθης του Στρυμόνα. Εφόσον ο εχθρός δεν σας πιέζει να μην υπάρξει υποχώρηση Ο ποταμός όσο και αν είναι προσπελάσιμος σε πολλά σημεία, παρουσιάζει στον εχθρό μεγάλες δυσκολίες, αν έχει να αντιμετωπίσει το πυροβολικό μας. Να επανέλθουν τα στρατεύματά σας επί των διαβάσεων αυτών και να οργανωθεί ισχυρή αντίσταση. Κρατήστε διαθέσιμα τμήματα για αντεπιθέσεις την κατάλληλη στιγμή». Μετά τη διαταγή αυτή, τα στρατεύματα του Αθανασώφ ξεκίνησαν για τις διαβάσεις του Στρυμόνα και για την οργάνωση της γραμμής Χαροπού – Κοίμησης, – Ρούπελ.
Ο Σπύρος Καλογήρου (Κυψέλη, 3 Νοεμβρίου 1922 - Πειραιάς, 27 Ιουνίου 2009) ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου,
που ταυτίστηκε με τον ρόλο του κακού στην μεγάλη οθόνη. Χαρακτηριστική
ήταν η τρεμάμενη φωνή του και το άγριο παρουσιαστικό του.
Μετά
το δημοτικό τελείωσε την Σεβαστουπούλειο Εργατική Σχολή, όπου γράφτηκε
για το φαγητό που προσέφεραν στους σπουδαστές μιας και η οικογένειά του
ήταν πολύ φτωχή.
Από τα εφηβικά του χρόνια εργαζόταν ως φωτογράφος και διατηρούσε
ένα φωτογραφείο μαζί με τον αδερφό του, το οποίο του εξασφάλιζε
ικανοποιητικά κέρδη. Παράλληλα ασχολούνταν ερασιτεχνικά με το θέατρο και
έγραφε και στίχους, τους οποίους διάβαζε στον ραδιοφωνικό σταθμό των
Ενόπλων Δυνάμεων. Εκεί τον άκουσε κάποτε ένας σκηνοθέτης και τον
προέτρεψε να ασχοληθεί επαγγελματικά με την ηθοποιία και να γραφτεί σε
μια σχολή υποκριτικής. Όταν ο Καλογήρου αρνήθηκε, ο σκηνοθέτης της ΥΕΝΕΔ
επέμεινε και τελικά τον πήρε από το χέρι και τον πήγε στην Δραματική
Σχολή του Ελληνικού Ωδείου.
Εκεί εκτός από τα εφόδια που πήρε για την μετέπειτα καριέρα του,
είχε την τύχη να γνωρίσει το 1952 και την γυναίκα της ζωής του, την κατά
13 χρόνια μικρότερή του ηθοποιό Ευαγγελία Σαμιωτάκη (1935-2017).
Καριέρα
Πρωτοεμφανίστηκε
στο θέατρο το 1955, με τον θίασο του Ν. Χατζίσκου στον «Ερωτόκριτο» και
ακολούθησε ο «Άμλετ». Η θεατρική του σταδιοδρομία άρχισε ουσιαστικά να
διαμορφώνεται με την ένταξή του στο «Θέατρο Τέχνης» του Καρόλου Κουν, το
1960, με το οποίο έπαιξε σε ιστορικές παραστάσεις (π.χ. «Όρνιθες»,
«Πέρσες») σε Ελλάδα και εξωτερικό. Συνεργάστηκε με τους θιάσους των
Λαιμού, Ροντήρη, Μινωτή, Σολωμού, Κουν, Κατράκη, Μυράτ, Λαμπέτη,
Κατερίνας κ.ά.
Έπαιξε σε πολλές ταινίες, και στην τηλεόραση και στον
κινηματογράφο, και όταν έκανε αντίστοιχους ρόλους ήταν πολύ πειστικός.
Συμμετείχε και σε πολλές θεατρικές παραστάσεις αλλά δεν είχε πολλές
συνεργασίες με την γυναίκα του, καθώς εκείνη ήταν στο Εθνικό Θέατρο και ο
ίδιος αχολούνταν με το ελεύθερο θέατρο. Μετά το '80 έκαναν τον δικό
τους θίασο, ανέβασαν παραστάσεις και πραγματοποίησαν περιοδείες.
Έπαιξε σε περίπου διακόσια θεατρικά έργα και σε όλα τα είδη του
θεάτρου, κλασικούς και σύγχρονους συγγραφείς, από θέατρο του παραλόγου
(Ιονέσκο) μέχρι επιθεώρηση, αλλά και σε πολλά του ελληνικού
δραματολογίου.
Από τους τελευταίους, χαρακτηριστικούς ρόλους του στη σκηνή, στον
οποίο υπήρξε απολαυστικός, ήταν αυτός του Λουκά στο «Λόγω Φάτσας» του
Γιώργου Διαλεγμένου, που σκηνοθέτησε ο Αντώνης Αντύπας στο «Απλό Θέατρο»
(1993-1995). Το καλοκαίρι του 1996 εμφανίστηκε με τον Θύμιο
Καρακατσάνη στο «Καραγκιόζη-Ντριμ», ερμηνεύοντας τον Μπάρμπα-Γιώργο, ενώ
το 1999 έπαιξε στο πλευρό της Μιμής Ντενίση στο «Εγώ η Λασκαρίνα».
Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1955 στην ταινία του Ντίμη
Δαδήρα «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Έκτοτε συμμετείχε σε
περισσότερες από 60 ταινίες, μαζί με τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού
σινεμά. Εμφανίστηκε σε περίπου 55 ταινίες, ανάμεσά τους οι: «Η Αθήνα τη
νύχτα», «Στεφανία», «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Η νεράιδα και το
παλικάρι», «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά», «Η Μαρία της σιωπής», «Ο
άνθρωπος με το γαρίφαλο», «Στάκαμαν». Όμως, η ταινία που άφησε εποχή
ήταν η «Λόλα», στην οποία ο Σπύρος Καλογήρου είχε πει την αξέχαστη φράση
«Είναι πολλά τα λεφτά Άρη», προς τον τότε συμπρωταγωνιστή του Νίκο
Κούρκουλο, για τα «μάτια» της Τζένης Καρέζη.
Το 1966, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, του
απονεμήθηκε τιμητική διάκριση για την ερμηνεία του στη μικρού μήκους
ταινία «Τζίμης ο Τίγρης» του Παντελή Βούλγαρη και οι κριτικοί
κινηματογράφου τού απένειμαν το 1971 τον Αργυρό Απόλλωνα για τον ρόλο
του στην ταινία «Κατάχρηση εξουσίας». Τιμήθηκε με τη Χρυσή Κεφαλή του
«Θεάτρου Βαχτάγκοφ» της Μόσχας. Εμφανίστηκε και σε τηλεοπτικές σειρές
(«Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή»).
Προσωπική ζωή
Κατά
τη διάρκεια της Κατοχής είχε υιοθετήσει την τακτική «να τα πουλάς και
να τα αγοράζεις όλα. Να τον ξεγελάσεις, να τον κλέψεις, να τον φέρεις
βόλτα τον Γερμανό». Ο ίδιος υποστήριζε ότι υπήρξε σαλταδόρος,
μαυραγορίτης, έμπορος λαθραίων τσιγάρων και λωποδύτης, χωρίς ποτέ κανείς
να μάθει αν έλεγε αλήθεια ή όχι.
Αν και με την σύζυγό του είχαν αρκετά χρόνια διαφορά όταν
πρωτογνωρίστηκαν (εκείνος ήταν 30 και εκείνη 18), συνέχισαν την γνωριμία
τους και λίγο αργότερα παντρεύτηκαν. Το ζευγάρι έμεινε μαζί για
περισσότερα από 50 χρόνια και απέκτησαν έναν γιο, ο οποίος τους χάρισε
στην συνέχεια μια εγγονή, την μικρή Ευαγγελία.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής τους είχαν αποσυρθεί από το χώρο του
θεάματος και περνούσαν τις περισσότερες ημέρες στο εξοχικό τους. Πέθανε
στο Τζάνειο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν από την Πρωτομαγιά.
Σήμερα των Αγίων Πάντων βρέθηκα και εκκλησιάστηκα ανάμεσα σε αγνούς ανθρώπους στο χωριό Μουρνιές Ιεράπετρας.
Κάποτε το χωριό αυτό ήταν έδρα δήμου για τα εξής γύρω χωριά : Μύρτος Μύθοι Γδόχια Ρίζα . Αυτό ίσχυε μέχρι αρχές του 20 ου αιώνα . Ακόμη και σήμερα οι παλαιότεροι θυμούνται ότι απεδίδετο στις Μουρνιές ο χαρακτηρισμός "Πρωτεύουσα" και σήμερα ακόμη το λένε χαριτολογώντας.
Οι Μουρνιές είναι ένα απο εκείνα τα χωριά που αποκαλούνται "καμμένα χωριά" καθώς πλήρωσε πανάκριβα την υπερηφάνεια των κατοίκων της και την αντίστασή τους απέναντι στον κτηνώδη κατακτητή τον Σεπτέμβριο του 1943
στο μνημείο των θυμάτων Αμιρά -Σελί (φ.Μ.Κυμάκη)
Τα χωριά Μύρτος Μουρνιές Γδόχια Ρίζα Σύμη Πεύκος Αμιρά Βιάννου Αγ Βασίλειος ίΣυκολόγος Καλάμι Πεύκος Σύμη Βαχός Κεφαλοβρύσι πλήρωσαν όχι μόνο φόρο αίματος αλλά κάηκαν εξ ολοκλήρου.
πανδημοτικο μνημείο στον Αμιρά Βιάννου - Σελί (φ.Μ.Κυμάκη)
Στη διαδρομή προς Ηράκλειο και λίγο πριν το χωριό Αμιρά, υπάρχει μνημείο στη μνήμη των θυμάτων.
Σε μια αποπνέουσα θλίψη και δέος καλλιτεχνική σύνθεση αναγράφονται όλα τα ονόματα πάνω σε απόκοσμες φιγούρες που περιφέρονται για να μας θυμίζουν ....
Δίπλα στο μνημείο υπάρχει εκκλησάκι των Αγίων Πάντων. (αν κάνω λάθος τον Άγιο να με διορθώσετε τεκμηριωμένα με κάποια έγκυρη ιστοσελίδα για να το διορθώσω κι εγώ)
των Αγιων Πάντων Σελί Αμιρά Βιάννου (φ.Μ.Κυμάκη)
Πρόκειται για ένα κομψοτέχνημα αρχιτεκτονιικής αισθητικής. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι στο εκκλησάκι αυτό η οροφή είναι καλυμμένη με 461 καντήλια , όσοι ήταν και οι εκτελεσθέντες συνολικά από τις επαρχίες Ιεράπετρας και Βιάννου.
μέρος των 461 καντηλιών για τα θύματα των Γερμανών 1943 Αμιράς Βιάννου (φ.Μ.Κυμάκη)
μέρος των 461 καντηλιών για τα θύματα των Γερμανών 1943 Αμιράς Βιάννου (φ.Μ.Κυμάκη)