Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2021

Τζακ Λόντον Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας



22 Νοεμβρίου 1916 (105 χρόνια πριν) πέθανε:

Τζακ Λόντον Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας

Ο Τζακ Λόντον (Jack London) (12 Ιανουαρίου 1876 - 22 Νοεμβρίου 1916) ήταν Αμερικανός συγγραφέας που έγραψε πάνω από 50 βιβλία, όπως Το κάλεσμα της άγριας φύσης, Μάρτιν Ήντεν, Ο θαλασσόλυκος,και άλλα. Πρωτοπόρος στην αγορά της εμπορικής μυθιστοριογραφίας σε λαϊκά περιοδικά, υπήρξε από τους πρώτους Αμερικανούς συγγραφείς που μπόρεσε να ζήσει μόνο από τη συγγραφή και να κάνει μια όχι ευκαταφρόνητη περιουσία.[26]. Γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1876 στο Σαν Φρανσίσκο και πέθανε στις 22 Νοεμβρίου 1916.[27][28][29]

Τα νεότερα χρόνια

Ο Τζακ Λόντον πιθανότατα να είχε στην αρχή της ζωής του το επώνυμο Chaney, επειδή ως βιολογικός πατέρας του φέρεται ο αστρολόγος Γουίλιαμ Τσάνεϋ. Εντούτοις τα μητρώα του Σαν Φρανσίσκο και το σπίτι των γονιών του καταστράφηκαν σε σεισμό και δεν υπάρχουν πιστοποιητικά γάμου των γονέων του αλλά ούτε και πιστοποιητικό γέννησης του ίδιου. Μητέρα του ήταν πάντως η μουσικός και πνευματίστρια Φλώρα Γουέλμαν, μια ατίθαση και προοδευτική προσωπικότητα, με πολλές ανησυχίες και ενδιαφέροντα. Η Γουέλμαν έμεινε έγκυος και σύμφωνα με την ίδια, ο Τσάνεϋ της ζήτησε να προχωρήσει σε άμβλωση επειδή δεν ήθελε παιδιά. Εκείνη αρνήθηκε, και όταν ο Τσάνεϋ αποποιήθηκε οποιασδήποτε ευθύνης για το παιδί, η Γουέλμαν πάνω στην απελπισία της αυτοπυροβολήθηκε. Εντούτοις ούτε η απόπειρα αυτοκτονίας έφερε αποτέλεσμα και ο Τσάνεϋ την εγκατέλειψε. Τον Ιανουάριου του 1876 η Γουέλμαν γέννησε ένα γιο και την ίδια χρονιά παντρεύτηκε το χήρο Τζον Λόντον, βετεράνο του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου και μερικώς ανάπηρο, μεγαλώνοντας πλέον μαζί το νεογέννητο αγόρι της. Αυτός είχε δύο μικρές κόρες και αρκετά οικονομικά προβλήματα. Εντούτοις, αναγνώρισε το γιο της Γουέλμαν και τον κατέγραψαν στα μητρώα ως Τζόνι Λόντον (ο ίδιος άλλαξε το Τζόνι σε Τζακ όταν ενηλικιώθηκε).

Από τα παιδικά του χρόνια, ο Τζακ Λόντον ήταν φορτωμένος με ευθύνες και έπρεπε να αγωνιστεί σκληρά για το ψωμί του, αφού η μητέρα του και ο Τζον Λόντον ήταν φτωχοί και δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν στον ανήσυχο γιο τους μια καλή εκπαίδευση, για την οποία τόσο λαχταρούσε. Ο Τζακ Λόντον τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο στο Όκλαντ της Καλιφόρνια, όπου είχε μετακομίσει εν τω μεταξύ η οικογένεια.

Στις "Πρώτες Αναμνήσεις" του ο Λόντον γράφει:

Δεν θυμάμαι πότε έμαθα να γράφω ή να διαβάζω. Θαρρώ πως ήξερα και τα δύο πριν κλείσω τα πέντε. Πάντως θυμάμαι πως πρώτη φορά πήγα σχολείο στην Αλαμέντα, πριν εγκατασταθώ σε ένα αγρόκτημα με τους γονείς μου. Εκεί στο αγρόκτημα δούλεψα σκληρά, από 8 χρονών. Στα 15 ήμουν σωστός άνδρας και αν μου βρίσκονταν κανένα ψιλό, αγόραζα μπίρα και όχι γλυκά. Τώρα που έχω τα διπλάσια χρόνια, κυνηγάω την παιδική ηλικία που δεν είχα, και γι' αυτό μ' αρέσουν οι περιπέτειες.

Ο Λόντον είχε ζωηρή φαντασία και μια μεγάλη αγάπη στις περιπέτειες. Στα 15 χρόνια του έφυγε από το σπίτι του. Υπογραμμίζει πως δεν "το 'σκασε", αλλά πως "έφυγε". Πήγε στο Σαν Φρανσίσκο και εκεί μπλέχτηκε με κάποιους "πειρατές στρειδιών". Είχε πολλές περιπέτειες με την αστυνομία, ώσπου βρέθηκε στο στρατόπεδο του Νόμου εναντίον των "πειρατών". Αργότερα μπάρκαρε σε ένα πλοίο που έφευγε να κυνηγήσει φώκιες, κι όταν ξαναγύρισε στις Ηνωμένες Πολιτείες άλλαξε πολλά επαγγέλματα: ανθρακωρύχος, ακτοφύλακας, δημοσιογράφος κ.λπ. Αλήτευε στις Ηνωμένες Πολιτείες, πήγε φυλακή επί αλητεία και τέλος γύρισε στο Όκλαντ.

Στα 19 μπήκε στο Γυμνάσιο, στην τελευταία τάξη. Δούλευε και σπούδαζε. Τον χρόνο που σπούδαζε έγραφε στο περιοδικό του σχολείου κι έτσι περνούσε τις μέρες του με μελέτη, δουλειά και γράψιμο. Η πρώτη ιστορία που δημοσίευσε είχε τίτλο Τυφώνας στις ακτές της Ιαπωνίας. Σε αυτήν περιέγραφε τις εμπειρίες του ως ναυτικός. Μελέτησε ακόμη 3 μήνες και έδωσε εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϋ (Καλιφόρνια). Έτσι, το καλοκαίρι του 1896, έπειτα από εξοντωτικό διάβασμα τα κατάφερε. Ύστερα από τους πρώτους 6 μήνες του πρώτου του πανεπιστημιακού έτους, λόγω οικονομικών δυσκολιών, ο Τζακ Λόντον δούλευε την ημέρα σε ένα πλυντήριο, τη νύχτα έγραφε και έτσι σπανίως έβρισκε καιρό να παρακολουθεί μαθήματα. Το 1897 αναγκάστηκε να αφήσει το Πανεπιστήμιο χωρίς να κατορθώσει ποτέ να αποφοιτήσει. Ο Κίνγκμαν έγραψε: «δεν υπάρχουν αναφορές ότι ο Λόντον είχε δραστηριοποιηθεί συγγραφικά σε κάποιο φοιτητικό περιοδικό».[30]

Σε ηλικία περίπου 20 χρόνων πληροφορήθηκε για πρώτη φορά ότι ο Λόντον δεν ήταν ο βιολογικός του πατέρας και απευθύνθηκε στον Τσάνεϋ. Αυτός υποστήριξε ότι δεν είχε παντρευτεί τη Γουέλμαν (παρ' ότι παντρεύτηκε πάνω από 4 φορές στη ζωή του) και ότι την εποχή που συζούσαν ήταν στείρος και δεν μπορούσε κατά συνέπεια να είναι ο πατέρας του. Υπαινίχθηκε επίσης ότι η Φλώρα Γουέλμαν στο ίδιο διάστημα διατηρούσε παράλληλες ερωτικές σχέσεις. Εντούτοις μία βιογράφος του Τζακ Λόντον, η Clarice Stasz σημειώνει ότι στα απομνημονεύματά του, ο Τσάνεϋ αναφέρεται στη Γουελμαν "ως σύζυγό του". Επίσης, ότι σε ένα δημοσίευμα της εποχής η μητέρα του συγγραφέα αποκαλείται "Φλώρα Γουέλμαν Τσάνεϋ". Ο Τσάνεϋ σύμφωνα με την Stasz, ήταν μια πολυδιάστατη και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που ασχολήθηκε κυρίως με την αστρολογία, αλλά και τη συγγραφή, τη δημιοσογραφία και πολλά άλλα επαγγέλματα.

Νομίζοντας πως είχε αποτύχει σε όλα, ο Τζακ Λόντον στις 25 Ιουλίου του 1897 έφυγε για το Κλοντάικ μαζί με τον κουνιάδο του, Τζέιμς Σέπαρντ, για να ψάξουν για χρυσό. Εκεί, στο μακρινό Βορρά, ο Λόντον είχε όλο τον καιρό να σκεφτεί. Στο Κλοντάικ μάζεψε υλικό για πολλά βιβλία του, μεταξύ των οποίων και το περίφημο Το Κάλεσμα της Άγριας Φύσης. Όμως η περίοδος αυτή αποδείχθηκε επιβλαβής για την υγεία του Τζακ Λόντον. Όπως και τόσοι άλλοι που έζησαν την περίοδο αυτή του «πυρετού του χρυσού» σε συνθήκες υποσιτισμού, ο Λόντον προσβλήθηκε από σκορβούτο. Τα ούλα του άρχισαν να πρήζονται με αποτέλεσμα τελικά να χάσει τέσσερα από τα μπροστινά του δόντια. Ταυτόχρονα είχε επίμονο πόνο στην κοιλιά και στους μυς των ποδιών και το πρόσωπό του είχε γεμίσει με πληγές και έλκη. Ευτυχώς για κείνον, αλλά και για άλλους που είχαν προσβληθεί από διάφορες ασθένειες, ο ιερωμένος Ουΐλιαμ Τζατζ, «Ο άγιος του Ντόσον» όπως τον αποκαλούσαν, παρείχε καταφύγιο, τροφή και κάθε δυνατή ιατρική φροντίδα. Έτσι, ο Λόντον μπόρεσε να αναρρώσει και μπορεί να πει κανείς ότι η ζωή του σώθηκε χάρη στον Ιησουίτη ιερέα. Ο Τζακ Λόντον όπως είχε έλθει αιφνιδιαστικά στο Κλοντάικ έτσι και έφυγε. Ο δρόμος ήταν ανοικτός μπροστά του. Ήξερε πως έπρεπε να γράψει ό,τι είχε σκεφτεί, ό,τι αισθάνθηκε, ό,τι είχε κάνει και ό,τι είχε δει. Μέχρι τότε είχε στρέψει τη φλογερή του ενεργητικότητα στη δράση. Τώρα θα την έστρεφε στο γράψιμο.

Επιστρέφοντας στο Όκλαντ το 1898 ο Λόντον ενέτεινε τις προσπάθειές του για να μπει δυναμικά στο χώρο των εκδόσεων, κάτι που περιέγραψε αργότερα στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «Μάρτιν Ήντεν». Ο Τζακ Λόντον υπήρξε στην πραγματικότητα αυτοδίδακτος, κυρίως διαβάζοντας βιβλία στην δημόσια βιβλιοθήκη του Σαν Φρανσίσκο. Το 1885 διάβασε το μυθιστόρημα Signa της Ουίντα, που περιέγραφε τις περιπέτειες ενός ατίθασου αγροτόπαιδου, που κατόρθωσε να γίνει φημισμένος καλλιτέχνης της Όπερας. Η επιτυχία αυτού του αγοριού τού ενέπνευσε τη λαχτάρα να πετύχει κι ο ίδιος στη λογοτεχνία.[31]

Ένα ακόμη σημαντικό γεγονός υπήρξε η επαφή του με τη βιβλιοθήκη του Όκλαντ και με την επιμελήτρια της βιβλιοθήκης, Ίνα Κούλμπριθ, η οποία αργότερα έγινε ένα από τα πλέον σημαντικά πρόσωπα στο λογοτεχνικό κύκλο του Σαν Φρανσίσκο. Επιπλέον, την περίοδο που ο Λόντον ζούσε στο Όκλαντ, συνάντησε τον ποιητή Τζωρτζ Στέρλινγκ και από εκείνη τη στιγμή οι δυο τους έγιναν οι καλύτεροι φίλοι.

Το πρώτο αφήγημα του Τζακ Λόντον που δημοσιεύθηκε ήταν το «Πάνω στα ίχνη του ανθρώπου». Το περιοδικό Overland Monthly του πρόσφερε 5$ και ο Λόντον άρχισε να σκέφτεται σοβαρά τη συγγραφική του καριέρα, βιοποριστικά πλέον. Όταν οι εκδόσεις The Black Cat δέχονται το αφήγημά του «Χίλιοι θάνατοι» πληρώνοντας 40$, λέει κυριολεκτικά και λογοτεχνικά ήταν σωτηρία για μένα εκείνα τα πρώτα χρήματα που κέρδισα.

Ο Λόντον ευτυχώς βρισκόταν στην καταλληλότερη εποχή για τη συγγραφική του καριέρα. Ξεκίνησε τη στιγμή που έκανε την εμφάνιση της μία νέα τυπογραφική τεχνολογία που μείωνε το κόστος στην έκδοση των περιοδικών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εκρηκτική ανάπτυξη στις πωλήσεις των περιοδικών ευρείας κυκλοφορίας ενώ έκανε περιζήτητα τα αφηγήματα. Το 1900 ο Τζακ Λόντον κέρδισε 2.500$ από την πώληση των αφηγημάτων του. Η καριέρα του βρισκόταν πλέον σε πολύ καλό δρόμο.

Μεταξύ των αφηγημάτων που πώλησε σε περιοδικά, ήταν και τα «Batard» ή «Diable», δύο διαφορετικές εκδόσεις της ίδιας ιστορίας. Ένας σκληρός Γαλλοκαναδός φέρεται βάναυσα στο σκύλο του, ο οποίος αντεπιτίθεται και τον σκοτώνει. Ο Λόντον έλεγε άλλωστε ότι οι ενέργειες του ανθρώπου είναι η κύρια αιτία των αντιδράσεων των ζώων κι αυτό θα το αναδείκνυε και μέσα από τα έργα του.

Το 1902 ο Στέρλινγκ βοήθησε τον Λόντον να βρει σπίτι κοντά στο Piedmont. Στην αλληλογραφία που διατηρούσαν οι Λόντον και Στέρλινγκ, ο Λόντον τον προσφωνούσε «Έλληνα» εξ αιτίας της γαμψής μύτης του και του κλασικού του προφίλ, υπογράφοντας ως «Λύκος». Ο Λόντον αργότερα περιέγραψε τον φίλο του ως "Russ Brissenden" στο αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα «Μάρτιν Ήντεν» (1909) και ως "Mark Hall" στην «Κοιλάδα του Φεγγαριού» (1913).

Προς το τέλος της ζωής του ο Λόντον ήταν πλέον κάτοχος μιας μεγάλης βιβλιοθήκης αποτελούμενης από 15.000 τίτλους. Κάνοντας λόγο για αυτήν ανέφερε ότι «ήταν το μέσον της επιτυχίας» του."[32]

Ο Λόντον είχε μεγάλη αυτοπειθαρχία παρά την αλήτικη ζωή του, τη φαινομενική της αταξία και την αγάπη του για την ελευθερία. Είχε ένα αυστηρό πρόγραμμα εργασίας, που το τηρούσε και εργαζόταν διαρκώς. Δεν εξαρτούσε την εργασία του από την έμπνευση. Είχε ένα καταπληκτικό ταλέντο στη ζωντανή περιγραφή. Στα διηγήματά του, μπορεί κανείς πραγματικά να ακούσει τον αναστεναγμό του ανέμου και το γαύγισμα του αγριόσκυλου στην ερημιά του χιονισμένου δάσους. Οι ιστορίες του είναι γεμάτες από τη μαγεία της πρωτόγονης φύσης. Και πολλά από τα επεισόδια που αναφέρει είναι αληθινά και τα μάζεψε στη γεμάτη περιπέτειες ζωή του.

Τα ενδιαφέροντα, όμως, του Τζακ Λόντον ήταν πολλά και δεν εξαντλούνταν στη δουλειά που είχε διαλέξει. Του άρεσε ο αθλητισμός και λάτρευε την πυγμαχία, τη ξιφασκία, την κολύμβηση, την ιππασία και τη ναυσιπλοΐα.

Τζορτζ Έλιοτ Αγγλίδα συγγραφέας



22 Νοεμβρίου 1819 (202 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Τζορτζ Έλιοτ Αγγλίδα συγγραφέας

Τζορτζ Έλιοτ (αγγλικά: George Eliot) είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Μαίρυ Ανν Έβανς (22 Νοεμβρίου 1819 – 22 Δεκεμβρίου 1880), Αγγλίδας μυθιστοριογράφου. Ήταν μία από τις κορυφαίες συγγραφείς της Βικτωριανής εποχής. Τα μυθιστορήματά της, που συνήθως αφηγούνταν τη ζωή στην επαρχιακή Αγγλία, είναι γνωστά για τον ρεαλισμό και την ψυχολογική οξυδέρκειά τους.

Χρησιμοποιούσε ανδρικό λογοτεχνικό ψευδώνυμο, γιατί, όπως είχε πει, ήθελε να είναι σίγουρη ότι θα πάρουν στα σοβαρά τα έργα της. Οι γυναίκες συγγραφείς ήταν ελεύθερες να δημοσιεύουν τα έργα τους με το δικό τους όνομα, αλλά η Έλιοτ ήθελε να εξασφαλίσει ότι δεν θα θεωρούνταν απλά μία συγγραφέας ρομάντζων. Ένας ακόμη λόγος εικάζεται ότι μπορεί να ήταν η επιθυμία της να προστατεύσει την προσωπική της ζωή και να εμποδίσει τη δημιουργία σκανδάλου σχετικά με την σχέση της με τον παντρεμένο φιλόσοφο και λογοτεχνικό κριτικό Τζορτζ Χένρυ Λούις.

Βιογραφία

Η Τζορτζ Έλιοτ, περί το 1865.

Η Μαίρυ Ανν (ή Μάριαν) Έβανς ήταν η μικρότερη κόρη του Ρόμπερτ και της Κριστιάνα Έβανς. Ο πατέρας της ήταν διαχειριστής του Arbury Hall Estate στο Ουόρικσιρ. Κατά την παιδική της ηλικία ήταν πολύ δεμένη με τον αδερφό της Άιζακ, και η σχέση τους αυτή αντικατοπτρίζεται στη σχέση της Μάγκι Τάλλιβερ και του αδερφού της Τομ στο μυθιστόρημά της The Mill on the Floss. Όταν ήταν ακόμη παιδί, ήταν πολύ έξυπνη και είχε πρόσβαση στη βιβλιοθήκη του Arbury Hall, αλλά ήταν σχετικά αποκομμένη από πολιτισμικές δραστηριότητες.

Το 1836 η μητέρα της πέθανε και η Μαίρυ Ανν έγινε οικονόμος του σπιτιού, ενώ παράλληλα συνέχιζε τις σπουδές της και μάθαινε γερμανικά και ιταλικά. Όταν ήταν 21 ετών, ο αδερφός της παντρεύτηκε και η ίδια με τον πατέρα της μετακόμισαν στο Κόβεντρυ. Σε αυτό το νέο, πιο προοδευτικό περιβάλλον, οι πνευματικοί ορίζοντες της Έβανς διευρύνθηκαν. Γνώρισε τους προοδευτικούς διανοούμενους Charles και Caroline Bray και άρχισε να συναναστρέφεται ανθρώπους με ριζοσπαστικές πολιτικές και θρησκευτικές απόψεις, ανάμεσα στους οποίους και οι Χέρμπερτ Σπένσερ, Χάρριετ Μαρτινώ και Ραλφ Ουώλντο Έμερσον. Αυτές οι συναναστροφές αλλά και οι δικές της θεολογικές μελέτες την οδήγησαν σε αμφισβήτηση των θρησκευτικών της πεποιθήσεων, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τον κλονισμό της σχέσης της με τον πατέρα της. Ωστόσο, εξακολούθησε να μένει μαζί του ως οικονόμος του, και συμβιβάστηκε με το να πηγαίνουν έστω και τυπικά, μαζί στην εκκλησία.

Αυτή η ενασχόλησή της με θεολογικά ζητήματα είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση του πρώτου της βιβλίου, το 1846, που ήταν μια μετάφραση του έργου του Γερμανού Ντάβιντ Φ. Στράους, Life of Jesus. Η μετάφραση αυτή ήταν το μόνο έργο της που έφερε το πραγματικό της όνομα.

Μετά το θάνατο του πατέρα της το 1849, ταξίδεψε με τους Μπρέυ στην Ελβετία, και επιστρέφοντας στην Αγγλία, εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, στο σπίτι του εκδότη Τζον Τσάπμαν, ο οποίος είχε πρόσφατα αγοράσει την εφημερίδα Westminster Review, γνωστή για τις αριστερές της θέσεις, στην οποία είχε υπάρξει συντάκτης και ο Τζον Στιούαρτ Μιλλ. Η Έβανς ανέλαβε τη θέση του βοηθού συντάκτη και δημοσίευσε και αρκετά δοκίμια και κριτικές της, συμπεριλαμβανομένου και του Margaret Fuller and Mary Wollstonecraft.

To 1851 γνώρισε τον Τζορτζ Χένρυ Λούις, κριτικό λογοτεχνίας και φιλόσοφο, με τον οποίο άρχισε να συζεί το 1854. Ο Λούις ήταν παντρεμένος με την Άγκνες Τζέρβις και είχαν τρία παιδιά, όμως είχαν αποφασίσει να έχουν ανοιχτό γάμο, και η Τζέρβις είχε κάνει και άλλα παιδιά με κάποιον άλλο άνδρα. Παρόλα αυτά, ο Λούις δεν κατάφερε να πάρει διαζύγιο, και η απόφαση της Έβανς να ζήσει μαζί του ως ερωμένη του ήταν αρκετά επίπονη, και οδήγησε στη διάλυση αρκετών κοινωνικών και οικογενειακών δεσμών της, και κυρίως στην αποξένωσή της από τον αδερφό της, ο οποίος δεν της ξαναμίλησε ποτέ.

Το 1854 ταξίδεψε με τον Λούις στη Βαϊμάρη και στο Βερολίνο για ερευνητικούς σκοπούς. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύτηκε άλλη μία μετάφρασή της από τα γερμανικά, το Essence of Christianity του Λούντβιχ Φόιερμπαχ. Όταν επέστρεψαν από τη Γερμανία, απείχαν από τη λογοτεχνική κοινότητα του Λονδίνου, λόγω του σκανδάλου της σχέσης τους και της δυσκολίας της Βικτωριανής κοινωνίας να την αποδεχθεί.

Ο Λούις την ενθάρρυνε να ασχοληθεί συστηματικά με την λογοτεχνία, και το 1857 άρχισε να δημοσιεύεται τμηματικά το Scenes of Clerical Life. Το ψευδώνυμο Τζορτζ Έλιοτ δημιούργησε την εντύπωση πως επρόκειτο για άνδρα συγγραφέα. Το 1859 ακολούθησε το μυθιστόρημα Adam Bede, που έγινε αμέσως ιδιαίτερα δημοφιλές, και το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού για την ταυτότητα του συγγραφέα εντάθηκε. Εντέλει, η Έβανς αποκάλυψε πως αυτή ήταν η συγγραφέας, και παρόλο που πολλοί από τους θαυμαστές της σοκαρίστηκαν από την προσωπική της ζωή, αυτό δεν επηρέασε τελικά τη δημοτικότητά της ως συγγραφέα.

Τις δεκαετίες 1860 και 1870 η Τζορτζ Έλιοτ έγραψε άλλα επτά μυθιστορήματα, τα περισσότερα από τα οποία είχαν εξίσου μεγάλη επιτυχία με το Adam Bede. Η Βιρτζίνια Γουλφ είπε για το Middlemarch ότι "είναι ένα από τα λίγα αγγλικά μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί για ώριμους ανθρώπους".

Τα μυθιστορήματα της Έλιοτ είναι επηρεασμένα από το έργο της Τζέην Ώστεν, ως προς το ενδιαφέρον για τη ζωή στην επαρχία και τη σάτιρα των ανθρώπινων κινήτρων. Όμως, η Έλιοτ εξετάζει τα θέματα αυτά υπό φιλοσοφικό και ψυχολογικό πρίσμα, που διαφέρει από την οπτική γωνία της Ώστεν. Το έργο της Έλιοτ συνδυάζει τον εκτενή φιλοσοφικό διαλογισμό με την λεπτομερή ανάλυση των κινήτρων και των συναισθημάτων των χαρακτήρων της. Όπως παρατήρησε και ο Όσκαρ Ουάιλντ το 1897, η Έλιοτ "είναι η ενσάρκωση της φιλοσοφίας στη μυθιστοριογραφία". 

Λάζαρος Τσάμης Έλληνας αγωνιστής



22 Νοεμβρίου 1933 (88 χρόνια πριν) πέθανε:

Λάζαρος Τσάμης Έλληνας αγωνιστής

Ο Λάζαρος Κ. Τσάμης ή Λάζος Κ. Τσάμης (Πισοδέρι Φλώρινας, 1878 - 22 Νοεμβρίου 1933) ήταν Έλληνας έμπορος βλάχικης καταγωγής, ο οποίος συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα ως πράκτορας Β' και ομαδάρχης εθελοντής αργότερα στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα.

Προσωπική ζωή

Γεννήθηκε το 1878 στο Πισοδέρι του καζά Φλώρινας.[1] Η καταγωγή της οικογενείας του ήταν από την Μοσχόπολη της Βορείου Ηπείρου. Γονείς του ο Κοσμάς και η Αναστασία (Σία) Γκέρκα, κόρη πλούσιου έμπορου του Μοναστηρίου (Μπίτολα). Η οικογένειά του εκμεταλλευόταν μεγάλες εκτάσεις αμπελιών και ήταν από τις πιο πλούσιες της περιοχής.[2] Αδελφός του ήταν ο παπα-Σταύρος Τσάμης, κληρικός που έδρασε στην κρίσιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα στην περιοχή. Το 1900, ο παππούς του Γεώργιος (Γάκης) Τσάμης μοίρασε τη μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία του στα παιδιά του, Δημήτριο (Μήτο), Κοσμά, Ναούμ και Στέργιο Τσάμη. Ο Λάζαρος ανέλαβε την εποπτεία του εμπορικού καταστήματος στο Πισοδέρι, ενός εκ των τριών εμπορικών καταστημάτων που πήρε από την διανομή της κληρονομιάς ο πατέρας του Κοσμάς. Κατά το χρονικό διάστημα 1900 με 1902, ο Λάζαρος Τσάμης εξελίχθηκε σε επιτυχημένο έμπορο και ανέπτυξε δίκτυο εμπορικών καταστημάτων στο Λευκώνα (Πόπλι) Πρεσπών, στη Βίγλιστα (Bilisht), στο Πουσκέτς (Pustec) της Μεγάλης Πρέσπας, στο Δρέβενο (Drenovo) της Κορυτσάς και στο Νακολέτσι (Νakolec) της Πελαγονίας.[3] Ακόμη εκμίσθωσε εκτάσεις στις λίμνες των Πρεσπών από τις οθωμανικές αρχές. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1908, ο Λάζαρος νυμφεύθηκε στο Πισοδέρι την Αλεξάνδρα Πέρτση. Από τον γάμο αυτόν γεννήθηκαν έξι παιδιά, οι Βασίλειος, Παύλος, Στέργιος, Όλγα, Αντιγόνη και Ξανθίππη Τσάμη.
Μακεδονικός Αγώνας
Τα πρώτα χρόνια και η συντεταγμένη δράση

Όταν ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, έπειτα από επείγουσα αναφορά που υπέβαλε στην Ελληνική Κυβέρνηση μέσω του Έλληνα Πρόξενου του Μοναστηρίου Σταματίου Κιουζέ Πεζά, διαπίστωσε την αδιαφορία των Ελληνικών Αρχών για τον ελληνισμό της Δυτικής Μακεδονίας, πικραμένος από αυτήν την εξέλιξη, αποφάσισε να δράσει μόνος του. Έτσι με το ψευδώνυμο Κώστας Γεώργιος άρχισε μυστική αλληλογραφία με όλους τους επιφανείς Έλληνες της περιοχής με σκοπό την σύσταση ένοπλων επιτροπών προστασίας των ελληνικών χωριών του καζά της Καστοριάς, αλλά και την οργάνωση ενός καλά συντονισμένου δικτύου πληροφοριών.... βικιπαίδεια 

Άλντους Χάξλεϋ Άγγλος συγγραφέας



22 Νοεμβρίου 1963 (58 χρόνια πριν) πέθανε:

Άλντους Χάξλεϋ Άγγλος συγγραφέας

Ο Άλντους Χάξλεϋ (Aldous Leonard Huxley, 26 Ιουλίου 1894 – 22 Νοεμβρίου 1963) ήταν Άγγλος μυθιστοριογράφος και σατιρικός συγγραφέας.

Οικογένεια

Ο Άλντους Χάξλεϋ γεννήθηκε στο Godalming στην επαρχία Surrey της Αγγλίας. Η οικογένειά του παρουσιάζει γενικότερο ενδιαφέρον γιατί από τους κόλπους της αναδείχτηκαν πολλοί αξιόλογοι επιστήμονες, γιατροί, λογοτέχνες και εκπαιδευτικοί. Παππούς του ήταν ο διάσημος Τόμας Χάξλεϋ βιολόγος και αγνωστικιστής ο οποίος υπήρξε και ενεργός υποστηρικτής του Δαρβίνου, εξ ου και το παρατσούκλι του "το μπουλντόγκ του Δαρβίνου" (Darwin's Bulldog). Ο Άλντους ήταν το τρίτο παιδί του Λέοναρντ Χάξλεϋ και της Τζούλια Άρνολντ. Ο πατέρας του ήταν συγγραφέας και εκδότης του περιοδικού "Cornhill Magazine". Η μητέρα του εκπαιδευτικός η οποία το 1902 ίδρυσε το σχολείο Prior's Field School. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Τζούλιαν Χάξλεϋ (γεν. 1887), ήταν βιολόγος, φιλόσοφος, εκπαιδευτικός και συγγραφέας που συνέβαλε στην ανάπτυξη της Εμβρυολογίας και της μελέτης της συμπεριφοράς και της εξέλιξης. Διετέλεσε επίσης πρώτος γενικός διευθυντής της Ουνέσκο (1946-1948) και ιδρυτικό στέλεχος της WWF. Ο μεσαίος κατά σειρά αδελφός του, Νόελ Τρεβέλυαν Χάξλεϋ (γεν. 1891) αυτοκτόνησε σε ηλικία 23 ετών. Ο Σερ Άντριου Χάξλεϋ (γεν.1917), ετεροθαλής αδελφός του, πήρε το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1963..
Σπουδές

Το 1904 μπαίνει στο προπαρασκευαστικό σχολείο Hillside School, όπως γινόταν και με πολλά άλλα παιδιά της κοινωνικής τάξης του. Το 1908 γράφεται στο Κολλέγιο Ήτον. Τότε προσβάλλεται από κερατίτιδα και τυφλώνεται. Το όνειρό του να γίνει κι αυτός επιστήμονας παίρνει τέλος. Ωστόσο αντιμετωπίζει το δυστυχές αυτό γεγονός με τρόπο αξιοθαύμαστο. Μαθαίνει τη μέθοδο Braille και επίσης βρίσκει κάποια παρηγοριά στο πιάνο στο οποίο είχε ήδη αποκτήσει ιδιαίτερη ικανότητα. Την ίδια χρονιά πεθαίνει η μητέρα του. Από το 1913 φοιτά στο Balliol College του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

Στα φοιτητικά του χρόνια και με την μερική αποθεραπεία της τυφλότητάς του, ο Αλντους Χάξλεϋ αναδεικνύεται σε έναν ευφυή και προσηνή νέο, με πολύ καλό παρουσιαστικό, πρόθυμο για συζητήσεις και συνέργειες στη φιλολογική ζωή του Πανεπιστημίου. Εκεί έμαθε πολύ καλά τα Γαλλικά (και τον γαλλικό πολιστισμό) και απέκτησε άνεση με τα Λατινικά, τα Ιταλικά, τα Ισπανικά και τα Γερμανικά. Τότε εκδόθηκε και η πρώτη ποιητική συλλογή του "The Burning Wheel". (Ο Χάξλεϋ ασχολήθηκε με την ποίηση για δέκα χρόνια περίπου και μετά την εγκατέλειψε για να επιδοθεί στη συγγραφή μυθιστορημάτων και δοκιμίων). Λίγο πριν το τέλος των σπουδών του γνωρίζει την Λαίδη Ottoline Morrell, στο φιλολογικό σαλόνι της οποίας σύχναζαν πρόσωπα όπως ο Ντ. Χ. Λώρενς, ο Μπέρτραντ Ράσελ, η Κάθριν Μάνσφιλντ και ο Τζον Μίντλετον Μάρεϋ. Ο Α.Χ. κερδίζει εύκολα μια θέση στον κύκλο τους. Είναι πιθανόν το σπίτι στο Garsington και η Λαίδη Ottoline Morell να αποτέλεσαν το μοντέλο για την πρώτη νουβέλα του "Crome Yellow". Εκεί επίσης γνώρισε και ερωτεύτηκε την πρώτη του γυναίκα Maria Nys, που ήταν βελγίδα πρόσφυγας.
Βίος

Ο Άλντους Χάξλεϋ αποφοίτησε από την Οξφόρδη με διάκριση και άρχισε να ψάχνει τρόπους βιοπορισμού του. Το 1917 δούλεψε για λίγους μήνες στο Γραφείο Πολέμου και το 1918 δίδαξε στο Ήτον. Πηγαίνει στο Λονδίνο όπου αρχίζει να δημοσιογραφεί σε λογοτεχνικές στήλες,όπως στην Athenaeum που εξέδιδε ο Τζ.Μ.Μάρεϋ. Κάποια από τα άρθρα αυτά εκδόθηκαν το 1923 στη συλλογή "On The Margin". Το 1918 παντρεύεται την αγαπημένη του Μαρία Νις και δύο χρόνια αργότερα γεννιέται ο γιός τους Μάθιου. Ο γάμος του ήταν επιτυχημένος παρ' όλο που η κ. Χάξλεϋ δεν ήταν λογοτέχνης, βοηθούσε όμως πάρα πολύ, δακτυλογραφούσε τα χειρόγραφα του άντρα της καθώς και φίλων του και ήταν πολύ καλή οικοδέσποινα σε όλα τα μέρη όπου έζησαν μαζί. Μετά τα "Crome Yellow" και "Antic Hey" ο Χάξλεϋ έγινε αρκετά γνωστός οπότε εγκατέλειψε την δημοσιογραφία και το Λονδίνο για πιο ηλιόλουστους τόπους.

Μάριος Αγγελόπουλος Έλληνας καλλιτέχνης



22 Νοεμβρίου 1995 (26 χρόνια πριν) πέθανε:

Μάριος Αγγελόπουλος Έλληνας καλλιτέχνης
 

Ο Μάριος Αγγελόπουλος, του Κωνσταντίνου (Αλεξάνδρεια, Αύγουστος 1909 - Αθήνα, 22 Νοεμβρίου 1995) ήταν πολυτάλαντος Έλληνας καλλιτέχνης, ζωγράφος, σκιτσογράφος, σκηνογράφος, σκηνοθέτης και ενδυματολόγος του θεάτρου και του κινηματογράφου, λογοτέχνης και ποιητής, καθώς επίσης γνωστός φιλοτελιστής και δημοτικός σύμβουλος του δήμου Αθηναίων.

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τον Αύγουστο του 1909. Έκανε ελεύθερες σπουδές με τον Μομίρ Κορονόβιτς και αργότερα με τον Π. Βυζάντιο καθώς και σε καλλιτεχνικό ατελιέ στο Λονδίνο και το Παρίσι. Άρχισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως μόνιμος σκιτσογράφος στη κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας "Ελεύθερο Βήμα". Στη συνέχεια ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία του θεάτρου όπου και σκηνοθέτησε το «Χαίρε Νύμφη» του Γρ. Ξενόπουλου καθώς και το «Les dessous de la robe» των Βεμπέρ και Ματίς, (στον θίασο Αλίκης – Μουσούρη – Νέζερ – Γαβριηλίδη 1934). Μετά απ΄ αυτό άρχισε μια ταχύτατη εξέλιξη συνεργαζόμενος με όλους τους θιάσους της Αθήνας στα κρατικά και ελεύθερα θέατρα της Ελλάδας.

Πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέβασε τον Άμλετ στο θέατρο Όλντ Βικ του Λονδίνου με τον Λώρενς Ολίβιε, ενώ το 1937 ανέλαβε τη διεύθυνση των τεχνικών εργαστηρίων του θεάτρου Ρεξ της Μαρίκας Κοτοπούλη.

Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος εργάσθηκε επίσης σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Τουρκία, Αίγυπτο και Κύπρο. Επί μια δεκαετία συνεργάστηκε με τον Κώστα Μουσούρη (1952-1962), σε πλείστα έργα όπως στα «Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ», «Σκηνές του δρόμου», «Πρόσκληση στον Πύργο», καθώς επίσης με την Εθνική Λυρική Σκηνή στα έργα «Αΐντα», «Κάρμεν» κ.ά., στο Φεστιβάλ Αθηνών, όπως επίσης στον αγγλικό και ελληνικό κινηματογράφο.

Η θεατρική του δουλειά κάλυψε σχεδόν όλα τα είδη ακροάματος και θεατρικού θεάματος που υπερβαίνει τα 420 έργα. Οι δε σκηνογραφίες του υπολογίζονται σε έξι χιλιάδες και οι ενδυματολογικές εργασίες (κοστούμια) σε δεκαπλάσιες των σκηνογραφιών του.

Ο Μάριος Αγγελόπουλος ασχολήθηκε επίσης και με τη λογοτεχνία και την ποίηση. Έγραψε τα θεατρικά έργα «Βαβέλ», «Αχαλίνωτη λευτεριά», ποιήματα, ενώ μετέφρασε ποιήματα του Λόρκα. Επίσης εξέδωσε λεύκωμα με χαρακτικά του τοποθεσιών της Αθήνας, κ.ά.

Συλλέκτης ολυμπιακών γραμματοσήμων, λάμβανε μέρος από το 1971 σε πολλές φιλοτελικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό με θέμα την «Ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων». Ήταν ακόμη ο ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος της Ένωσης Φιλοτελιστών Εκθετών το 1977.

Υπήρξε δημοτικός σύμβουλος του δήμου Αθηναίων από το 1964 μέχρι το 1967 όπου και συνέχισε μετά το 1974. Υπήρξε επίσης μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ), του Καλλιτεχνικού Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, του Σωματείου Τεχνικών Θεάτρου Ελλάδος, της Παγκόσμιας Ένωσης Τεχνικών του Θεάτρου, καθώς και πολλών φιλοτελικών εταιριών της Ελλάδας και εξωτερικού με μια πλούσια και αξιοθαύμαστη συλλογή γραμματοσήμων. Τιμήθηκε με έπαθλο του Γρηγορίου Ξενόπουλου το 1954, με μετάλλιο Γραμμάτων – Τεχνών και Επιστημών του Παρισιού το 1966 και το 1983, Ιππότης του αυτού μεταλλίου.

Μιλούσε επίσης αραβικά, γαλλικά, γερμανικά, αγγλικά και ιταλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών στις 22 Νοεμβρίου του 1995.

Κώστας Ρηγόπουλος Έλληνας ηθοποιός



22 Νοεμβρίου 1930 (91 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Κώστας Ρηγόπουλος Έλληνας ηθοποιός

Ο Κώστας Ρηγόπουλος (22 Νοεμβρίου 1930 - 14 Ιανουαρίου 2001) ήταν Έλληνας ηθοποιός, από τους σημαντικότερους του ελληνικού θεάτρου, και παράλληλα θιασάρχης και θεατρικός επιχειρηματίας.

Βιογραφία

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Νοεμβρίου του 1930 και αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1953).

Εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή στο Θέατρο Κυβέλη στο έργο «Μια γυναίκα χωρίς σημασία» του Όσκαρ Ουάλιντ όπου εκεί γνώρισε την 18χρονη τότε Κάκια Αναλυτή την οποία πολύ σύντομα παντρεύτηκε. Απέκτησαν μία κόρη, τη Ζωή Ρηγοπούλου, η οποία είναι κι αυτή ηθοποιός.

Στη συνέχεια συνεργάσθηκε με πολλούς θιάσους όπως της Λαμπέτη, της Κατερίνας, του Κατράκη, του Χορν κ.ά.

Από το 1962 δημιούργησε δικό του θίασο με τη σύζυγό του, στο Θέατρο Διάνα ενώ ένα χρόνο αργότερα δημιουργούν το δικό τους Θέατρο Αναλυτή.

Τα έργα που ανέβασε κατά σειρά ήταν: «Μια πόρτα δρχ. …500» (των Β. Σκουφά και Β. Ανδρεόπουλου), «Η Βίλα των οργίων» (Γερασ. Σταύρου), «Είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι» (Πάβελ Κόχοουτ), «Αν ο κόσμος μας έβλεπε μαζί» (Κλωντ Μπαλ), «Η Κυρία του Μαξίμ» (Ζωρζ Φεϋντώ), «Η Ζωντοχήρα» (του Ιμπροχώρη- Γ. Παπά), «Αγάπη μου Ουάουα» (του Φρανουά Καμπώ που υπήρξε και η μεγαλύτερη και μακροβιότερη θεατρική επιτυχία της εποχής, 1967-1972), «Το αυτί του Αλέξανδρου» (Κ. Μουρσελά), «Δάφνες πικροδάφνες», «Σούκι Γιάκι» (των Στόουν – Κούνεϋ, επίσης μεγάλη επιτυχία), «Παραμύθι χωρίς όνομα» (Καμπανέλη), «Βασιλικός» (Κ. Μάτεσι) κ.ά.

Αλλά και στην κινηματογραφική σκηνή η παρουσία του Κώστα Ρηγόπουλου δεν είναι μικρή. Με το έργο «Το προξενιό της Άννας» (Παντ. Βούλγαρη) κερδίζει το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Επίσης συνεργάσθηκε και με την τηλεόραση σημειώνοντας επιτυχία στα σήριαλ «Αξιωματικός Υπηρεσίας», «Βίβα Κατερίνα», «Χαμογελάστε παρακαλώ» ενώ το 1988 παρουσίαζε και το τηλεπαιχνίδι «Εσείς τι λέτε;».

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν μόνιμος κάτοικος Παλαιού Φαλήρου (Αττική).

Πέθανε στις 14 Ιανουαρίου 2001 από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη μήνες πριν.

Μετά τον θάνατό του, το 2013, η κόρη του Ζωή εξέδωσε την αυτοβιογραφία του «Το παραμύθι της ζωής μου», απομαγνητοφωνώντας τις κασέτες που έγραφε ο Κώστας Ρηγόπουλος το 1985, μετά τα πρώτα προβλήματα με την υγεία του.[1]
Φιλμογραφία
Ανθισμένη αμυγδαλιά (1959) .... γιατρός
Η σταχτοπούτα (1960) ..... κονφερανσιέ, ο παρουσιαστής των καλλιστείων
Μια του κλέφτη ..... (1960) .... Ανδρέας
Το ραντεβού της Κυριακής (1960) .... Αλέκος
Το κορίτσι του δρόμου (1960)
Τα σαράντα παλικάρια (1961)
Τα νιάτα θέλουν έρωτα (1961) ..... Κώστας
Η ελληνίδα και ο έρωτας (1962) .... Τέλης
Αγάπη γραμμένη με αίμα (1962) .......
Πεζοδρόμιο (1962) ....... Μηνάς
Λίγο πριν ξημερώσει (1963) ...... Παπαοικονόμου
Ο κύριος πτέραρχος (1963) ....... Νότης Πλοκανάς
Χωρίς ταυτότητα (1963) ....... Αβράμογλου
Διαζύγιο αλά ελληνικά (1964) ..... Τρύφων Δαρίκας
Έκλεψα τη γυναίκα μου (1964) ....... Κλέων
Και οι 14 ήταν υπέροχοι! (1965) ...... Νικόλαος Αντωνίου, συμβολαιογράφος
Καημοί στη φτωχογειτονιά (1965) ..... Ορφέας Πατσούλης
Πράκτορες 005 εναντίον Χρυσοπόδαρου (1965) ...... Μικές Χρυσοπόδαρος
Οι κολασμένοι (1966) ....... Φώτης
Ο κόσμος τρελάθηκε (1967) ..... Ηρακλής Καραμασίστας
Ζητώντας την τύχη στα ξένα (1967) ......... Κώστας
Για μια τρύπια δραχμή (1968) ....... Παντελής
24 ώρες ζωντοχήρα (1969) ...... Ιπποκράτης Αντώνογλου
Ο εχθρός του λαού (1972) ..... Καραπάνος
Ο μάγκας με το τρίκυκλο (1972) ..... Κώστας
Το προξενιό της Άννας (1972) ...... Θόδωρος Μανωλόπουλος
Ο φαντασμένος (1973) ..... Ξεφτέρης, απατεώνας
Αγάπη μου ΟυάΟυά (1974) .... Πάνος Βενέτης, λογοτέχνης
Πονηρό θηλυκό... κατεργάρα γυναίκα! (1980) ..... Ανδρέας
Ρένα ...... να η ευκαιρία (1980) ..... Θεοφύλακτος Σκαρλάτος, αστυνομικός
Γυναίκες δηλητήριο (1993) ..... Νικηφόρος Σεμπέκος
Ο άνθρωπος που το ’παιζε πολύ (1993) ..... Ροδόλφος Καράμπελας
... βικιπαίδεια

Ο Λίβανος αποκτά την ανεξαρτησία του από τη Γαλλία.



22 Νοεμβρίου 1943 (78 χρόνια πριν):

Ο Λίβανος αποκτά την ανεξαρτησία του από τη Γαλλία.

Ο Λίβανος (Αραβικά: Λουμπνάν) είναι χώρα της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Έγινε ανεξάρτητη στις 22 Νοεμβρίου 1943 μετά από εικοσάχρονη γαλλική κατοχή. Έχει συνολική έκταση 10.452 τ.χλμ. και πληθυσμό, σύμφωνα με τη μέση εκτίμηση του ΟΗΕ για το 2021, 6.769.000 κατοίκους (109η στον κόσμο)[1]. Πρωτεύουσα της χώρας είναι η Βηρυτός.

Ετυμολογία

Το όνομα της χώρας προήλθε από το όρος Λίβανος, το οποίο προήλθε από τη φοινικική ρίζα lbn (𐤋𐤁𐤍) που σημαίνει "λευκό", προφανώς από τις χιονισμένες κορυφές του.[4]

Ο Λίβανος ως όνομα μιας διοικητικής μονάδας (σε αντίθεση με την οροσειρά) εισήχθη μετά τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις του 1861, ως σαντζάκι του Όρους του Λιβάνου (αραβικά: متصرفية جبل لبنان, τουρκικά: Cebel-i Lübnan Mutasarrıflığı), μετεξελίχθηκε ως Κράτος του Μεγάλου Λιβάνου (αραβικά: دولة لبنان الكبير Dawlat Lubnān al-Kabīr, γαλλικά: État du Grand Liban) το 1920, για να καταλήξει στη σημερινή ονομασία του ως Δημοκρατία του Λιβάνου (αραβικά: الجمهورية اللبنانية al- Jumhūrīyah al-Lubnānīyah) μετά την ανεξαρτησία του το 1943.
Ιστορία

Η περιοχή του Λιβάνου είναι γνωστή από τα πανάρχαια χρόνια, ως τμήμα της Φοινίκης και φημιζόταν για τα δάση της, που την αρωματική ξυλεία τους εμπορεύονταν οι Φοίνικες. Οι φοινικικές πόλεις των παραλίων του Λιβάνου και ιδιαίτερα η Τύρος είχαν αποκτήσει μεγάλη ισχύ και τα πλοία τους έπλεαν σε όλες τις τότε γνωστές θάλασσες. Αργότερα η περιοχή του Λιβάνου δέχτηκε την κυριαρχία των Περσών και των Ελλήνων, όπου στο κράτος του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποτέλεσε τμήμα της επικράτειας των Σελευκιδών.

Στη συνέχεια, κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τον 7ο αιώνα από τους Άραβες και αργότερα από τους Τούρκους. Το 1861 έγινε αυτόνομο κράτος με την επίβλεψη του Σουλτάνου. Το 1914, ο Λίβανος περιήλθε στη γαλλική σφαίρα επιρροής μέχρι το 1926, οπότε αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητη δημοκρατία, με την ουσιαστική όμως διακυβέρνηση των Γάλλων. Από το 1940, οι Λιβανέζοι άρχισαν να διεκδικούν την ανεξαρτησία τους και το 1943 κατάφεραν να την αποκτήσουν. Κατά τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967 έγινε στόχος ισραηλινών επιθέσεων, επειδή ήταν τόπος συγκέντρωσης των Παλαιστινίων και των προσφύγων.

Στις 13 Απριλίου 1975 ξέσπασε στο Λίβανο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ φαλαγγιτών (δεξιών χριστιανών) και αριστερών Μουσουλμάνων Παλαιστινίων που κράτησε ως τις 18 Οκτωβρίου 1976, οπότε υπογράφτηκε ανακωχή στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας. Οι συνέπειες του πολέμου αυτού, που επιδεινώθηκε με την επέμβαση συριακών και άλλων αραβικών δυνάμεων που υποστήριζαν τους Φαλαγγίτες, ήταν δυσμενείς. Ο πόλεμος αυτός κόστισε 6.000 νεκρούς, χιλιάδες τραυματίες και καταστροφή πόλεων. Τον Ιούνιο του 1982 έγινε εισβολή Ισραηλινών, που κατέλαβαν το νότιο τμήμα της χώρας με σκοπό την εξόντωση των Παλαιστινίων. Οι ισραηλινές δυνάμεις αποχώρησαν το 2000.

Ο Λίβανος βρισκόταν υπό συριακή κατοχή μέχρι το 2005, όταν ο συριακός στρατός αποχώρησε. Πρωθυπουργός του Λιβάνου είναι ο Φουάντ Σινιόρα. Μία οργάνωση που χαίρει μεγάλης ισχύος εντός του Λιβάνου είναι η Χεζμπολλάχ. Το καλοκαίρι του 2006, η Χεζμπολλάχ απήγαγε δύο Ισραηλινούς στρατιώτες, προκαλώντας την έκρηξη ενός πολέμου ανάμεσα στο Ισραήλ και την οργάνωση ο οποίος διήρκεσε αρκετούς μήνες και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές.
 

Γεωγραφία
Κύριο λήμμα: Γεωγραφία του Λιβάνου

Ο Λίβανος είναι μια ορεινή παραθαλάσσια χώρα μήκους από βόρεια προς νότια 220 χιλιομέτρων και πλάτους από 32 έως 55 χιλιομέτρων. Συνορεύει βόρεια και ανατολικά με τη Συρία, νότια με το Ισραήλ και δυτικά βρέχεται από τη Μεσόγειο. Έχει έκταση 10.400 τετραγωνικά χιλιόμετρα που είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος ορεινή, εκτός από δύο πεδιάδες: μία παραλιακή στη Μεσόγειο, και την κοιλάδα Μπεκάα, ανάμεσα στα όρη Λίβανος και Αντιλίβανος.
 

Κλίμα

Ο Λίβανος έχει μεσογειακό κλίμα (κλιματική ταξινόμηση Κέππεν: Csa και Csb) που χαρακτηρίζεται από ζεστά και ξηρά καλοκαίρια (Ιούνιο έως Σεπτέμβριο) και δροσερούς και βροχερούς χειμώνες (Δεκέμβριο έως μέσα Μαρτίου), με μέση ετήσια θερμοκρασία 15 °C. Κατά μήκος της ακτής, τα καλοκαίρια είναι ζεστά και υγρά με θερμοκρασίες που ξεπερνούν τους 35 °C τον Αύγουστο. Λόγω της επίδρασης της θάλασσας, το ημερήσιο εύρος θερμοκρασιών στις παράκτιες περιοχές είναι μικρότερο από ό,τι στην ενδοχώρα. Ο Ιανουάριος είναι ο πιο κρύος μήνας, με θερμοκρασίες περίπου 5 έως 10 °C. Η μέση ετήσια βροχόπτωση στην ακτή κυμαίνεται μεταξύ 700 και 1.000 mm. Περίπου το 70% της μέσης βροχόπτωσης στη χώρα καταγράφεται μεταξύ Νοεμβρίου και Μαρτίου και συγκεντρώνεται σε λίγες μόνο ημέρες της εποχής των βροχών, με έντονες βροχοπτώσεις ή βίαιες καταιγίδες. Οι βροχοπτώσεις στο εσωτερικό του Λιβάνου είναι εντονότερες από τις βροχοπτώσεις κατά μήκος της ακτής (1.600 mm), ενώ εμφανίζεται χιόνι στα βουνά.
Οικονομία

Ο Λίβανος έχει οικονομία ελεύθερης αγοράς και ισχυρή εμπορική παράδοση. Η κυβέρνηση δεν περιορίζει τις ξένες επενδύσεις. Ωστόσο, το επενδυτικό κλίμα υποφέρει από γραφειοκρατία, διαφθορά, αυθαίρετες αποφάσεις αδειοδότησης, πολύπλοκες τελωνειακές διαδικασίες, υψηλούς φόρους, τιμολόγια και τέλη, αρχαϊκή νομοθεσία και ανεπαρκή προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Η οικονομία του Λιβάνου είναι προσανατολισμένη στις υπηρεσίες. Οι κύριοι τομείς ανάπτυξης περιλαμβάνουν τις τράπεζες και τον τουρισμό.

Ο εμφύλιος πόλεμος του 1975-1990 έβλαψε σοβαρά την οικονομία της χώρας, μείωσε την εθνική παραγωγή στο μισό και εκτροχίασε η θέση του Λιβάνου ως τραπεζικού κόμβου της Μέσης Ανατολής. Μετά τον εμφύλιο, η κυβέρνηση προσπάθησε να ανακτήσει την οικονομική ισχύ της χώρας, μέσω δανεισμού, κυρίως από τις εγχώριες τράπεζες. Αυτό οδήγησε σε υπέρμετρη αύξηση του δημοσίου χρέους. Πρόσφατα, η εμφύλια σύγκρουση στη Συρία διέκοψε μία από τις μεγάλες αγορές του Λιβάνου και έναν διάδρομο μεταφορών μέσω του Λεβάντε. Η εισροή προσφύγων προκάλε κοινωνικές εντάσεις και αυξημένο ανταγωνισμό για θέσεις ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού και δημόσιες υπηρεσίες. Επί του παρόντος, το υψηλό δημόσιο χρέος σε συνδυασμό με την αδύναμη οικονομική ανάπτυξη της τάξης του 1-2% περιορίζει τα φορολογικά έσοδα, ενώ οι μεγαλύτερες κρατικές δαπάνες παραμένουν η εξυπηρέτηση του χρέους, οι μισθοί για τους δημόσιους υπαλλήλους και οι μεταφορές στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτές οι δαπάνες περιορίζουν τη δυνατότητα του κράτους να επενδύσει σε απαραίτητες βελτιώσεις υποδομής, όπως νερό, ηλεκτρικό ρεύμα και μεταφορές.

Σήμερα 22/11 ... Αγίων Βαλλεριανού Κικιλίας και Τιβουρτίου, Αγίου Φιλήμονος του Αποστόλου, Οσίου Ιακώβου Τσαλίκη

στην αυλή της εκκλησίας στις Μουρνιές (φ.Μ.Κυμάκη)
στην αυλή της εκκλησίας στις Μουρνιές (φ.Μ.Κυμάκη)


Αγίων Βαλλεριανού Κικιλίας και Τιβουρτίου, Αγίου Φιλήμονος του Αποστόλου, 
Οσίου Ιακώβου Τσαλίκη

για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει καρτέλα με φακό +-

Δημοφιλείς αναρτήσεις Τελευταίες 7 ημέρες