Ο Γεώργιος Διλβόης (George Dilboy) (5 Φεβρουαρίου 1896–18 Ιουλίου 1918) ήταν ελληνοαμερικανός στρατιώτης και θεωρείται ο πρώτος Ελληνοαμερικανός που τιμήθηκε μετά θάνατον με το ανώτατο στρατιωτικό Μετάλλιο της Τιμής από το κογκρέσο των ΗΠΑ για τη γενναιότητα και την ανδρεία του «πάνω και πέρα από την πρόσκληση του καθήκοντος» στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Γεώργιος Διλβόης τιμήθηκε συνολικά από τέσσερις κατά σειρά Αμερικανούς προέδρους: από τον Γούντροου Ουίλσον, που τον Ιανουάριο του 1919 υπέγραψε την έγκριση για την απονομή του ανώτατου στρατιωτικού Μεταλλίου της Τιμής, από τον Γουόρεν Χάρντινγκ, με εντολή του οποίου μεταφέρθηκαν τα οστά του ήρωα από τα Αλάτσατα στις ΗΠΑ, το 1923, από τον Κάλβιν Κούλιτζ, ο οποίος προέδρευε στον τελικό ενταφιασμό του στο εθνικό νεκροταφείο του Άρλινγκτο και, τέλος, από τον Μπιλ Κλίντον, κατά την αντικατάσταση του χαμένου μεταλλίου το 1999.
Πρώτα χρόνια
Ανδριάντας του Διλβόη κοντά στο Σικάγο
Ο Γεώργιος Διλβόης γεννήθηκε στα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας την 5η Φεβρουαρίου 1896. Ήταν γιος της πολυμελούς οικογένειας (με 9 παιδιά) του Αντωνίου και της Γιασεμής Διλβόη (το γένος Κόταρη). Ο πρώτος από την οικογένεια που μεταναστεύει για την Αμερική είναι ο πατέρας το 1907. Θα τον ακολουθήσουν οι γιοι του, Δημήτριος, Γεώργιος, Κωνσταντίνος, Ευάγγελος, Ιωάννης και ο Νικόλαος (πού ίσως να ήταν ανιψιός και όχι γιος όπως έχει δηλώσει στα αρχεία του Έλις Άιλαντ). Το 1911 μεταναστεύει η Μαριάνθη, η μεγαλύτερη κόρη, που θα παντρευτεί στην Αμερική τον Αλατσατιανό Ιωάννη Ζαχαρούλη, αλλά θα πεθάνει στα 26 της χρόνια το 1918 (τότε που σκοτώνεται και ο Γεώργιος).
Ο πατέρας εργάζεται στο γενικό νοσοκομείο της Βοστώνης και εκεί θα εργαστούν και τα παιδιά του. Ο Γεώργιος θα συνεχίσει το σχολείο κι έπειτα θα εργαστεί ως εργάτης σε βιοτεχνία παπουτσιών στο Κιν του Νιου Χαμσάιρ (Keene, New Hampshire) και ως υπάλληλος στο ξενοδοχείο Κόμπλι Σκουέαρ (Copley Square). Από τα αμερικανικά αρχεία μετανάστευσης μαθαίνουμε πως ο δεκαεξάχρονος Γεώργιος Διλβόης, μαθητής ακόμη, αποχαιρετά τη μητέρα του Γιασεμή στα Αλάτσατα και φεύγει από το λιμάνι της Πάτρας με το πλοίο Αλίκη (Alice) την 20η Δεκεμβρίου 1909, με τελικό προορισμό τη Βοστώνη.
Το 1914, ο Γεώργιος Διλβόης, στα 18 του χρόνια, ακολουθεί την ομάδα του ιερέα Αμβρόσιου Παρασχάκη και έρχεται μαζί τους στην Ελλάδα, για να πολεμήσει τους Τούρκους. Μετά την αποτροπή τους από τον Βενιζέλο, μένει για ένα σχεδόν χρόνο στη Χίο, όπου έχει καταφύγει η μητέρα του και τα αδέλφια του, εξ αιτίας του πρώτου διωγμού των Αλατσατιανών (1914-1918). Τον αποχαιρετούν και πάλι το Φεβρουάριο του 1915, που φεύγει για την Αμερική.
Στον αμερικανικό στρατό
Το 1916 κατατάσσεται στον αμερικανικό στρατό, στον Η 1ο λόχο, 26ο τμήμα, της 103ης μοίρας πεζικού του Κιν της πολιτείας της Μασαχουσέτης. Την ίδια κιόλας χρονιά, με εντολή του στρατηγού Τζων Πέρσινγκ (John Pershing), παίρνει μέρος στις επιτυχημένες πολεμικές επιχειρήσεις «εθνικής ασφαλείας» (1916-1917) εναντίον των επαναστατών (Πάντσο Βίγια) στα βόρεια σύνορα του Μεξικού που θα χαρίσουν στο Γεώργιο Διλβόη, κατά την απόλυσή του από το στράτευμα το 1917, τρία μετάλλια, του Μεγάλου Στρατού, της Δημοκρατίας και των Βετεράνων του Ισπανικού Πολέμου. Το Μάιο του 1918, λίγο πριν από τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου και μετά την κατάληψη από τα γερμανικά στρατεύματα του Σατώ Τιερύ και της Φλάνδρας στη Γαλλία, οι συμμαχικές δυνάμεις Αγγλίας και Γαλλίας, ενισχυμένες από τον αμερικανικό στρατό, εξαπέλυσαν αντεπίθεση στον ποταμό Μάρνη (18 Ιουλίου-4 Αυγούστου 1918) που έληξε υπέρ των συμμάχων.
Ο Γεώργιος Διλβόης κατατάσσεται εθελοντής και αποστέλλεται στη Γαλλία. Την 18η Ιουλίου βρίσκεται με το λόχο του σε ένα από τα μέτωπα αντεπίθεσης, στη ζώνη Τορσύ-Μπελλώ και σε θέση καλυμμένων γερμανικών οπλοπολυβόλων στη σιδηροδρομική γραμμή του Μπελλώ. Με ανώτερη εντολή που δίνεται στην ομάδα του για την κατάληψή τους, αυτή επιτυγχάνεται προσωπικά από το Γεώργιο Διλβόη, που χάνει όμως τη ζωή του, αφού του έχει αποκοπεί το ένα του πόδι.