Πατρίσια Χάισμιθ Αμερικανίδα συγγραφέας |
Πατρίσια Χάισμιθ Αμερικανίδα συγγραφέας
Η Πατρίσια Χάισμιθ (Patricia Highsmith, 19 Ιανουαρίου 1921 – 4 Φεβρουαρίου 1995) ήταν Αμερικανίδα συγγραφέας, ευρύτερα γνωστή για τα ψυχολογικά θρίλερ της, από τα οποία έχουν προκύψει πάνω από 20 κινηματογραφικές ταινίες.
Το πρώτο της μυθιστόρημα, «Ξένοι στο Τρένο», έχει διασκευαστεί αρκετές φορές για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Το 1951, έγινε ταινία από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ. Εκτός από την ευρέως γνωστή σειρά μυθιστορημάτων με ήρωα τον Τομ Ρίπλεϊ, έγραψε αρκετά διηγήματα, τα περισσότερα σατιρικά ή με μαύρο χιούμορ. Τα βιβλία της έχουν υμνηθεί από διάφορους συγγραφείς και κριτικούς ως καλλιτεχνικές δημιουργίες μεγάλης ομορφιάς και πολυπλοκότητας. Ο Μισέλ Ντιρντά παρατήρησε: «Οι Ευρωπαίοι την τίμησαν ως ψυχολογικό συγγραφέα, μέρος της υπαρξιακής παράδοσης την οποία αντιπροσώπευαν οι συγγραφείς που η ίδια προτιμούσε, ειδικά ο Ντοστογιέφσκι, ο Τζόζεφ Κόνραντ, ο Φραντς Κάφκα, ο Αντρέ Ζιντ και ο Αλμπέρ Καμύ».
Νεανικά χρόνια
Η Χάισμιθ γεννήθηκε το 1921 στο Φορτ Γουόρθ του Τέξας. Το όνομα στο πιστοποιητικό γεννήσεώς της ήταν Μαίρη Πατρίσια Πλάνγκμαν. Ήταν το μοναχοπαίδι του καλλιτέχνη Τζέι Μπερνάρντ Πλάνγκμαν (1889-1975) και της γυναίκας του, Μαίρη Κόατς (13 Σεπτεμβρίου 1895 – 12 Μαρτίου 1991). Το ζευγάρι πήρε διαζύγιο δέκα μέρες πριν την γέννηση της κόρης τους.
Η Πατρίσια γεννήθηκε στην πανσιόν της γιαγιάς της (από την πλευρά της μητέρας της). Το 1927 η Χάισμιθ, η μητέρα της και ο πατριός της, ο καλλιτέχνης Στάνλεϊ Χάισμιθ (τον οποίον η μητέρα της είχε παντρευτεί το 1924, και ο οποίος υιοθέτησε τη μικρή, δίνοντάς της το επίθετο Χάισμιθ), μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη .
Όταν ήταν 12 ετών, το ζευγάρι έστειλε τη μικρή στο Φορτ Γουόρθ, όπου έζησε με την γιαγιά της για ένα χρόνο. Έλεγε πως ήταν «η πιο θλιβερή χρονιά» της ζωή της και ένοιωσε πως η μητέρα της την είχε εγκαταλείψει. Επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, στο σπίτι της μητέρας της και έζησαν κυρίως στο Μανχάταν, αλλά και στην Αστόρια.
Η Πατρίσια Χάισμιθ είχε μια έντονη, πολύπλοκη σχέση με τη μητέρα της και δεν εκτιμούσε τον πατριό της. Η ίδια ισχυριζόταν ότι η μητέρα της, της είχε πει πως είχε προσπαθήσει να αποβάλει όταν ήταν έγκυος, πίνοντας νέφτι, παρόλο που σύμφωνα με μια βιογραφία της Χάισμιθ, ο βιολογικός της πατέρας είχε προσπαθήσει να πείσει τη μητέρα της να κάνει έκτρωση, όμως εκείνη είχε αρνηθεί.
Η Χάισμιθ ποτέ δεν ξεπέρασε αυτή τη σχέση αγάπης-μίσους, η οποία στοίχειωνε την υπόλοιπη ζωή της και υπήρξε η έμπνευση για το διήγημα «Η Χελώνα» («The Terrapin», 1962), στο οποίο ένα νεαρό αγόρι μαχαιρώνει μέχρι θανάτου τη μητέρα του. Η μητέρα της Χάισμιθ πέθανε μόλις τέσσερα χρόνια πριν από εκείνη, σε ηλικία 95 ετών.
Η γιαγιά της Χάισμιθ την έμαθε να διαβάζει όταν ήταν ακόμα πολύ μικρή και η Χάισμιθ αξιοποίησε τη μεγάλη βιβλιοθήκη που διέθετε το σπίτι της γιαγιάς της. Σε ηλικία οκτώ ετών, ανακάλυψε το βιβλίο του Καρλ Μένινγκερ «Ο Ανθρώπινος Νους» («The Human Mind», 1930), ένα βιβλίο-σταθμό στην ιστορία της ψυχιατρικής, το οποίο επιχειρούσε να διαλύσει τις προκαταλήψεις απέναντι στους ψυχικά άρρωστους. Η μικρή εντυπωσιάστηκε από τις περιγραφές ασθενών που έπασχαν από πυρομανία και σχιζοφρένεια.
Κόμικς
Το 1942 η Χάισμιθ αποφοίτησε από το Κολλέγιο Μπάρναρντ, όπου είχε σπουδάσει δημιουργική γραφή, συγγραφή θεατρικών έργων και σύνθεση διηγήματος. Από το 1942 μέχρι το 1948 εργαζόταν ως σεναριογράφος για κόμικς, ζώντας στη Νέα Υόρκη και το Μεξικό. Από μια αγγελία στην εφημερίδα, βρέθηκε στο γραφείο του εκδότη Νεντ Πάινς και έπιασε δουλειά σε μια ομάδα με τέσσερις σχεδιαστές και τρεις ακόμα συγγραφείς. Ξεκίνησε γράφοντας δύο ιστορίες την ημέρα για 55$ την εβδομάδα, μέχρι που συνειδητοποίησε ότι θα μπορούσε να βγάζει περισσότερα χρήματα γράφοντας σενάρια για κόμικς ως ανεξάρτητη συγγραφέας, και συνεργαζόμενη με διάφορους εκδοτικούς οίκους. Αυτό της επέτρεψε να βρει χρόνο για να δουλέψει δικά της διηγήματα και να μετακομίσει στο Μεξικό. Στον «Ταλαντούχο Κύριο Ρίπλεϊ» («The Talented Mr. Ripley», 1955), ένα από τα πρώτα θύματα απάτης του Ρίπλεϊ είναι ο σχεδιαστής κόμικς Φρέντερικ Ρέντινγκτον, μια χειρονομία αποχαιρετισμού στην καριέρα που η ίδια είχε εγκαταλείψει: «Το ένστικτο του Τομ, του έλεγε κάτι για τον Ρέντινγκτον. Ήταν σχεδιαστής κόμικς. Πιθανότατα δεν θα ήξερε που παν τα τέσσερα»
Μυθιστορήματα και διασκευές
Το πρώτο μυθιστόρημα της Χάισμιθ ήταν το «Ξένοι στο Τρένο» («Strangers on a Train», 1950), το οποίο περιείχε πολλά από τα θέματα που θα χαρακτήριζαν όλο το μεταγενέστερο έργο της. Μετά από παρότρυνση του Τρούμαν Καπότε, ξαναέγραψε το μυθιστόρημα στην «αποικία συγγραφέων» Γιάντο (Yaddo). Το βιβλίο είχε σχετική επιτυχία όταν πρωτοεμφανίστηκε το 1950, όμως η κινηματογραφική του μεταφορά από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ το 1951, έστειλε την καριέρα και τη φήμη της Χάισμιθ στα ύψη. Σύντομα έγινε γνωστή ως συγγραφέας συγκλονιστικών ψυχολογικών θρίλερ, γεμάτων ειρωνεία και γραμμένων σε καθαρό, σοκαριστικό ύφος.
Το δεύτερο μυθιστόρημα της Χάισμιθ, «Η Τιμή του Αλατιού» («The Price of Salt», 1952), εκδόθηκε με το ψευδώνυμο Κλαιρ Μόργκαν. Προκάλεσε αίσθηση γιατί ήταν από τα πρώτα λεσβιακά μυθιστορήματα με ευτυχισμένο τέλος. Δεν επέτρεψε να συνδεθεί το όνομά της με αυτό το βιβλίο, μέχρι αρκετά αργά στη ζωή της, πιθανότατα επειδή είχε χρησιμοποιήσει πολλά στοιχεία από την προσωπική της ζωή στην συγγραφή του.
Πολλά από τα υπόλοιπα βιβλία της, διασκευάζονταν για ταινίες σύντομα μετά την έκδοσή τους. «Ο Ταλαντούχος Κύριος Ρίπλεϊ» (1955), «Το Παιχνίδι Του Ρίπλεϊ» (1974) και «Το Ημερολόγιο της Ίντιθ» (1977), έγιναν όλα ταινίες.
Η Χάισμιθ τηρούσε λεπτομερές ημερολόγιο σε όλη τη διάρκεια της ζωής της και ψήγματα του συγγραφικού της στιλ είναι φανερά από την παιδική της ηλικία, όταν έγραφε στο ημερολόγιό της φανταστικές ιστορίες όπου οι γείτονες είχαν ψυχολογικά προβλήματα και δολοφονικές προσωπικότητες, πίσω από τα καθημερινά, φυσιολογικά τους προσωπεία. Αυτό ήταν ένα από τα θέματα που θα εξερευνούσε αναλυτικότατα στα μυθιστορήματά της. .συνέχεια στη βικιπαίδεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου